Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το πορτραίτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία
Εξώφυλλο έκδοσης του 1917
ΣυγγραφέαςΤζέιμς Τζόυς
ΤίτλοςA Portrait of the Artist as a Young Man
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημιουργίας1907
Ημερομηνία δημοσίευσης1918
Πολιτιστικό κίνημαmodernist literature
Μορφήμυθιστόρημα
ΧαρακτήρεςΣτέφανος Δαίδαλος, Σίμων Δαίδαλος, May Goulding Dedalus, Dante Riordan, Charles Stewart Parnell, Eileen Vance, Roderick "Rody" Kickham, Nasty Roche, Cecil Thunder, Father John Conmee, John "Jack" Lawton, Archibald Hamilton Rowan, Wells, Father Arnall, Fleming, John Casey, Brother Michael, Athy και Uncle Charles
ΤόποςΔουβλίνο[1]
ΒραβείαΟι μεγαλύτερες επιτυχίες του 20ου αιώνα: 100 αγγλόφωνα βιβλία μυθοπλασίας[2]
LC ClassOL86343W
Πρώτη έκδοσηThe Egoist
B. W. Huebsch
ΠροηγούμενοΟι Δουβλινέζοι και Stephen Hero
ΕπόμενοΟδυσσέας
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία (αγγλικός τίτλος: A Portrait of the Artist as a Young Man) είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Ιρλανδού συγγραφέα Τζέιμς Τζόις που δημοσιεύτηκε το 1916. Είναι ένα ημι-αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης που ακολουθεί την πνευματική και συναισθηματική αφύπνιση ενός νεαρού καλλιτέχνη από την παιδική ηλικία στην ενηλικίωση, εξερευνώντας τους αγώνες του με τη θρησκεία, τις οικογενειακές προσδοκίες και την επιδίωξη της καλλιτεχνικής έκφρασης. Ο νεαρός Στίβεν Δαίδαλος, φανταστικό alter ego του συγγραφέα, με το επώνυμο να παραπέμπει στον Δαίδαλο της ελληνικής μυθολογίας, αμφισβητεί και επαναστατεί ενάντια στον καθολικισμό και τις συμβάσεις της αστικής κοινωνίας της εποχής του, με αποτέλεσμα να φύγει από την Ιρλανδία για την Ευρώπη.[3]

Διαδραματίζεται στην Ιρλανδία στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα και εμβαθύνει στην πολυπλοκότητα της ιρλανδικής ταυτότητας, στην επιρροή του καθολικισμού και στις κοινωνικές και πολιτικές προκλήσεις της εποχής, αντανακλώντας την ταραχώδη περίοδο που οδήγησε στην ανεξαρτησία της Ιρλανδίας το 1921.

Συγγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1904, ο Τζόις άρχισε να γράφει το μυθιστόρημα Στήβεν ο Ήρωας - ένα αυτοβιογραφικό έργο 63 κεφαλαίων σε ρεαλιστική γραφή - αλλά μετά από 25 κεφάλαια το εγκατέλειψε. Το 1907, άρχισε να ξαναδουλεύει τα θέματα και τον πρωταγωνιστή του σε ένα συμπυκνωμένο μυθιστόρημα 5 κεφαλαίων, αποφεύγοντας τον αυστηρό ρεαλισμό και κάνοντας χρήση της καινοτόμου ροής της συνείδησης, που επιτρέπει στον ήρωα να εκθέτει τις σκέψεις του όπως του έρχονται, συχνά τυχαία, και στον αναγνώστη να ανακαλύψει την αναπτυσσόμενη συνείδηση ​​του ήρωα. Ο Αμερικανός μοντερνιστής ποιητής Έζρα Πάουντ δημοσίευσε το μυθιστόρημα στο αγγλικό λογοτεχνικό περιοδικό The Egoist το 1914 και το 1915. Το 1916 εκδόθηκε σε βιβλίο στη Νέα Υόρκη και τον επόμενο χρόνο στο Λονδίνο.[4]

Το έργο είναι γραμμένο σε μοντερνιστικό ύφος και χρησιμοποιεί τεχνικές που ο συγγραφέας ανέπτυξε πληρέστερα στα έργα του Οδυσσέας (1922) και Η αγρύπνια των Φίννεγκαν (1939).[5]

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στίβεν Δαίδαλος αφηγείται την παιδική ηλικία του χρησιμοποιώντας λεξιλόγιο που διαφοροποιείται καθώς μεγαλώνει. Ο αναγνώστης βιώνει τους φόβους και την αμηχανία του ευαίσθητου νεαρού καθώς αντιμετωπίζει τον κόσμο σε μια σειρά από ασύνδετα επεισόδια.  [6]

Ο Στίβεν φοιτά στο κολέγιο-οικοτροφείο Κλόνγκοους Γουντ που διοικείται από Ιησουίτες, όπου το φοβισμένο, προικισμένο διανοητικά αλλά όχι πολύ αθλητικό αγόρι υφίσταται την επιθετική συμπεριφορά των συμμαθητών του μέχρι να μάθει τους κώδικες συμπεριφοράς των μαθητών. Αν και δεν μπορεί να κατανοήσει τη σημασία τους, στο χριστουγεννιάτικο δείπνο στο σπίτι του γίνεται μάρτυρας των κοινωνικών, πολιτικών και θρησκευτικών εντάσεων στην Ιρλανδία με αφορμή τον θάνατο του Τσαρλς Στιούαρτ Πάρνελ, Ιρλανδού πολιτικού και ηγέτη του αυτονομιστικού κινήματος, [7]εντάσεις που δημιουργούν συζητήσεις μεταξύ των μελών της οικογένειάς του, αφήνοντας τον Στίβεν με αμφιβολίες για τους κοινωνικούς θεσμούς και την θρησκευτική πίστη. ​Η πειθαρχία γίνεται πιο αυστηρή και οι Ιησουίτες αυξάνουν τη χρήση της σωματικής τιμωρίας. Όταν ένας από τους καθηγητές του σκοπεύει να τον τιμωρήσει γιατί πιστεύει ότι ο Στίβεν έσπασε τα γυαλιά του για να αποφύγει τη μελέτη, ο νεαρός, παρακινούμενος από τους συμμαθητές του, βρίσκει το θάρρος να παραπονεθεί στον διευθυντή, ο οποίος τον διαβεβαιώνει ότι δεν θα επαναληφθεί. Οι συμμαθητές τον επευφημούν και ο Στίβεν έχει μια αίσθηση θριάμβου.[8]

Λόγω οικονομικών προβλημάτων η οικογένεια εγκαταλείπει το σπίτι της στο ευχάριστο προάστιο για να ζήσει στο Δουβλίνο. Ο Στίβεν συνειδητοποιεί ότι δεν θα επιστρέψει στο κολέγιο, ωστόσο, χάρη σε μια υποτροφία μπορεί να φοιτήσει στο κολέγιο Μπελβεντέρε, όπου διαπρέπει στα μαθήματα και γίνεται αρχηγός της τάξης. Σπαταλά ένα μεγάλο χρηματικό έπαθλο που έλαβε από λογοτεχνικό διαγωνισμό στο σχολείο και αρχίζει να επισκέπτεται ιερόδουλες, καθώς μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα σε αυτόν και τον πατέρα του.

Καθώς εγκαταλείπεται στις αισθησιακές απολαύσεις, η τάξη του οδηγείται να παρακολουθήσει θρησκευτικά κηρύγματα. Ο Στίβεν δίνει ιδιαίτερη προσοχή σε όσα αφορούν την υπερηφάνεια, την ενοχή, την τιμωρία, τον θάνατο, την Θεία κρίση, την κόλαση και τον παράδεισο. Νιώθει ότι τα λόγια του κηρύγματος, που περιγράφουν την αμαρτία και τα φρικτά βασανιστήρια στην κόλαση που συνοδεύουν τη διάπραξή της απευθύνονται σ' αυτόν προσωπικά και, συντετριμμένος, επιθυμεί τη συγχώρεση. Πανευτυχής για την επιστροφή του στην Εκκλησία, αφιερώνεται σε πράξεις ασκητικής μετάνοιας, αν και σύντομα αυτές περιορίζονται σε απλές πράξεις ρουτίνας, καθώς οι σκέψεις του στρέφονται αλλού. Οι Ιησουίτες προσέχουν την αφοσίωσή του και τον ενθαρρύνουν να σκεφτεί να υπηρετήσει την εκκλησία. Ο νεαρός χρειάζεται χρόνο για να το σκεφτεί, αλλά έχει μια κρίση πίστης λόγω της σύγκρουσης μεταξύ των πνευματικών του πεποιθήσεων και των αισθητικών του φιλοδοξιών, τελικά απομακρύνεται από τη θρησκεία. Εκείνη την εποχή βλέπει μια κοπέλα που βαδίζει στο δρόμο και κυριεύεται από την επιθυμία να βρει έναν τρόπο να εκφράσει την ομορφιά της στα γραπτά του.

Ως φοιτητής στο πανεπιστήμιο του Δουβλίνου, ο Στίβεν γίνεται όλο και πιο επιφυλακτικός με τους θεσμούς γύρω του: Εκκλησία, σχολείο, πολιτική και οικογένεια. Εν μέσω της οικονομικής κατάρρευσης της οικογένειάς του ο πατέρας του τον επικρίνει και η μητέρα του τον προτρέπει να επιστρέψει στην Εκκλησία. Ένας όλο και πιο στεγνός, χωρίς χιούμορ Στίβεν εξηγεί την αποξένωσή του από την Εκκλησία και την αισθητική θεωρία που έχει αναπτύξει. Συνειδητοποιεί ότι οι παραδοσιακές κοινωνικές απόψεις τον εμποδίζουν να αναπτύξει ελεύθερα τη ζωή του και την τέχνη του, και έτσι στο τέλος του μυθιστορήματος αποφασίζει να εγκαταλείψει την πατρίδα του. Βάζει στο μυαλό του την αυτοεξορία, αλλά δηλώνει στο ημερολόγιό του τους δεσμούς του με την πατρίδα:[9]

... Πάω να συναντήσω για εκατομμυριοστή φορά την πραγματικότητα της εμπειρίας και να σφυρηλατήσω στο σιδηρουργείο της ψυχής μου την άκτιστη συνείδηση ​​της φυλής μου.

Υποδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πρώτο μυθιστόρημα του Τζόις θεωρείται ένα από τα πιο σημαντικά του 20ού αιώνα. Το 1998, η Σύγχρονη Βιβλιοθήκη το κατέταξε τρίτο στα «100 καλύτερα μυθιστορήματα του 20ου αιώνα στα αγγλικά». Το επόμενο μυθιστόρημα του Τζόις Οδυσσέας κατέλαβε την πρώτη θέση.[10]

Διασκευή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα έργα του Τζόις είναι εμφανώς δύσκολο να διασκευαστούν για τον κινηματογράφο, αλλά μια κινηματογραφική εκδοχή του μυθιστορήματος του 1977 σε σκηνοθεσία Τζόζεφ Στρικ μετέφερε το κλίμα και τις ιδέες του Τζόις. [11]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία, μτφ. Μαίρη Σαρασιώτου, εκδ, Γαλαξίας, 1965
  • Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία, μετάφραση: Άρης Μπερλής, εκδ. Πατάκης, 2013 [12]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]