Μητροπολίτης Λαρίσης Αρσένιος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αρσένιος
Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου
Από1914
Έως1934
ΠροκάτοχοςΑμβρόσιος
ΔιάδοχοςΔωρόθεος
Άλλοι τίτλοιΕπίσκοπος Ειρηνουπόλεως (1901)
Μητροπολίτης Στρωμνίτσης και Τιβεριουπόλεως (1910)
Ιεροσύνη
Χειροτονία1914
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση1869
Μυριόφυτο, Ανατολική Θράκη, Οθωμανική Αυτοκρατορία
Θάνατος26 Δεκεμβρίου 1934 (65 ετών)
Λάρισα, Ελλάδα
ΕθνικότηταΈλληνας
ΣπουδέςΘεολογική Σχολή της Χάλκης
ΔόγμαΧριστιανός Ορθόδοξος

Ο Αρσένιος Αφεντούλης (1869-1934) ήταν Έλληνας κληρικός, ο οποίος διετέλεσε μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου την περίοδο 1914-1934.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε το 1869 στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης. Στη συνέχεια σπούδασε στην Εμπορική σχολή (1882-1887) και την Θεολογική Σχολή της Χάλκης (1887-1894). Διετέλεσε ιεροκήρυκας στον Γαλατά, και γραμματέας του μητροπολίτη Χαλκηδόνας κατά το 1896. Έπειτα κατείχε θέσεις αρχιδιακόνου, πρωτοσύγκελου και επόπτη στις σχολές της Μητρόπολης Εφέσου (1897-1901), ενώ εξελέγη επίσκοπος Ειρηνουπόλεως (1901-1910) και μητροπολίτης Στρωμνίτσης και Τιβεριουπόλεως (1910).[1][2]

Το 1913 οι Βούλγαροι τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν, ενώ παράλληλα εγκατέλειψε την Στρώμνιτσα μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες της περιοχής. Διέφυγε στην Λάρισα, όπου έπειτα από έγκριση του βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ (Ιούλιος 1914) τοποθετήθηκε στην θέση του μητροπολίτη Λαρίσης και Πλαταμώνος. Πρώτο του μέλημα ήταν η αποκατάσταση των προσφύγων που κατέφυγαν στην πόλη μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Από το 1916 ήταν μέλος της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, ενώ το 1917 κατηγορήθηκε μαζί με άλλους ιεράρχες έπραττε κατά του Ελευθερίου Βενιζέλου.[1]

Έτσι λοιπόν το Ανώτατο Ειδικό Εκκλησιαστικό Δικαστήριο αποφάσισε την καθαίρεση του, και την εξορία του στη μονή Χοζοβιώτισας στην Αμοργό. Φυλακίστηκε στην Αθήνα το 1919, ενώ αργότερα εξορίστηκε στον Άγιο Διονύσιο της Ζακύνθου, και την μονή Στροφάδων το 1920. Στις 16 Νοεμβρίου 1920 ακυρώθηκε η καθαίρεση του μέσω Βασιλικού Διατάγματος, αλλά και πάλι το 1922 η Επαναστατική Επιτροπή ακύρωσε το διάταγμα αυτό. Εν τέλει το 1923 επανήλθε στην θέση του στην μητρόπολη Λάρισας.[1]

Προσέφερε σημαντικό φιλανθρωπικό έργο έργο στην τοπική κοινωνία της πόλης, περιθάλποντας τους πρόσφυγες και παρέχοντας συσσίτια και χρηματική ενίσχυση. Ακόμη, στήριξε τους φοιτητές που σπουδάζαν σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, οι οποίοι αντιμετώπιζαν οικονομικά προβλήματα. Για όλα αυτά είχε την υποστήριξη των δημάρχων της Λάρισας.[1]

Κατά την διάρκεια του βίου του τιμήθηκε με τον μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Σωτήρος, και το παράσημο πρώτης τάξεως Μετζητιέ. Οδός στην Λάρισα έχει πάρει το όνομά του.[1]

Πέθανε από ανακοπή καρδιάς στις 26 Δεκεμβρίου 1934. Η κηδεία του έγινε με δαπάνη του δήμου μετά από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου προς αναγνώριση του έργου του, ενώ η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο ναό του Αγίου Αχιλλίου της Λάρισας.[1][2]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]