Μετάβαση στο περιεχόμενο

Οτορίνο Ρεσπίγκι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οτορίνο Ρεσπίγκι
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση9  Ιουλίου 1879[1][2][3]
Μπολόνια[4][5][6]
Θάνατος18  Απριλίου 1936[1][5][2]
Ρώμη[7][5][6]
Αιτία θανάτουκαρδιακή ανεπάρκεια
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςgrave of Respighi Olivieri και Μνημειακό κοιμητήριο του Καρθουσιανού μοναστηριού της Μπολόνια
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Ιταλίας[8]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙταλικά
ΣπουδέςΩδείο «Τζοβάνι Μπατίστα Μαρτίνι»
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυνθέτης
διευθυντής ορχήστρας[6]
μουσικολόγος
μουσικός παιδαγωγός
διδάσκων πανεπιστημίου
βιολίστας
ΕργοδότηςΕθνική Ακαδημία της Αγίας Καικιλίας
Αξιοσημείωτο έργοΚρήνες της Ρώμης
Marie Victoire
Feste Romane
Maria egiziaca
La campana sommersa
Τα πεύκα της Ρώμης
Περίοδος ακμής1893
Οικογένεια
ΣύζυγοςΈλσα Ρεσπίγκι
ΓονείςGiuseppe Respighi
Ιστότοπος
www.ottorinorespighi.it
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Οτορίνο Ρεσπίγκι (Ottorino Respighi, 9 Ιουλίου 187918 Απριλίου 1936) ήταν Ιταλός συνθέτης και μουσικολόγος γνωστός, κυρίως, για τα συμφωνικά ποιήματα και τις όπερές του, έργα όπου κυριαρχούν μουσικά στοιχεία παλαιοτέρων περιόδων από αυτή στην οποία έζησε.

Ο Ρεσπίγκι γεννήθηκε το 1879 σε ένα διαμέρισμα του Μεγάρου Φαντούτσι (Palazzo Fantuzzi) στην Οδό Γκουίντο Ρένι της Μπολόνια, σε μια οικογένεια μουσικών.[9] Ο πατέρας του, ένας δάσκαλος πιάνου της πόλης, διαβλέποντας την κλίση του γιου του στη μουσική, τού δίδαξε βασικά στοιχεία στο πιάνο και το βιολί. Συνέχισε μαθήματα στο βιολί με άλλο δάσκαλο αλλά όχι πολύ καιρό μετά ήθελε να σταματήσει, καθώς αυτός τον χτύπησε στο χέρι με έναν χάρακα, επειδή είχε παίξει λανθασμένα ένα πέρασμα. Συνέχισε τα μαθήματα αρκετές εβδομάδες αργότερα με καινούργιο, πιο υπομονετικό δάσκαλο. Και ενώ φαινόταν ότι και στο πιάνο δεν τα πήγαινε τόσο καλά, μια ημέρα ο πατέρας του άκουσε έκπληκτος τον γιο του να παίζει τις Συμφωνικές Σπουδές του Σούμαν στο οικογενειακό πιάνο, αποκαλύπτοντάς του ότι τις έμαθε κρυφά, από μόνος του.[10]

Ο Ρεσπίγκι συνέχισε σπουδές στο βιολί και τη βιόλα με τον Φεντερίκο Σάρτι στο Μουσικό Λύκειο (Liceo Musicale, σήμερα, Ωδείο «Τζοβάνι Μπατίστα Μαρτίνι») της Μπολόνια, σύνθεση με τον Τζουζέπε Μαρτούτσι (Giuseppe Martucci) και ιστορία της μουσικής με τον Λουίτζι Τόρκι (Luigi Torchi), ειδικό στην παλαιά μουσική. Πέρασε τις εξετάσεις του και πήρε δίπλωμα στο βιολί το 1899. Μέχρι τη λήξη των σπουδών του είχε αποκτήσει μια μεγάλη συλλογή βιβλίων, η πλειονότητα των οποίων ήσαν άτλαντες και λεξικά λόγω του ενδιαφέροντός του για τις γλώσσες.[10]

Το 1900, ο Ρεσπίγκι δέχτηκε τη θέση του εξάρχοντα βιολονίστα στην ορχήστρα του Ρωσικού Αυτοκρατορικού Θεάτρου (σήμερα Θεάτρου «Μαριίνσκι») στην Αγία Πετρούπολη, την εποχή που ανέβαζε έργα ιταλικής όπερας.[11] Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δέχθηκε μεγάλη επιρροή από τη συγκεκριμένη μουσική φόρμα και ήταν εκεί που συναντήθηκε με τον Ρίμσκι-Κόρσακοφ, τον οποίο θαύμαζε πολύ ως ενορχηστρωτή.[10] Έκανε μαθήματα μαζί του για πέντε μήνες. Κατόπιν επέστρεψε στην Μπολόνια για να συνεχίσει τις σπουδές του στη σύνθεση, γεγονός που του απέφερε δεύτερο δίπλωμα. Μέχρι το 1908, η κύρια δραστηριότητά του ήταν πρώτος βιολονίστας στο «Κουιντέτο Μουτζελίνι», που είχε ιδρύσει ο συνθέτης Μπρούνο Μουτζελλίνι. Μετά την αποχώρησή του από το σύνολο, ο Ρεσπίγκι εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Στη συνέχεια, πέρασε λίγο χρόνο στη Γερμανία, πριν επιστρέψει στην Ιταλία και στρέψει την προσοχή του στη σύνθεση.

Το 1909 έκανε πρεμιέρα η όπερα Σεμίραμις του Ρεσπίγκι, η οποία σημείωσε σημαντική επιτυχία. Εντούτοις, κοιμήθηκε κατά τη διάρκεια του συμποσίου μετά την παράσταση, λόγω εξάντλησης από τη γραφή των ορχηστρικών παρτών. Υπάρχει η εικασία οτι οι ακανόνιστοι ρυθμοί στις ώρες ύπνου του συνθέτη, πιθανόν, να δείχνουν πως έπασχε από ναρκοληψία.[10] Το 1913 διορίστηκε καθηγητής σύνθεσης στο Ωδείο της Αγίας Καικιλίας στη Ρώμη, θέση που κατείχε για το υπόλοιπο της ζωής του. Το 1917 η διεθνής φήμη του αυξήθηκε μετά από πολλαπλές παραστάσεις του πρώτου από τα συμφωνικά του ποιήματα, Οι Πηγές της Ρώμης. Το 1919 νυμφεύθηκε την κατά δεκαπέντε χρόνια νεότερή του Έλσα Ολιβιέρι-Σαντζάκομο (Elsa Olivieri-Sangiacomo), η οποία υπήρξε παλαιότερη μαθήτριά του. Η Έλσα ήταν τραγουδίστρια και συνθέτρια όπερας, χορωδιακών και συμφωνικών έργων, καθώς και τραγουδιών.[12] Παρόλο που πηγές αναφέρουν ότι είχε κάνει κάποιες σύντομες σπουδές με τον Μαξ Μπρουχ όταν βρισκόταν στη Γερμανία, η σύζυγός του υποστήριξε αργότερα ότι αυτό δεν είχε συμβεί.[13]

Από το 1923 ο Ρεσπίγκι χρημάτισε Διευθυντής στο Ωδείο της Αγίας Καικιλίας, μέχρι το 1926 οπότε και παραιτήθηκε.[12] Το 1925 συνεργάστηκε με τον Σεμπαστιάνο Αρτούρο Λουτσιάνι στη συγγραφή ενός θεωρητικού βιβλίου με τίτλο Ορφέας. Τον Δεκέμβριο του 1925 ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για εμφανίσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πρώτη του δημόσια παράσταση ήταν στην πρεμιέρα του έργου του Κοντσέρτο για πιάνο σε Μιξολύδιο Τρόπο, στις 31 Δεκεμβρίου εκείνου του έτους, σε μια συναυλία που σημείωσε επιτυχία. Μια επίσκεψη στη Βραζιλία είχε ως αποτέλεσμα τη σύνθεση Βραζιλιάνικες εντυπώσεις (Impressioni Brasiliane). Είχε την πρόθεση να γράψει μια σειρά από πέντε κομμάτια, αλλά μέχρι το 1928 είχε συμπληρώσει μόνο τρία και αποφάσισε να παρουσιάσει μόνον αυτά. Στο πλοίο, κατά την επιστροφή του από τη Βραζιλία, ο Ρεσπίγκι συναντήθηκε τυχαία με τον διάσημο Ιταλό φυσικό Ενρίκο Φέρμι. Κατά τη διάρκεια της μακράς συνομιλίας τους, ο Φέρμι προσπάθησε να εξηγήσει στον Ρεσπίγκι τη μουσική από την άποψη της Φυσικής, κάτι που ο συνθέτης δεν μπόρεσε να κατανοήσει. Πάντως, οι δύο άνδρες παρέμειναν στενοί φίλοι μέχρι τον θάνατο του Ρεσπίγκι, το 1936.[14]

Γενικότερα η περίοδος μεταξύ 1924 και 1930 ήταν εξαιρετικά παραγωγική για τον Ρεσπίγκι, καθώς έγραψε μερικά από τα σημαντικότερα έργα του, κυρίως για ορχήστρα. Αν και ο Ρεσπίγκι ήταν ένα από τα ηγετικά μέλη της «Γενιάς του 1880» (Generazione dell'Ottanta), μαζί με τους Καζέλα, Μαλιπιέρο και Πιτσέτι, οι οποίοι ήταν γνωστοί κυρίως ως συνθέτες ορχηστρικής και ενόργανης μουσικής, έγραψε και φωνητικά έργα, μεταξύ αυτών εννέα όπερες που κάλυψαν ολόκληρη τη σταδιοδρομία του. Η όπερα Η Φλόγα (La Fiamma, 1934) είναι η γνωστότερη του συνθέτη αλλά, τόσο ο ίδιος όσο και σύζυγός του, θεωρούσαν την όπερα Η Βυθισμένη Καμπάνα (La Campana Sommersa) το απόγειο των δημιουργικών δυνάμεων του Ρεσπίγκι και την καλύτερη δουλειά του.[15]

Απολιτικός εκ φύσεως, ο Ρεσπίγκι προσπάθησε να κρατήσει ουδέτερη στάση όταν ο Μπενίτο Μουσολίνι ήρθε στην εξουσία, το 1922. Η καθιερωμένη διεθνής του φήμη τού επέτρεψε να διατηρήσει ένα σχετικό επίπεδο ελευθερίας αλλά, ταυτόχρονα, ενθάρρυνε το καθεστώς να εκμεταλλευτεί τη μουσική του για πολιτικούς σκοπούς. Πάντως, ο Ρεσπίγκι εγγυήθηκε ακόμη και για τους πιο αυστηρούς επικριτές του Μουσολίνι, όπως τον Αρτούρο Τοσκανίνι, επιτρέποντάς τους να συνεχίσουν να εργάζονται.[16]

Εξελέγη μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας της Ιταλίας το 1932. Συνέχισε να συνθέτει και να περιοδεύει μέχρι τον Ιανουάριο του 1936, μετά από τον οποίο αρρώσταινε όλο και περισσότερο. Πέθανε από ενδοκαρδίτιδα στις 18 Απριλίου εκείνης της χρονιάς, σε ηλικία 56 ετών. Ένα χρόνο μετά την ταφή του, τα οστά του μεταφέρθηκαν στη γενέτειρά του Μπολόνια, και επανατοποθετήθηκαν με έξοδα της πόλης στο Certosa di Bologna.

Μουσική και μουσικολογικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ρεσπίγκι υπήρξε ενθουσιώδης μελετητής της ιταλικής μουσικής των 16ου, 17ου και 18ου αιώνων. Δημοσίευσε εκδόσεις της μουσικής των Μοντεβέρντι, Βιβάλντι και Μαρτσέλο. Η εργασία του σε αυτό τον τομέα επηρέασε τις μετέπειτα συνθέσεις του και οδήγησε σε μια σειρά έργων βασισμένων στην παλαιά μουσική. Στα νεοκλασικά έργα του ο Ρεσπίγκι, γενικά, απέχει από το μουσικό ιδίωμα της κλασικής περιόδου, προτιμώντας να συνδυάσει το προκλασικό μελωδικό ύφος και τις παλαιές μουσικές φόρμες (όπως οι χορευτικές σουίτες) με τις τυπικές ρομαντικές αρμονίες και δομές του τέλους του 19ου αιώνα.

Λόγω των σπουδών του με τον Ρίμσκι-Κόρσακοφ, εισήγαγε το ρωσικό ορχηστρικό χρώμα, καθώς και στοιχεία από τις τεχνικές αρμονίας του Ρίχαρντ Στράους στην ιταλική μουσική. Το ότι τον είλκυε η αισθησιακή, παρακμιακή ατμόσφαιρα της Ρώμης, όπως, τουλάχιστον, απεικόνιζε ο ποιητής Γκαμπριέλε Ντ' Ανούντσιο, φαίνεται στις περίφημες σουίτες του με τον τίτλο της αιώνιας πόλης, όπου επεδίωξε να εκφράσει τη λεπτότητα και το ιδιαίτερο χρώμα της φαντασίας του ποιητή.[12]

Ο Ρεσπίγκι σε φωτογραφία του 1935
  • Βασιλιάς Έντσο (1905)
  • Σεμίραμις (1909-10)
  • Η Ωραία Κοιμωμένη του Δάσους (1922)
  • Μπελφαγκόρ (1921-3)
  • Η Βυθισμένη Καμπάνα (1927)
  • Μαρία η Αιγυπτία (1929-32)
  • Η Φλόγα (1930-4)
  • Λουκρητία (1935-7)
  • Το Φανταστικό Παιχνιδομάγαζο (1918-9)
  • Το Μαγικό Τσουκάλι (1920)
  • Μπελκίς, Βασίλισσα του Σαβά (1932)
  • Πρελούδιο, Κοράλ και Φούγκα (1901)
  • Άρια για έγχορδα (1901)
  • Θρύλος, για βιολί και ορχήστρα (1902)
  • Κοντσέρτο για πιάνο σε Λα Ελάσσονα (1902)
  • Σουίτα για έγχορδα (1902)
  • Κοντσέρτο για βιολί σε Λα Μείζονα (1903, συμπληρωμένο από τον Σαλβατόρε ντι Βιτόριο το 2009)
  • Σλαβική Φαντασία (1903)
  • Σουίτα σε Μι Μείζονα (1903)
  • Σερενάτα για μικρή ορχήστρα (1904)
  • Σουίτα σε Σολ Μείζονα, για εκκλησιαστικό όργανο και έγχορδα (1905)
  • Εισαγωγή Καρναβαλιού (1913)
  • Δραματική Συμφωνία (1914)
  • Κρήνες της Ρώμης, συμφωνικό ποίημα (1914-1916)
  • Παλαιοί χοροί και άριες, 1η σουίτα, πάνω σε αναγεννησιακά θέματα για λαούτο των Μολινάρο, Γκαλιλέι και άλλων ανωνύμων συνθετών (1917)
  • Χορός των Ξωτικών (1920)
  • Αντάτζιο με παραλλαγές, για βιολοντσέλο και ορχήστρα (1921)
  • Γρηγοριανό Κοντσέρτο, για βιολί και ορχήστρα (1921)
  • Παλαιοί Χοροί και Άριες, 2η σουίτα, πάνω σε κομμάτια για λαούτο, αρχιλαούτο και βιόλα ντα γκάμπα των Καρόσο, Μπεσάρ, κ.α. (1923)
  • Τα πεύκα της Ρώμης, συμφωνικό ποίημα (1924)
  • Κοντσέρτο για πιάνο σε Μιξολύδιο Τρόπο (1925)
  • Ροσινιάνα (διασκευή κομματιών του Ροσίνι, 1925)
  • Εκκλησιαστικά Υαλογραφήματα ή Βιτρό Εκκλησιών (1926)
  • Τρίπτυχο του Μποτιτσέλι (1927)
  • Βραζιλιανές Εντυπώσεις (19280
  • Τα Πουλιά (1927)
  • Τοκάτα για πιάνο και ορχήστρα (1928)
  • Ρωμαϊκές Γιορτές (1928)
  • (Οβιδίου) Μεταμορφώσεων (1930)
  • Παλαιοί Χοροί και Άριες, 3η σουίτα, για ορχήστρα εγχόρδων, πάνω σε τραγούδια και κομμάτια για λαούτο των Μπεσάρ, Ρονκάλι, κ.α. (1932)
  • Κοντσέρτο για Πέντε, για όμποε, τρομπέτα, βιολί, κοντραμπάσο, πιάνο και έγχορδα (1933)
  • Κουαρτέτο εγχόρδων Νο. 1 σε Ρε Μείζονα (1892-8)
  • Κουαρτέτο εγχόρδων Νο. 2 σε Σιb Μείζονα (1898)
  • Κουαρτέτο εγχόρδων σε Ρε Μείζονα (1907)
  • Κουαρτέτο εγχόρδων σε Ρε Ελάσσονα (1909)
  • Δωρικό Κουαρτέτο (1924)
  • Τρία Πρελούδια πάνω σε Γρηγοριανές Μελωδίες, για πιάνο (1921)
  • Σονάτα για βιολί σε Ρε Ελάσσονα (1897)
  • Σονάτα για βιολί σε Σι Ελάσσονα (1917)
  • Σονάτα για πιάνο σε Φα Ελάσσονα
  • Παραλλαγές, για κιθάρα
  • Διπλό κουαρτέτο σε Ρε Ελάσσονα (1901)
  • Πιάνο κουιντέτο σε Φα Ελάσσονα (1902)
  • Κουαρτέτο σε Ρε Μείζονα, για 4 βιόλες (1906)
  • Νυκτερινό, για πιάνο (1904)
  • Νέμπι, για φωνή και πιάνο (1906)
  • Πέντε Τραγούδια σε Παλαιό Ύφος, για φωνή και πιάνο (1906)
  • Ο Θρήνος της Αριάδνης, για μεσόφωνο και ορχήστρα (1908)
  • Αρετούσα, για μεσόφωνο και ορχήστρα (1911)
  • Η Δύση, για μεσόφωνο και κουαρτέτο εγχόρδων/ορχήστρα (1914)
  • Πέντε Λυρικά, για φωνή και πιάνο (1917)
  • Η Άνοιξη, για σολίστες, χορωδία και ορχήστρα (1918-22)
  • Θεότητες των Δασών, κύκλος τραγουδιών για σοπράνο καιμικρή ορχήστρα (1925)
  • Αίνος για τη Γέννηση του Κυρίου, καντάτα για S, MS, T, μικτή χορωδία και σύνολο δωματίου (πνευστά και πιάνο 4-χέρια, 1928-30)

Επίσης, πολλές μεταγραφές έργων των Ροσίνι, Μπαχ, Ραχμάνινοφ, κ.ά.

  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 27  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 13898935w. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) SNAC. w62v2hrw. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 12  Δεκεμβρίου 2014.
  5. 5,0 5,1 5,2 «Большая советская энциклопедия» (Ρωσικά) Η Μεγάλη Ρωσική Εγκυκλοπαίδεια. Μόσχα. 1969. Ανακτήθηκε στις 28  Σεπτεμβρίου 2015.
  6. 6,0 6,1 6,2 Ιστορικό Αρχείο Ρικόρντι. 528. Ανακτήθηκε στις 3  Δεκεμβρίου 2020.
  7. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 31  Δεκεμβρίου 2014.
  8. (Ισπανικά) Biblioteca Virtual Miguel de Cervantes. 44308. Ανακτήθηκε στις 13  Μαΐου 2020.
  9. Respighi (1962), 7
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 MacLeod
  11. Bompiani, 727
  12. 12,0 12,1 12,2 ΠΛΜ
  13. Respighi (1962), 25
  14. di Scala
  15. Respighi (1955)
  16. Liner notes from RCA Toscanini Edition CD Vol 32 (1990)
  • «Λεξικό Μουσικής και Μουσικών» (Dictionary of Music and Musicians) του George Grove, D. C.L., Οξφόρδη 1880
  • Baker’s biographical dictionary of musicians, on line
  • Rob. Eitner, Biographisch-bibliographisches Quellen-LexiKon, on line
  • Kennedy, Michael Λεξικό Μουσικής της Οξφόρδης (Oxford University Press Αθήνα: Γιαλλέλης, 1989) ISBN 960-85226-1-7
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα (ΠΛΜ), έκδοση 1992, τόμος 52, σ. 28
  • Enciclopedia Bompiani-Musica, Milano (εκδ. ΑΛΚΥΩΝ, 1985)
  • Enciclopedia Treccani, on line
  • Eric Blom The New Everyman Dictionary of Music (Grove Weidenfeld, N. York, 1988)
  • Spencer M. Di Scala, Ph.D., President of the Dante Alighieri Society of Massachusetts, in his introduction to a Christmas concert performed by the Italian Music Chorus of the Dante Alighieri Society at the Dante Alighieri Society headquarters in Cambridge, Massachusetts, USA, on December 6, 2009, which included Respighi's Lauda per la Natività del Signore.
  • Macleod, Donald (30 May 2014). "Composer of the Week – Ottorino Respighi" (Podcast). BBC Radio 3. Retrieved11 June 2017.
  • Respighi, Elsa (1962) Ottorino Respighi, London: Ricordi
  • Respighi, Elsa (1955) Fifty Years of a Life in Music