Μετάβαση στο περιεχόμενο

Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης (Ελληνικά)[1]
Γέννηση1881[1]
Σμύρνη[1]
Θάνατος1955[1]
Αθήνα[1]
ΚατοικίαΑθήνα[1]
Μόναχο[1]
Παρίσι[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα[1]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
ΣπουδέςΑνωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1900–1907)[1]
Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου[1]
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος[1]
Θ. Τριανταφυλλίδης, Μενίδι (1925). Λάδι σε χαρτόνι, 16 εκ. x 19 εκ.

Ο Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης (Σμύρνη, 1881Αθήνα, 1955) ήταν ένας πρωτοπόρος, αλλά άγνωστος στο ευρύ κοινό, έλληνας ζωγράφος του πρώτου μισού του 20ού αι.[2]

Ο Τριανταφυλλίδης γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1881 και προερχόταν από πλούσια οικογένεια.

Από το 1900 έως το 1907, ο Τριανταφυλλίδης σπούδασε ζωγραφική στην Σχολή Καλών Τεχνών (την μετέπειτα Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών) στην Αθήνα ως μαθητής του Γεώργιου Ιακωβίδη και συνέχισε τις σπουδές του στο Μόναχο στο εργαστήριο του Λούντβιχ φον Λοφτς. Το 1910 εγκατέλειψε το Μόναχο, για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι στο εργαστήριο του Ντεζιρέ-Λουκά.[3][4] Η ολιγόχρονη παραμονή του ζωγράφου στο Παρίσι ήταν καθοριστική για την μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία. Πριν ακόμα επιστρέψει στην Ελλάδα, αποφάσισε να εγκαταλείψει οριστικά τον ακαδημαϊσμό και να στραφεί προς τα σύγχρονα ρεύματα της εποχής του. Επηρεάστηκε σημαντικά από τους μεταϊμπρεσιονιστές Ναμπί.[5]

Το 1912 κατατάχθηκε στον Ελληνικό Στρατό και πήρε μέρος στους Βαλκανικούς Πολέμους. Το 1913 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και άρχισε να ζωγραφίζει στο ίδιο εργαστήριο με τον Κωνσταντίνο Μαλέα και τον Βασίλη Μαγιάση.[6]Υπήρξε ένας από τους ιδρυτές της Ομάδας Τέχνη,[5] μαζί με την οποία εξέθεσε αρκετές φορές (1919, 1930, 1931, 1933).[4] [6] Ήταν επίσης στενός φίλος του Νικόλαου Λύτρα και του Περικλή Βυζάντιου.[7]

Η Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 σήμανε το τέλος της οικονομικής άνεσης καθώς η οικογένεια του καλλιτέχνη καταστράφηκε οικονομικά.[7] Πάντως ο ίδιος απέρριψε πρόταση του αδελφού του να εγκατασταθεί μόνιμα στο Παρίσι.

Μετά την απώλεια της πατρικής περιουσίας στην Σμύρνη, εγκαταστάθηκε σε μία σοφίτα της οδού Αιόλου. Το 1928 νυμφεύθηκε στην Αθήνα, αλλά η σύζυγός του, Αριστέα, έπαθε ολική παράλυση αμέσως μετά τον γάμο. Προκειμένου να αντιμετωπίσει τα έξοδα νοσηλείας της συζύγου του, αναγκάσθηκε να πουλήσει το σπίτι του και να ζει, μαζί με την παράλυτη σύζυγό του, σε ένα δωμάτιο. Σε μια πλημμύρα του Κηφισού, στα χρόνια του Μεσοπολέμου, καταστράφηκε το εργαστήριο του στα Πατήσια και μαζί με το εργαστήριο καταστράφηκαν και τα περισσότερα έργα του. Δέκα χρόνια μετά τον γάμο του, πέθανε η σύζυγός του και ο ίδιος μετακόμισε σε ένα χαμόσπιτο επί της οδού Κοντού στον Άγιο Λουκά[6]. Κατά την περίοδο της Κατοχής, κατόρθωσε να επιβιώσει παραδίδοντας μαθήματα ζωγραφικής και πουλώντας σε εξευτελιστικές τιμές όσα έργα τού είχαν απομείνει.

Ήταν άνθρωπος της λιτότητας και των μικρών χαρών· γι' αυτό και χαρακτηρίστηκε «Παπαδιαμάντης της ζωγραφικής»[8]. Του άρεσε το ψάρεμα, η ζωή και η δουλειά στο εργαστήριό του, η ζεστή επαφή με τον συνάνθρωπο:

«Η μεγαλύτερή μου ευχαρίστηση [...] είναι σαν ακούω να χτυπούν την πόρτα μου. Φυσικά δεν πιστεύω πως έρχεται κανείς για ν' αγοράσει — τέτοιες αυταπάτες δεν με βασανίζουν — αλλά να δει και να του εξηγήσω το έργο μου.»[9]

Το 1954 κλονίστηκε σοβαρά η υγεία του.[6] Πέθανε πάμφτωχος τον επόμενο χρόνο στην κλινική «Κυανούς Σταυρός» και η σορός του ενταφιάστηκε στο Μενίδι. Την επομένη του θανάτου του, μερικοί φίλοι του, μεταξύ των οποίων ο Περικλής Βυζάντιος, κατέγραψαν την μικρή κληρονομιά του καλλιτέχνη: όλοι και όλοι 37 πίνακες. Πολλές δεκαετίες αργότερα, ο ιστορικός της τέχνης Α. Κωτίδης εντόπισε και μελέτησε περίπου 200 έργα του ζωγράφου διάσπαρτα σε διάφορες συλλογές.[10]

Ο Τριανταφυλλίδης αρχικά ασχολήθηκε με σκηνές εσωτερικών χώρων, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν λαθεμένα ως ηθογραφικές[11]. Από το 1930 και μετά διαμόρφωσε το δικό του ιδιαίτερο ύφος, το οποίο χαρακτηρίζεται από την λιτή απόδοση της καθημερινής ζωής του μικροαστικού κόσμου και του κόσμου του μόχθου[12]. Στους πίνακές του, οι μορφές είναι σχεδόν αφαιρετικές και χωρίς περιγράμματα. «Η προοπτική διαλύεται στην ολιγοχρωμία και την αχλύ που δημιουργείται, καταργώντας κάθε χωριστικότητα. Πρόκειται για έναν μοντερνισμό χωρίς κραυγές.»[13]

Το έργο του Τριανταφυλλίδη κατατάσσεται στη «Γενιά του Τριάντα», ανάμεσα στον ιμπρεσιονισμό και τον εξπρεσιονισμό κατά την ώριμη περίοδο του καλλιτέχνη.[14] Ο ίδιος πάντως αρνήθηκε να ενταχθεί σε κάποιο καλλιτεχνικό χώρο και έλεγε ότι «ανήκουν σε σχολές όσοι δεν έχουν τη δύναμη να γίνουν οι ίδιοι δημιουργοί»[15]. Έτσι, γίνεται λόγος για «υποκειμενικό ζωγράφο» που με το έργο του ξέφυγε από τα στενά όρια της «ελληνικότητας» όπως την προσδιόρισε η Γενιά του Τριάντα.[16] Tο 1947, ο Περικλής Βυζάντιος, μετά από μία επίσκεψη που έκανε στον Τριανταφυλλίδη, γράφει στο «Ημερολόγιό» του για τον ζωγράφο:

«Το θέμα εξαφανίζεται μπροστά στη χρωματική διάθεση και το αίσθημα [...] Στην τεχνική, εκείνο που τον ενδιαφέρει είναι η ποιότητα της ύλης[...]. Στα φωτεινά σημεία, η πινελιά του είναι σταθερή και φαρδιά, γεμάτη πάστα και χρώμα, ενώ συχνά ξύνει το χρώμα πολλές φορές για να ελαττώσει την ποσότητα της ύλης. Έτσι, δίνει με την ποικιλία της πάστας ένα ζωντανό και ευαίσθητο παιχνίδι με το φως[17]».

Από την πρώτη του έκθεση το 1916, ο Τριανταφυλλίδης αρνήθηκε να κάνει ατομικές εκθέσεις και συμμετείχε μόνον σε ομαδικές, γεγονός που λειτούργησε ανασταλτικά για την αναγνώριση της αξίας του. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε και μια τεχνοκριτικός, ο ζωγράφος «αν και άτολμος στην προβολή της δουλειάς του αρνήθηκε τον ελληνοκεντρισμό της εποχής του ακολουθώντας τον δικό του μοναχικό δρόμο»[18].

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 www.nationalgallery.gr/el/zographikh-monimi-ekthesi/painter/triantaphullidis-theophrastos.html. Ανακτήθηκε στις 3  Νοεμβρίου 2020.
  2. «"Ο Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης και η εποχή του" - Εξήντα χρόνια από τον θάνατό του». Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας- Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα. 12 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 17 Νοεμβρίου 2023. 
  3. Ελληνική Τοπιογραφία (19ος - 20ός αιώνας). Αθήνα: Εθνική Πινακοθήκη και Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου. 1998. σελ. 187. ISBN 960-7791-01-0. 
  4. 4,0 4,1 «Τριανταφυλλίδης Θεόφραστος». Εθνική Πινακοθήκη. Ανακτήθηκε στις 24 Οκτωβρίου 2023. 
  5. 5,0 5,1 Συλλογικό έργο (2000). Συλλογές Ευαγγέλου Αβέρωφ: Ταξιδεύοντας στο χρόνο. Αθήνα: Ίδρυμα Ε. Αβέρωφ-Τοσίτσα, σ. 320 ISBN 960-7694-11-2.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 «Χρώματα από τη γενιά του Τριάντα» Αρχειοθετήθηκε 2007-09-26 στο Wayback Machine., συνέντευξη του Α. Κωτίδη στην εφημ. Ελευθεροτυπία, 10 Σεπτεμβρίου 2002.
  7. 7,0 7,1 «Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης: Ένα άλλο Τριάντα στη ζωγραφική | LiFO». www.lifo.gr. 31 Οκτωβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 24 Οκτωβρίου 2023. 
  8. Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, «Ένας Παπαδιαμάντης της ζωγραφικής» Αρχειοθετήθηκε 2007-09-29 στο Wayback Machine., εφημ. Ελευθεροτυπία, 14 Φεβρουαρίου 2003.
  9. Γ. Βουτσινάς, 56 έλληνες ζωγράφοι μιλούν για την τέχνη τους, Γκοβόστης, Αθήνα 2000, σσ. 46–50.
  10. Αντώνης Κωτίδης: Τριανταφυλίδης: Ένα άλλο Τριάντα στη ζωγραφική, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2002, 384 σελ.
  11. Α. Κωτίδης, ό.π.
  12. Μαρία Μαραγκού «Φως στο κρυμμένο» Αρχειοθετήθηκε 2007-09-26 στο Wayback Machine., εφημ. Ελευθεροτυπία, 30 Δεκεμβρίου 2002.
  13. Βασιλίκα Σαριλάκη, «Ελληνικότητα: μύθος κι επιμύθιο· μία μελέτη για το έργο του Θεόφραστου Tριανταφυλλίδη και το "άλλο τριάντα" στη ζωγραφική» Αρχειοθετήθηκε 2007-09-30 στο Wayback Machine., εφημ. Η Καθημερινή, 22 Σεπτεμβρίου 2002.
  14. Λαμπράκη-Πλάκα, Μαρία· Καρακούση-Ορφανοπούλου, Λαμπρινή, επιμ. (2020). Η ανθρώπινη μορφή στην ελληνική ζωγραφική, 20ός αιώνας. Αθήνα: Ίδρυμα Βασίλη και Μαρίνας Θεοχαράκη. σ. 15. ISBN 978-618-5201-10-4.
  15. Γ. Βουτσινάς, ό.π.
  16. Β. Σαριλάκη, ό.π.
  17. Καρακούρτη-Ορφανοπούλου, Λαμπρινή. Η Ανθρώπινη Μορφή στην Ελληνική Ζωγραφική του 20ου αιώνα. Αθήνα: Ίδρυμα Β. & Μ. Θεοχαράκη. σελ. 22. ISBN 978-618-5201-08-1. 
  18. Χαρά Κιοσσέ, «Μια ξεχασμένη περίπτωση: Η πρόσληψη του μοντερνισμού στην Ελλάδα και ένας άγνωστος ζωγράφος του Μεσοπολέμου που αρνήθηκε τον ελληνοκεντρισμό της εποχής του» Αρχειοθετήθηκε 2007-09-29 στο Wayback Machine., εφημ. Το Βήμα, 22 Σεπτεμβρίου 2002.