Μοίρα (στρατός)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Μοίρα αποτελεί στρατιωτικό σχηματισμό που χρησιμοποιήθηκε στον μεσαίωνα από τον βυζαντινό στρατό και στα νεότερα χρόνια από τον ελληνικό στρατό. Ετυμολογικά πρόκειται για ελληνική λέξη με ρίζα το "μερ-" και το "μορ-" που σημαίνει το "μέρος ενός συνόλου". Στην σημερινή του χρήση, μπορεί να αποτελεί μονάδα του πυροβολικού, των ειδικών επιχειρήσεων, του ναυτικού ή της αεροπορίας.

Βυζαντινός στρατός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα τέλη του 6ου με αρχές του 7ου αιώνα, το ύστερο ρωμαϊκό στρατιωτικό σύστημα, στην ύστερη Ρωμαϊκή και Βυζαντινή αυτοκρατορία, πέρασε από μια διαδικασία πολεμικών μετασχηματισμών που κορυφώθηκε με τη δημιουργία την δεκαετία του 680, ενός νέου συστήματος που περιελάμβανε το θέμα, μια στρατιωτική και διοικητική μονάδα που αντικατέστησε της πρότερη διοικητική και στρατιωτική διαίρεση. Κάθε θέμα, διοικούνταν από τον στρατηγό και διαιρούνταν σε τούρμες, που διοικούνταν με την σειρά τους από τον τουρμάρχη. Κάθε τούρμα, διαιρούνταν στη μοίρα ή στον δρούγγο, που έπειτα αυτές διαιρούνταν στον βάνδο. Κάθε μοίρα ή δρούγγος μπορεί να συγκριθεί σήμερα με την δύναμη ενός συντάγματος ή μία ταξιαρχίας, αφού περιελάμβανε δύναμη 1.000 οπλιτών, γι΄αυτό και ενίοτε ονομάζονταν χιλιαρχία. Ο αριθμός των πολεμιστών, μπορούσε να μεταβληθεί ανάλογα με τις συνθήκες της εποχής, σε 3.000 ή και λιγότερο, σε 400 άνδρες, όπως στα σώματα δρούγγων που είχε οργανώσει ο Λέων ΣΤ΄ ο Σοφός για τα μικρότερα θέματα.[1]

Ελληνικός στρατός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Ελληνικός στρατός

Στις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, και σε όλα τα σώματα ξηράς, ναυτικού και αεροπορίας, ο όρος της μοίρας χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει στρατιωτικούς σχηματισμούς, αντίστοιχους με μια επιλαρχία τεθωρακισμένων, στολοδρομία τεσσάρων πλοίων συνήθως ιδίου τύπου, και ένα σμήνος δώδεκα με εικοσιτεσσάρων αεροπλάνων ή ένα σμήνος ειδικών επιχειρήσεων και αεροπυρόσβεσης.[εκκρεμεί παραπομπή]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Treadgold 1995, σελίδες 104–105.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]