Κωνσταντίνος Δαλασσηνός (δουξ Αντιόχειας)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κωνσταντίνος Δαλασσηνός
Γενικές πληροφορίες
ΘάνατοςΑπριλίου 1142 (after)[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΒυζαντινή Αυτοκρατορία
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός
κυβερνητικός αξιωματούχος
Οικογένεια
ΓονείςΔαμιανός Δαλασσηνός
ΑδέλφιαΘεοφύλακτος Δαλασσηνός
Ρωμανός Δαλασσηνός
ΟικογένειαΟικογένεια Δαλασσηνών
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΜάχη του Αζαζίου
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαστρατηγός
Δουξ
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός ήταν βυζαντινός αξιωματούχος μέλος της αριστοκρατικής οικογένειας των Δαλασσηνών, και στρατηγός του πρώτου μισού του 11ου αιώνα. Ήταν έμπειρος και δημοφιλής στρατηγός όπου δύο φορές ήρθε κοντά στο να αναρριχηθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο. Ο σχεδιαζόμενος γάμος του με την πορφυρογέννητη αυτοκράτειρα Ζωή (που τελικά δεν έγινε ποτέ) τον οδήγησε σε μια μακρά περίοδο φυλάκισης από τον Μιχαήλ Δ΄, ο οποίος φοβόταν ότι σχεδίαζαν να του πάρουν τον θρόνο.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Κωνσταντίνος γεννήθηκε πιθανώς γύρω στο 965/970[2], ήταν ο μεγαλύτερος γιος του μαγίστρου Δαμιανού Δαλασσηνού, ο οποίος κατείχε τη σημαντική θέση του δούκα της Αντιόχειας από το 995/996 μέχρι το θάνατό του στη μάχη εναντίον των Φατιμιδών στην Απάμεια το 998. Ο Κωνσταντίνος, μαζί με τους αδελφούς του Ρωμανό και Θεοφύλακτο, ήταν παρών στη μάχη[3][4][5]. Ήταν ίσως ένας από τους δύο γιους του Δαμιανού που, σύμφωνα με τον ιστορικό Γιαχία της Αντιοχείας, πιάστηκαν αιχμάλωτοι και οδηγήθηκαν στο Κάιρο, όπου απελευθερώθηκαν το 1008[6][7].

Ο Κωνσταντίνος επανεμφανίζεται την άνοιξη του 1024, όταν κατείχε την παλιά θέση του πατέρα του ως δούκα της Αντιόχειας, με το βαθμό του πατρικίου. Η καριέρα του μεταξύ 1008 και 1024 είναι άγνωστη, πιθανώς κατέχει ακόμα κάποια στρατιωτική διοίκηση[3][7]. Ο ίδιος απολάμβανε την εύνοια του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Η΄, ο οποίος στο νεκροκρέβατό του φέρεται να τον ονόμασε κληρονόμο του και ζήτησε τον γάμο του με την μεγαλύτερη κόρη του Ζωή. Ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός κατείχε πολλά κτήματά στο Θέμα Αρμενιακών, όπου και ζούσε, αλλά πριν φθάσει στην Κωνσταντινούπολη η κατάσταση άλλαξε. Ο αυτοκράτορας επηρεασμένος από τους συμβούλους του, προτίμησε έναν αδύναμο ηγέτη τον οποίο θα μπορούσαν να ελέγξουν, και τον έπεισαν να επιλέξει τον Ρωμανό Γ΄ αντ' αυτού, και να διατάξει τον Δαλασσηνό να επιστρέψει στην πατρίδα του[7][8][9]. Σύμφωνα με τον Ρωμανό Γ΄, ο Δαλασσηνός απέτυχε στην εκστρατεία του 1030 κατά του Χαλεπίου, Αραβικές πηγές και το χρονικό του Ματθαίου της Έδεσσας κατηγορούν τον Δαλασσηνό ότι συνωμότησε εναντίον του Ρωμανού για την αποτυχία της αποστολής[7][10].

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας των διαδόχων του Αργυρού, Μιχαήλ Δ΄ και Μιχαήλ Ε΄, ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός αναδείχθηκε ως ηγέτης της αριστοκρατικής αντιπολίτευσης. Απολάμβανε όχι μόνο την υποστήριξη αρκετών διακεκριμένων οικογενειών της Ανατολίας, κυρίως των ισχυρών Δουκάδων - ο μετέπειτα αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ι΄ Δούκας ήταν παντρεμένος με την κόρη του Δαλασσηνού - αλλά επίσης, σύμφωνα με τον Μιχαήλ Ψελλό, είχε την αποδοχή του λαού, τόσο σε Κωνσταντινούπολη και ιδιαίτερα στην Αντιόχεια[11].

Ο Ιωάννης Ορφανοτρόφος στέλνει τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό σε εξορία στο νησί Πλάτη, από την «Σύνοψι Ιστοριών» του Σκυλίτζη

Ο Μιχαήλ Δ΄ εξοργίστηκε με τον Κωνσταντίνο όταν έμαθε πληροφορίες ότι χλεύαζε τον νέο αυτοκράτορα ως «χυδαίο και τριών δεκάρων άνθρωπο». Κατά συνέπεια, ο αδελφός του Μιχαήλ ευνούχος, όπου στην πραγματικότητα ασκούσε την εξουσία, Ιωάννης Ορφανοτρόφος, προσπάθησε να εξουδετερώσει τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό. Με την υπόσχεση για τίτλους και τιμητικές διακρίσεις, προσπάθησε να δελεάσει τον Δαλασσηνό και να έρθει από τα κτήματά του στο θέμα Αρμενιακών στην Κωνσταντινούπολη. Ο Δαλασσηνός αρχικά αρνήθηκε, αλλά μετά τις διαβεβαιώσεις για την ασφάλειά του, και την εγγύηση ενός όρκου, έφυγε για την αυτοκρατορική πρωτεύουσα[10][12]. Αρχικά, αντιμετωπίστηκε καλά, έλαβε προαγωγή και δώρα , αλλά το καλοκαίρι του 1034, μια εξέγερση ξέσπασε στην Αντιόχεια κατά του τοπικού κυβερνήτη, τον αδελφό του Μιχαήλ Δ΄ Νικήτα. Η εξέγερση πυροδοτήθηκε από τη βαριά φορολογία, αλλά ο Ιωάννης ο Ορφανοτρόφος επέλεξε να κατηγορήσει για την εξέγερση τον Κωνσταντίνο, τα αδέλφια και τους συγγενείς του, συμπεριλαμβανομένου του γιου-σε-δικαίου Κωνσταντίνο Δούκα και άλλους ευγενείς που συνδέονται μαζί τους, τέλος φυλακίστηκαν και εξορίστηκαν[13][14][15].

Ο Κωνσταντίνος βρέθηκε για πρώτη φορά εξόριστος σε ένα νησί στη Θάλασσα του Μαρμαρά, αλλά αργότερα, για να αποτραπεί η διαφυγή του, μεταφέρθηκε σε ένα πύργο στα τείχη της Κωνσταντινούπολης, μαζί με τον Κωνσταντίνο Δούκα. Η στρατιωτική τεχνογνωσία του, όμως, εξακολούθησε να είναι τόσο υψηλή ώστε ο Ιωάννης ο Ορφανοτρόφος τον θεωρούσε ικανό να τον διορίσει ως στρατιωτικό σύμβουλο του αδελφού του Κωνσταντίνου σε μια εκστρατεία εναντίον της Αμπχαζίας[13]. Μια μεταγενέστερη παράδοση λέει ότι κατά τη διάρκεια της διαμονής του Δαλασσηνού στην πρωτεύουσα, η Ζωή, έκανε μια κρυφή σχέση μαζί του με την ελπίδα να μείνει έγκυος[15]. Σε κάποιο σημείο το 1041, ο Κωνσταντίνος αναγκάστηκε επίσης να γίνει μοναχός. Οι ιστορικές αναφορές εδώ είναι αντιφατικές: ο Ψελλός γράφει ότι ο Μιχαήλ Ε΄ το έκανε αυτό τον Δεκέμβριο, αλλά ο Μιχαήλ Ατταλειάτης ότι ο Μιχαήλ Ε τον απελευθέρωσε[15][13].

Όταν ο Μιχαήλ Ε ανατράπηκε σε μια λαϊκή εξέγερση, τον Απρίλιο του 1042, οι κόρες του Κωνσταντίνου Η΄ Ζωή και Θεοδώρα χρίστηκαν αυτοκράτειρες της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά η Ζωή αποφάσισε να επιλέξει έναν σύζυγο (τρίτο της) για να είναι αυτοκράτορας. Ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός, ο οποίος είχε σχεδόν γίνει ο πρώτος σύζυγός της το 1028, ήταν η πρώτη της επιλογή. Αλλά κατά την συνομιλία τους, ο αυστηρών αρχών ανεξάρτητος και με δυναμικό τρόπο Κωνσταντίνος δυσαρέστησε Ζωή, και διάλεξε τον Κωνσταντίνο Θ΄. Ο Κωνσταντίνος Δαλασσηνός χάνεται στη συνέχεια από τις πηγές[11][13][16].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 26  Νοεμβρίου 2018.
  2. Cheynet & Vannier 1986, σελ. 77.
  3. 3,0 3,1 Kazhdan 1991, σελ. 578.
  4. Krsmanović 2003, σελ. 3.
  5. Cheynet & Vannier 1986, σελ. 78, 80.
  6. Krsmanović 2003, σελ. 5.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Cheynet & Vannier 1986, σελ. 80.
  8. Patlagean 2007, σελ. 131–132.
  9. Treadgold 1997, σελ. 584.
  10. 10,0 10,1 Kazhdan & Epstein 1985, σελ. 64.
  11. 11,0 11,1 Krsmanović 2003, σελ. 4.
  12. Cheynet & Vannier 1986, σελ. 80-81.
  13. 13,0 13,1 13,2 13,3 Cheynet & Vannier 1986, σελ. 81.
  14. Kazhdan & Epstein 1985, σελ. 64-65.
  15. 15,0 15,1 15,2 Patlagean 2007, σελ. 132–133.
  16. Treadgold 1997, σελ. 590.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]