Καμπέρα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 35°18′27″S 149°7′28″E / 35.30750°S 149.12444°E / -35.30750; 149.12444

Καμπέρα

Σημαία

Έμβλημα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Καμπέρα
35°17′35″S 149°7′37″E
ΧώραΑυστραλία[1]
Διοικητική υπαγωγήΕπικράτεια Αυστραλιανής Πρωτεύουσας
Ίδρυση12  Μαρτίου 1913
Έκταση471,78 km²
Υψόμετρο578 μέτρα
Πληθυσμός381.488 (2014)
Ταχ. κωδ.2600–2617
Τηλ. κωδ.0251[2][3], 0252[2][3], 0261[2][3] και 0262[2][3]
Ζώνη ώραςUTC+10:00
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Καμπέρα (αγγλικά: Canberra, Κάνμπρα, προφέρεται: [ˈkænbərə]) είναι η πρωτεύουσα της Κοινοπολιτείας της Αυστραλίας. Με πληθυσμό που ξεπερνά τους 403.468 κατοίκους (2016) είναι η μεγαλύτερη πόλη στην ενδοχώρα της Αυστραλίας. Η πόλη βρίσκεται στο βορειότερο σημείο της Περιφέρειας Πρωτευούσης, 280 χλμ. νοτιοδυτικά από το Σίδνεϊ και 650 χλμ. βορειοανατολικά της Μελβούρνης. Η τοποθεσία της Καμπέρα επιλέχθηκε το 1908 σαν συμβιβασμός ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες πόλεις της χώρας, του Σίδνεϊ και της Μελβούρνης. Η κατασκευή της νέας πόλης ξεκίνησε το 1913. Η Καμπέρα έχει έκταση 814,2 τ.χλμ.[εκκρεμεί παραπομπή]. Η Καμπέρα ήταν ένα φτωχό μέρος σαν το Σχιστό στην Αττική χωρίς ζωή, χωρίς ελπίδα για τους ελάχιστους κατοίκους της μέχρι που Καρπάθιοι μετανάστες αγόρασαν εκτάσεις γης και βοήθησαν στην ανοικοδόμηση της περιοχής.

Η Καμπέρα είναι η έδρα της αυστραλιανής κυβέρνησης και της βουλής του κράτους, του Ανώτατου Δικαστηρίου της Αυστραλίας, της Εθνικής Πινακοθήκης της Αυστραλίας και του Εθνικού Μουσείου της χώρας.

Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κανμπέρα εκτείνεται σε επιφάνεια 814,2 km2 (314,4 mi2)[4] και βρίσκεται πλησίον των ορέων Μπρινταμπέλλα (μέρος των Αυστραλιανών Άλπεων, περίπου 150 km (93 mi) από την ανατολική ακτή της Αυστραλίας. Έχει υψόμετρο περίπου 580 m (1,900 ft) AHD[5] [6] το υψηλότερο σημείο είναι το Όρος Ματζούρα στα 888 m (2,913 ft).[7][8] Άλλα χαμηλά υψώματα περιλαμβάνουν το Όρος Τέιλορ 855 m (2,805 ft),[9] Mount Ainslie 843 m (2,766 ft),[10] Mount Mugga Mugga 812 m (2,664 ft)[11] και το Όρος Μπλακ 812 m (2,664 ft).[12][13]

Το ιθαγενές δάσος στην περιοχή της Κανμπέρα ήταν σχεδόν αποκλειστικά δάσος ευκαλύπτων και προσέφερε πρώτη ύλη για καύσιμα και οικιακές χρήσεις. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, η υλοτομία είχε αποδεκατίσει τους ευκάλυπτους, και ανησυχία για την ποιότητα των υδάτων οδήγησε στον αποκλεισμό τω δασών. Το ενδιαφέρον στη δασοκομία άρχισε το 1915 με δοκιμές ενός αριθμού ειδών, ανάμεσά τους το Pinus radiata, στις πλαγιές του Όρους Στρόμλο. Έκτοτε οι φυτεύσεις έχουν επεκταθεί, προσφέροντας το πλεονέκτημα μικρότερων διαβρώσεων στο Cotter catchment, και τα δάση είναι επιπλέον δημοφιλείς περιοχές αναψυχής.[14]

Η θέση της Κανμπέρα εντός της Επικράτειας της Αυστραλιανής Πρωτεύουσας. Οι κύριες περιοχές της Κανμπέρα φαίνονται με κίτρινο: Canberra Central (σημειωμένη ως Βόρεια και Νότια Κανμπέρα), Woden Valley, Μπελκόνεν, Weston Creek, ΤΟούγκερανονγκ, and Γκούνγκαλιν.

Οι αστικές περιοχές της πόλης της Κανμπέρα διατρέχουν την πεδιάδα Γκινιντέρα, την Πεδιάδα Μολόνγκλο, την πεδιάδα Λάιμστον και την πεδιάδα Τούγκερανονγκ (Isabella's Plain).[15] Ο Ποταμός Μολόνγκλο που ρέει κατά πλάτος της ομώνυμης πεδιάδας έχει τροποποιηθεί με τη δημιουργία φράγματος, η το οποίο δημιούργησε την περίφημη Λίμνη Μπέρλεϊ Γκρίφιν της πρωτεύουσας.[16] Ο ποταμός then flows into the Murrumbidgee north-west of Canberra, which in turn flows north-west toward the New South Wales town of Yass. The Queanbeyan River joins the Molonglo River at Oaks Estate just within the ACT.[15]

Ένας αριθμός ρεμάτων, ανάμεσά τους το Τζεραμπομπέρα and Yarralumla Creeks, flow into the Molonglo and Murrumbidgee.[15] Δύο από αυτά τα ρέματα, το Γκινιντέρα και το Τούγκερανονγκ, περιλαμβάνουν επίσης φράγματα που δημιούργησαν τις λίμνες Γκινιντέρα και Τούγκερανονγκ.[17][18][19] Μέχρι πρόσφατα ο ποταμός ήταν πηγή συχνά καταστροφικών πλημμυρών· η περιοχή ήταν παραποτάμια πεδιάδα προτού γεμίσει η Λίμνη Μπέρλεϊ Γκρίφιν.[20][21]


Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πρώτοι κάτοικοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πριν τη Βρετανική αποικιοποίηση, η περιοχή στην οποία τελικά κατασκευάστηκε η Κανμπέρα κατοικείτο από Ιθαγενείς Αυστραλούς. Ο ανθρωπολόγος Νόρμαν Τίντεϊλ ισχυρίζεται ότι η βασική φυλή της περιοχής ήταν οι Νγκουναουάλ, ενώ οι Νγκαρίγκο ζούσαν αμέσως νοτιότερα της Επικράτειας της Αυστραλιανής Πρωτεύουσας, οι Ουανταντιάν στα ανατολικά, οι Ουαλγκούλου στα νότια επίσης, οι Γκαντανγκάρα βόρεια και οι Ουιρανττζούρι στα βορειοδυτικά.

Οι πρώτοι Βρετανοί έποικοι στην περιοχή της Κανμπέρα περιέγραψαν δύο φυλές των Νγκουναουάλ που κατοικούσαν στην πλησίον περιοχή. Οι Κάνμπερρυ (Canberry) ή Νγκάνμπρα (Nganbra) ήταν μια φυλή που ζούσε κυρίως γύρω από το Σάλλιβαν'ς Κρικ και είχαν εθιμοτυπικά εδάφη στη βάση του Black Mountain, ενώ η φυλή Πιαλίγκο είχε γη γύρω από το σημερινό Αεροδρόμιο της Κανμπέρα.[22][23]

Αρχαιολογικά στοιχεία εγκατάστασης στην περιοχή περιλαμβάνουν καταφύγια, ζωγραφική και χαρακτική σε πέτρα, ταφικούς χώρους, κατασκηνώσεις και λατομεία καθώς και λίθινα εργαλεία και διτάξεις.[24] Τέχνεργα που έχουν βρεθεί συντείνουν ότι πρώιμη ανθρώπινη δραστηριότητα συνέβη κάποια στιγμή στην περιοχή 21.000 χρόνια πριν.[25]

Βρετανική εξερεύνηση και αποικισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

St John's Anglican Church, το παλαιότερο σωζόμενο δημόσιο κτίριο στην εσώτερη πόλη, αφιερωμένο το 1845
Blundells Cottage, χτισμένο περίπου το 1860,[26] είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα κτίρια που οικοδόμησαν οι πρώτοι λευκοί έποικοι της Κανμπέρα.

Τον Οκτώβριο 1820, ο Τσαρλς Θρόσμπι ηγήθηκε της πρώτης Βρετανικής αποστολής στην περιοχή.[27][28][29][30] Τέσσερις ακόμα αποστολές έλαβαν χώρα μεταξύ 1820 και 1823 με τη δημιουργία του πρώτου ακριβούς χάρτη να συμβαίνει από τον εξερευνητή Mark John Currie τον Ιούνιο 1823. Τότε η περιοχή είχε πλέον γίνει γνωστή ως Limestone Plains.[27][31]

Η Βρετανική εγκατάσταση στην περιοχή πιθανώς χρονολογείται από τα τέλη του 1823, when a sheep station was formed on what is now the Acton Peninsula by James Cowan, the head stockman employed by Τζόσουα Τζον Μουρ.[32] Moore had received a land grant in the region in 1823 and formally applied to purchase the site on 16 December 1826. Ονόμασε την ιδιοκτησία "Canberry". Στις 30 Απριλίου 1827, ο Μουρ πληροφορήθηκε μέσω γράμματος ότι μπορούσε να διατηρήσει την κατοχή 1,000 acres (405 ha) στο Canberry.[33]

Άλλοι άποικοι σύντομα ακολούθησαν τον παράδειγμα του Μουρ και απέκτησαν γη στην περιοχή. Περίπου το 1825 ο James Ainslie, εργαζόμενος εκ μέρους του πλούσιου εμπόρου Ρόμπερτ Κάμπελ, κατέφτασε για να εγκαθιδρύσει σταθμό προβάτων. Οδηγήθηκε στην περιοχή από μια ανήλικη Αβορίγινα που του έδειξε τις ωραίες εκτάσεις της φυλής της, των Πιάλιγκο.[22] The area then became the property of Campbell and it was initially named Πιάλιγκο προτού ο Κάμπελ το αλλάξει στο Σκωτικής προέλευσης τοπωνύμιο Ντάντρουν.[34][35][36]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 39. Ανακτήθηκε στις 6  Αυγούστου 2018.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 «Telecommunications Numbering Plan 2015». Telecommunications Numbering Plan 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 Telstra: «Charging Zones». (Αγγλικά) Our Customer Terms: Basic Telephone Service Section: Part J—Charging Zones. 1  Ιουνίου 2018.
  4. «Planning Data Statistics». ACT Planning & Land Authority. 21 Ιουλίου 2009. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Αυγούστου 2008. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2010. 
  5. ·«Climate of Canberra Area». Bureau of Meteorology. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιουλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2010. 
  6. «Climate of Canberra Area». Bureau of Meteorology. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Ιουλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2010. 
  7. «Lady luck or lucky lady?». The Queanbeyan Age. 19 Ιουλίου 2002. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2012. 
  8. «Canberra Nature Park: Mt Majura Nature Reserve» (PDF). ACT Government Territory and Municipal Services. 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 26 Μαρτίου 2012. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2010. 
  9. «Canberra Nature Park: Mt Taylor Nature Reserve» (PDF). ACT Government Territory and Municipal Services. 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 1 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2013. 
  10. «Canberra Nature Park: Mt Ainslie Nature Reserve» (PDF). ACT Government Territory and Municipal Services. 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 1 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2013. 
  11. «Canberra Nature Park: Mt Mugga Mugga Nature Reserve» (PDF). ACT Government Territory and Municipal Services. 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 1 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2013. 
  12. «Canberra Nature Park: Black Mountain Nature Reserve» (PDF). ACT Government Territory and Municipal Services. 2004. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 1 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Φεβρουαρίου 2013. 
  13. Penguin Books Australia 2000, σελ. 28.
  14. McLeod, Ron (2003). Inquiry into the Operational Response to the January 2003 Bushfires in the ACT (PDF). Canberra, ACT. ISBN 0-642-60216-6. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 14 Μαΐου 2013. 
  15. 15,0 15,1 15,2 Gibbney 1988, inside cover.
  16. Sparke 1988, σελίδες 131-132.
  17. Sparke 1988, σελίδες 181-182.
  18. «Lake Ginninderra». ACT Government Territory and Municipal Services. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιουνίου 2013. Ανακτήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2013. 
  19. Williams 2006, σελ. 260.
  20. Sparke 1988, σελίδες 4-7, 13-14.
  21. Scrivener Dam (PDF). National Capital Authority. σελίδες 1–2. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 1 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 2 Ιουνίου 2009. 
  22. 22,0 22,1 «ABORIGINES ADVISED AINSLIE TO CHOOSE DUNTROON». The Canberra Times (Australian Capital Territory, Australia) 28 (3,213): σελ. 2. 30 April 1954. http://nla.gov.au/nla.news-article2908643. Ανακτήθηκε στις 24 May 2022. 
  23. «CANBERRA BLACKS.». The Sydney Morning Herald (New South Wales, Australia) (27,886): σελ. 11. 21 May 1927. http://nla.gov.au/nla.news-article16374628. Ανακτήθηκε στις 24 May 2022. 
  24. Gillespie, Lyall (1984). Aborigines of the Canberra Region. Canberra: Wizard (Lyall Gillespie). σελίδες 1–25. ISBN 0-9590255-0-2. 
  25. Flood, J. M.; David, B.; Magee, J.; English, B. (1987), «Birrigai: a Pleistocene site in the south eastern highlands», Archaeology in Oceania 22: 9–22, doi:10.1002/j.1834-4453.1987.tb00159.x 
  26. «Blundells Cottage». National Capital Authority. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2010. 
  27. 27,0 27,1 Cambage, R.H. (1921). «Exploration between the Wingecarribee, Shoalhaven, Macquarie and Murrumbidgee Rivers». Journal of the Royal Australian Historical Society 7 (5): 217–288. http://nla.gov.au/nla.obj-596088877. Ανακτήθηκε στις 23 May 2022. 
  28. Canberra – Australia's capital city, Australian Government, 4 February 2010, http://australia.gov.au/about-australia/australian-story/canberra-australias-capital-city, ανακτήθηκε στις 2023-04-18 
  29. Fitzgerald 1987, σελ. 5.
  30. Gillespie 1991, σελίδες 3-8.
  31. Currie, Mark John (1823), Journal of an excursion to the southward of Lake George in New South Wales, nla.obj-62444232, http://nla.gov.au/nla.obj-62444232, ανακτήθηκε στις 24 May 2022 
  32. Gillespie 1991, σελ. 9.
  33. «LETTERS.». The Sydney Morning Herald (National Library of Australia): σελ. 6. 31 January 1934. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 July 2013. https://web.archive.org/web/20130728133212/http://trove.nla.gov.au/ndp/del/article/29891172. Ανακτήθηκε στις 8 October 2012. 
  34. Selkirk, Henry (1923). «The Origins of Canberra». The Journal of the Royal Australian Historical Society 9: 49–78. http://nla.gov.au/nla.obj-594747918. Ανακτήθηκε στις 23 May 2022. 
  35. Gibbney 1988, σελ. 48.
  36. Fitzgerald 1987, σελ. 9.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]