Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ινδική κάνναβη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ινδική κάνναβη (Cannabis indica)

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Τραχειόφυτα (Tracheophyta)
Τάξη: Ροδώδη (Rosales)
Οικογένεια: Κανναβοειδή (Cannabaceae)
Γένος: Κάνναβις (Cannabis)
Διώνυμο
Ινδική κάνναβη
Cannabis indica

Η Ινδική κάνναβη, επισήμως γνωστή ως Cannabis indica, είναι ένα ετήσιο φυτικό είδος της οικογένειας Κανναβοειδών[1] που παράγει μεγάλες ποσότητες τετραϋδροκανναβινόλης (THC)[2] και καλλιεργείται για σκοπούς συμπεριλαμβανομένου του χασίς στην Ινδία. Οι υψηλές συγκεντρώσεις της THC παρέχουν ευφορικά αποτελέσματα, καθιστώντας το δημοφιλές για ψυχαγωγική χρήση, στην εναλλακτική ιατρική όσο και ως φάρμακο κλινικής έρευνας.[3]

Το 1785, ο Ζαν Μπατίστ Λαμάρκ δημοσίευσε μια περιγραφή ενός δεύτερου είδους της κάνναβης, την οποία ονόμασε Ινδική κάνναβη. Ο Λαμάρκ, ονόμασε τα δείγματα των φυτών που συνέλεξε στην Ινδία με βάση την πρόσφατη περιγραφή του για αυτά τα είδη. Ο Ρίτσαρντ Έβανς Σούλτες περιέγραψε την Ινδική κάνναβη ως σχετικά κοντό, κωνικό, και πυκνά διακλαδισμένο, ενώ την Κάνναβη sativa την περιγράφει ως ψηλή και με πιο απλωμένη διακλάδωση.[4] Ο Λόραν Σ. Άντερσον περιγράφει την Ινδική κάνναβη, πως έχει κοντά, ευρεία φύλλα, ενώ αυτά της Κάνναβης sativa τα χαρακτήρισε ως σχετικά μακρυά και στενά.[5][6] Τα φυτά της Ινδικής κάνναβης σύμφωνα με τον Σούλτες και τις περιγραφές του Άντερσον μπορεί να προέρχεται από την οροσειρά Χίντου Κους. Λόγω του συχνά σκληρού και μεταβλητού (εξαιρετικά κρύοι χειμώνες, και ζεστά καλοκαίρια) κλίματος αυτών των περιοχών, η Ινδική Κάνναβη είναι κατάλληλη για καλλιέργεια σε εύκρατα κλίματα.

Τα πλατύφυλλα φυτά της Ινδικής κάνναβης στην Ινδία, το Αφγανιστάν, το Μπανγκλαντές και το Πακιστάν είναι παραδοσιακά και καλλιεργούνται για την παραγωγή χασίς. Φαρμακολογικώς, η κάνναβη παραδοσιακών ινδικών ποικιλιών τείνουν να έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε κανναβιδιόλη (CBD) από τα κλαδιά της Κάνναβης της ήμερης (Cannabis sativa).[7] Η πιο εμπορική κάνναβη επιλέγεται να είναι αυτή που έχει τα πιο χαμηλά επίπεδα CBD, με ορισμένους χρήστες να αναφέρουν περισσότερο ένα «πετρωμένο» συναίσθημα και λιγότερο ένα "υψηλό" από την Ινδική κάνναβη σε σύγκριση με Κάνναβη sativa.[8] Η ευφορία της Ινδικής κάνναβης είναι υψηλή και έχει ευεργετικές ιδιότητες, όπως η ανακούφιση του πόνου πέραν του ότι είναι μια αποτελεσματική θεραπεία για την αϋπνία, ενώ παράλληλα είναι και αγχολυτικό, σε αντίθεση με την Κάνναβη sativa που είναι πιο συχνές οι αναφορές για «καμένη συμπεριφορά» και «ψυχική θολούρα», και ακόμα, αν και σπάνια, περιλαμβάνει και παραισθήσεις.[9] Οι διαφορές στην περιεκτικότητα σε τερπενοειδή του αιθέριου ελαίου μπορεί να ευθύνονται για ορισμένες από αυτές τις διαφορές στην ισχύ.[10][11] Οι κοινές φούντες της ινδικής Κάνναβης για ψυχαγωγικούς σκοπούς ή ιατρική χρήση περιλαμβάνουν Κους.

Μια πρόσφατη γενετική ανάλυση έδειξε τόσο τα στενόφυλλα όσο και στα πλατύφυλλα, φαρμακευτικούς "βιότυπους" στην Κάνναβη indica, καθώς και στην Κάνναβη της νότιας και ανατολικής Ασίας (ίνες / σπόρων) παραδοσιακών ποικιλιών και άγριων πληθυσμών των Ιμαλαΐων.[12]

Διαφορά μεταξύ Κάνναβης indica και Κάνναβης sativa

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κάνναβη εμφανίζει μια εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία όσον αφορά τα βοτανικά, τα γενετικά και τη χημικά συστατικά της. Ο αριθμός των ειδών στο γένος της κάνναβης ήταν αμφιλεγόμενος για πολλά χρόνια. Ορισμένες αναφορές πρότειναν την κάνναβη ως πολυτυπικό γένος. Ωστόσο, με βάση τα μορφολογικές, ανατομικές, φυτοχημικές και γενετικές μελέτες, αντιμετωπίζεται γενικά ως έχουσα ένα μόνο, ιδιαίτερα πολυμορφικό είδος, το C. sativa L. Άλλα είδη που αναφέρονται είναι η Cannabis indica Lam. και το Cannabis ruderalis Janisch, αλλά τα φυτά που θεωρείται ότι ανήκαν σε αυτά τα είδη αναγνωρίζονται πλέον ως ποικιλίες C. sativa L. (var. Indica και var. Ruderalis, αντίστοιχα).

Η κύρια μορφολογική διαφορά μεταξύ της Κάνναβης indica και της Κάνναβης sativa είναι τα φύλλα τους. Τα φύλλα της Sativa είναι πολύ μικρότερα και λεπτότερα, ενώ εκείνα της Indica είναι πλατύτερα και έχουν χρώμα βαθύ πράσινο, συχνά με μοβ χροιά και στην ωρίμανση, γίνονται σκούρα μοβ. Επίσης, τα ινδικά φυτά είναι μικρότερα και πιο πυκνότερα, συνήθως κάτω από 6 πόδια ύψους και σπάνια πάνω από 8 πόδια. Η Ινδική κάνναβη έχει βραχέα κλαδιά φορτωμένα με πυκνούς οφθαλμούς, οι οποίοι ωριμάζουν νωρίς, συνήθως στις αρχές Σεπτεμβρίου στο Βόρειο ημισφαίριο. Η φυσική κατανομή της Ινδικής κάνναβης είναι το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, η Ινδία και οι γύρω περιοχές. Τα φυτά της Sativa έχουν μακριά κλαδιά, με τα χαμηλότερα να απλώνονται 4 πόδια ή περισσότερο από τον κεντρικό μίσχο, όπως σε ένα κωνικό χριστουγεννιάτικο δέντρο. Το ύψος τους κυμαίνεται από 6 πόδια έως περισσότερο από 20 πόδια, με συνηθέστερο έυρος: 8 - 12 πόδια.

Ο χρόνος ωρίμανσης της κάνναβης ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με την ποικιλία και τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Η Sativa βρίσκεται σε όλο τον κόσμο και περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος των ναρκωτικών των ισημερινών ποικιλιών όπως η Κολομβιανή, η Μεξικάνικη, η Νιγηριανή και η Νότια Αφρικάνικη. Τα φυτά Sativa τείνουν να έχουν περιεκτικότητα υψηλότερη στο Δ9-THC και χαμηλότερη σε CBD από ό, τι τα Indica.[13]

Κάνναβη με σχετικά υψηλότερη CBD έναντι της THC, σε αναλογία, είναι λιγότερο πιθανό να προκαλέσει άγχος από ό,τι το αντίστροφο. Η CBD ευθύνεται, επίσης, για την έντονη υπνηλία που προκαλείται, σε σύντομο χρονικό διάστημα, αμέσως μετά την χρήση της. Αυτό το αποτέλεσμα μπορεί να οφείλεται στο ότι η CBD είναι ανταγωνιστικότερη της THC συγκριτικά κατά των υποδοχέων κανναβινοειδών του οργανισμού, σε σχέση με την μερική δράση της THC. Η Κανναβιδιόλη (CBD) είναι επίσης ένας 5-ΗΤ υποδοχέας (σεροτονίνης), ο οποίος μπορεί επίσης να συμβάλει σε μία αγχολυτική επίδραση.[14] Αυτό πιθανότατα σημαίνει ότι οι υψηλές συγκεντρώσεις της CBD που βρέθηκαν στην Iνδική κάνναβη, μετριάζουν το αγχογόνο αποτέλεσμα της THC σημαντικά.[14] Το αποτέλεσμα της κάνναβης Sativa είναι γνωστό για την εγκεφαλική ευφορία, ενώ της ινδικής κάνναβης είναι γνωστό για τις καταπραϋντικές επιδράσεις της, που κάποιοι προτιμούν, για νυχτερινή περισσότερο, χρήση της ημέρας. Και οι δύο τύποι χρησιμοποιούνται ως ιατρική κάνναβη.

  1. Cervantes, Jorge (2002). Indoor Marijuana Horticulture. σελ. 256. ISBN 9781878823298. 
  2. «Marijuana Concentrates» (PDF). Drug Enforcement Administration. Δεκεμβρίου 2014. 
  3. Carvalho, Joana. «GW Pharma Plans More Clinical Trials for Sativex». multiplesclerosisnewstoday. BioNews Services, LLC. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2021. 
  4. Richard Evans Schultes, William M. Klein, Timothy Plowman & Tom E. Lockwood (1974). «Cannabis: an example of taxonomic neglect» (PDF). Harvard University Botanical Museum Leaflets 23: 337–367. http://wlbcenter.org/Schultes%20Publications/BotMusLeaf_23_337-367.pdf. 
  5. Loran C. Anderson (1980). «Leaf variation among Cannabis species from a controlled garden». Harvard University Botanical Museum Leaflets 28 (1): 61–69. http://www.archive.org/details/cbarchive_107150_leafvariationamongcannabisspec9999. 
  6. Dr. Loran C. Anderson - FSU Biological Science Faculty Emeritus
  7. Karl W. Hillig & Paul G. Mahlberg (2004). «A chemotaxonomic analysis of cannabinoid variation in Cannabis (Cannabaceae)». American Journal of Botany 91 (6): 966–975. doi:10.3732/ajb.91.6.966. PMID 21653452. 
  8. "Sativa vs Indica." AMSTERDAM - THE CHANNELS. Web. 05 Dec. 2010. <http://www.channels.nl/knowledge/25700.html Αρχειοθετήθηκε 2014-11-16 στο Wayback Machine.>.
  9. «Difference Marijuana Cannabis Sativa and Indica, Sativa or Indica Marijuana Seed Strains». Amsterdam Marijuana Seeds Seed Bank. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 12 Μαΐου 2012. Ανακτήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 2014. 
  10. McPartland, J. M.; Russo, E. B. (2001). «Cannabis and Cannabis extracts: greater than the sum of their parts?». Journal of Cannabis Therapeutics 1 (3/4): 103–132. doi:10.1300/J175v01n03_08. 
  11. Karl W. Hillig (2004). «A chemotaxonomic analysis of terpenoid variation in Cannabis». Biochemical Systematics and Ecology 32 (10): 875–891. doi:10.1016/j.bse.2004.04.004. 
  12. Karl W. Hillig (2005). «Genetic evidence for speciation in Cannabis (Cannabaceae)». Genetic Resources and Crop Evolution 52: 161–180. doi:10.1007/s10722-003-4452-y. 
  13. F., Thomas, Brian. The analytical chemistry of cannabis : quality assessment, assurance, and regulation of medicinal marijuana and cannabinoid preparations. Amsterdam. σελ. 2-4. ISBN 9780128046708. 932049612. 
  14. 14,0 14,1 J.E. Joy, S. J. Watson, Jr., and J.A. Benson, Jr, (1999). Marijuana and Medicine: Assessing The Science Base. Washington D.C: National Academy of Sciences Press. ISBN 0-585-05800-8. CS1 maint: Πολλαπλές ονομασίες: authors list (link)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]