Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μπαχράμ-Σαχ του Γκαζνί

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπαχράμ-Σαχ του Γκαζνί
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1084
Γκαζνί ή Γαζναβίδες
Θάνατος1152
Γκαζνί ή Γαζναβίδες
Χώρα πολιτογράφησηςΓαζναβίδες
ΘρησκείαΙσλάμ
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΤέκναΧουσρόου Σαχ του Γκαζνί
ΓονείςΜασούντ Γ΄ του Γκαζνί και Gawhar Khatun
ΟικογένειαΓαζναβίδες
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαSultan of the Ghaznavid Empire (1117–1152)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μπαχράμ-Σαχ, πλήρες όνομα: Yamin ad-Dawlah wa Amin al-Milla Abul-Muzaffar Bahram-Shah (1084 – 1157) ήταν σουλτάνος της αυτοκρατορίας των Γκαζναβιδών από τις 25 Φεβρουαρίου 1117 έως το 1152. [1] Γιος του Mασούντ Γ΄ και της Γκαβχάρ Χατούν, αδελφή του Σαντζάρ, σουλτάνου της αυτοκρατορίας των Σελτζούκων. [2] Κατά τη διάρκεια ολόκληρης της βασιλείας του, η αυτοκρατορία του ήταν υποτελής της αυτοκρατορίας των Σελτζούκων.

Εκτοπίζει τον Αρσλάν Σαχ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη δολοφονία του σουλτάνου Σιρζάντ από τον Αρσλάν Σαχ το 1116 και τον σφετερισμό του θρόνου των Γκαζναβιδών από τον τελευταίο, ο Μπαχράμ βάδισε έναν στρατό από το Ζαμίν-Νταβάρ για να διεκδικήσει τον θρόνο του. Οι δυνάμεις του Αρσλάν και του Μπαχράμ συναντήθηκαν στο Τιγκιναμπάντ, οπότε ο Μπαχράμ ηττήθηκε και κατέφυγε στην Αυλή των Σελτζούκων στο Χουρασάν. [2] Κερδίζοντας υποστήριξη από τον Σαντζάρ, σουλτάνο της αυτοκρατορίας των Σελτζούκων, ο Μπαχράμ επέστρεψε με στρατό των Σελτζούκων και νίκησε τον στρατό του Αρσλάν Σαχ στη μάχη του Γκαζνί. Μια αποφασιστική μάχη έλαβε χώρα λίγο έξω από το Γκαζνί στην πεδιάδα του Σαχραμπάντ, με αποτέλεσμα και πάλι την ήττα του Αρσλάν, και αυτός κατέφυγε στα εδάφη των Γκαζναβιδών στη βόρεια Ινδία. [1] Ο Μπαχράμ εισήλθε στην Γκάζνα, με τη συντροφιά του Σαντζάρ, και εγκαταστάθηκε επίσημα ως σουλτάνος το 1117, αλλά ως υποτελής της αυτοκρατορίας των Σελτζούκων. [3] Ο Μπαχράμ είδε το Γκαζνί, την πρωτεύουσά του, να υπόκειται σε 40 ημέρες κατοχής και λεηλασίας από τον στρατό των Σελτζούκων. Μετά την αναχώρηση του Σαντζάρ, ο Aρσλάν Σαχ προχώρησε προς τη Γκάζνα και ο Μπαχράμ έφυγε από την πρωτεύουσα στο φρούριο Μπαμιάν. [4] Μετά από αίτημα του Μπαχράμ, ο Σαντζάρ έστειλε άλλο στρατό για να ανακαταλάβει τη Γκάζνα. Ο Αρσλάν κατέφυγε στα βουνά Ουγνάν, αλλά συνελήφθη από τον διοικητή του στρατού του Σαντζάρ και στραγγαλίστηκε με εντολή του Μπαχράμ. [1]

Η βασιλεία του Μπαχράμ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αυλή του Μπαχράμ συνοδευόταν από έναν Σελτζούκο amil ή φοροεισπράκτορα [3] και την αποστολή του μεγαλύτερου γιου του, Νταουλάτ Σαχ, στην αυλή των Σελτζούκων στο Μερβ ως όμηρο. [5] Πιστεύεται ότι ο Μπαχράμ έκανε επιδρομή στην Ινδία μια φορά, επιτιθέμενος στη Σαπανταλάκσα ή στην ανατολική Ρατζπουτάνα. [6]

Αντιμέτωπος με μια επαναστατική φατρία με επικεφαλής τον Mουχαμάντ μπιν Αλί, ο Μπαχράμ βάδισε με στρατό στο Μουλτάν το 1119. [7] Ο Μπαχράμ ζήτησε την υπακοή του Μουχαμάντ, αλλά αυτός αρνήθηκε. Η μάχη που ακολούθησε στο δυτικό Παντζάμπ είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο του Μουχαμάντ και τους περισσότερους από τους γιους του. [1] Ο Μπαχράμ διόρισε τον Σαλάρ Χουσεΐν μπιν Iμπραχίμ Αλαβί ως κυβερνήτη του στην Ινδία.

Διακοσμητική λεπτομέρεια του μιναρέ Μπαχράμ Σαχ.

Το 1135 ο Μπαχράμ σταμάτησε να πληρώνει φόρο υποτέλειας στον Αχμέντ Σαντζάρ. Σε απάντηση, ο Σαντζάρ βάδισε με στρατό στο Γκαζνί και ο Μπαχράμ, βλέποντας το μέγεθος του στρατού του Σαντζάρ, κατέφυγε στη Λαχόρη, τη δεύτερη πρωτεύουσα των Γαζναβιδών. Αφού έστειλε διπλωματικές παρακλήσεις, ο Μπαχράμ βεβαιώθηκε για τον θρόνο του, τη θέση του ως υποτελή της αυτοκρατορίας των Σελτζούκων και επέστρεψε στη Γκάζνα. Μεταξύ 1143 και 1146, ο Aμπούλ-Μααλί Νασραλάχ μετέφρασε την -από τα αραβικά μεταφρασμένη- ινδική ιστορία μύθου Kαϊλά βα Ντιμά στα περσικά και την αφιέρωσε στον Μπαχράμ.

Σε μια προσπάθεια να ενισχύσει την κυριαρχία του επάνω στους Γκουρίδες, ο Μπαχράμ κάλεσε τον Κουτμπ αντ-Ντιν Μοχάμεντ μπιν Χουσεΐν, τον γαμπρός του, στην Αυλή. Πιστεύοντας ότι ο Κουτμπ και ο αδελφός του Σαΐφ αλ-Ντιν Σουρί είχαν έρθει στην Αυλή για να εξερευνήσουν την πόλη για μια μελλοντική επιδρομή, ο Μπαχράμ είχε δηλητηριάσει τον Κουτμπ, αν και ο Σαΐφ αλ-Ντιν Σουρί διέφυγε. Μέχρι το 1148, ο Σαΐφ αλ-Ντιν Σουρί επέστρεψε με στρατό, σημείωσε μια νίκη στη μάχη του Γκαζνί, ενώ ο Μπαχράμ κατέφυγε στο Kουράμ. [1] Φτιάχνοντας στρατό, ο Μπαχράμ βάδισε πίσω στο Γκαζνί. Ο Σαΰφ αλ-Ντιν Σουρί τράπηκε σε φυγή, αλλά ο στρατός των Γκαζναβιδών τον πρόλαβε, και ακολούθησε μάχη στο Σανγκ-ι Σουράχ. Ο Σαΰφ αλ-Ντιν Σουρί και ο Mατζντ αντ-Ντιν Μουσαβί αιχμαλωτίστηκαν και αργότερα σταυρώθηκαν στο Πουλ-ι Γιακ Τακ.

Νόμισμα του Μπαχράμ-Σαχ, νομισματοκοπείο της Καμπούλ.

Σε απάντηση, ο Aλά αλ-Ντιν Χουσαΰν, νεότερος αδελφός του Σαΰφ αλ-Ντιν Σουρί και αρχηγός των Γκουριδών, [7] ξεκίνησε μια εκστρατεία κατά του Μπαχράμ το 1150. Οι στρατοί των Γκαζναβιδών και των Γκουριδών συναντήθηκαν στο Τιγκιναμπάντ και μέσω των ηρωικών προσπαθειών των Χαρμίλ Σαμ-ι Χουσεΐν και Χαρμίλ Σαμ-ι Μπάντζι, ο στρατός των Γκαζναβιδών καταστράφηκε. Ο Μπαχράμ συγκέντρωσε τμήματα τού στρατού του στις ιαματικές πηγές Τζου-ι Αμπ-ι Γκαρμ, αλλά κατατροπώθηκε, και πάλι και κατέφυγε στο Γκαζνί. [1] Ο Μπαχράμ συγκέντρωσε ξανά τα υπόλοιπα τμήματα του στρατού του με την προσθήκη της φρουράς της πόλης, αλλά και πάλι ο στρατός του κατατροπώθηκε και η πόλη κάηκε από τους Γκουρίδες. Μετά από αυτή την ήττα, ο Μπαχράμ κατέφυγε στα εδάφη των Γκαζναβιδών στην Ινδία. Στη συνέχεια το Γκαζνί υποβλήθηκε σε λεηλασίες και βιασμούς για επτά ημέρες, κατά τις οποίες σκοτώθηκαν 60.000 άτομα από την πόλη. Όλοι οι τάφοι των ηγεμόνων των Γκαζναβιδών, με εξαίρεση του Μαχμούντ, τού Μασούντ Α΄ και του Ιμπραχίμ, έσπασαν και τα λείψανα κάηκαν. Από αυτά τα γεγονότα, ο Aλά αλ-Ντιν Χουσαΰν απέκτησε το παρωνύμιο ο του κόσμου εμπρηστής (δηλαδή αυτός που έκαψε τον κόσμο). [1]

Ο Μπαχράμ έμεινε στη βόρεια Ινδία για περισσότερο από ένα χρόνο, ξαναδημιουργώντας τον στρατό του. Μετά την ήττα και τη σύλληψη του Aλά αλ-Ντιν Χουσαΰν στο Χεράτ από τις δυνάμεις των Σελτζούκων, ο Μπαχράμ επέστρεψε στο Γκαζνί και απομάκρυνε τον κυβερνήτη των Γκουριδών. Ο Μπαχράμ πέρασε τις υπόλοιπες ημέρες του στο Γκαζνί, απεβίωσε το 1157 και τον διαδέχθηκε ο γιος του, Χουσράου Σαχ. [8]

Επιδρομές σε ινδικά βασίλεια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο μιναρές του Μπαχράμ Σαχ το 1839.
Μιναρές των Γκαζναβιδών.

Ο Μπαχράμ Σαχ λέγεται ότι διεξήγαγε δύο «ιερούς πολέμους» στην Ινδία. [9] Ο ιστορικός του 13ου αιώνα Mινχάτζ-ι-Σιράτζj δηλώνει ότι ο Μπαχράμ-Σαχ έκανε πολλές αποστολές στην Ινδία, αλλά ηττήθηκε. [10]

Σύμφωνα με το Tαμπακάτ-ι Νασιρί του Mιχάτζ και το Tαρίχι-ι Φιριστά του Φιριστά, ο Mουχαμάντ Μπαχλίμ ή Μπαχαλίμ (κυβερνήτης του Μπαχράμ Σαχ στην Ινδία) είχε καταλάβει το οχυρό Nαγκαούρ. Μετά τον θάνατο του Μπαχλίμ, ο Σαλάρ Χουσεΐν τον διαδέχθηκε ως κυβερνήτης των εδαφών των Γκαζναβιδών στην Ινδία. [11] Το Nαγκαούρ ήταν υπό τον έλεγχο του βασιλιά Τσαχαμάνα Aτζαγιαράτζα Β΄ τουλάχιστον μέχρι το 1121, όπως πιστοποιείται από τον Πραμπαβάκα Τσαρίτα (το κείμενο τον αποκαλεί Aλχαντάνα, που φαίνεται να είναι μια σανσκριτική μορφή του ψευδώνυμού του Aλχάνα). Αυτό υποδηλώνει ότι οι δυνάμεις του Μπαχράμ Σαχ κατέλαβαν το Nαγκαούρ από τον Ατζαγιαράτζα. [11] Η Πριθβιράτζα Βιτζάγια αναφέρει ότι ο Aτζαγιαράυζα νίκησε τους Γκαρτζάνα Ματάνγκα ("Μουσουλμάνους του Γκαζνί "). Αυτή είναι πιθανώς μια αναφορά στην απόκρουση του Aτζαγιαράτζα μιας επιδρομής είτε από τον Μπαχλίμ, είτε από τον Σαλάρ Χουσαΐν. [11] Η Πραμπάντα Κόσα ισχυρίζεται επίσης ότι ο Aτζαγιαράτζα νίκησε τη "Σαχαβαντίνα" (σανσκριτική μορφή του Σαχάμπ-ουντ-Ντιν). Αυτό πιθανώς αναφέρεται στην απόκρουση των εισβολών του και από στρατηγούς των Γκαζναβιδών. [10]

Ο γιος του Aτζαγιαράτζα, Aρνοράτζα, φαίνεται επίσης να είχε απωθήσει κάποιες επιδρομές των Γκαζναβιδών. Σύμφωνα με την επιγραφή του Aτζμέρ πρασαστί, ο Aρνοράτζα στόλισε το Aτζμέρ με το αίμα των Τουρούσκα (Τουρκικού λαού). [12] [13] Η Πριθβιρλατζα Βιτζάγια αναφέρει επίσης ότι ο Αρμοράτζα απέκρουσε μια μουσουλμανική εισβολή. Σύμφωνα με το κείμενο, αυτοί οι εισβολείς πέρασαν από την έρημο και έπρεπε να πιούν το αίμα των αλόγων τους, αφού δεν είχαν νερό. Αφού νίκησε αυτούς τους εισβολείς, ο Aρμοράτζα καθάρισε τον τόπο του θανάτου τους παραγγέλνοντας μια λίμνη, η οποία ταυτίζεται με τη σύγχρονη Άνα Σαγκάρ . Η λίμνη γέμισε με το νερό του ποταμού Τσάντρα, που ταυτίζεται με τον σύγχρονο ποταμό Μπάντι. [12] Ο ιστορικός Χ. Κ. Ράυ θεώρησε ότι οι μουσουλμάνοι εισβολείς που νικήθηκαν από την Aρμοράτζα ήταν οι Γκαζναβίδες (Γιαμινί) στρατηγοί της Λαχόρης. [12] Ωστόσο, ο ιστορικός Ρ. Μπ. Σινγκ προσδιορίζει τον εισβολέα ως τον ίδιο τον Μπαχράμ Σαχ. Το Tαμπακάτ-ι Νασιρί αναφέρει ότι ο Μπαχλίμ επαναστάτησε ενάντια στον αφέντη του Μπαχράμ Σαχ, ο οποίος βάδισε προς την Ινδία για να νικήσει τον επαναστάτη. Ο Μπαχλίμ ξεκίνησε επίσης από το Nαγκαούρ με τον στρατό του, και οι δύο στρατοί συναντήθηκαν στο Mουλτάν, όπου ο Μπαχλίμ ηττήθηκε και σκοτώθηκε. Στη συνέχεια, ο Μπαχράμ Σαχ έφυγε για το Γκαζνί για να πολεμήσει τους Γκουρίδες. Ο Ρ. Μπ. Σινγκ εικάζει ότι μετά την εξέγερση κατά του Μπαχράμ Σαχ, ο Μπαχλίμ ζήτησε άσυλο στους Τσαχαμάνα και ο Αρνοράτζα τού έδωσε το φέουδο τού Ναγκαούρ. Αφού νίκησε τον Μπαχαλίμ, ο Μπαχράμ Σαχ μπορεί να προσπάθησε να υποτάξει την Αρνοράγια, αλλά ηττήθηκε. Τα μουσουλμανικά χρονικά μάλλον παρέλειψαν αυτό το γεγονός, για να αποφύγουν την καταγραφή της ήττας του Μπαχράμ Σαχ. [14]

Πτώση της Αυτοκρατορίας των Γκαζναβιδών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τον Μπέρτολντ Σπούλερ, έναν Γερμανό ανατολίτη, η προδοσία του Μπαχράμ, η προσωπική δειλία και η εγκατάλειψη των υπηκόων του συνέβαλαν άμεσα στη διάλυση της αυτοκρατορίας των Γκαζναβιδών. [8]

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 C. E. Bosworth 1977.
  2. 2,0 2,1 C. E. Bosworth 1977, σελ. 93.
  3. 3,0 3,1 C. E. Bosworth 1977, σελ. 97.
  4. al-Badā ʾunī ʻAbd al-Kadir ibn Mulūk-Shāh, Muntakhabu-t-tawārīkh, Vol.1, transl. George S.A. Ranking,(Calcutta, 1898), 56
  5. C. E. Bosworth 1977, σελ. 99.
  6. C. E. Bosworth 1977, σελ. 101.
  7. 7,0 7,1 P. Hardy 1986, σελ. 940.
  8. 8,0 8,1 C. E. Bosworth 1977, σελ. 120.
  9. Peter Jackson 2003, σελ. 7.
  10. 10,0 10,1 R. B. Singh 1964, σελ. 131.
  11. 11,0 11,1 11,2 Dasharatha Sharma 1959, σελ. 40.
  12. 12,0 12,1 12,2 R. B. Singh 1964, σελ. 138.
  13. Dasharatha Sharma 1959, σελ. 44.
  14. R. B. Singh 1964.