Χέρενκιμζε

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Χέρενχιμζη)

Το Χέρενκιμζε (γερμ.: Herrenchiemsee) είναι ένα συγκρότημα βασιλικών κτιρίων στο Χέρενινσελ, το μεγαλύτερο νησί στη λίμνη Κίμζε, στη νότια Βαυαρία, στη Γερμανία. Μαζί με το γειτονικό νησί Φράουενκιμζε και το ακατοίκητο Kράουτινσελ, σχηματίζει τον δήμο Κίμζε, που βρίσκεται περίπου 60 χλμ. νοτιοανατολικά του Μονάχου.

Το νησί, παλαιότερα η τοποθεσία ενός Αυγουστιανού μοναστηριού, αγοράστηκε από τον βασιλιά Λουδοβίκο Β΄ της Βαυαρίας το 1873. Ο βασιλιάς είχε μετατρέψει τις εγκαταστάσεις σε κατοικία, γνωστή ως Παλαιό Ανάκτορο (Altes Schloss). Από το 1878 και μετά, ανέγειρε το Ανάκτορο Νέο Χέρενκιμζε (Neues Schloss), με βάση το πρότυπο των Βερσαλλιών. Ήταν το μεγαλύτερο, αλλά και το τελευταίο από τα οικοδομικά του έργα, και παρέμεινε ημιτελές. Σήμερα διατηρείται από τη βαυαρική διοίκηση κρατικών ανακτόρων, κήπων και λιμνών και είναι προσβάσιμο στο κοινό. Το Χέρενκιμζε αποτελεί σημαντικό τουριστικό αξιοθέατο.

Το Παλαιό Ανάκτορο (αβαείο Χέρενκιμζε)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης του νησιού με το Παλαιό και το Νέο Ανάκτορο.

Σύμφωνα με την παράδοση, το αβαείο των Βενεδικτίνων του Χέρενκιμζε ιδρύθηκε περί το 765 από τον Τάσιλο Γ΄ των Aγιλολφιδών, δούκα της Βαυαρίας στο βόρειο άκρο του Χέρενινσελ. Ωστόσο, νέα ευρήματα υποδεικνύουν μία ακόμη προγενέστερη ίδρυση μεταξύ 620 και 629 από τον Βουργουνδό ιεραπόστολο Άγιο Ευστάθιο του Λουξέιγ, καθιστώντας το ως το παλαιότερο μοναστήρι στο δουκάτο της Βαυαρίας, που ιδρύθηκε περίπου 70 χρόνια νωρίτερα από το αβαείο του Αγίου Πέτρου στο Σάλτσμπουργκ.

Το 969 ο βασιλιάς Όθωνας Α΄ της Γερμανίας παρέδωσε το αβαείο στους αρχιεπισκόπους του Σάλτσμπουργκ. Αρχικά ένα μοναστήρι των Βενεδικτίνων, το Χέρενκιμζε περί το 1130 επανιδρύθηκε ως μοναστήρι υπό τον κανόνα του Αγίου Αυγουστίνου. Η κατασκευή μίας νέας ρωμανικής βασιλικής, αφιερωμένης στους Αγίους Σίξτο και Σεβαστιανό, ολοκληρώθηκε το 1158.

Το 1215, με την έγκριση του πάπα Ιννοκεντίου Γ΄, ο αρχιεπίσκοπος του Σάλτσμπουργκ Έμπερχαρντ φον Ρέγκενσμπουργκ έκανε την εκκλησία του μοναστηριού καθεδρικό ναό μίας επισκοπής σουφραγκανών, της επισκοπής Κίμζε, συμπεριλαμβανομένων πολλών ενοριών στην ηπειρωτική χώρα και στο Τιρόλου. Το μοναστήρι των Αυγουστιανών λειτουργούσε ως σύλλογος του καθεδρικού ναού, ενώ οι βοηθοί επίσκοποι διατήρησαν την έδρα τους στο παλάτι Κίμζεχοφ στο Σάλτσμπουργκ. Ο σύλλογος Χέρενκιμζε είχε επικεφαλής κοσμήτορες, που από το 1218 κατείχαν επίσης τη θέση του αρχιδιακόνου. Απέκτησαν ακόμη και αρχιερατικά άμφια και το δικαίωμα του παπικού παλατινού κόμη τον 15ο αι.

Το σημερινό μπαρόκ μοναστηριακό συγκρότημα ανεγέρθηκε μεταξύ 1642 και 1731. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Διαμεσολάβησης, το αβαείο του Χέρενκιμζε εκκοσμικεύτηκε το 1803, ο καθεδρικός ναός βεβηλώθηκε το 1807 και η επισκοπή του Κίμζε τελικά διαλύθηκε το 1808. Το νησί πωλήθηκε στη συνέχεια. Διάφοροι ιδιοκτήτες κατεδάφισαν τον καθεδρικό ναό, πώλησαν το εσωτερικό και μετέτρεψαν ακόμη και το αβαείο σε ζυθοποιείο. Ο βασιλιάς Λουδοβίκος Β΄ της Βαυαρίας απέκρουσε τα σχέδια για την πλήρη αποψίλωση του νησιού από μία εταιρεία εμπορίου ξυλείας της Βυρτεμβέργης, εξαγοράζοντάς το νησί το 1873. Έβαλε να μετατρέψουν τα κτίρια που είχαν απομείνει για ιδιωτική του χρήση, το συγκρότημα που αργότερα έγινε γνωστό ως «Παλαιό Ανάκτορο», όπου έμεινε ερευνώντας την κατασκευή του Νέου Ανακτόρου Χέρενκιμζε.

Από τις 10 έως τις 23 Αυγούστου 1948, οι εκπρόσωποι ένδεκα γερμανικών κρατών των Δυτικών Ζωνών και του Δυτικού Βερολίνου συναντήθηκαν στο Παλαιό Ανάκτορο ως «Συνταγματική Συνέλευση» (Verfassungskonvent), για να προετοιμάσουν τις εργασίες για τη σύνταξη του Ομοσπονδιακού Συντάγματος (Grundgesetz) με σκοπό την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

Το Νέο Ανάκτορο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατασκευή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1867 ο νεαρός βασιλιάς Λουδοβίκος Β΄ είχε ταξιδέψει στη Γαλλία, αλλά χρειάστηκε να επιστρέψει στη Βαυαρία όταν έμαθε για το τέλος του θείου του Όθωνα της Ελλάδας, χωρίς να έχει την ευκαιρία να επισκεφθεί το Παλάτι των Βερσαλλιών. Ωστόσο, ασχολήθηκε με την κατοικία του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΔ΄ και είχε σχέδια για μία παρόμοια εξοχική διαμονή, που είχε σχεδιάσει ο αρχιτέκτονας της αυλής Γκέοργκ φον Ντόλμαν (1830–1895). Ένα πιθανό εργοτάξιο επιλέχθηκε στην κοιλάδα Γκράσβανγκ κοντά στο Έταλ, την μεταγενέστερη τοποθεσία του ανακτόρου Λίντερχοφ.

Η βόρεια πρόσοψη, που βλέπει στον κήπο.

Μετά από πολλές αναθεωρήσεις, τα σχέδια του Ντόλμαν για ένα πρώην περίπτερο, που έμοιαζε με το Μεγάλο Τριανόν ή το Σατώ ντε Μαρλύ είχαν μετατραπεί σε ένα μεγάλο παλάτι, συμπεριλαμβανομένου ενός αντιγράφου της Αίθουσας των Κατόπτρωνν των Βερσαλλιών. Η κατασκευή σταμάτησε με το ξεκίνημα του Γαλλο-Πρωσικού Πολέμου το 1870. Τα επόμενα χρόνια, ο Λουδοβίκος Β΄ επικεντρώθηκε στην κατασκευή του Λίντερχοφ. Συνέχισε τα προηγούμενα σχέδιά του, αφού τελικά επισκέφτηκε τις Βερσαλλίες το καλοκαίρι του 1874, ενώ έγινε δεκτός με τιμές από τη Γαλλική κυβέρνηση στα γενέθλιά του στις 25 Αυγούστου. Το Χέρενκιμζε έγινε η καθορισμένη τοποθεσία για το μεγάλο Νέο Ανάκτορο γύρω από ένα κεντρικό κτίριο (corps de logis), σχεδιασμένο από τους Ντόλμαν, Κρίστιαν Γιανκ και Φραντς φον Ζάιτς.

Η κατασκευή ξεκίνησε στις 21 Μαΐου 1878. Ο ίδιος ο Λουδοβίκος Β΄ επέβλεπε τακτικά την πρόοδο του κτιρίου, ενώ έμενε στο Παλαιό Ανάκτορο κοντά. Ως φόρος τιμής στον λατρεμένο βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ΄ και το θεϊκό του δικαίωμα, το Χέρενκιμζε προέκυψε ως μία ιδιωτική, αλλά τεράστια κατοικία, η οποία έμοιαζε με τις Βερσαλλίες, αλλά ποτέ δεν σχεδιάστηκε για να φιλοξενήσει ένα με χίλια άτομα βασιλικό νοικοκυριό. Ο Λουδοβίκος Β΄ είχε την ευκαιρία να μείνει στο Ανάκτορο μόνο για λίγες μέρες τον Σεπτέμβριο του 1885, με κάποια μόνο δωμάτια πλούσια διακοσμημένα και τα ημιτελή μέρη καλυμμένα από πολύχρωμους καμβάδες.

Μετά τον θάνατο του βασιλιά τον επόμενο χρόνο, όλες οι κατασκευαστικές εργασίες σταμάτησαν. Κατά την περίοδο μεταξύ 1863 και 1886 είχαν δαπανηθεί 16.579.674 μάρκα[1]. Χρησιμοποιώντας ένα χρυσό νόμισμα 0,2304 τρόυ ουγγιάς (7,171 γραμ.) τού 1890 των "20 μάρκων" ως σημείο αναφοράς, η δαπάνη ισοδυναμεί με 190.998 ουγγιές χρυσού, το οποίο στις τιμές Οκτωβρίου 2013 άξιζε περίπου £ 154.000.000 (€ 200.000.000), κόστισε περισσότερο από το Λίντερχοφ και το κάστρο Νόισβανσταϊν μαζί. Τα έξοδα έφεραν τα οικονομικά του Βασιλείου της Βαυαρίας στα πρόθυρα της χρεοκοπίας, αν και έφεραν ισχυρή ανάπτυξη στην τοπική οικονομία.

Μόνο λίγες εβδομάδες μετά το τέλος του Λουδοβίκου Β΄ το κτίριο άνοιξε για το κοινό. Μετά τη Νοεμβριανή Επανάσταση, ο διάδοχος του θρόνου Ρούπρεχτ (γιος του Λουδοβίκου Γ΄) παραχώρησε το Χέρενκιμζε στο κράτος της Βαυαρίας το 1923.

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Στοά των Κατόπτρων (Spiegelgalerie) στο Χέρενχιμζη.

Σε αντίθεση με το μεσαιωνικό Nόισβανσταϊν, που ξεκίνησε το 1869, το Νεο-Μπαρόκ Νέο Ανάκτορο στέκεται ως μνημείο του θαυμασμού του Λουδοβίκου Β΄ προς τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ΄ της Γαλλίας. Η μεγάλη οροφή της Αίθουσας των Κατόπτρων είναι ζωγραφισμένη με 25 τοιχογραφίες, που δείχνουν τον Λουδοβίκο ΙΔ΄ στις καλύτερες στογμές του.

Το ανάκτορο είχε σχήμα «Π» με δύο πτέρυγες να πλαισιώνουν το κεντρικό κτίριο. Μόνο 16 από τα 70 δωμάτια ήταν στο ισόγειο.[2] Αν και επρόκειτο να ήταν ισοδύναμο με το Παλάτι των Βερσαλλιών, μόνο το κεντρικό τμήμα κτίστηκε πριν αποβιώσει ο βασιλιάς και η κατασκευή διακόπηκε με 50 από τα 70 δωμάτια ακόμη ημιτελή. Δεν προοριζόταν ποτέ να είναι ένα απόλυτα ακριβές αντίγραφο του γαλλικού βασιλικού παλατιού. Όπως και οι Βερσαλλίες, η Στοά των Κατόπτρων έχει 17 τόξα, ενώ η Αίθουσα της Ειρήνης και η Αίθουσα τού Πολέμου εκατέρωθεν έχουν έξι παράθυρα η καθεμία. Οι κόγχες των παραθύρων στο Χέρενκιμζε είναι ελαφρώς πιο φαρδιές από αυτές των Βερσαλλιών, καθιστώντας την κεντρική του πρόσοψη μερικά μέτρα ευρύτερη. Η τραπεζαρία διαθέτει τραπέζι ασανσέρ και τον μεγαλύτερο πορσελάνινο πολυέλαιο Mάισεν στον κόσμο. Επίσης τεχνολογικά, το κτίριο επωφελείται από σχεδόν δύο αιώνες προόδου. Το αρχικό παλάτι των Βερσαλλιών δεν είχε τουαλέτες, νερό και κεντρική θέρμανση, ενώ το Nέο Ανάκτορο έχει όλα αυτά, συμπεριλαμβανομένης μίας μεγάλης θερμαινόμενης μπανιέρας.

Ο Λουδοβίκος Β΄, του Γκάμπριελ Σάσινγκερ. Ο μεταθανάτιος πίνακας βασίζεται στο περίφημο Πορτρέτο του Λουδοβίκου ΙΔ΄ του Υασίντ Ριγκώ και εκτίθεται στο Παλάτι.

Σύγκριση με το Νόισβανσταϊν: Το ανάκτορο οικοδομήθηκε σε ένα ως επί το πλείστον απροσπέλαστο σημείο, στη μέση ενός δάσους, σε ένα λίγο πολύ απομακρυσμένο λιμναίο νησί και προσβάσιμο μόνο με λέμβο, σήμερα μέσω ενός συστήματος μικρών ατμόπλοιων. Αυτή η τοποθεσία, σε πείσμα των δύο άλλων ανακτόρων, έχει ένα θαυμάσιο τοπίο γύρω της και την κοντινή σειρά των Άλπεων Χίμγκαου, που φαίνονται επάνω και αντανακλώνται στη λίμνη. Μπορεί να ήταν και μπορεί να εξακολουθεί να θεωρείται σαφώς λιγότερο ελκυστική θέση από το πιο εύκολα προσβάσιμο, θεαματικό κάστρο Nόισβανσταϊν, το οποίο έχει ένα εντυπωσιακό αλπικό σκηνικό κοντά στο Φύσεν, για να μην μιλήσουμε για το ότι ήταν σκαρφαλωμένο ακριβώς επάνω σε έναν απότομο βράχο (που η κορυφή του ανατινάχθηκε για να ισοπεδωθεί) και σε ένα αρκετά απότομο φαράγγι, αντί να έχει μία πίσω αυλή. Όχι μόνο το εξωτερικό, αλλά και το εσωτερικό στο Χέρενκιμζε έμεινε ακόμη πιο ημιτελές από αυτό του Νόισβανσταϊν. Η διεθνής δημοτικότητα του τελευταίου, ωθούμενη από την έμπνευση που άντλησε ο Ντίσνεϋ από αυτό -ας το πούμε κάστρο της Σταχτοπούτας- έκανε τη δυσανάλογη προσοχή, που απολαμβάνουν οι δύο χώροι με τους τουρίστες.

Επίσης, από το Μόναχο, το Λίντερχοφ (80 χλμ. από το Μόναχο) βρίσκεται στην ίδια κατεύθυνση (νοτιοδυτικά) και όχι πολύ μακριά από το Nόισβανσταϊν, (το Νόισβανσταϊν είναι 16 χλμ. δυτικότερα) προς το Τιρόλο και τη Σουηβία, έτσι οι τουρίστες συχνά επιλέγουν να επισκεφθούν και τα δύο μέρη σε μία ημερήσια εκδρομή. Το Χίμζη με τα νησιά του βρίσκεται νοτιοανατολικά, στο δρόμο προς το Σάλτσμπουργκ, δηλαδή σχεδόν σε αντίθετη κατεύθυνση (110 χλμ. από το Λίντερχοφ, 70 χλμ. από το Βασιλικό Ανάκτορο του Μονάχου).

Κήποι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο επίσημος κήπος είναι γεμάτος με αναβρυτήρια, αντίγραφο της κρήνης της Λητώς των Βερσαλλιών και αγάλματα τόσο στο κλασικό στυλ των κήπων των Βερσαλλιών, όσο και στον φανταστικό ρομαντισμό που προτιμούσε ο βασιλιάς Λουδοβίκος. Αγάλματα που θυμίζουν την αρχαιότητα βρίσκονται σε όλους τους κήπους, διακοσμημένα στο μεγαλειώδες ύφος των ρομαντικών οπερών του Ρίχαρντ Βάγκνερ.

Εκθεσιακός χώρος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Michael Petzet, König Ludwig II. und die Kunst (King Ludwig II and the Arts), Munich, 1963.
  2. «Bavarian Palace Administration | Herrenchiemsee Palace and Park | New Palace | Palace tour». www.herrenchiemsee.de. Ανακτήθηκε στις 6 Μαρτίου 2022. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]