Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πάουλο Αντριόλι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάουλο Ενρίκε Αντριόλι
Προσωπικές πληροφορίες
Ημερ. γέννησης23 Φεβρουαρίου 1968
Τόπος γέννησηςNovo Hamburgo, Ρίο Γκράντε ντο Σουλ , Βραζιλία
Ύψος1,75 μ.
ΘέσηΜέσος
Ομάδες νέων
1982-1984Γκρέμιο
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1984–1985Γκρέμιο
1985- 1990 Φλουμινένσε
1989-> Blumenau (δανεικός)4(0)
1991Μποταφόγκο11(0)
1992-1995Λουγκάνο94(22)
1995-1996Ζανκτ Γκάλεν11(0)
1999-2000Άρης Θεσσαλονίκης36(6)
2007Σάντα Κρουζ16(1)
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα και έχουν ανανεωθεί έως 6 Ιουνίου 2024.

† Συμμετοχές (Γκολ).

‡ Οι συμμετοχές και τα γκολ στις εθνικές ομάδες έχουν ανανεωθεί έως 6 Ιουνίου 2024.

Ο Πάουλο Ενρίκε Αντριόλι {πορτογαλικά: Paulo Henrique Andrioli}, ευρύτερα γνωστός ως Paulo Andrioli αλλά και Paulinho Andrioli, γεννημένος στις 23 Φεβρουαρίου 1968 στο Novo Hamburgo , του Ρίο Γκράντε ντο Σουλ της Βραζιλίας, είναι Βραζιλιάνος βετεράνος ποδοσφαιριστής και νυν ατζέντης παικτών.

Ποδοσφαρική καριέρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αντριόλι ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του διαδρομή το 1982 από τις ακαδημίες της Γκρέμιο, όπου και κατέκτησε το Campeonato Gaúcho Sub-17 (πρωτάθλημα Κ-17) το 1984.[1] Την ίδια χρονιά έγινε επαγγελματίας κι ένα χρόνο αργότερα φόρεσε τη φανέλα της Φλουμινένσε.

To 1989 παραχωρήθηκε ως δανεικός στην Blumenau Esporte Clube[2] με την οποία κατέγραψε μόνο 4 συμμετοχές [3] και το 1991 μεταγράφηκε στην Μποταφόγκο. [4] Εκείνη τη χρονιά η Μποταφόγκο, με προπονητή τον Geninho, κατέκτησε αρχικά την τρίτη θέση στο τοπικό πρωτάθλημα του Σάο Πάολο, κερδίζοντας παράλληλα και μια θέση στη δεύτερη φάση του Καμπεονάτο Παουλίστα, όπου τελικά τερμάτισαν στην 4η θέση του συνολικού βαθμολογικού πίνακα.[5]

Επόμενος σταθμός στην καριέρα του υπήρξε η ελβετική Λουγκάνο (1992-1995). Σημαντικό ρόλο στην μεταγραφή του στην Λουγκάνο έπαιξε ένας Ελβετός δημοσιογράφος, φίλος του Άντριόλι, ονόματι Mauro Antonini καθώς η παρουσία στην ομάδα του επίσης Βραζιλιάνου Mauro Galvão, ο οποίος ήταν ήδη στην Ελβετία και αποτέλεσε για τον Αντριόλι σημείο αναφοράς ως προς τον χαρακτήρα και τον επαγγελματισμό του. Στο Λουγκάνο, όπου έλαμψε για σχεδόν τέσσερα χρόνια και υπήρξε το αδιαφιλονίκητο «δεκάρι» της ομάδας ενώ προσαρμόστηκε πολύ γρήγορα μαθαίνοντας και τις τρεις επίσημες γλώσσες της χώρας. [6]

Με την Λουγκάνο έφτασε δύο συνεχόμενες χρονιές στον τελικό του Κυπέλλου[7], χάνοντας τον πρώτο (1992) κόντρα στην Λουκέρνη με 3-1 (ο Αντριόλι είχε ανοίξει το σκορ στο 36ο λεπτό με μια εκπληκτική εκτέλεση φάουλ)[8][9] και κατακτώντας τον δεύτερο (1993) επικρατώντας στον τελικό με 4-1 επί της Γκρασχόπερς [10] [11] και τον Αντριόλι να ανοίγει το σκορ στο 15ο λεπτό του αγώνα.Την επόμενη σεζόν αγωνίστηκε στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, φθάνοντας ως τον 2ο προκριματικό γύρο.

Συνέχισε στην Ζανκτ Γκάλεν (1995-1996), όπου ένας σοβαρός τραυματισμός και η συνεπακόλουθη χειρουργική επέμβαση του προκάλεσε γενικευμένη λοίμωξη και τον κράτησε σχεδόν 8 μήνες εκτός αγωνιστικών χώρων.

Τον Ιούνιο του 1996 τον εντόπισε ο Νίκος Κανελλάκης και τον έφερε στην Ελλάδα για λογαριασμό του Ιωνικού, όπου «έλαμψε» κυριολεκτικά το άστρο του. Παίκτης με πολύ καλή τεχνική, «έβλεπε γήπεδο», ενώ εκτελούσε αριστοτεχνικά και τα φάουλ και τα κόρνερ. Βοήθησε τα μέγιστα τον Ιωνικό να χτίσει μια πολύ δυνατή ομάδα και έγινε λαϊκός ήρωας της περιοχής.

Στη Νίκαια αγωνίστηκε μέχρι και τον Δεκέμβριο της σεζόν 1998-1999 συμμετέχοντας σε 62 αγώνες και πετυχαίνοντας 24 γκολ.[12] Πραγματοποίησε το ντεμπούτο του στο ελληνικό πρωτάθλημα στις 08/09/1996, σημειώνοντας το «χρυσό» γκολ απέναντι στον Απόλλωνα Αθηνών (1-0) στο γήπεδο της Νεάπολης, ενώ στο τελευταίο του παιχνίδι στις 13/12/1998, πέτυχε πάλι το νικητήριο γκολ, στις καθυστερήσεις, στην εντός έδρας επικράτηση επί της Βέροιας (1-0). Στα 2 1/2 χρόνια παραμονής του στον Ιωνικό έδωσε τα διαπιστευτήριά του, αφού κατά γενική παραδοχή υπήρξε ένας από τους καλύτερους μπαλαδόρους που αγωνίζονταν εκείνη την εποχή στο ελληνικό πρωτάθλημα, [13] ενώ η παρουσία του συνέπεσε με την καλύτερη ομάδα στην ιστορία του Ιωνικού. [14]

Αναλυτικότερα τα στατιστικά του με τον Ιωνικό:
1996/97 | 25 Συμμετοχές | 7 Γκολ
1997/98 | 22 Συμμετοχές | 3 Γκολ
1998/99 | 15 Συμμετοχές | 14 Γκολ

Στις 5 Ιανουαρίου του 1999, αν και τον διεκδικούσαν όλες οι μεγάλες ομάδες της Αθήνας, αποδέχθηκε την μυθική οικονομική πρόταση του Δημήτρη Κοντομηνά, που μόλις είχε αναλάβει τον Άρη, και ανηφόρισε για τη Θεσσαλονίκη.[15][16] Στις 24 Οκτωβρίου 1999, στον αγώνα Απόλλων Αθηνών – Άρη 3-3, σκόραρε δύο γκολ από φάουλ στο ίδιο παιχνίδι. [17] Ωστόσο, χωρίς αμφιβολία, η κορυφαία του στιγμή με τα χρώματά του Άρη υπήρξε το απίθανο γκολ-φάουλ από 40 μέτρα που σημείωσε στις 30 Σεπτεμβρίου 1999, στο αγώνα-ρεβάνς με την ελβετική Σερβέτ Γενεύης για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. [18][19]

Ολοκλήρωσε τη θητεία του στους «κίτρινους» τον Μάιο του 2000,[20] με 44 συμμετοχές και 9 γκολ (36 συμμετοχές για το Πρωτάθλημα με 6 γκολ, 5 συμμετοχές στο Κύπελλο Ελλάδας με 1 γκολ, και 3 συμμετοχές στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ με 2 γκολ).

Το 2001 επέστρεψε στην Βραζιλία και την Σάντα Κρουζ του Ρεσίφε, όπου αγωνίστηκε για πέντε μήνες και σταμάτησε την καριέρα του στο τέλος της ίδιας χρονιάς, στα 33 του χρόνια.

Το 2011 προσλήφθηκε ως Διευθυντής Ποδοσφαίρου στη Μποταφόγκο, όπου εργάστηκε από τον Ιούνιο έως τον Σεπτέμβριο. Πολύγλωσσος (μιλάει άπταιστα πέντε γλώσσες) και με πληθωρική προσωπικότητα, ζει πλέον στο Σάο Πάολο και δραστηριοποιείται ως ατζέντης ποδοσφαιριστών [21], ενώ παράλληλα έχει ανοίξει και τη δική του ακαδημία, στην οποία μαθαίνει τα μυστικά της μπάλας σε μικρά παιδιά.

Ο Αντριόλι υπήρξε μέλος της Εθνικής Βραζιλίας Κ20, με την οποία αγωνίστηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου Κ-20 του 1987 που διεξήχθη στα γήπεδα της Χιλής. [22],[23]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]