Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σαρκοφάγος του Ιούνιου Βάσου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπροστινό μέρος (πρωτότυπο).
Χαλκογραφία της σαρκοφάγου του Ιούνιου Βρούτου.
Η δεξιά, πλάγια όψη του εκμαγείου.

Η σαρκοφάγος του Ιούνιου Βάσου είναι μαρμάρινη παλαιοχριστιανική σαρκοφάγος, που χρησιμοποιήθηκε για την ταφή του Ιούνιου Βάσου, ο οποίος απεβίωσε το 359. Έχει περιγραφεί ως «πιθανώς το πιο διάσημο κομμάτι της παλαιοχριστιανικής ανάγλυφης γλυπτικής».[1] Η σαρκοφάγος είχε τοποθετηθεί αρχικά μέσα (ή κάτω) από την Παλαιά Βασιλική του Αγίου Πέτρου, ανακαλύφθηκε ξανά το 1597,[2] και τώρα βρίσκεται κάτω από τη σύγχρονη βασιλική στο Museo Storico del Tesoro della Basilica di San Pietro (Μουσείο της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου) στο Βατικανό. Οι διαστάσεις είναι περίπου 1,20 Χ 2,40 Χ 1,20 μ..

Μαζί με τη Δογματική σαρκοφάγο στο ίδιο μουσείο, αυτή η σαρκοφάγος είναι μια από τις παλαιότερες σωζόμενες σαρκοφάγους υψηλής ποιότητας με περίτεχνα σκαλίσματα χριστιανικών θεμάτων, και ένα περίπλοκο εικονογραφικό πρόγραμμα που εμπνέεται από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη .

Ο Ιούνιος Βάσος ήταν μια σημαντική προσωπικότητα στην ύστερη αρχαία Ρώμη, ένας συγκλητικός που ήταν επικεφαλής της κυβέρνησης της πρωτεύουσας ως έπαρχος της Ρώμης (praefectus urbi), όταν απεβίωσε σε ηλικία 42 ετών το 359. Ο πατέρας του ήταν έπαρχος του πραιτωρίου, διοικώντας μεγάλο μέρος της Δυτικής Αυτοκρατορίας. Ο Βάσος υπηρέτησε υπό τον Κωνστάντιο Β', γιο του Κωνσταντίνου Α'. Ο Βάσος, όπως μας λέει η επιγραφή στη σαρκοφάγο, ασπάστηκε τον χριστιανισμό λίγο πριν αποβιώσει, ίσως στην επιθανάτιο κλίνη του. Πολλοί εξακολουθούσαν να πιστεύουν, όπως ο Τερτυλλιανός, ότι δεν ήταν δυνατό να είσαι Αυτοκράτορας και Χριστιανός, κάτι που ίσχυε και για τους ανώτατους αξιωματούχους όπως ο Βάσος.

Το καλλιτεχνικό ύφος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ύφος του έργου έχει συζητηθεί πολύ από τους ιστορικούς τέχνης, ειδικά καθώς η χρονολόγησή του είναι βέβαιη, κάτι ασυνήθιστο αυτή την περίοδο.[3] Όλοι συμφωνούν ότι η κατασκευή είναι της υψηλότερης ποιότητας που υπήρχε εκείνη την εποχή, όπως θα περίμενε κανείς για τον τάφο μιας τόσο εξέχουσας μορφής.

Εκμαγείο της δίκης του Χριστού ενώπιον του Πιλάτου, σε δύο παραστάσεις. Στην πρώτη ο Χριστός έρχεται για τη δίκη, συνοδευόμενος από δύο άνδρες, στη δεύτερη ο Πιλάτος πλένει τα χέρια του με σκεύη που του φέρνει ένας υπηρέτης.

Η σαρκοφάγος από πολλές απόψεις δείχνει λιγότερα χαρακτηριστικά του ύφους γλυπτικής της Ύστερης Αρχαιότητας, που χαρακτηρίζει την Αψίδα του Κωνσταντίνου πολλές δεκαετίες ενωρίτερα: «Το γλυπτό αγνοεί σχεδόν όλους τους κανόνες, που τηρούνται από τα επίσημα ανάγλυφα. Οι σκηνές είναι τρισδιάστατες και έχουν βάθος και φόντο. Οι πτυχές των ενδυμάτων κρέμονται από αναγνωρίσιμες ανθρώπινες μορφές, αντί να είναι διατεταγμένες σε προκαθορισμένες πτυχές. Τα κεφάλια είναι ποικίλα, απεικονίζοντας αναγνωρίσιμα διαφορετικούς ανθρώπους».[4] Η σαρκοφάγος έχει θεωρηθεί ότι αντανακλά μια ανάμειξη του ύστερου ελληνιστικού στυλ με το σύγχρονο ρωμαϊκό ή ιταλικό, που φαίνεται στις «στιβαρές» αναλογίες των μορφών και τα ελαφρώς υπερμεγέθη κεφάλια τους.

Το σκηνικό στις κόγχες ρίχνει τις φιγούρες σε φόντο σκιάς, δίνοντας «ένα εμφατικό εφέ chiaroscuro»,[5] ένα εφέ πολύ πιο αισθητό στο πρωτότυπο από το εκμαγείο που φαίνεται εδώ, το οποίο έχει πιο ομοιόμορφο και πιο ανοιχτό χρώμα. Στο εκμαγείο λείπουν επίσης τα εφέ, που δημιουργεί το φως σε γυαλισμένα ή πατιναρισμένα σημεία, όπως τα κεφάλια των μορφών, στις πιο σκούρες εσοχές επιφάνειας και φόντου.

Ο Eρνστ Κίτσινγκερ βρίσκει «μια πολύ πιο σαφή προσκόλληση στα αισθητικά ιδεώδη του ελληνορωμαϊκού παρελθόντος» από ό,τι στην προηγούμενη Δογματική Σαρκοφάγο, και αυτή των «Δύο Αδελφών», επίσης στα Μουσεία του Βατικανού.[6] Η φόρμα συνεχίζει τον αυξημένο διαχωρισμό των σκηνών. Ήταν μια καινοτομία των αρχαιότερων χριστιανικών σαρκοφάγων να συνδυάζουν μια σειρά περιστατικών σε μια συνεχή (και μάλλον δυσανάγνωστη) ζωφόρο και επίσης να έχουν δύο σειρές τη μία επάνω από την άλλη, αλλά αυτά τα παραδείγματα δείχνουν μια τάση διαφοροποίησης των σκηνών, του οποίου ο Ιούνιος Βάσος είναι το αποκορύφωμα, δημιουργώντας ένα «πλήθος μικρογραφικών σκηνών», που επιτρέπουν στον θεατή «να καθυστερήσει σε κάθε σκηνή», κάτι που δεν αποτελούσε πρόθεση προηγούμενων ανάγλυφων, που ήταν μόνο «συντομογραφίες» κάθε σκηνής, μόνο με σκοπό την ταυτοποίησή τους.[7] Σημειώνει έναν «λυρικό, ελαφρώς γλυκό τρόπο» στο σκάλισμα, ακόμη και στους στρατιώτες που οδηγούν τον Άγιο Πέτρο στο τέλος του, που συγκρίνεται με κάποια μικρά γλυπτά από την εξελληνισμένη ανατολή στο Μουσείο Τέχνης του Κλίβελαντ, αν και είναι αρκετές δεκαετίες παλαιότερα.[8] Ακόμη και επιτρέποντας τη «σταδιακή οικειοποίηση ενός δημοφιλούς τύπου χριστιανικού τάφου από προστάτες της ανώτερης τάξης, των οποίων τα πρότυπα επιβεβαιώθηκαν όλο και περισσότερο τόσο στο περιεχόμενο, όσο και στο ύφος αυτών των μνημείων», ο Kίτσινγκερ καταλήγει στο συμπέρασμα, ότι οι αλλαγές πρέπει να αντικατοπτρίζουν μια μεγαλύτερη «αναγέννηση» στο ύφος.[9]

Ο Ιώβ επάνω σε σωρό κοπριάς, δεξιά ο Αδάμ και η Εύα.

Τα σκαλίσματα είναι σε έξεργο (βαθύ ανάγλυφο) στις τρεις πλευρές της σαρκοφάγου, επιτρέποντας την τοποθέτησή της σε τοίχο. Ο κίονας και πολλά μέρη των μορφών είναι λαξευμένη εντελώς στο στρογγυλό. Η διάταξη των ανάγλυφων σκηνών σε σειρές σε κιονοειδές πλαίσιο είναι μια εισαγωγή από τη Μικρά Ασία εκείνη την εποχή περίπου.[10] Δεν εμφανίζεται κανένα πορτρέτο του κεκοιμημένου, αν και επαινείται με πλούσιους όρους σε μια επιγραφή. Αντίθετα, οι δέκα κόγχες είναι γεμάτες με σκηνές: 4 από την Παλαιά Διαθήκη, 4 με τον Χριστό (3 από την Καινή Διαθήκη, συν μία, την Παράδοση του Νόμου, Traditio Legis), μία με τον Απόστολο Πέτρο και μία με τον Απόστολο Παύλο που μαρτύρησαν στη Ρώμη.

Οι σκηνές στο μπροστινό μέρος είναι:[11] 5 στην επάνω σειρά, Ο Αβραάμ πάει να θυσιάσει τον Ισαάκ, Κρίση ή Σύλληψη του Απ. Πέτρου, Ένθρονος Χριστός με τον Πέτρο και τον Παύλο (Traditio Legis), και δύο σκηνές της Δίκης του Ιησού ενώπιον του Πόντιο Πιλάτου: στην πρώτη ο Χριστός προσέρχεται να δικαστεί, στη δεύτερη ένας υπηρέτης φέρνει νερό στον Πιλάτο για να πλύνει τα χέρια του. Στην κάτω σειρά άλλες 5: ο Ιώβ επάνω στην κοπριά, ο Αδάμ και η Εύα, η είσοδος του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, ο Δανιήλ στο λάκκο των λεόντων (αποκαταστάθηκαν τα κεφάλια), η σύλληψη του Απ. Παύλου.

Εκμαγείο της αριστερής πλευράς: putti σε συγκομιδή σταφυλιών.

Τα μικροσκοπικά τρίγωνα μεταξύ των τόξων επάνω από την κάτω σειρά δείχνουν σκηνές, στις οποίες οι συμμετέχοντες απεικονίζονται ως αμνοί: εκατέρωθεν του Χριστού που εισέρχεται στην Ιερουσαλήμ είναι το Θαύμα των άρτων και των ιχθύων και η Βάπτιση του Ιησού. Οι άλλες σκηνές μπορεί να είναι οι Τρεις νέοι στην κάμινο τού πυρός, η Ανάσταση του Λαζάρου, ο Μωυσής που λαμβάνει τις πλάκες, και ο Μωυσής που χτυπά τον βράχο.[12]

Οι πλευρές έχουν πιο παραδοσιακές ρωμαϊκές σκηνές: των τεσσάρων εποχών που αντιπροσωπεύονται από putti, που εκτελούν εποχιακές εργασίες όπως η συγκομιδή σταφυλιών. Σε μια κατεστραμμένη πλάκα που ξεπερνά το σκέπασμα, υπάρχει ένα ποίημα που υμνεί τον Bάσο με κυρίως κοσμικούς όρους, και η επιγραφή που εκτείνεται κατά μήκος της κορυφής του σώματος της σαρκοφάγου τον προσδιορίζει και τον περιγράφει ως «νεόφυτον», δηλ. πρόσφατο προσήλυτο.

IUN BASSUS V C QUI VIXIT ANNIS XLII MEN II IN IPSA PRAEFECTURA URBI NEOFITUS IIT AD DEUM VII KAL SEPT EUSEBIO ET YPATIO COSS, δηλ. ο Ioύνιος Βάσος, vir clarissimus, που έζησε έτη 42, μήνες 2, ήταν praefaxtus urbi (έπαρχος Ρώμης), νεόφυτος (πρόσφατα βαπτισμένος Χριστιανός), πήγε στον Θεό 7 ημέρες πριν την 1η Σεπτεμβρίου (25 Αυγούστου) επί υπάτων Ευσεβίου και Υπατίου (το 359).

Περαιτέρω μικρά ανάγλυφα στο σκέπασμα και οι κεφαλές στις γωνίες, έχουν υποστεί μεγάλη ζημιά.[13] Έδειχναν σκηνές εορτών και μια ταφική πομπή, τυπική εθνικών (ειδωλολατρικών) σαρκοφάγων.[14] Είναι πιθανό το σκέπασμα να μην έχει δημιουργηθεί για να ταιριάζει με τη βάση.

Σκηνές με τον Χριστό

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έμφαση στις σκηνές κρίσης μπορεί να επηρεάστηκε από τη σταδιοδρομία του Bάσου ως αξιωματούχου, αλλά όλες οι σκηνές που εμφανίζονται, μπορούν να παραλληλιστούν σε άλλα χριστιανικά έργα της περιόδου.

Λεπτομέρεια του εκμαγείου των κεντρικών ενοτήτων: επάνω Η Παράδοση του Νόμου (Traditio Legis) και κάτω, ο Ιησούς εισέρχεται στην Ιερουσαλήμ.

Και στις τρεις σκηνές όπου είναι ο Χριστός, εμφανίζεται με μια νεανική, χωρίς γενειάδα μορφή με κοντά μαλλιά (αν και μακρύτερα από αυτά άλλων μορφών), που είναι χαρακτηριστικό της χριστιανικής τέχνης αυτής της περιόδου. Ο άγγελος που στέκεται πίσω από τον Αβραάμ στη Θυσία του Ισαάκ, απεικονίζεται παρόμοια και χωρίς φτερά. Ο Χριστός εμφανίζεται στο κέντρο και των δύο σειρών: στην επάνω σειρά ως νομοθέτης ή διδάσκαλος ανάμεσα στους κύριους οπαδούς του, τον Πέτρο και τον Παύλο (η "Παράδοση του Νόμου", Traditio Legis), και στην κάτω "είσοδο στην Ιερουσαλήμ". Και οι δύο σκηνές δανείζονται από την εθνική (ειδωλολατρική) ρωμαϊκή εικονογραφία: στην κορυφή ο Ιησούς κάθεται με τα πόδια του σε έναν φουσκωτό μανδύα, που αντιπροσωπεύει τον ουρανό, τον οποίο φέρει ο Καίλος, ο αρχέγονος θεός σύμφωνα με την αρχαία ρωμαϊκή θρησκεία. Ο Χριστός δίνει στον Πέτρο έναν ειλητάριο, που πιθανώς αντιπροσωπεύει τα Ευαγγέλια, όπως συχνά παρουσιάζονταν οι Αυτοκράτορες να κάνουν στους κληρονόμους, τους υπουργούς ή τους στρατηγούς τους.[15]

Πριν από τον Πιλάτο, ο Χριστός φέρει και αυτός έναν ειλητάριο, σαν φιλόσοφος.[16] Ο Πιλάτος, ίσως ανήσυχος από τη φήμη του Ιησού για τα θαύματα, κάνει τη χειρονομία που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν οι Ιταλοί, για να διώξουν το κακό μάτι.[17] Ο Πιλάτος έχει μια ήπια και παθητική εμφάνιση, που έρχεται σε έντονη αντίθεση με την ισχυρή και αποφασιστική έκφραση της μορφής σε χαμηλό ανάγλυφο προφίλ πίσω του στον τοίχο, η μόνη μορφή σε αυτές τις σκηνές που απεικονίζονται με αυτό το ύφος και τεχνική. Εάν η μορφή δεν παριστά απλώς έναν από τους υφιστάμενους αξιωματικούς του Πιλάτου, μπορεί να αναπαριστά ένα πορτρέτο ή άγαλμα του Αυτοκράτορα. Οι ρωμαϊκές επίσημες εργασίες πραγματοποιούνταν συνήθως εμπρός από μια τέτοια εικόνα, επάνω στην οποία (υπό τους θεοποιημένους ειδωλολάτρες Αυτοκράτορες) γίνονταν οι όρκοι που απαιτούνταν.

Η κάτω σκηνή ακολουθεί χαλαρά την είσοδο ("adventus") ενός Αυτοκράτορα σε μια πόλη, μια σκηνή που απεικονίζεται συχνά στην Αυτοκρατορική τέχνη. Ο Χριστός "αναγνωρίζεται ως Αυτοκράτορας από τον Αυτοκρατορικό Αετό της Νίκης" στην κόγχη επάνω από τη σκηνή.[18] Υπήρχε ήδη μια παράδοση, δανεισμένη από την ειδωλολατρική εικονογραφία, για την απεικόνιση του Χριστού του Νικητή. Σε αυτό το έργο, αυτό το θέμα συνδέεται με τα Πάθη του Ιησού, του οποίου η είσοδος στην Ιερουσαλήμ είναι η αρχή,[19] μια εξέλιξη που επρόκειτο να παίξει μεγάλο ρόλο στη διαμόρφωση της χριστιανικής τέχνης του μέλλοντος.

Η συμπερίληψη της ειδωλολατρικής μορφής του Καίλου μπορεί να φαίνεται περίεργη σήμερα, αλλά από την κατάκτηση της Ιουδαίας από τους Ρωμαίους και την interpretatio romana μεταξύ του Ιουδαϊσμού και της ρωμαϊκής θρησκείας, ο Καίλος συνδέθηκε με τον Γιαχβέ ως τον ίδιο θεό, οπότε η παράσταση παραπέμπει στην αναγνώριση του Χριστού ως «Υιού του Θεού και Βασιλιά της Δημιουργίας», αποδεικνύοντας ότι η μετάβαση από τον παγανισμό στον Χριστιανισμό ήταν πιο ειρηνική και συγκριτική, από ό,τι πιστεύεται ευρέως.[20] Από τον επόμενο αιώνα προσωποποιήσεις του ποταμού Ιορδάνη εμφανίζονται συχνά σε απεικονίσεις της Βάπτισης του Ιησού,[21] και το χειρόγραφο Χρονογραφία του 354, μόλις λίγα χρόνια παλαιότερο από τη σαρκοφάγο και φτιαγμένο για έναν άλλο επίλεκτο χριστιανό, είναι γεμάτο προσωποποιήσεις πόλεων, μηνών και άλλων εννοιών. Οι putti στη Χρονογραφία σχετίζονται επίσης στενά, με εκείνους που βρίσκονται στις πλευρές της σαρκοφάγου.

Εκμαγείο της Θυσίας του Αβραάμ. Το χέρι του Θεού κατεβαίνει για να κρατήσει το μαχαίρι του Αβραάμ (και τα δύο λείπουν τώρα). Δεξιά ένας υπηρέτης, Κάτω αριστερά ο τράγος που τελικά θα θυσιαστεί. Επάνω σειρά, 1η παράσταση.

Οι σκηνές της Παλαιάς Διαθήκης που απεικονίζονται επιλέχθηκαν ως πρόδρομοι της θυσίας του Χριστού στην Καινή Διαθήκη, σε μια πρώιμη μορφή τυπολογίας. Ο Αδάμ και η Εύα παρουσιάζονται να καλύπτουν τη γύμνια τους μετά την Πτώση του Ανθρώπου, η οποία δημιούργησε το προπατορικό αμάρτημα και ως εκ τούτου την ανάγκη να θυσιαστεί ο Χριστός για τις αμαρτίες μας. Οι ίδιοι ο Αδάμ και η Εύα δεν έκαναν θυσίες, αλλά πίσω από την Εύα είναι ένα αρνί, και δίπλα στον Αδάμ ένα δεμάτι στάχυα, αναφερόμενος στις θυσίες των δύο γιων τους, του Κάιν και του Άβελ. Ακριβώς στα δεξιά της μέσης είναι ο Δανιήλ στο λάκκο των λιονταριών, που σώθηκε από την πίστη του. Ο Ιώβ φαίνεται όταν πια έχει χάσει τα πάντα, αλλά διατηρεί την πίστη του: η γυναίκα του και ένας «παρηγορητής» κοιτάζουν ανήσυχα. Οι Χριστιανοί τα έβλεπαν ως προμήνυμα της θυσίας του μοναχογιού του Θεού, του Ιησού, αν και η ίδια η Σταύρωση, ένα σπάνιο θέμα μέχρι τον 5ο αι., δεν απεικονίζεται.

Οι σκηνές πριν από τα μαρτύρια του Πέτρου και του Παύλου, και οι δύο κοινές στην παλαιοχριστιανική τέχνη, δείχνουν την ίδια αποφυγή των κορυφαίων στιγμών, που επιλέγονταν συνήθως στη μεταγενέστερη χριστιανική τέχνη. Αλλά δείχνουν στον θεατή, πώς θα μπορούσε να επιτευχθεί το ουράνιο στεφάνι από τους απλούς χριστιανούς, αν και οι αυτοκρατορικοί διωγμοί είχαν πλέον τελειώσει. Και οι δύο σκηνές διαδραματίστηκαν επίσης στη Ρώμη, και αυτό το τοπικό ενδιαφέρον είναι μέρος της ισορροπίας των χριστιανικών και παραδοσιακών ρωμαϊκών χαρακτηριστικών, που δείχνει η σαρκοφάγος.[22] Τα καλάμια πίσω από τον Παύλο πιθανότατα αντιπροσωπεύουν τις όχθες του Τίβερη, ιδιαίτερα τη βαλτώδη περιοχή της πόλης (Σαο Πάολο αλε τρε Φοντάνε), όπου παραδοσιακά πίστευαν ότι συνέβη η εκτέλεση του Παύλου.[23] Η εκτέλεση του Πέτρου πιστεύεται ότι συνέβη κοντά στον τάφο του, ο οποίος βρισκόταν σε απόσταση λίγων μέτρων από τη θέση της σαρκοφάγου. Και οι δύο εκτελέσεις πιστεύεται ότι έγιναν την ίδια ημέρα (29 Ιουνίου 66/67).

  1. Journal of Early Christian Studies, Leonard Victor Rutgers, The Iconography of the Sarcophagus of Junius Bassus (review of Malbon book) – Volume 1, Number 1, Spring 1993, pp. 94–96; for Janson it is also the "finest Early Christian sarcophagus", and Kitzinger, 26, calls it the "most famous".
  2. or 1595, see Elsner, p. 86n.
  3. Reece, 237
  4. Reece, 240
  5. Calvesi, Maurizio; Treasures of the Vatican, p.10, Skira, Geneva and New York, 1962
  6. Kitzinger, 26
  7. Kitzinger, 22–26, 25 quoted.
  8. Kitzinger, 26–27, 26 quoted.
  9. Kitzinger, 28
  10. Hall, 80
  11. Hall, pp. 79–80
  12. Lowrie, 90, and J.W. Appell
  13. Texts, though nb the descriptions of the iconography here are not accurate.
  14. Elsner, 87
  15. James Hall, A History of Ideas and Images in Italian Art, p. 80, 1983, John Murray, London, (ISBN 0-7195-3971-4). Hellemo, pp. 65–70 discusses the place of the work in the development of the traditio legis subject.
  16. Janson
  17. Lowrie, 89 – the cornu, a fist with the index and little finger extended.
  18. Eduard Syndicus; Early Christian Art; p. 97; Burns & Oates, London, 1962, and see Edwards & Woolf, op & page cit.
  19. Adventus Domini, p. 100, Geir Hellemo
  20. Floro, Epitome 1.40 (3.5.30): "The Jews tried to defend Jerusalem; but he [Pompeius Magnus] entered this city also and saw that grand Holy of Holies of an impious people exposed, Caelum under a golden vine" (Hierosolymam defendere temptavere Iudaei; verum haec quoque et intravit et vidit illud grande inpiae gentis arcanum patens, sub aurea vite Caelum). Finbarr Barry Flood, The Great Mosque of Damascus: Studies on the Makings of an Umayyad Visual Culture (Brill, 2001), pp. 81 and 83 (note 118). El Oxford Latin Dictionary (Oxford: Clarendon Press, 1982, 1985 reprinting), p. 252, entry on caelum, cita a Juvenal, Petronio, and Floro como ejemplos de Caelus o Caelum "with reference to Jehovah; also, to some symbolization of Jehovah."
  21. G Schiller, Iconography of Christian Art, Vol. I,1971 (English trans from German), Lund Humphries, London, p. 133 & figs, (ISBN 0-85331-270-2)
  22. Elsner's main theme
  23. Lowrie, 89

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Περαιτέρω ανάγνωση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]