Τάγμα του Αγίου Στεφάνου
Άγιο Στρατιωτικό Τάγμα του Αγίου Στεφάνου Πάπα και Μάρτυρα | |
---|---|
Παράσημο του Τάγματος | |
Απονομή από Μέγα Δούκα της Τοσκάνης | |
Τύπος | Στρατιωτικό και Θρησκευτικό τάγμα[1] |
Επιλεξιμότητα | Ευγενείς άνω των 18 ετών, μη καταγόμενοι από αιρετικούς |
Μέγα Μάγιστρος | Σιγισμόνδος των Αψβούργων-Λωρραίνης, (Διεκδικητής Μέγας Δούκας της Τοσκάνης ) |
Το Τάγμα του Αγίου Στεφάνου (Επισήμως: Sacro Militare Ordine di Santo Stefano Papa e Martire, "Άγιο Στρατιωτικό Τάγμα του Αγίου Στεφάνου Πάπα και Μάρτυρα") είναι τοσκάνικο δυναστικό-στρατιωτικό τάγμα με έτος ίδρυσης το 1561. Το τάγμα ιδρύθηκε από τον Κόζιμο Α΄ των Μεδίκων, πρώτο Μέγα Δούκα της Τοσκάνης. Το τελευταίο μέλος της Δυναστείας των Μεδίκων που υπήρξε ηγέτης του τάγματος ήταν ο Τζαν Γκαστόνε των Μεδίκων το 1737. Το τάγμα διαλύθηκε οριστικά 1859, έπειτα από την προσάρτηση της Τοσκάνης από το Βασίλειο της Σαρδηνίας.[2] Τόσο το πρώην Βασίλειο της Ιταλίας, όσο και η τωρινή Ιταλική Δημοκρατία, επίσης δεν αναγνωρίζουν το τάγμα ως νομική οντότητα, ωστόσο το αποδέχονται ως ιδιωτικό φορέα.[3]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το τάγμα ιδρύθηκε από τον Κόζιμο Α΄ των Μεδίκων,[4] πρώτο Μέγα Δούκα της Τοσκάνης, με την έγκριση του Πάπα Πίου Δ΄ στις 1 Οκτωβρίου 1561. Ο κανόνας που επελέγη ήταν αυτός του Τάγματος των Βενεδικτίνων.[5] Ο πρώτος Μέγας Μάγιστρος ήταν ο ίδιος ο Κόζιμο, ενώ τον διαδέχθηκαν στον τίτλο αυτό οι διάδοχοί του Μεγάλοι Δούκες της Τοσκάνης.[6] Η αφιέρωση του τάγματος στον μαρτυρηθέντα Πάπα Στέφανο Α΄, του οποίου η εορτή ήταν στις 2 Αυγούστου, προήλθε από την ημερομηνία των νικών του Κόζιμο στην Μάχη του Μοντεμούρλο στις 1 Αυγούστου 1537 και την Μάχη του Μαρτσιάνο (Σκανναγκάλλο) στις 2 Αυγούστου 1554.
Στόχος του τάγματος ήταν να πολεμήσει τους Οθωμανούς Τούρκους και τους πειρατές που λυμαίνονταν στην Μεσόγειο Θάλασσα κατά τον 16ο αιώνα. Οι Τούρκοι και οι πειρατές πραγματοποιούσαν επικίνδυνες επιδρομές στις παράκτιες περιοχές της Τυρρηνικής Θάλασσας, όπου ο Κόζιμο είχε εγκαινιάσει πρόσφατα το λιμάνι του Λιβόρνο. Επίσης, ο Κόζιμο χρειαζόταν έναν συμβολικής σημασίας αγώνα, προκειμένου να συνασπίσει γύρω του την αριστοκρατία των διαφορετικών πόλεων που αποτελούσαν το νέο του μεγάλο δουκάτο (συμπεριλαμβανομένων της Φλωρεντίας και της Σιένα), καθώς και να καταδείξει την στήριξή του στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Τέλος, η ίδρυση ενός τοσκάνικου στρατιωτικού τάγματος θα ενίσχυε το κύρος, τόσο εντός των συνόρων της επικράτειάς του όσο και εκτός αυτών, του νέου κράτους του Κόζιμο.
Προκειμένου να ενταχθεί στο Τάγμα ένας αιτών θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον δεκαοκτώ ετών, να είναι σε οικονομική κατάσταση ικανή προκειμένου να είναι σε θέση να καλύψει τα έξοδα της ιδιότητας μέλους του, να είναι σε θέση να αποδείξει την ευγενή καταγωγή του και να μην είναι απόγονος αιρετικών. Η αρχική έδρα του Τάγματος βρισκόταν στην Έλβα, προτού μετακινηθεί στην Πίζα. Η Πιάτζα ντέι Καβαλιέρι στην Πίζα, επί της οποίας βρίσκεται το παλάτι τους, έχει πάρει την ονομασία της από το Τάγμα.[7] Ο Θυρεός του περιλαμβάνει έναν ερυθρό σταυρό με οκτώ κύκλους, πλαισιωμένο από χρυσά κρίνα.
Κατά τα πρώτα του χρόνια, το Τάγμα έλαβε μέρος με επιτυχία στους ισπανικούς πολέμους εναντίον των Οθωμανών, δίνοντας το παρών στην πολιορκία της Μάλτας (1565), τη ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571) και την κατάληψη, το 1607, της Άναμπα της Αλγερίας, υπό τον τότε ναύαρχο Τζάκοπο Ινγκιράμι.[8] Λεηλάτησαν την πόλη, έσφαξαν 470 ανθρώπους και πήραν 1.500 αιχμαλώτους.[9] Αφότου οι στρατιωτικές του ικανότητες αναγνωρίστηκαν, το Τάγμα επικεντρώθηκε στην υπεράσπιση των ακτών της Μεσογείου απέναντι στους Τούρκους και τους Αφρικανούς πειρατές ασκώντας και το ίδιο με επιτυχία την πειρατεία εις βάρος μουσουλμανικών πλοίων[10]. Ειδικότερα, οι Ιππότες πραγματοποίησαν ορισμένες επεμβάσεις στα Νησιά του Αιγαίου τα οποία ήλεγχαν οι Τούρκοι, ενώ έλαβαν μέρος σε εκστρατείες στην Δαλματία, το Νεγροπόντε και την Κέρκυρα.
Μετά το 1640, οι στρατιωτικές του επεμβάσεις περιορίστηκαν. Το Τάγμα επικεντρώθηκε στην άμυνα των ακτών και στην υποδοχή νέων μελών, ωστόσο δεν έχασε την ευκαιρία να συνδράμει σε ενίσχυση της Δημοκρατίας της Βενετίας, η οποία βρισκόταν, τότε, να πολεμά απελπισμένα ενάντια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η τελευταία στρατιωτικής φύσεως δραστηριότητα του τάγματος χρονολογείται στο 1719. Ο Μέγας Δούκας Πέτρος Λεοπόλδος της Τοσκάνης προχώρησε στην αναδιοργάνωση του τάγματος, μεταβάλλοντάς το σε ένα εκπαιδευτικό κέντρο για τους γόνους των τοσκάνικων αριστοκρατικών οικογενειών.
Στις 7 Μαρτίου 1791, έξι μήνες αφότου έγινε Αυτοκράτορας, ο Λεοπόλδος παραχώρησε το Μεγάλο Δουκάτο στον νεαρότερο γιο του, Φερδινάνδο Γ΄, ιδρυτή του σημερινού Μεγάλου Δουκικού Οίκου. Παρά το γεγονός ότι ο Φερδινάνδος ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος μονάρχης που αναγνώρισε την Γαλλική Δημοκρατία, υποχρεώθηκε να παραδοθεί εμπρός στις Γαλλικές Αρχές οι οποίες κατέλαβαν το Μεγάλο Δουκάτο το 1799. Παραιτήθηκε τόσο από την ηγεσία του Μεγάλου Δουκάτου, όσο και από τον τίτλο του Μεγάλου Μάγιστρου του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου. Το τάγμα κατάφερε να επιβιώσει στη διάρκεια του σύντομης διάρκειας Βασιλείου της Ετρουρίας. Μετά την παλινόρθωση του Φερδινάνδου Γ΄ το 1814, η επανίδρυση του Τάγματος προτάθηκε. Μέσω ενός διατάγματος που χρονολογείται από το 1815, το Ripristinazione dell'Ordine dei Cavalieri di S. Stefano, το τάγμα επανιδρύθηκε.[11] Το Τάγμα διαλύθηκε εκ νέου το 1859, όταν η Τοσκάνη προσαρτήθηκε από το Βασίλειο της Σαρδηνίας.[1]
Σήμερα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι απόγονοι της τοσκάνικης πρώην εξουσιάζουσας οικογένειας επιμένουν στο γεγονός ότι το Τάγμα του Αγίου Στεφάνου ήταν ένα θρησκευτικό και δυναστικό σώμα, το οποίο δεν ήταν δυνατό να καταργηθεί από τις Ιταλικές Αρχές.[3] Σήμερα, ο Αρχιδούκας Σιγισμόνδος, Μέγας Δούκας της Τοσκάνης απονέμει ένα παράσημο του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου, το οποίο και ισχυρίζεται ότι αποτελεί την συνέχεια του τάγματος το οποίο ιδρύθηκε από τον Μέγα Δούκα Κόζιμο Α΄.[12] Περίπου 80 άτομα σχετίζονται σήμερα με το τάγμα αυτό. Όλα τα μέλη πρέπει να είναι Ρωμαιοκαθολικοί, αν και ορισμένες εξαιρέσεις είναι δυνατό να γίνουν για Αρχηγούς Κρατών και μέλη βασιλικών οικογενειών, τα οποία είναι μέλη άλλων χριστιανικών δογμάτων.[13]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Klimczuk, Stephen· Craigenmaddie, Gerald Warner of (2009). Secret places, hidden sanctuaries : uncovering mysterious sites, symbols, and societies. New York: Sterling Ethos. σελίδες 88–93. ISBN 978-1-4027-6207-9. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2011.
- ↑ Carmichael, Montgomery (1901). In Tuscany: Tuscan Towns, Tuscan Types and the Tuscan Tongue. New York: E P Dutton. σελ. 173.
Το Τάγμα διαλύθηκε λόγω της Γαλλικής Επανάστασης, ωστόσο επανιδρύθηκε εκ νέου υπό νέα μορφή το 1817. Η Ιταλική Επανάσταση το διέλυσε για μία ακόμη φορά και αυτή την φορά οριστικά στις 16 Νοεμβρίου 1859, ενώ η Εκκλησία του και η κινητή και ακίνητη περιουσία του κατέστη περιουσία του Κράτους. Δυστυχώς, η σύγχρονη Ιταλία θα έπρεπε να είναι λίγο περισσότερο στοργική με τις μνήμες του ένδοξου παρελθόντος της.
- ↑ 3,0 3,1 «Sacred Military Order of Saint Stephen Pope and Martyr». Granducato Toscano. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2011.
Καθώς η Δυναστεία της Λωρραίνης κηρύχθηκε έκπτωτη το 1859, η Προσωρινή Κυβέρνηση της Τοσκάνης της οποίας ηγείτο ο Μπεττίνο Ρικαζόλι, στις 16 Νοεμβρίου του ιδίου έτους, διέταξε την διάλυση του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου και την απαλλοτρίωση της περιουσίας του, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα επί ενός θρησκευτικού σώματος, το οποίο είχε χαρακτηριστεί ως δυναστικό μέσω Παπικών Βούλων. Ωστόσο, καμία από τις αποφάσεις της Προσωρινής Κυβέρνησης δεν αναγνωρίστηκε από τον Μέγα Δούκα, Φερδινάνδο Δ΄, ο οποίος προχώρησε σε έγγραφη διαμαρτυρία ενάντια στην απόφαση αυτή, από την Δρέσδη όπου είχε καταφύγει, στις 24 Μαρτίου 1860. Καθώς η Αγία Έδρα, το αποθετήριο και ο υπέρτατος θεματοφύλακας των Στρατιωτικών Θρησκειών, ουδέποτε διακήρυξε την διάλυση του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου, μία τέτοια κατάλυση δεν έχει καμία αξία εμπρός στον κανονικό νόμο. Λόγω αυτού, οι απόγονοι του τελευταίου εξουσιάζοντα Μέγα Δούκα έχουν διατηρήσει τον τίτλο και τα προνόμια του προγόνου τους, και ως εκ τούτου εξακολουθούν, αν και σε κατά πολύ μικρότερο βαθμό, να χρίζουν Ιππότες του Τάγματος του Αγίου Στεφάνου.
- ↑ Pasquale Villari, '"The Medici" (1911). Hugh Chisolm, επιμ. The Encyclopaedia Britannica: a dictionary of arts, sciences, literature and general information, Volume 18 (11 έκδοση). New York: Encyclopaedia Britannica. σελ. 36.
Η παράμετρος |access-date=
χρειάζεται|url=
(βοήθεια) - ↑ Woodhouse, Frederick Charles (1879). The military religious orders of the Middle Ages: the Hospitallers, the Templars, the Teutonic knights, and others. With an appendix of other orders of knighthood: legendary, honorary, and modern. New York: Society for Promoting Christian Knowledge. σελ. 338.
Τα μέλη ακολουθούσαν τον κανόνα του Αγίου Βενέδικτου, ενώ οι Πάπες τους παραχώρησαν τα ίδια προνόμια με αυτά των οποίων έχαιραν οι Οσπιταλιέροι Ιππότες
- ↑ de Montor, Artaud (1910). The Lives and Times of the Popes, Volume 7. New York: The Catholic publication society of America. σελ. 72. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2011.
Η βούλα του Πάπα όριζε τον Κόζιμο και τους διαδόχους του ως Μεγάλους Μάγιστρους του Τάγματος
- ↑ Hutton, Edward (1907). Florence and the cities of northern Tuscany: with Genoa. New York: Macmillan. σελίδες 125–26.
- ↑ «Person Detail – Inghirami, Iacopo». Medici Archive Project. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Σεπτεμβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2011.
- ↑ The Mediterranean in History, Oliver Rackham,Marlene Suano, page 241, 2011
- ↑ Αλεξάνδρα Κραντονέλλη, Ιστορία της Πειρατείας στους μέσους χρόνους της Τουρκοκρατίας 1538-1699, 2η Έκδοση, Αθήνα 2014, σσ. 136 κε
- ↑ Guarnieri, Giuseppe Gino (1965). L'Ordine di Santo Stefano nei suoi aspetti organizzativi interni e navali sotto il Gran Magistero Lorenese (στα Ιταλικά). Florence: Giardini. σελ. 119.
- ↑ Cardinale, Hyginus Eugene (1983). Orders of knighthood awards and the Holy See. Gerrards Cross: Van Duren. σελίδες 157. ISBN 978-0-905715-13-1.
- ↑ Bernardini, Rodolfo (1990). Il Sacro Militare Ordine di Santo Stefano Papa e Martire (στα Ιταλικά). Pisa: Familiare della Casa Asburgo Lorena.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Gregor Gatscher-Riedl, Mario Strigl, Die roten Ritter. Zwischen Medici, Habsburgern und Osmanen. Die Orden und Auszeichnungen des Großherzogtums Toskana. Vienna 2014. ISBN 978-3-9503061-5-6.