Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τζορτζ Γκρος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζορτζ Γκρος
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
George Grosz (Γερμανικά)
Προφορά
Γέννηση26  Ιουλίου 1893[1][2][3]
Βερολίνο[4][5]
Θάνατος6  Ιουλίου 1959[1][2][3]
Δυτικό Βερολίνο[6][5]
Τόπος ταφήςFriedhof Heerstraße[7]
ΚατοικίαΔυτικό Βερολίνο (Ιουνίου 1959 – Ιουλίου 1959)
Βερολίνο (1893–1933)
ΕθνικότηταΓερμανοί[5]
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής[8][9][10]
Γερμανία[11]
ΣπουδέςΑκαδημία Καλών Τεχνών της Δρέσδης (1909, 1911)[12]
Ιδιότηταζωγράφος[13][14][15], σκιτσογράφος[6][15], φωτογράφος[15][16], διδάσκων πανεπιστημίου, συγγραφέας, εικονογράφος[17][14][15], λιθογράφος[18][15], καλλιτέχνης γραφικών τεχνών[13], χαράκτης[14] και σχεδιαστής[14]
ΣύζυγοςEva Peters
ΤέκναMarty Grosz και Peter M. Grosz
Κίνημαεξπρεσιονισμός[19], ντανταϊσμός[19] και Νέα Αντικειμενικότητα[19]
Είδος τέχνηςγελοιογραφία[14][20], genre art[20], γυμνό[20], προσωπογραφία[20] και Νεκρή φύση[20]
Καλλιτεχνικά ρεύματαεξπρεσιονισμός[19], ντανταϊσμός[19] και Νέα Αντικειμενικότητα[19]
Σημαντικά έργαI Am Glad I Came Back
ΒραβεύσειςΥποτροφία Γκούγκενχαϊμ (1937 και 1938)[12]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζορτζ Γκρος (Georg Ehrenfried Groß, 26 Ιουλίου 1893 - 6 Ιουλίου 1959) ήταν Γερμανός ζωγράφος, γνωστός για τις καρικατούρες της ζωής στο Βερολίνο κατά τη δεκαετία του 1920 που δημιούργησε. Ήταν βασικό μέλος του Νταντά του Βερολίνου και της τάσης της Νέας Αντικειμενικότητας κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Το 1932 έφυγε από τη Γερμανία για τις ΗΠΑ, όπου συνέχισε να δημιουργεί και να διδάσκει.

Ο Γκέοργκ Έρενφριντ Γκρος γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1893. Το όνομά του άλλαξε ο ίδιος το 1916 σε "Τζορτζ", λόγω του ρομαντικού του ενθουσιασμού για την Αμερική[21] που γεννήθηκε από την ανάγνωση, κατά τη νεανική του ηλικία, βιβλίων των Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ, Μπρετ Χαρτ και Καρλ Μάι, και τον οποίο διατήρησε για όλη την υπόλοιπη ζωή του.[22]

Μεγάλωσε στην πόλη Στολπ της Πομερανίας,[23] όπου η μητέρα του εργάστηκε στην τοπική λέσχη αξιωματικών των Ουσάρων, μετά το θάνατο του πατέρα του το 1901.[24][25] Το 1914 ο Γκρος κατατάχτηκε ως εθελοντής στο γερμανικό στρατό. Όπως και πολλοί άλλοι καλλιτέχνες, έβλεπε τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ως τον "πόλεμο που θα σταματούσε όλους τους πολέμους", σύντομα όμως η ψευδαίσθηση αυτή κατέρρευσε και αποστρατεύτηκε το 1915 μετά από νοσηλεία. Τον Ιανουάριο του 1917 κλήθηκε ξανά να καταταγεί, όμως το Μάιο αποστρατεύτηκε οριστικά ως μόνιμα μη ικανός για στρατιωτική υπηρεσία.[26]

Ο Γκρος συνελήφθη κατά τη διάρκεια της εξέγερσης των Σπαρτακιστών τον Ιανουάριο του 1919, όμως απέδρασε χρησιμοποιώντας πλαστά χαρτιά. Την ίδια χρονιά οργανώθηκε ως μέλος στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας. Το 1921 κατηγορήθηκε ότι προσέβαλλε τον γερμανικό στρατό, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα να του επιβληθεί πρόστιμο τριακοσίων μάρκων, καθώς και να καταστραφεί από τις αρχές η συλλογή έργων Gott mit uns (Ο Θεός μεθ' ημών, το σύνθημα που έφεραν στη ζώνη τους οι στρατιώτες της Ράιχσβερ), που αποτελούσε σάτιρα της γερμανικής κοινωνίας. Ο Γκρος έφυγε από το ΚΚΓ το 1922, λόγω πολιτικών διαφωνιών, ενώ την ίδια χρονιά είχε παραμείνει πέντε μήνες στη Σοβιετική Ένωση, όπου συναντήθηκε με τον Λένιν και τον Τρότσκι.

Έντονα αντιφασίστας, ο Γκρος εγκατέλειψε τη Γερμανία το 1932, τη χρονιά πριν ο Χίτλερ γίνει καγκελάριος. Το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς προσκλήθηκε να διδάξει στην Ένωση Φοιτητών Καλών τεχνών της Νέας Υόρκης, κάτι που θα έκανε για όλα τα υπόλοιπα χρόνια έως το 1955. Το 1938 πήρε την αμερικανική υπηκοότητα.

Στην Αμερική ο Γκρος αποφάσισε να αποστασιοποιηθεί από τις προηγούμενες δημιουργίες του, και άλλαξε το στυλ και τη θεματολογία του.[27] Συνέχισε να εκθέτει τακτικά, και το 1946 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του, Ένα μικρό ναι κι ένα μεγάλο όχι. Κατά τη δεκαετία του '50 άνοιξε ιδιωτικό διδασκαλείο τεχνών στο σπίτι του και εργάστηκε επίσης για το Κέντρο Τέχνης του Ντε Μόιν. Έγινε μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων το 1954. Αν και αμερικανός πλέον πολίτης, αποφάσισε το 1955 να γυρίσει στο Βερολίνο. Πέθανε εκεί το 1959, από τα τραύματα που του προκάλεσε μια πτώση στις σκάλες, κάποιο βράδυ που είχε πιει.[28]

Αν και ο Γκρος ζωγράφισε για πρώτη φορά με λάδι το 1912, ενώ ήταν φοιτητής,[29] οι παλιότερες ελαιογραφίες που του αποδίδονται σήμερα είναι του 1916.[30] Από το 1914 χρησιμοποίησε ένα στυλ επηρεασμένο από τον εξπρεσιονισμό και το φουτουρισμό, καθώς και τη λαϊκή εικονογράφηση, το γκράφιτι και τις ζωγραφιές των παιδιών.[31] Οι φόρμες με έντονα περιγράμματα αντιμετωπίζονται συχνά ως διάφανες. Η πόλη (1917) ήταν η πρώτη από πολλές απεικονίσεις του σύγχρονου αστικού τοπίου και τρόπου ζωής.[32] Άλλα παραδείγματα αποτελούν οι πίνακες Έκρηξη (1917), Μετρόπολις (Metropolis, 1917) και Η κηδεία (1918), έργο που απεικονίζει μια παρανοϊκή νεκρώσιμη πομπή, και που ο Γκρος δημιούργησε ως αλληγορία για την γερμανική κοινωνία εκείνης της εποχής. Το 1920 έκανε την πρώτη ατομική του έκθεση στο Μόναχο.

Στις αρχές της δεκαετίας του '20 ο Γκρος έπαιξε βασικό ρόλο, μαζί με τον Ότο Ντιξ, τον Ρούντολφ Σχλίχτερ, τον Μαξ Μπέκμαν, τον Γκέοργκ Σολτς και άλλους στη συγκρότηση του ρεύματος της Νέας Αντικειμενικότητας (Neue Sachlichkeit). Το νέο αυτό ρεύμα, αν και προερχόμενο από τον εξπρεσιονισμό, κράτησε αποστάσεις από αυτόν επιστρέφοντας στο ρεαλισμό. Η ομάδα των Βεριστών στην οποία συγκαταλεγόταν ο Γκρος, ήταν η πιο ακραία της Νέας Αντικειμενικότητας, τόσο σε εκφραστικό επίπεδο, όπου διατήρησε αρκετά εξπρεσιονιστικά και ντανταϊστικά στοιχεία, όσο και στη θεματολογία, που πολύ συχνά ήταν η πολιτική και κοινωνική κριτική της περιόδου της Βαϊμάρης.

Στα σχέδιά του, φτιαγμένα συχνά με πένα και μελάνι και μερικές φορές περισσότερο ανεπτυγμένα με νερομπογιά, ο Γκρος μετέφερε την εικόνα που είχε ο περισσότερος κόσμος κατά τη δεκαετία του '20 για τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης: τετράπαχοι καπιταλιστές, τραυματίες και ανάπηροι στρατιώτες, πόρνες, σεξουαλικά εγκλήματα και όργια ήταν τα βασικά θέματά του. Παρά τις εξαιρετικές ικανότητές του στο σχέδιο, τα έργα για τα οποία είναι κυρίως γνωστός υιοθετούν εσκεμμένα την ωμή φόρμα της καρικατούρας. Ανάμεσα στα έργα του βρίσκονται ορισμένα που επιλέγουν το δρόμο του παραλόγου, καθώς και μερικές ερωτικές συνθέσεις.

Μετά τη μετανάστευσή του στις ΗΠΑ το 1932, ο Γκρος απέρριψε το προηγούμενο έργο του, και γενικά την καρικατούρα·[33] πίσω στη Γερμανία, τα έργα του, όπως και σχεδόν όλων των υπόλοιπων μοντέρνων ζωγράφων, χαρακτηρίστηκαν "εκφυλισμένη τέχνη" από το ναζιστικό καθεστώς. Αντί για αποκαλυπτικά οράματα της αστικής ζωής, ο Γκρος συνέχισε ζωγραφίζοντας συμβατικά γυμνά και πολλά τοπία. Περισσότερο καυστικά έργα, όπως ο πίνακας Κάιν, ή ο Χίτλερ στην Κόλαση (1944), αποτελούσαν πλέον εξαιρέσεις. Στην αυτοβιογραφία του έγραψε: "Ένα μεγάλο μέρος από όσα πάγωσαν μέσα μου στη Γερμανία έλιωσαν εδώ στην Αμερική και ανακάλυψα ξανά το παλιό μου πάθος για ζωγραφική. Προσεκτικά και εσκεμμένα κατέστρεψα ένα κομμάτι του παρελθόντος μου".[34] Αν και το στυλ του είχε αρχίσει να γίνεται πιο συμβατικό από τα τέλη της δεκαετίας του '20, το έργο του στην Αμερική στράφηκε προς έναν συναισθηματικό ρομαντισμό, αλλαγή που γενικά θεωρήθηκε αρνητική.[35]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 119060291. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 «Georg Grosz» (Ολλανδικά) 34262.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 11  Δεκεμβρίου 2014.
  5. 5,0 5,1 5,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/George-Grosz.
  6. 6,0 6,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 26  Ιουνίου 2015.
  7. 7,0 7,1 www.berlin.de/senuvk/umwelt/stadtgruen/friedhoefe_begraebnisstaetten/downloads/eg-liste.pdf.
  8. www.nytimes.com/1995/02/19/arts/art-so-dazzled-by-new-york-so-haunted-by-berlin.html.
  9. www.nytimes.com/1990/02/11/arts/art-view-the-lure-of-fordism-jazz-and-americanismus.html.
  10. (Αγγλικά) Museum of Modern Art online collection. 2374. Ανακτήθηκε στις 4  Δεκεμβρίου 2019.
  11. www.nytimes.com/2009/11/04/greathomesanddestinations/04gh-germany.html.
  12. 12,0 12,1 (Αγγλικά) Guggenheim Fellows database. george-grosz.
  13. 13,0 13,1 The Fine Art Archive. 41773. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  14. 14,0 14,1 14,2 14,3 14,4 (Αγγλικά) Union List of Artist Names. 500014558.
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 15,4 Artnet. george-grosz.
  16. hdl.handle.net/10796/06799831-D015-4704-9590-DB08FDB1EDB1. Ανακτήθηκε στις 19  Νοεμβρίου 2024.
  17. 9011. Ανακτήθηκε στις 4  Δεκεμβρίου 2019.
  18. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2019.
  19. 19,0 19,1 19,2 19,3 19,4 19,5 www.museothyssen.org/en/collection/artists/grosz-george.
  20. 20,0 20,1 20,2 20,3 20,4 (Ολλανδικά) RKDartists. 34262.
  21. Sabarsky 1985, σελ. 250.
  22. Schmied 1978, σελ. 29.
  23. munzinger.de
  24. henze-ketterer.ch[νεκρός σύνδεσμος]
  25. zeit.de
  26. Sabarsky 1985, σελ. 26. Σύμφωνα με τον Sabarsky, δεν υπάρχουν καταγραφές που να επιβεβαιώνουν τους ισχυρισμούς του Γκρος στην αυτοβιογραφία του, δηλαδή πως κατηγορήθηκε για λιποταξία και γλίτωσε από παραλίγο εκτέλεση.
  27. Grosz 1946, σελ. 301–302.
  28. Kranzfelder 2005, σελ. 90-93.
  29. Kranzfelder 2005, σελ. 92.
  30. Kranzfelder 2005, σελ. 21.
  31. Kranzfelder 2005, σελ. 15.
  32. Kranzfelder 2005, σελ. 22.
  33. Grosz 1946, σελ. 276.
  34. Grosz 1946, σελ. 270.
  35. Michalsky 1994, σελ. 35-36.
  • Grosz, George (1946). A Little Yes and a Big No. New York: The Dial Press.
  • Kranzfelder, Ivo (2005). George Grosz. Cologne: Benedikt Taschen. ISBN 3-8228-0891-1
  • Michalski, Sergiusz (1994). New Objectivity. Cologne: Benedikt Taschen. ISBN 3-8228-9650-0
  • Sabarsky, Serge, editor (1985). George Grosz: The Berlin Years. New York: Rizzoli. ISBN 0-8478-0668-5
  • Schmied, Wieland (1978). Neue Sachlichkeit and German Realism of the Twenties. London: Arts Council of Great Britain. ISBN 0-7287-0184-7

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]