Σπάθες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νεκρόπολη Σπάθες
Μυκηναϊκό πολιτιστικό περιβάλλον (περί 1400 π.Χ.)

Μεταξύ των πρώτων αρχαιολογικών χώρων που ανακαλύφθηκαν στον Όλυμπο ήταν η περιοχή ανασκαφής Σπάθες. Πρόκειται για νεκρόπολη από την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Οι παλαιότεροι τάφοι είναι από τον 14ο αιώνα π.Χ., τα τελευταία ίχνη χρήσης βρέθηκαν από τα τέλη του 13ου αιώνα, στις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ. Ο οικισμός, που σχετίζεται με τη νεκρόπολη, δεν βρέθηκε. Πολλές από τις ταφικές προσφορές είχαν φτιαχτεί με Μυκηναϊκή τεχνοτροπία, έτσι ώστε ο Μυκηναϊκός πολιτιστικός κύκλος πιθανότατα (δείτε επίσης Ιστορία και αρχαιολογία Πιερίας) επεκτάθηκε πέρα από τα σύνορα της Θεσσαλίας με την Πιερία.[1]

Τοποθεσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τοποθετείται κοντά στο χωριό Άγιος Δημήτριος, στα σύνορα με τη Θεσσαλία, σε υψόμετρο 1000 έως 1100 μέτρων, σε μια πλαγιά. Ο τόπος ταφής εκτείνεται σε κατεύθυνση από τα βορειοανατολικά προς τα νοτιοδυτικά.

Ιστορικό της ανασκαφής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1975, η αρμόδια αρχαιολογική αρχή πληροφορήθηκε ότι αρκετοί τάφοι (τουλάχιστον 12 έως 13) καταστράφηκαν όταν κατασκευάστηκε μια αντιπυρική ζώνη. Ένα χάλκινο ξίφος βρέθηκε στη συνέχεια. Περαιτέρω πληροφορίες αποκάλυψαν ότι εμπόριο λειτουργούσε με τα ταφικά αντικείμενα από αυτόν τον χώρο. Το 1985 άρχισαν δοκιμαστικές ανασκαφές, οι οποίες συνεχίστηκαν το 1986. Οι ανασκαφές έφεραν στο φως 34 τάφους, οι οποίοι ήταν εν μέρει κατεστραμμένοι και λεηλατημένοι. Ένα μέρος των κλεμμένων αγαθών βρέθηκε αργότερα στην αποθήκη του Αρχαιολογικού Μουσείου στο Δίον. Το 1985, μερικές από τις πέτρινες πλάκες που κάλυπταν τους τάφους κλέφθηκαν από άγνωστους δράστες. Ένα μέρος της πλαγιάς είχε υποστεί πτώση από έντονες χιονοπτώσεις. Κατά τα έτη 1987 και 1988 η πλαγιά διαμορφώθηκε και σταθεροποιήθηκε από μια ξύλινη κατασκευή. Κοντά στην περιοχή ανασκαφής των Σπαθών το 1987, ανακαλύφθηκαν περισσότεροι τάφοι, πιθανώς από την ίδια εποχή. Από αυτούς σώθηκαν έξι λίθινες σφραγίδες, δεν πραγματοποιήθηκαν περαιτέρω ανασκαφές.[2][3]

Νεκρόπολη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχετικά με αυτήν την περιοχή της Ελλάδας, στο τέλος της Εποχής του Χαλκού, οι νεκροί γενικά θάβονταν σε κιβωτιόσχημους τάφους. Ο τύπος αυτών των τάφων είναι γνωστός από τη νότια Ελλάδα. Το μήκος των τάφων είναι περίπου 2,40 μέτρα, το πλάτος 1,50 μέτρα και το βάθος μεταξύ ενός και 2,50 μέτρων. Το κάτω μέρος των τάφων καλυπτόταν με στρώμα αργίλου ύψους 10 έως 20 εκατοστών, τα πλαϊνά τοιχώματα πλαισιώνονταν με πέτρινες πλάκες. Οι τάφοι ήταν άθικτοι εκτός από τις ρίζες που διείσδυαν μέσα και τις φυσικές αποθέσεις των οικοδομικών υλικών. Ο αριθμός των θαμμένων ατόμων που βρέθηκαν στους άθικτους τάφους είναι 52. Είναι ασυνήθιστο το ότι σε κάθε έναν από τους τάφους ήταν θαμμένοι αρκετοί άνθρωποι, προφανώς ήταν οικογενειακοί τάφοι. Ήταν θαμμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο, εν μέρει και ο ένας πάνω στον άλλον. Εκτός από τους σκελετούς των ενηλίκων, βρέθηκαν επίσης και λείψανα παιδιών.[4]

Ευρήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάλκινο σπαθί, που βρέθηκε κοντά στον Πλαταμώνα

Εκτός από όπλα και κοσμήματα, ο νεκρός λάμβανε κυρίως και πήλινα αγγεία. Ωστόσο, μερικά από αυτά ήταν διαλυμένα από το είδος της ταφής των πολλών ανθρώπων στον ίδιο τάφο. Τα αγγεία ήταν εν μέρει χειροποίητα και εν μέρει διαμορφωμένα με τροχό αγγειοπλαστικής. Τα σημαντικότερα ευρήματα έγιναν σε έναν τάφο, στον οποίο είχαν ταφεί προφανώς υψηλού επιπέδου προσωπικότητες.[5] Δύο σκελετοί, ενός άνδρα και μίας γυναίκας, βρέθηκαν μαζί με πλούσια δώρα ταφής. Ανακαλύφθηκαν απομεινάρια από ένα δόρυ, ένα χάλκινο ξίφος, βαμμένα και άβαφτα αγγεία και μπουκάλια αρώματος, κοσμήματα και λίθινες σφραγίδες (εν μέρει με απεικονίσεις ζώων). Το σπαθί είναι κάπως μικρότερο, αλλά μοιάζει με το είδος των σπαθιών που βρέθηκαν στις Μυκήνες και στην Κρήτη (Κνωσός, Ηράκλειο). Ένα χάλκινο σπαθί που βρέθηκε σε έναν άλλο τάφο είναι της ίδιας κατασκευής με τα σπαθιά που βρέθηκαν στην Αθήνα, την Κρήτη, την Κω και σε άλλες τοποθεσίες. Πρόσφατα, ανασκαφές στη νοτιοανατολική πλευρά του Ολύμπου, δυτικά του Πλαταμώνα, αποκάλυψαν ένα ταυτόσημο σπαθί.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη, Αριθ. 1, 1987.
  • Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη, Αριθ. 2, 1988.
  • Έφη Πουλάκη-Παντερμαλή: Μακεδονικός Όλυμπος. Μύθος – Ιστορία – Αρχαιολογία. Εκδότης: Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Θεσσαλονίκη 2013, (ISBN 978-960-386-110-2).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Πουλάκη-Παντερμαλή, Έφη. Μακεδονικός Όλυμπος. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, 2013, σελ. 56 και 59
  2. Πουλάκη-Παντερμαλή, Έφη. Μακεδονικός Όλυμπος. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, 2013, σελ. 56
  3. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη, Αριθ. 1, 1987, σελ. 200
  4. Πουλάκη-Παντερμαλή, Έφη. Μακεδονικός Όλυμπος. Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού, 2013, page 54
  5. «Social Status as Reflected through Metal Objects Found in Archaic Burials from Macedonia». 

Συντεταγμένες: 40°08′49″N 22°14′15″E / 40.146845°N 22.237496°E / 40.146845; 22.237496