Μετάβαση στο περιεχόμενο

Λουί-Αλεξάντρ ντε Λωναί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λουί-Αλεξάντρ ντε Λωναί, κόμης Αντραίγκ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση25  Δεκεμβρίου 1753[1][2]
Μονπελιέ ή Villeneuve-de-Berg
Θάνατος22  Ιουλίου 1812[1][2]
Μπαρνς
Αιτία θανάτουτραύμα από μαχαίρι
Συνθήκες θανάτουανθρωποκτονία
ΨευδώνυμοHenri-Alexandre Audainel[3] και Comte d' Ant points 03[3]
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Ισπανία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
διπλωμάτης
ιστορικός
κατάσκοπος
φιλόσοφος[4]
Περίοδος ακμής1768
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςλοχαγός
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμέλος της Γαλλικής Εθνοσυνέλευσης

Ο Εμανυέλ Ανρί Λουί Αλεξάντρ ντε Λωναί, κόμης του Αντραίγκ (Emmanuel Henri Louis Alexandre de Launay, comte d'Antraigues, 25 Δεκεμβρίου 175322 Ιουλίου 1812) ήταν Γάλλος συγγραφέας προκηρύξεων, διπλωμάτης, κατάσκοπος και πολιτικός τυχοδιώκτης στα χρόνια της Γαλλικής Επαναστάσεως και των Ναπολεόντειων Πολέμων.

Τα χρόνια στη Γαλλία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ντε Λωναί γεννήθηκε στο Μονπελιέ και σε ηλικία 14 ετών κατατάχθηκε στον στρατό. Ευγενούς καταγωγής, τοποθετήθηκε αρχικώς στην επίλεκτη Φρουρά του Βασιλέως, στο Ανάκτορο των Βερσαλλιών, και μετά έγινε λοχαγός του Βασιλικού Συντάγματος Ιππικού του Πεδεμοντίου. Ωστόσο άρχισε να απογοητεύεται με τη στρατιωτική ζωή, καθώς γνώρισε ανθρώπους του πνεύματος: Το 1770 γνώρισε τον Ζαν-Ζακ Ρουσσώ και το 1776 πέρασε μήνες στο Φερνέ μαζί με τον Βολταίρο. Επηρεαζόμενος από τα δημοκρατικά ιδεώδη αυτών των μεγάλων μορφών του Διαφωτισμού, ο ντ' Αντραίγκ παραιτήθηκε από το στράτευμα το 1778. Λίγο αργότερα συνόδευσε τον θείο του, τον Φρανσουά-Εμανυέλ Γκυνιάρ, κόμη του Σαιν Πρι, στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο θείος ήταν πρέσβυς της Γαλλίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Κατόπιν πραγματοποίησε ένα περιηγητικό ταξίδι στην Αίγυπτο. Το 1779 επέστρεψε στη Γαλλία, περνώντας και από τη Βαρσοβία, την Κρακοβία και τη Βιέννη.

Στο Παρίσι ο ντ' Αντραίγκ εισήλθε στους κύκλους των «φιλοσόφων» και των ανθρώπων της τέχνης, όπου συνδέθηκε φιλικά με τους μελλοντικούς επαναστάτες Νικολά Σαμφόρ και Μιραμπώ.

Αρχικώς ο ντ' Αντραίγκ υπεστήριξε σθεναρώς τη Γαλλική Επανάσταση μόλις αυτή εκδηλώθηκε, εξάλλου ήδη είχε γράψει στο Mémoire sur les Etats Généraux το 1788, ταυτίζοντας από τους πρώτους την «Τάξη του Λαού» (την τρίτη «τάξη» του προεπαναστατικού καθεστώτος) με το «έθνος»:

«Η Τρίτη Τάξη είναι ο Λαός και ο Λαός είναι το θεμέλιο του Κράτους, στην πραγματικότητα είναι το ίδιο το Κράτος ... Στον Λαό εγκατοικεί όλη η δύναμη του έθνους και για τον Λαό υπάρχουν όλα τα κράτη.»[5]

Το 1789, έχοντας εκλεγεί εκπρόσωπος της Τρίτης Τάξεως, έδωσε τον «Όρκο του Σφαιριστηρίου» και κατόπιν έγινε μέλος της Εθνικής Συντακτικής Συνελεύσεως. Αλλά οι επαναστατικές αντιλήψεις του κλονίσθηκαν μετά την επιδρομή στις Βερσαλλίες από έναν αγριεμένο όχλο στις 5 Οκτωβρίου 1789. Συγκλονισμένος από τον κίνδυνο που διέτρεξε τότε η Βασίλισσα Μαρία Αντουανέτα (με την οποία υπήρχε η φήμη ότι ήταν κρυφά ερωτευμένος), ο ντ' Αντραίγκ μετέβαλε απότομα τη στάση του, μετατρεπόμενος σε υπερασπιστή της μοναρχίας των Βουρβόνων. Αναμίχθηκε σε μια συνωμοσία από τον μαρκήσιο του Φαβρά προκειμένου να βοηθήσουν τη βασιλική οικογένεια να αποδράσει από το Ανάκτορο του Κεραμεικού, όπου τους είχαν περιορίσει. Τον Δεκέμβριο ο Φαβρά συνελήφθη και ομολόγησε προδίδοντας τους συντρόφους του, μεταξύ των οποίων και τον ντ' Αντραίγκ, οπότε τον Φεβρουάριο του 1790, μετά τη θάνατωση του Φαβρά, ο ντ' Αντραίγκ διέφυγε από τη Γαλλία, καταφεύγοντας πρώτα στη Λωζάνη μαζί με την ερωμένη του Αντουανέτ Σαιν-Υμπερτύ, διάσημη τραγουδίστρια της όπερας, την οποία σύντομα παντρεύτηκε.

Τα χρόνια της εξορίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ζεύγος εγκαταστάθηκε στη Βενετία, όπου γεννήθηκε ο γιος τους και ο ντ' Αντραίγκ έγινε διπλωματικός υπάλληλος στην εκεί πρεσβεία της Ισπανίας και μετά στην πρεσβεία της Ρωσίας. Το 1793 έγινε μυστικός πράκτορας για λογαριασμό του μελλοντικού βασιλέα Λουδοβίκου ΙΗ΄ της Γαλλίας, ο οποίος μετακίνησε την εξόριστη αυλή του στη Βερόνα (τότε πόλη του κράτους της Βενετίας) και διόρισε τον ντ' Αντραίγκ «υπουργό της αστυνομίας». Οι Βενετοί έδιωξαν τον Λουδοβίκο το 1796, αλλά ο ντ' Αντραίγκ πσρέμεινε στη Βενετία μέχρι που τα γαλλικά στρατεύματα εισέβαλαν στην πόλη το 1797. Συνελήφθη από τους Γάλλους στην Τεργέστη και μεταφέρθηκε με τη γυναίκα του και το παιδί τους στο Μιλάνο, όπου ανακρίθηκε από τον ίδιο τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Κατόρθωσαν όμως να διαφύγουν στην Αυστρία, το πιθανότερο με τη βοήθεια της (αριστοκρατικής καταγωγής) συζύγου του Ναπολέοντα Ιωσηφίνας. Σύντομα μετά ωστόσο ο Λουδοβίκος απέλυσε τον ντ' Αντραίγκ απο πράκτορά, καθώς φοβόταν ότι είχε προδώσει τον Σαρλ Πισεγκρύ. Την επόμενη πενταετία οι ντ' Αντραίγκ έζησαν στο Γκρατς και τη Βιέννη με χρήματα που τους έστελνε ο Τσάρος Παύλος Α΄ της Ρωσίας. Ο επόμενος Τσάρος, ο Αλέξανδρος Α΄, διόρισε τον ντ' Αντραίγκ επιτετραμμένο της Ρωσίας στη Δρέσδη. Αλλά εκεί, το 1806, δημοσίευσε μια προκήρυξη σε έντονο ύφος κατά του Ναπολέοντα και της Γαλλικής Αυτοκρατορίας, οπότε απελάθηκε από την κυβέρνηση της Σαξονίας. Τότε κατέφυγε οικογενειακώς στο Λονδίνο, όπου ανέπτυξε στενές σχέσεις με τον υπουργό Εξωτερικών Τζωρτζ Κάνινγκ και τον πρίγκιπα Εδουάρδο, Δούκα του Κεντ. Την εποχή εκείνη όλοι πίστευαν ότι ο ντ' Αντραίγκ ήταν ο πράκτορας που απεκάλυψε τα μυστικά άρθρα της Συνθήκης του Τιλσίτ στη βρετανική κυβέρνηση. Αλλά ο βιογράφος του, ο Leonce Pingaud, υποστηρίζει με επιχειρήματα ότι αυτό είναι ψευδές.[6] Στην Αγγλία ο ντ' Αντραίγκ ανέπτυξε επίσης γνωριμία με τον Σαρλ-Φρανσουά Ντυμουριέ και τον Δούκα της Ορλεάνης (τον μελλοντικό Βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκο Φίλιππο).

Σε όλη τη μακρά περίοδο της αυτοεξορίας του (1790-1812), ο ντ' Αντραίγκ δημοσίευσε αρκετές προκηρύξεις-φυλλάδες με τίτλους όπως Des monstres ravagent partout, Point d'accommodement κλπ. εναντίον τόσο της Γαλλικής Επαναστάσεως όσο και του Ναπολέοντα.

Το 1812 ο Λουί Αλεξάντρ ντε Λωναί, κόμης του Αντραίγκ, και η σύζυγός του Αντουανέτ δολοφονήθηκαν με στιλέτο στην κατοικία τους στο προάστιο Μπαρνς του Λονδίνου από έναν Ιταλό υπηρέτη που είχαν απολύσει. Δεν έγινε ποτέ δυνατό να αποδειχθεί εάν ο διπλός φόνος είχε (και) πολιτικά κίνητρα.[6] Αρκετοί ισχυρίσθηκαν ότι το κίνητρο ήταν απλώς το ότι η σύζυγος του ντ' Αντραίγκ κακομεταχειριζόταν τους υπηρέτες της, ενώ άλλοι διέκριναν πολιτικές δολοπλοκίες σε δράση: τόσο ο Ναπολέοντας όσο και ο Λουδοβίκος ΙΗ΄ είχαν λόγους να επιθυμούν να «φύγει από τη μέση» ο ample cause to want d'Antraigues removed from the scene.[7]


  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12240710v. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 2,2 (Γαλλικά) Sycomore. www.assemblee-nationale.fr/sycomore/index.asp. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. mzk2003195517. Ανακτήθηκε στις 30  Αυγούστου 2020.
  4. Ανακτήθηκε στις 14  Ιουνίου 2019.
  5. Simon Schama: Citizens: A Chronicle of the French Revolution, Knopf, Νέα Υόρκη 1989, σσ. 290, 300-301
  6. 6,0 6,1 Chisholm 1911.
  7. Jan Bondeson (28 Ιουνίου 2015). Murder Houses of Greater London. Troubador Publishing Ltd. σελίδες 93–96. ISBN 978-1-78462-974-8. 
  •  
    Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον κοινό κτήμαChisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Antraigues, Emmanuel Henri Louis Alexandre de Launay» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 2 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 151 
  • Το λήμμα «Aντραίγκ, Εμμανουήλ ντε Λωναί» στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμ. 6
  • Leonce Pingaud: Un Agent secret sous la révolution et l'empire, le comte d'Antraigues, Παρίσι 1893
  • H. Vaschalde: Notice bibliographique sur Louis Alexandre de Launay, comte d'Antraigues, sa vie et ses œuvres