Νικολάι Ρεπνίν
Ο Πρίγκιπας Νικολάι Βασίλιεβιτς Ρεπνίν (ρωσικά: Никола́й Васи́льевич Репни́н, 11 Μαρτίου 1734 – 12 Μαΐου 1801) ήταν κρατικός αξιωματούχος και στρατηγός της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, καταγόμενος από την πριγκιπική οικογένεια των Ρεπνίν, ο οποίος διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διάλυση της Πολωνικής-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας.
Διακυβέρνηση της Πολωνίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Γεννημένος στην Αγία Πετρούπολη, ο Πρίγκιπας Ρεπνίν υπηρέτησε στον Αυτοκρατορικό Στρατό ευρισκόμενος υπό τις διαταγές του πατέρα του, Πρίγκιπα Βασίλι Ανικίτοβιτς Ρεπνίν, κατά την διάρκεια του Ρηνανική Εκστρατεία του 1748, ενώ, ως αποτέλεσμα, για ορισμένο διάστημα διέμεινε εκτός ρωσικών συνόρων, όπου και έλαβε "μία υψηλής πειθαρχίας γερμανική εκπαίδευση." Συμμετείχε, επίσης, με την ιδιότητα του υπαγόμενου, στον Επταετή Πόλεμο.
Το 1763, ο Αυτοκράτορας Πέτρος Γ΄ τον απέστειλε στην Πρωσία ως πρέσβη. Στη διάρκεια του ίδιου έτους, η Αικατερίνη τον μετέθεσε στην Πολωνία ως Πληρεξούσιο Υπουργό. Κατά την παραμονή του στη Βαρσοβία φημολογείτο πως διατηρούσε σχέση με την Ιζαμπέλα Φλέμινγκ (με την οποία και φέρεται να απέκτησε τον Άνταμ Γιέρζι Τσαρτορίσκι).[6]
Λόγω του επιπέδου του ρωσικού ελέγχου επί της Κυβέρνησης της Πολωνίας, ο Ρεπνίν ήταν ο πραγματικός κυβερνήτης της χώρας,[7] ενώ είχε λάβει συγκεκριμένες οδηγίες για τη δημιουργία ενός υπέρ των Ρώσων ρεύματος μεταξύ των διάφορων Προτεσταντών, οι οποίοι και θα ελάμβαναν ισοδύναμα δικαιώματα με τους Καθολικούς. Ο Ρεπνίν πίστευε πως οι Προτεστάντες δεν ήταν ιδιαίτερα ισχυροί, ώστε να παρουσιάζουν κάποιο όφελος για τη Ρωσία, ενώ, ταυτόχρονα, η ίδια η κοινότητα των Προτεσταντών απέστειλαν επιστολή στην Αυτοκράτειρα Αικατερίνη, μέσω της οποίας και της ζητούσαν τη μη-εμπλοκή τους στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Με απώτερο στόχο την ενίσχυση των ρωσικών συμφερόντων στην περιοχή, ενθάρρυνε τη δημιουργία δύο Προτεσταντικών συνομοσπονδιών (του Σλουτσκ και του Τορούν), ενώ αργότερα, μία Καθολική (τη Συνομοσπονδία του Ραντόμ, της οποίας ηγείτο ο Κάρολ Στανισλάβ "Πάνιε Κονχάνκου" Ραντζίβιου).[8] Σύμφωνα με την Encyclopædia Britannica Eleventh Edition, η αλληλογραφία του Ρεπνίν αποκαλύπτει πως ο ίδιος αντιπαθούσε τις πολιτικές δολοπλοκίες στις οποίες του ζητούσαν να εμπλακεί. Πάραυτα, υπάκουσε στις οδηγίες που του είχαν δοθεί, και χρησιμοποίησε διάφορες μεθόδους προκειμένου να υποχρεώσει το Σέιμ του 1767–68 (το "Σέιμ του Ρεπνίν") να υποχωρήσει σε όλα τα σημεία στα οποία υπήρχε κάποια διαφωνία.[8] Προ του Σέιμ, διέταξε τη σύλληψη και την εξορία στην Καλούγκα ορισμένων σημαντικών πολιτικών αντιπάλων του[9] — Γιόζεφ Αντρζέι Ζαούσκι[10] και Βάτσλαβ Ζεβούσκι. Άμεση συνέπεια των κινήσεων αυτών, ήταν η δημιουργία της Συνομοσπονδίας του Μπαρ, η οποία και σχεδόν διέλυσε τη στρατηγική που ακολουθούσε ο πρέσβης.[11]
Στρατιωτική καριέρα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Ρεπνίν παραιτήθηκε της θέσης του, προκειμένου να ηγηθεί στρατευμάτων εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στα πλαίσια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου. Ως επικεφαλής ανεξάρτητου στρατιωτικού σώματος στη Μολδαβία και τη Βλαχία, εμπόδισε μεγάλο οθωμανικό στράτευμα από τη διέλευση του Προύθου (1770), ενώ ο ίδιος διακρίθηκε στις συμπλοκές στη Λάργκα και το Καγκούλ, καθώς και την κατάληψη του Ιζμαΐλ και της Κίλια. Το 1771, έλαβε την ανώτατη αρχηγεία των ρωσικών στρατευμάτων στη Βλαχία, όπου και κατέλαβε το Βουκουρέστι. Μία αντιπαράθεσή του με τον αρχιστράτηγο, Ρουμιάντσεφ, είχε, ως αποτέλεσμα, να θέσει σε διαθεσιμότητα την παραίτησή του από το στράτευμα, ωστόσο, το 1774, έλαβε μέρος στην κατάληψη της Σιλίστρα, καθώς και στις διαπραγματεύσεις οι οποίες και οδήγησαν στην υπογραφή της συνθήκης ειρήνης του Κιουτσούκ-Καϊναρτζή. Την περίοδο μεταξύ 1775-76, ο Ρεπνίν και ο ακόλουθός του, Γιακόβ Μπουλγκακόφ, εκπροσώπησαν τα ρωσικά συμφέροντα ενώπιον της Υψηλής Πύλης.
Κατά το ξέσπασμα του Πολέμου της Βαυαρικής Διαδοχής, ηγήθηκε 30.000 ανδρών στο Μπρέσλαου, ενώ στην επακόλουθη Συνθήκη του Τέσχεν, όπου και ήταν Πληρεξούσιος Υπουργός της Ρωσίας, υποχρέωσε την Αυστρία να υπογράψει σύμφωνο ειρήνης με την Πρωσία.
Κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Τουρκικού Πολέμου (1787-92) ο Ρεπνίν ήταν, μετά τον Αλεξάντερ Σουβόροφ, ο πλέον επιτυχημένος μεταξύ των Ρώσων στρατιωτικών διοικητών. Νίκησε τους Οθωμανούς στο Σάλτσια, κατάλαβε το σύνολο του στρατοπέδου των σερασκέριδων, συμπεριλαμβανομένου του Χασάν Πασά, τον οποίο και φυλάκισε στο Ιζμαΐλ, ενώ ετοιμαζόταν να το ισοπεδώσει όταν και ο Γκριγκόρι Αλεξάντροβιτς Ποτέμκιν του το απαγόρευσε (1789). Μετά την αποστράτευση του Ποτέμκιν το 1791, ο Ρεπνίν τον διαδέχτηκε ως αρχιστράτηγος και κατάφερε να τρέψει σε φυγή τα στρατεύματα του Μέγα Βεζίρη στο Ματσίν, μία νίκη η οποία υποχρέωσε τους Οθωμανούς να αποδεχτούν τη συνθήκη του Γκαλάτσι (31 Ιουλίου 1791).
Τελευταία χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τον Δεύτερο Διαμοιρασμό της Πολωνίας, ορίστηκε Γενικός Κυβερνήτης των νέων λιθουανικών επαρχιών, όπου και ηγήθηκε, επίσης, των ρωσικών στρατευμάτων κατά τη διάρκεια της Εξέγερσης του Κοσιούσκο. Ο Τσάρος Παύλος Α΄ τον αναβάθμισε στο αξίωμα του αρχιστράτηγου (1796), ενώ το 1798 τον απέστειλε σε διπλωματική αποστολή στο Βερολίνο και τη Βιέννη, προκειμένου να αποσπάσει την Πρωσία από τη Γαλλία και να ενώσει τη Μοναρχία των Αψβούργων και την Πρωσία εναντίον της Α΄ Γαλλικής Δημοκρατίας. Καθώς απέτυχε στην αποστολή του αυτή, κατά την επιστροφή του απομακρύνθηκε του αξιώματός του και απεβίωσε στη Ρίγα.
Ο Ρεπνίν απέκτησε ένα εξώγαμο τέκνο, τον Ιβάν Πνιν, ενώ φημολογείτο πως ο Άνταμ Γιέρζι Τσαρτορίσκι ήταν αποτέλεσμα της σχέσης του Ρεπνίν με την Ιζαμπέλα Φλέμινγκ.[6] Νόμιμα τέκνα του Ρεπνίν ήταν τρεις κόρες. Κατά τον θάνατό του, η αρσενική γραμμή των απογόνων των Ρεπνίν αφανίστηκε, ενώ ο Αλέξανδρος Α΄ έδωσε την άδεια στον εγγονό του Ρεπνίν, Πρίγκιπα Νικολάι Βολκόνσκι, να κάνει χρήση του ονόματος των Ρεπνίν, καθώς και του θυρεού του πάππου του.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 «Репнин, Николай Васильевич» (Ρωσικά)
- ↑ Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js2017946420. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2022.
- ↑ 3,0 3,1 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. js2017946420. Ανακτήθηκε στις 18 Δεκεμβρίου 2022.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
- ↑ 5,0 5,1 Vasily Yegorovich Rudakov: «Репнины» (Ρωσικά)
- ↑ 6,0 6,1 LeDonne, p.210
- ↑ Harcourt Brace, note to Casanova, p.356; Ritter, p.189
- ↑ 8,0 8,1 Butterwick, p.169
- ↑ de Madariaga [απαιτείται πλήρης παραπομπή]
- ↑ Harcourt Brace, note to Casanova, p.528
- ↑ Butterwick, p.170
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- κοινό κτήμα: Robert Nisbet Bain (1911) «Repnin» στο: Chisholm, Hugh, επιμ. Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press Το παρόν λήμμα ενσωματώνει κείμενο από έκδοση που είναι πλέον
- Catholic Encyclopedia article "Poland"
- Richard Butterwick, Poland's Last King and English Culture, Oxford University Press, 1998
- Giacomo Casanova, History of My life, Johns Hopkins University Press, 1997
- Isabel de Madariaga, Russia in the Age of Catherine the Great, Yale University Press, 1981, ISBN 0300025157; Phoenix Press,[χρειάζεται αποσαφήνιση] 2002, ISBN 1842125117
- John P. LeDonne, The Grand Strategy of the Russian Empire, 1650-1831, Oxford University Press United States, 2004
- Gerhard Albert Ritter, Frederick the Great, University of California Press, 1975
- Λήμματα με συνδέσμους που χρειάζονται αποσαφήνιση από May 2014
- Πολιτικοί της Ρωσικής Αυτοκρατορίας
- Ρουρικίδες
- Διπλωμάτες της Ρωσικής Αυτοκρατορίας
- Αρχιστράτηγοι της Ρωσίας
- Μέλη του Τάγματος του Αγίου Γεωργίου Α΄ Βαθμού
- Μέλη του Τάγματος του Αγίου Γεωργίου Β΄ Βαθμού
- Μέλη του Τάγματος του Αγίου Ανδρέα
- Γενικοί Κυβερνήτες της Λιθουανίας
- Ρώσοι Ελευθεροτέκτονες