Οικογένεια των Μαρκίων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Γενιά των Μαρκίων ή Μαρκία Γενεά ήταν μία από τις αρχαιότερες και ευγενέστερες οικογένειες στην Αρχαία Ρώμη. Ο γενάρχης της οικογένειας ήταν ο τέταρτος Βασιλιάς της Ρώμης Άνκος Μάρκιος, στην Ρωμαϊκή Δημοκρατία εμφανίζονται ως Πατρίκιοι αλλά τα τελευταία χρόνια υποβαθμίζονται σε Πληβείοι. Ο πρώτος που διεκδίκησε το αξίωμα του Υπάτου ήταν ο Γάιος Μάρκιος Ρουτήλιος (357 π.Χ.), έγινε την εποχή που οι Ληξινο-Σεξτιανές Ληστείες επέτρεψαν το αξίωμα στους Πληβείους.[1] Η Μαρκία Γενεά ήταν στην καταγωγή Σαβίνοι, ο δεύτερος βασιλιάς της Ρώμης Νουμάς Πομπίλιος διόρισε τον σύντροφο του Νουμά Μάρκιο στην θέση του Ύπατου Ποντίφηκα. Ο γιος του Νουμάς Μάρκιος ο Νεότερος διορίστηκε Πολίαρχος από τον τρίτο βασιλιά της Ρώμης Τύλλο Οστίλιο, με την σύζυγο του Πομπιλία κόρη του Νουμά Πομπίλιου απέκτησε τον τέταρτο βασιλιά Άνκο Μάρκιο.[2] Άν και η Ρωμαϊκή μοναρχία δεν ήταν αυστηρά κληρονομική οι γιοι του Άνκου Μάρκιου είχαν σοβαρές ελπίδες να διαδεχτούν τον πατέρα τους στον θρόνο. Ο Κορίνθιος ωστόσο Ταρκύνιος ο Υπερήφανος βρήκε την ευκαιρία την περίοδο της απουσίας του να ανακηρυχτεί πέμπτος βασιλιάς της Ρώμης.[3] Μετά από πολλά χρόνια βασιλείας οι γιοι του Άνκου Μάρκιου εκδικήθηκαν την απώλεια του θρόνου και τον δολοφόνησαν. Η χήρα του Τανανκύλλα τους εμπόδισε ωστόσο με επιτυχία να ανέβουν στον θρόνο, τον διαδέχτηκε ο γαμπρός της Σέρβιος Τύλλιος. Τα μετέπειτα μέλη της οικογένειας διεκδίκησαν την καταγωγή τους από τον Άνκο Μάρκιο αλλά δεν έχουν καμιά σοβαρή καταγραφή.[4][5] Το όνομα "Μάρκιος" έγινε τελικά επώνυμο των μελών της οικογένειας. Μία από τις εξηγήσεις είναι ότι το όνομα προέρχεται από τον Ρωμαϊκό θεό του πολέμου Μαρς αλλά δεν υπάρχουν επαρκείς γλωσσολογικές αποδείξεις.[6]

Οι μετέπειτα Μάρκιοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το μόνο γνωστό επώνυμο που σχετίζεται με τους Πατρίκιους Μαρκίους ήταν "Κοριολανός", δεν έχει διαχωριστεί ποτέ από τους Μαρκίους. Στην Ρωμαϊκή δημοκρατία οι Πλήβειοι Μάρκιοι είχαν μια σειρά από επώνυμα, μερικά από αυτά όπως "Κενσορίνους", "Λίμπο" και "Φίλιπους" βρέθηκαν σε νομίσματα.[7] Το επώνυμο "Κοριολανός" που ανήκε στους Πατρίκιους των Μαρκίων κατείχε ο Γάιος Μάρκιος, ο λαμπρός Ρωμαίος στρατηγός που κυρίευσε την πόλη Κοριολί από τους Βόλσκους. Ο Γάιος Μάρκιος είχε δύο γιους από τους οποίος ισχυρίζονταν ότι κατάγονται οι μετέπειτα Πλήβειοι των Μαρκίων. Το επώνυμο "Κοριολανός" δεν φαίνεται να εμφανίζεται στις μετέπειτα γενεές των Μαρκίων.[8] [9] Τα πρώτα μέλη της Οικογένειας των Πληβείων Μαρκίων φέρουν το επώνυμο "Ρουτίλος" δηλαδή "κοκκινωπός", πιθανότατα επειδή ο γενάρχης τους είχε κόκκινα μαλλιά.[10] Η οικογένεια αναδείχτηκε υπό σκοτεινές συνθήκες όταν οι Ληξινο-Σεξτιανές Ληστείες επέτρεψαν στους Πληβείους να αναλάβουν το αξίωμα του Υπάτου. Ο γιος του Γάιου Μάρκιου Ρουτίλου ήταν ο πρώτος Πλήβειος που εξελέγη δύο φορές Κήνσορας, πήρε το προσωνύμιο "Κηνσορίνος", επώνυμο που πέρασε στην οικογένεια μερικούς αιώνες.[11] Κατόπιν πήρε το προσωνύμιο "Φίλιπους" από κάποιον Λεύκιο Μάρκιο που είχε συνδέσεις με τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο Ε΄, ο γιος του Κουίντος Μάρκιος Φίλιππος εξελέγη Ύπατος (186 π.Χ.). Το όνομα "Φίλιππος" Ελληνικής καταγωγής μεταφράζεται ως "φίλος των αλόγων", σχετίζεται με το Αρχαίο Βασίλειο της Μακεδονίας με βασιλείς όπως ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας και ο γιος του κορυφαίος βασιλιάς Αλέξανδρος ο Μέγας. Η φήμη της δυναστείας ήταν τόσο μεγάλη σε ολόκληρο τον κόσμο που έφτασε στην δύση ταχύτατα, ο μετέπειτα Ύπατος Λεύκιος Μάρκιος Φίλιππος (91 π.Χ.) έκοψε Δηνάρια με την μορφή του βασιλιά της Μακεδονίας Φιλίππου Ε΄.[12][13][14] Ο Φρίντριχ Μιούντσερ ισχυρίζεται ότι είχαν άλλο ένα επώνυμο που συνδέεται με το "Αγγειοπλάστης", ο πρώτος που το έφερε ήταν ο δεύτερος γιος του Κουίντους Μάρκιου Φίλιππου, Υπάτου (281 π.Χ.).[15]

Μέλη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σημαντικότερα μέλη της οικογένειας των Μαρκίων ήταν:

  • Μάρκος Μάρκιος, ευγενής του βασιλιά Νουμά Πομπίλιου, μαζί με τον πατέρα του Πόμπο τον έπεισαν να δεχτεί τον θρόνο.[16]
  • Νουμάς Μάρκιος, γιος του Μάρκου Μάρκιου, στενός φίλος του βασιλιά Νουμά Πομπίλιου, τον συνόδευσε στην Ρώμη και διορίστηκε ο πρώτος Ύπατος Ποντίφηκας. Ο Πλούταρχος έγραψε ότι όταν πέθανε ο Νουμάς Πομπίλιος μετά από βασιλεία 43 ετών ο Νουμάς Μάρκος διεκδίκησε τον θρόνο αλλά ηττήθηκε από τον Τύλλο Οστίλιο και κατόπιν πέθανε από την πείνα.[17][18]
  • Νουμάς Μάρκιος ο νεότερος, γιος του Νουμά Μάρκιου που διετέλεσε Πολίαρχος υπό τον τρίτο βασιλιά της Ρώμης Τύλλο Οστίλιο. Η σύζυγος του ήταν η Πομπιλία, κόρη του δεύτερου βασιλιά της Ρώμης Νουμά Πομπίλιου, μαζί της απέκτησε τον τέταρτο βασιλιά της Ρώμης Άνκο Μάρκιο.[19][20][21]
  • Άνκος Μάρκιος τέταρτος βασιλιάς της Ρώμης και γιος του Νουμά Μάρκιου του νεότερου, επανέφερε πολλές τελετές τις οποίες ο προκάτοχος του Τύλλος Οστίλιος είχε καταργήσει, υπερασπίστηκε την πόλη σε καιρό πολέμου. Ο Άνκος Μάρκιος έκανε μεγάλα έργα, οχύρωσε τον λόφο Τζανίκολο, έκτισε μια γέφυρα πάνω από τον Τίβερη και Λατίνοι αιχμάλωτοι εγκαταστάθηκαν στον λόφο του Αβεντίνου.[22][23][24][25][26]
  • Γάιος Μάρκιος Κοριολανός θρυλικός Ρωμαίος στρατιώτης που κατέκτησε την πόλη των Βόλσκων Κοριολί, κατόπιν έγινε φανατικός εχθρός των Πληβείων και αρνήθηκε να τους παραδώσει στάρι σε καιρό πείνας. Η αυταρχικότητα του οδήγησε σε εξέγερση, εξορίστηκε και από εκδίκηση οδήγησε στρατό Ουόλσκων εναντίον της Ρώμης, μετά από παράκληση της μητέρας του και της αδελφής του έλυσε την πολιορκία. Ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ τον έκανε θέμα σε ένα από τα θεατρικά του έργα.[27][28][29][30]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Τομ. Β΄, σ. 940
  2. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Τομ. Β΄, σ. 940
  3. Τίτος Λίβιος, Α΄.35
  4. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Τομ. Β΄, σ. 940
  5. Τίτος Λίβιος, Α΄.41
  6. Chase, σσ. 131, 158, 159
  7. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Τομ. Β΄, σ. 940
  8. Τίτος Λίβιος, Β΄. 40
  9. Chase, σ. 113
  10. Chase, σ. 110
  11. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Τομ. Γ΄, σ. 682
  12. Chase, σ. 114
  13. Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Τομ. Γ΄, σ. 285
  14. Crawford, Roman Republican Coinage, σσ. 307, 308
  15. PW, Τομ. 28, σσ. 1557, 1558
  16. Πλούταρχος, "Ο Βίος του Νουμά", 5–7
  17. Πλούταρχος, "Ο Βίος του Νουμά", 21
  18. Τίτος Λίβιος, Α΄. 20
  19. Πλούταρχος, "Ο Βίος του Νουμά", 21
  20. Πλούταρχος, "Ο Βίος του Κονολανού", 1
  21. Tacitus, Annales, vi. 11
  22. Πλούταρχος, "Ο Βίος του Νουμά", 21
  23. Τίτος Λίβιος, Α΄. 32, 33
  24. Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, iii. 36–45
  25. Cicero, De Republica ii. 18
  26. Arnold, Τομ. Α΄, σ. 19
  27. Τίτος Λίβιος, Β΄. 34–40
  28. Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, Ζ΄.20– Η΄.59
  29. http://classics.mit.edu/Plutarch/coriolan.html
  30. Niebuhr, Τομ. Β΄, σσ. 94–107, 234–260

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Patrick McGushin, Sallust: The Histories Clarendon Press, Oxford (1992).
  • Ronald Syme, "C. Marcius Censorinus in the East," in Anatolica, Clarendon Press, Oxford (1995), pp. 302–307.
  • Antony Kamm, The Romans, An Introduction, Routledge, London (1995).
  • Francis X. Ryan, Rank and Participation in the Republican Senate, Stuttgart, Franz Steiner Verlag (1998).
  • Claude Eilers, Roman Patrons of Greek Cities, Oxford University Press (2002).
  • John Briscoe, A Commentary on Livy, books 41–45, Oxford University Press (2012).
  • Alison E. Cooley, The Cambridge Manual of Latin Epigraphy, Cambridge University Press (2012).