Μετάβαση στο περιεχόμενο

Κάτω Βουλή της Ιρλανδίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιρλανδική Συνέλευση (Ντάιλ)

Dáil Éireann
33η Συνέλευση
Coat of arms or logo
Είδος
ΤύποςΚάτω βουλή
Ηγεσία
Πρόεδρος
της Βουλής
Σαν Ο Φάργκαϊλ, (ΦΦ)
Τίσεχ
Μίχαελ Μάρτιν, (ΦΦ)
Αρχηγός της αντιπολίτευσης
Δομή
Δομή της Κάτω Βουλής της Ιρλανδίας μετά τις γενικές εκλογές του 2011
Κοινοβουλευτικές
Ομάδες
Κυβέρνηση (84)
12΄ Πράσινοι

Αντιπολίτευση (75)
1 Ενότητα
1 Δικαίωμα Αλλαγής


Πρόεδρος της Bουλής

1 
Εκλογές
Μεταφερόμενη μονοσταυρία
Τελευταία εκλογή
8 Φεβρουαρίου 2020
Τόπος συνεδριάσεων
Αίθουσα Ολομέλειας
Οικία Λένστερ, Δουβλίνο
Ιστοσελίδα
oireachtas.ie

Η Κάτω Βουλή της Ιρλανδίας (ιρλανδικά: Dáil Éireann) είναι η κάτω βουλή, αλλά το κυριότερο σώμα, του Κοινοβουλίου της Ιρλανδίας (Oireachtas, Εριάχτας) στο οποίο συμπεριλαμβάνονται ο Πρόεδρος της Ιρλανδίας και η Ιρλανδική Γερουσία (Seanad Éireann, Σάναντ Έιρεν), η οποία είναι η άνω βουλή του Κοινοβουλίου της Ιρλανδίας[1]. Συχνά αναφέρεται απλά ως Ντάιλ. Εκλέγεται άμεσα από τον λαό τουλάχιστον μία φορά κάθε πέντε χρόνια με το σύστημα της αναλογικής εκπροσώπησης μέσω του ενιαίου ψηφοδελτίου. Έχει ανάλογες δυνάμεις με εκείνες άλλων κάτω βουλών του κόσμου και είναι μακράν το κυρίαρχο σώμα του Κοινοβουλίου της Ιρλανδίας. Με βάση το Σύνταγμα της Ιρλανδίας, η Κάτω Βουλή μπορεί να εγκρίνει οποιονδήποτε νόμο επιθυμεί, καθώς και να προτείνει τον Πρωθυπουργό της Ιρλανδίας (Taoiseach, Τίσεχ). Από το 1922, η Κάτω Βουλή της Ιρλανδίας συνεδριάζει στην Οικία Λένστερ στο Δουβλίνο.

Το όνομα Ντάιλ Έιρεν (Dáil Éireann) προέρχεται από την ιρλανδική γλώσσα αλλά είναι ο επίσημος τίτλος της Κάτω Βουλής της Ιρλανδίας τόσο στα αγγλικά όσο και στα ιρλανδικά, όπως αναφέρεται στο Σύνταγμα της Ιρλανδίας. Από την ίδρυσή της το 1919 έχει αναφερθεί και ως Εθνοσυνέλευση και Βουλή των Αντιπροσώπων.

Η λέξη ντάιλ (dáil) σημαίνει συνέλευση και κοινοβούλιο, επομένως μία αυτολεξεί μετάφραση του Ντάιλ Έιρεν είναι "Συνέλευση της Ιρλανδίας". Το άρθρο 15 του Συντάγματος της Ιρλανδίας αναφέρει το σώμα ως "η Βουλή των Αντιπροσώπων που θα ονομάζεται Ντάιλ Έιρεν" (ιρλ. Teach Ionadóirí ar a dtugtar Dáil Éireann)[1][2]. Γι'αυτόν τον λόγο, το Ντάιλ Έιρεν αναφέρεται ως "Βουλή των Αντιπροσώπων"[3]. Η αυτολεξεί μετάφραση της Βουλής των Αντιπροσώπων στα ιρλανδικά είναι "Teach na nIonadóirí".

Σε καθημερινή χρήση, η λέξη Ντάιλ συνοδεύεται από οριστικό άρθρο, όχι όμως και το Ντάιλ Έιρεν. Επομένως, κάποιος μπορεί να μιλήσει για "το Ντάιλ" αλλά όχι για "το Ντάιλ Έιρεν".

Ο πληθυντικός αριθμός του ντάιλ είναι ντάλα (ιρλ. dála) και χρησιμοποιείται όταν κάποιος θέλει να αναφερθεί στην Κάτω Βουλή όπως διαμορφώθηκε σε διαφορετικές εκλογές, για παράδειγμα όταν κάποιος θέλει να αναφερθεί στα πρώτα και δεύτερα ντάλα.

Η Κάτω Βουλή της Ιρλανδίας έχει 166 μέλη. Τα μέλη εκλέγονται άμεσα τουλάχιστον μία φορά κάθε πέντε χρόνια από τους πολίτες της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας με το σύστημα της αναλογικής εκπροσώπησης μέσω του ενιαίου ψηφοδελτίου. Μέλη του Ντάιλ μπορούν να γίνουν όλοι οι Ιρλανδοί πολίτες άνω των 21 ετών[4]. Το μέλος του Ντάιλ ονομάζεται Τιάχτα Ντάλα (ιρλ. Teachta Dála), τα οποία αναφέρονται στον γραπτό λόγο με την συντόμευση TD.

Το εκλογικό σώμα που εκλέγει τους Τιάχτα Ντάλα αποτελείται από όλους τους Ιρλανδούς και Βρετανούς πολίτες που είναι άνω των 18 και είναι εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους. Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ιρλανδίας, μπορούν να προκηρυχθούν εκλογές τουλάχιστον μία φορά μέσα σε επτά χρόνια από τις προηγούμενες εκλογές, σύμφωνα με νόμο, όμως, πρέπει να προκηρυχθούν εκλογές τουλάχιστον μία φορά μέσα σε πέντε χρόνια από τις προηγούμενες εκλογές. Ο Τίσεχ (πρωθυπουργός) μπορεί να διαλύσει το Ντάιλ ύστερα από αίτηση προς τον πρόεδρο της Ιρλανδίας οποιαδήποτε στιγμή και θα πρέπει να προκηρυχθούν εκλογές μέσα σε 30 μέρες. Ο πρόεδρος μπορεί να αρνηθεί στο αίτημα του Τίσεχ και να ζητήσει από το Ντάιλ να ορίσει νέα κυβέρνηση χωρίς να χρειαστεί να προκηρυχθούν εκλογές.

Το εκλογικό σύστημα που χρησιμοποιείται παράγει σε μεγάλο βαθμό αναλογική εκπροσώπηση στο Ντάιλ. Ο μικρός πληθυσμός των εκλογικών περιφερειών, όμως, συνήθως δίνει μικρό πλεονέκτημα στα μεγαλύτερα κόμματα και υποεκπροσωπούν τα μικρότερα κόμματα. Από την δεκαετία του 1990, συνήθως σχηματίζονται κυβερνήσεις συνασπισμού. Ωστόσο, πριν το 1989 ήταν συνηθισμένος ο σχηματισμός κυβέρνησης στην οποία συμμετείχε ένα κόμμα, το Φίανα Φαλ. Σύμφωνα με το ισχύον εκλογικό σύστημα, υποψήφιοι που ανήκουν στο ίδιο κόμμα μπορούν να ανταγωνιστούν μεταξύ τους. Αυτό αυξάνει τις πιθανότητες εκλογής αλλά κατηγορείται ότι ενισχύει υποψηφίους που είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς στις εκλογικές περιφέρειες. Το 1959 και το 1968 διεξήχθησαν δημοψηφίσματα έτσι ώστε να αλλάξει το εκλογικό σύστημα, υιοθετώντας εκλογικό σύστημα ανάλογο με εκείνο του Ηνωμένου Βασιλείου, σύμφωνα με το οποίο θα μπορεί να εκλέγεται ο πρώτος από κάθε εκλογική περιφέρεια. Και τα δύο δημοψηφίσματα καταψηφίστηκαν. Στις επαναληπτικές εκλογές, χρησιμοποιείται το σύστημα της κατατασσόμενης επιλογής.

Αυτή τη στιγμή, κάθε εκλογική περιφέρεια εκλέγει από τρία μέχρι πέντε μέλη. Το Σύνταγμα ορίζει ότι δεν επιτρέπεται κάποια εκλογική περιφέρεια να εκλέγει κάτω από τρία μέλη, αλλά δεν ορίζει τον ανώτατο αριθμό μελών που μπορεί να εκλέξει η κάθε περιφέρεια. Ωστόσο, στην παράγραφο 6 του Εκλογικού Νόμου του 1997 ορίζεται ως μέγιστος αριθμός εκλεγόμενων μελών τα πέντε μέλη. Το Σύνταγμα ορίζει ότι τα σύνορα θα πρέπει να μεταβάλλονται τουλάχιστον μία φορά κάθε 12 χρόνια έτσι ώστε τα σύνορα να ενημερώνονται για πιθανές αλλαγές του πληθυσμού. Τα σύνορα ορίζονται από μία ανεξάρτητη επιτροπή. Η δυσαναλογία στις έδρες απαγορεύεται από το Σύνταγμα. Σύμφωνα με το Σύνταγμα, η επιτροπή θα πρέπει να αναφέρεται στην πιο πρόσφατη απογραφή ούτως ώστε να ορίσει τα όρια των εκλογικών περιφερειών.

Σύμφωνα με το Σύνταγμα της Ιρλανδίας, δεν πρέπει να υπάρχει λιγότερο από έναν βουλευτή για κάθε 30.000 κατοίκους. Στο 29ο Ντάιλ υπήρχε ένας βουλευτής για κάθε 25.000 κατοίκους, αναλογία που ταυτίζεται με εκείνη άλλων ευρωπαϊκών κρατών όπως η Βουλγαρία, η Τσεχία, η Δανία, η Φινλανδία, η Ουγγαρία, η Λετονία, η Λιθουανία και η Σουηδία. Με την υιοθέτηση του σημερινού Συντάγματος το 1937, ο αριθμός μελών του Ντάιλ μειώθηκε από τους 153 στους 138, την δεκαετία του 1960 αυξήθηκε στους 144 και το 1981 αυξήθηκε στους 166. Στον Εκλογικό Νόμο του 2011 ορίζεται ότι "ο αριθμός των μελών δεν πρέπει να είναι κάτω από 153 και πάνω από 160", κάτι που θα ισχύσει από τις επόμενες ιρλανδικές γενικές εκλογές[5].

Η αίθουσα του Ντάιλ έχει αντικριστά καθίσματα αλλά το ακραίο τμήμα καμπυλώνεται έτσι ώστε να σχηματίζει ημικύκλιο. Οι Τιάχτα Ντάλα της κυβέρνησης κάθονται αριστερά του προέδρου, ενώ εκείνοι της αντιπολίτευσης κάθονται δεξιά του. Η αίθουσα που συνεδριάζει το Ντάιλ χρησιμοποιούνταν στο παρελθόν ως θέατρο διαλέξεων.

Το πρώτο Ντάιλ ιδρύθηκε τον Ιανουάριο του 1919 ως το μονοθάλαμο κοινοβούλιο της Ιρλανδίας. Μία από τις πρώτες δράσεις του πρώτου Ντάιλ ήταν η ψήφιση Συντάγματος που ονομάστηκε Σύνταγμα του Ντάιλ. Ως προσωρινό Σύνταγμα, δεν αναφέρθηκε στο όριο διάρκειας του κάθε Ντάιλ. Το πρώτο και το δεύτερο Ντάιλ λειτούργησαν σύμφωνα με αυτό το Σύνταγμα. Κανένα από αυτά δεν αναγνωρίστηκε ούτε από το Ηνωμένο Βασίλειο ούτε από τα υπόλοιπα κράτη.

Μετά την υπογραφή της Αγγλοϊρλανδικής Συνθήκης το 1922, το οποίο τερμάτισε τον Ιρλανδικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, το μονοθάλαμο Ντάιλ έγινε η κάτω βουλή του Κοινοβουλίου της Ιρλανδίας, το κοινοβούλιο του νεοϊδρυθέντος Ιρλανδικού Ελεύθερου Κράτους. Μετά από την συνθήκη, ψηφίστηκε νέο Σύνταγμα.

Το άρθρο 28 του Συντάγματος του Ιρλανδικού Ελεύθερου Κράτους (1922) όρισε ως μέγιστο όριο θητείας του Ντάιλ τα τέσσερα έτη. Ωστόσο, αυτό το Σύνταγμα παρείχε έναν μηχανισμό που επέτρεπε το Κοινοβούλιο της Ιρλανδίας να εγκρίνει τις διάφορες τροπολογίες του Συντάγματος μέσω μίας προκριματικής ψηφοφορίας, χωρίς να χρειάζεται να εγκριθούν ύστερα από δημοψήφισμα. Αυτό ίσχυσε μέχρι τις 6 Δεκεμβρίου 1930, οκτώ χρόνια μετά την ψήφιση του Συντάγματος του Ιρλανδικού Ελεύθερου Κράτους. Ύστερα από αυτή την ημερομηνία, κάθε συνταγματική τροπολογία προς ψήφιση θα έπρεπε να εγκριθεί ύστερα από δημοψήφισμα προτού τεθεί σε ισχύ.

Το 1927, το Κοινοβούλιο της Ιρλανδίας ενέκρινε την 4η τροπολογία του Συντάγματος, η οποία αυξάνει το όριο της θητείας του Ντάιλ από τα τέσσερα στα έξι χρόνια "ή σε μικρότερη περίοδο αν εγκριθεί ύστερα από ψηφοφορία". Το ίδιο έτος, το Κοινοβούλιο της Ιρλανδίας ενέκρινε τον Εκλογικό Νόμο του 1927 στο οποίο αναφέρεται, στην 7η παράγραφο, ότι "η μέγιστη διάρκεια του Κοινοβουλίου της Ιρλανδίας θα είναι τα πέντε έτη από την πρώτη μέρα της σύγκλισης του Κοινοβουλίου μετά την διάλυσή του".

Στις 29 Δεκεμβρίου 1937, το Ιρλανδικό Ελεύθερο Κράτος έπαψε να υπάρχει και αντικαταστάθηκε από ένα νέο κράτος που ονομάστηκε Ιρλανδία. Το άρθρο 16,5 του συντάγματος του 1937 αναφέρει ότι "το Ντάιλ Έιρεν δεν θα πρέπει να συνεχίσει τις συνεδριάσεις του για περίοδο μεγαλύτερη των επτά ετών από την πρώτη του σύγκλιση. Μία μικρότερη περίοδος μπορεί να οριστεί από νόμο". Παρά την αύξηση του ορίου θητείας στα επτά έτη, η παράγραφος 7 του Εκλογικού Νόμου του 1927 ίσχυε και σύμφωνα με το νέο Σύνταγμα, αφού εφαρμοζόταν στην θητεία του Ντάιλ. Ως αποτέλεσμα, η μέγιστη θητεία στο Ντάιλ παρέμειναν τα πέντε έτη. Η αποδοχή του μεγίστου ορίου των πέντε ετών επιβεβαιώθηκε και από την παράγραφο 33 του εκλογικού νόμου του 1992 που αναφέρει ότι "το ίδιο Ντάιλ δεν πρέπει να συνεχίζει τις συνεδριάσεις για περίοδο μεγαλύτερη των πέντε ετών από την πρώτη του συνεδρίαση"[6]. Διαδοχικά, η μέγιστη θητεία του Ντάιλ διαρκεί πέντε έτη από την πρώτη φορά που συγκλήθηκε από τις τελευταίες γενικές εκλογές.

Κύριο λήμμα: Καν Κόρλια

Ο πρόεδρος του Ντάιλ ονομάζεται Καν Κόρλια (ιρλ. Ceann Comhairle). Ο πρόεδρος ψηφίζεται από τους βουλευτές και πρέπει να διατηρεί αυστηρή ουδετερότητα. Παρ'όλα αυτά, συνήθως η κυβέρνηση επιλέγει κάποιο από τα μέλη της, αν το επιτρέπει η κατανομή των εδρών. Για να διατηρηθεί η ουδετερότητα της θέσης, ο πρόεδρος δεν επανεκλέγεται ως βουλευτής, αλλά εκλέγεται αυτόματα στην εκλογική του περιφέρεια στις γενικές εκλογές, εκτός αν αποσύρονται. Ο πρόεδρος δεν μπορεί να ψηφίσει εκτός από περίπτωση ισοπαλίας. Σημερινός πρόεδρος είναι ο βουλευτής του Φίνε Γκελ Σεάν Μπάρετ.

Παρόλο που το Ντάιλ Έιρεν είναι το ένα από τα τρία τμήματα του Κοινοβουλίου της Ιρλανδίας μαζί με τον Πρόεδρο της Ιρλανδίας και την Ιρλανδική Γερουσία, στην πραγματικότητα το Ντάιλ είναι μακράν το ισχυρότερο από τα τρία, πράγμα που σημαίνει ότι τα περισσότερα νομοσχέδια που εγκρίνει το Ντάιλ γίνονται τελικά νόμοι. Ο Πρόεδρος της Ιρλανδίας, όμως, μπορεί να ασκήσει βέτο αν το νομοσχέδιο είναι αντισυνταγματικό. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει ο πρόεδρος να αναφερθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ιρλανδίας για να ελεγχθεί η συνταγματικότητά του ύστερα από διαβούλευση με το Συμβούλιο του Κράτους.

Εκτός από τον νομοθετικό του ρόλο, το Ντάιλ μπορεί να εκλέξει τον πρωθυπουργό (Τίσεχ) για να αναφερθεί στον πρόεδρο για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Επίσης, το Ντάιλ μπορεί να ψηφίσει πρόταση μομφής προς την κυβέρνηση και, στην περίπτωση αυτή, ο πρωθυπουργός είτε θα ζητήσει διάλυση του κοινοβουλίου είτε θα παραιτηθεί[7].

Γενικότερα, το Ντάιλ έχει τη δύναμη να:

  • Προτείνει τον πρωθυπουργό (Taoiseach, Τίσεχ).
  • Εγκρίνει τις προτάσεις του πρωθυπουργού για τα μέλη της κυβέρνησης.
  • Εγκρίνει την πρόταση του Τίσεχ για τον Γενικό Εισαγγελέα.
  • Εγκρίνει τον προϋπολογισμό.
  • Επικυρώσει συνθήκες που περιλαμβάνουν οικονομικές διατάξεις (με την προϋπόθεση να συμβαδίζει με το Σύνταγμα της Ιρλανδίας.
  • Κηρύξει πόλεμο.
  • Εγκρίνει νομοσχέδια που απαιτούν αλλαγή στα δημόσια οικονομικά (μόνο μετά από πρόταση της κυβέρνησης).
  • Προτείνει τον Γενικό Ελεγκτή.

Διαδικασία ψηφοφορίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτα, ο πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του θέτει το ερώτημα στους βουλευτές, οι οποίοι θα πρέπει να απαντήσουν στα ιρλανδικά λέγοντας (ναι) ή Níl (όχι), αναλόγως με το αν συμφωνούν ή διαφωνούν με το ερώτημα που τέθηκε. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος κρίνει μέσω της δια βοής ψηφοφορίας το αποτέλεσμά της. Οι βουλευτές μπορούν να απαιτήσουν καταγεγραμμένη ψηφοφορία αν θεωρούν ότι ο πρόεδρος δεν έκρινε σωστά το αποτέλεσμα φωνάζοντας Votáil! (ψηφοφορία!). Ο πρόεδρος φωνάζει και αυτός με τη σειρά του votáil ξεκινώντας τη διαδικασία της διαδικασίας. Στην συνέχεια ακούγονται καμπάνες στην Οικία Λένστερ και σε κάποια γειτονικά κτήρια καλώντας τους βουλευτές να ψηφίσουν. Οι καμπάνες χτυπούν για περίπου έξι λεπτά και οι πόρτες της αίθουσας συνεδριάσεων κλειδώνουν ύστερα από τέσσερα λεπτά.

Ο πρόεδρος τότε ορίζει δύο ταμίες ανά πλευρά και δίνεται ένα λεπτό στους βουλευτές να ψηφίσουν. Συνήθως, οι ψηφοφορίες διεξάγονται ηλεκτρονικά με τους βουλευτές να πατούν τα κουμπιά που αναγράφουν Tá ή Níl, αναλόγως με το αν συμφωνούν ή διαφωνούν με την πρόταση που κατατίθεται. Μετά την ψηφοφορία, αναγράφονται σε ένα χαρτί τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας και την ψήφο του κάθε βουλευτή και, εν συνεχεία, υπογράφεται από τους τέσσερις ταμίες και κατατίθεται στον πρόεδρο, ο οποίος ανακοινώνει το αποτέλεσμα.

Παρόλο που οι ψηφοφορίες συνήθως διεξάγονται ηλεκτρονικά, σε ορισμένες περιπτώσεις διεξάγονται αναλογικά στα φουαγιέ στο πίσω μέρος της αίθουσας συνεδριάσεων όπως, για παράδειγμα, σε ψηφοφορίες για προτάσεις μομφής. Ένας ταμίας μπορεί να ζητήσει αναλογική ψηφοφορία αν το επιθυμεί. Αυτό είναι μία συνήθης τακτική της αντιπολίτευσης για σημαντικές ψηφοφορίες που καλύπτονται εκτενώς από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

  1. 1,0 1,1 Το άρθρο 15.1.2° του Συντάγματος της Ιρλανδίας αναφέρει: "Το Κοινοβούλιο της Ιρλανδίας αποτελείται από τον Πρόεδρο και τις δύο βουλές, δηλαδή την Βουλή των Αντιπροσώπων, που θα ονομάζεται Ντάιλ Έιρεν και την Γερουσία που θα ονομάζεται Σάναντ Έιρεν."
  2. Σύνταγμα της Ιρλανδίας Αρχειοθετήθηκε 2016-02-09 στο Wayback Machine. (στα αγγλικά και στα ιρλανδικά)
  3. Δείτε, για παράδειγμα: CIA World Factbook - Ireland Αρχειοθετήθηκε 2020-05-19 στο Wayback Machine.
  4. «Electoral Act, 1992 – Part IX». Irish Statute Book. Ανακτήθηκε στις 2 Απριλίου 2013. 
  5. «Electoral (Amendment) Act 2011, Section 3». Office of the Attorney General of Ireland. 25 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2012. 
  6. Electoral Act 1992, (S33), Irish Statute Book [Accessed 25 January 2011]
  7. Αυτό συνέβη μόνο μία φορά και δεν οδήγησε σε γενικές εκλογές. Το 1994, ο Τζον Μπρούτον του Φάιν Γκέιλ έγινε πρωθυπουργός όταν το Εργατικό Κόμμα απέσυρε την υποστήριξή του από την κυβέρνηση του Φίανα Φαλ της οποίας ηγούνταν ο Άλμπερτ Ρέινολντς.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Dáil Éireann στο Wikimedia Commons