Μπάμια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μπάμια

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Μαλαχώδη (Malvales)
Οικογένεια: Μαλαχοειδή (Malvaceae)
Γένος: Αβελμόσχος (Abelmoschus)
Διώνυμο
Αβελμόσχος ο εδώδιμος
(Abelmoschus esculentus)

(L.) Moench
Άνθος και καρπός

Η μπάμια είναι αγγειόσπερμο, ποώδες, ετήσιο φυτό, ανήκει δε στο γένος Αβελμόσχος (Abelmoschus) και στην οικογένεια των Μαλαχοειδών (Malvaceae). Η τρέχουσα επίσημη ονομασία του είδους είναι Abelmoschus esculentus (Αβελμόσχος ο εδώδιμος), ενώ παλαιότερα θεωρούνταν είδος Ιβίσκου με την ονομασία Hibiscus esculentus [1] (Ιβίσκος ο εδώδιμος).

Η καταγωγή της είναι από την Αφρική και σήμερα καλλιεργείται σε όλες τις τροπικές και εύκρατες περιοχές για τον ομώνυμο καρπό της.

Χαρακτηριστικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βλαστός της φτάνει τα δύο μέτρα ύψος, τα φύλλα της είναι σε σχήμα καρδιάς, με μακριούς μίσχους και έχουν 3-5 λοβούς. Τα άνθη της έχουν κίτρινο χρώμα, ενώ το κέντρο τους είναι σκούρο κόκκινο.

Οι καρποί του φυτού,οι μπάμιες

Καλλιέργεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν δύο τύποι καλλιέργειας της μπάμιας, η ποτιστική και η ξερική. Οι ξερικές μπάμιες, που χρειάζονται ελάχιστο πότισμα, είναι και οι πιο νόστιμες. Η μπάμια δεν αντέχει το ψύχος. Ευδοκιμεί σε καλοδουλεμένα δροσερά εδάφη. Ο πολλαπλασιασμός της γίνεται με σπορά και στην Ελλάδα σπέρνεται μέσα Μαρτίου με αρχές Απριλίου. Η συγκομιδή γίνεται δυο μήνες αργότερα και συνεχίζεται μέχρι και το μήνα Αύγουστο. Κατά το μάζεμα χρειάζεται ο συγκομιστής να φορά οπωσδήποτε γάντια, γιατί προκαλείται έντονος κνησμός (φαγούρα) και ερεθισμός, ίδιος με αυτόν της τσουκνίδας. Στην Ελλάδα καλλιεργούνται 27.000 στρέμματα περίπου και η ετήσια παραγωγή φτάνει τους 25.000 τόνους. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής καταναλώνεται εγχώρια.

Κατανάλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο καρπός είναι μακρύς, τριχωτός, με γωνίες και μήκος από 5-15 εκατοστά και τρώγεται μόνο όταν είναι άγουρος. Το τοίχωμα του καρπού είναι σαρκώδες και βλεννώδες, ενώ, όταν ωριμάσει, ο καρπός γίνεται ξυλώδης.

Οι μπάμιες τρώγονται μαγειρεμένες, σκέτες ή με κρέας, γίνονται κονσέρβες ή τουρσί με πίκλες. Πριν μαγειρευτούν συνηθίζεται να μουλιάζονται σε ξύδι και νερό, προκειμένου να μην έχουν βλεννώδη υφή όταν τρώγονται.

Στις ΗΠΑ συνηθίζεται να τρώγονται και τηγανιτές ή σε ένα είδος "σούπας" με κρέας και μπάμιες που ονομάζεται "gumbo", ενώ σε μερικές χώρες τα σπόρια χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατο του καφέ. Στις χώρες της ανατολής τα παλιά χρόνια χρησιμοποιούσαν τα φύλλα και τους άγουρους καρπούς για κατάπλασμα κατά του πόνου.

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Malvaceae - Plant Family Web: Videos / Descriptions / Links». www.thewildclassroom.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2016. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]