Εταιρεία δολοφόνων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Εταιρεία Δολοφόνων
Έτη δράσης1981-1987
Εθνικότητα Ελληνική
ΑρχηγόςΧρήστος Παπαδόπουλος.
ΥπαρχηγόςΝικόλαος Πέππας.
ΜέληΒασίλειος Πλατανιώτης
Ιωάννης Πάμπρης
Γεώργιος Ξανθόπουλος
Γεωργία Παπανικολάου.
Εγκληματικές δραστηριότητεςΑνθρωποκτονίες, πλαστογραφίες
ΘύματαΒασίλειος Ελευθεριάδης
Λάουρα Πάντου
Έλλη Βεργιοπούλου
Ευφροσύνη Φραγκουλάκη
Ευθυμία Πρωτονοταρίου
Άγγελος Καλαφάτης
Σταμάτης Μπρουζάκης
Χαράλαμπος Τυπάλδος.

Ως Εταιρεία Δολοφόνων αναφέρεται μια ελληνική εγκληματική οργάνωση, η οποία προσέγγιζε ηλικιωμένους και στη συνέχεια τους δολοφονούσε για να επωφεληθούν τα μέλη της από τις διαθήκες τους, τις οποίες πλαστογραφούσαν. Η δράση της Εταιρείας Δολοφόνων αποκαλύφθηκε το Πάσχα του 1987.

Ο αρχηγός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιθύνων νους της συμμορίας αυτής υπήρξε ο 51χρονος (τότε) δικηγόρος Χρήστος Παπαδόπουλος.[1] Ένας άνθρωπος υπεράνω πάσης υποψίας, πρότυπο του επιτυχημένου πολίτη, πρώην Δήμαρχος Ν.Χαλκηδόνας, οικογενειάρχης και πατέρας τριών παιδιών.

Η στελέχωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εγκληματική οργάνωση στελεχώθηκε με άτομα κατάλληλα και πρόθυμα να εξυπηρετήσουν τους σκοπούς της, τα οποία θεωρούνταν και αυτά άνθρωποι καθημερινοί, οικογενειάρχες, χωρίς προηγούμενο ποινικό υπόβαθρο.[1]

Μεταξύ άλλων συμμετείχαν στη συμμορία οι:

  • Βασίλειος Πλατανιώτης, δικαστικός επιμελητής. Εμφανιζόταν ως επίδοξος «γαμπρός» στις ηλικιωμένες κυρίες που ήταν στόχοι της οργάνωσης. Κέρδιζε την εμπιστοσύνη τους ταυτόχρονα με την πρόσβαση στο σπίτι τους. Σε συνεννόηση με τον Παπαδόπουλο, μελετούσαν τις κινήσεις των θυμάτων και εκτελούσαν μεθοδικά το αποτρόπαιο έργο τους.[1]
  • Ιωάννης Πάμπρης, εργολάβος. Ήταν ο άνθρωπος που αναλάμβανε να εξαφανίζει τα πτώματα, ο «νεκροθάφτης» της συμμορίας.[1]
  • Νικόλαος Πέππας, έμπορος. Ήταν ο υπαρχηγός του Παπαδόπουλου και μαζί κατέστρωναν τα σχέδια της εγκληματικής δραστηριότητας της «εταιρείας» τους.[1]
  • Γεώργιος Ξανθόπουλος, θυρωρός. Ήταν ο «τσιλιαδόρος» της «εταιρείας».[1]
  • Γεωργία Παπανικολάου, νοικοκυρά, σύζυγος δικαστικού επιμελητή, η οποία στο τέλος αποδείχθηκε πιο στυγνή εγκληματίας και από τον εμπνευστή της «εταιρείας».

Το σχέδιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οργάνωση ξεκινούσε με την εύρεση θυμάτων με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και ειδικότερα, άτομα μεγάλης ηλικίας, με οικονομική επιφάνεια, χωρίς στενά συγγενικά πρόσωπα, που αντιμετώπιζαν προβλήματα υγείας.[1] Μετά τον εντοπισμό τους, περνούσαν στη φάση της προοδευτικής προσέγγισης των υποψηφίων θυμάτων με στόχο την απόκτηση της εμπιστοσύνης τους με διάφορα μέσα.[1] Μόλις επιτύγχαναν το σκοπό τους, προχωρούσαν στην πλαστογράφηση των διαθηκών των ηλικιωμένων στόχων τους και, ακολούθως, στη θανάτωσή τους με τρόπο, που να μοιάζει φυσική κατάληξη.[1]

Στο τελικό στάδιο δημοσίευαν τις διαθήκες με τη βοήθεια του κυκλώματος συνεργατών που ήταν απαραίτητοι στην ολοκλήρωση των σχεδίων τους, όπως συμβολαιογράφοι, δικαστικοί επιμελητές και διάφοροι ψευδομάρτυρες.[1] Η ποιότητα της παραχάραξης ήταν τέτοια που ακόμα και οι γραφολόγοι δεν κατάφεραν με την πρώτη ματιά να αντιληφθούν ότι οι επίδικες διαθήκες ήταν πλαστές και ως εκ τούτου δεν εξέφραζαν την τελευταία επιθυμία των θανόντων.[1]

Η δράση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ξεκίνησε από συγγενικό πρόσωπο του Παπαδόπουλου, τον 84χρονο επιχειρηματία Βασίλειο Ελευθεριάδη, θείο της γυναίκας του Αναστασίας[2] και νονό του γιου του, ο οποίος ορίστηκε κληρονόμος της περιουσίας του μετά από επέμβαση της «εταιρείας» στη χειρόγραφη διαθήκη του.[1]

Δεύτερο θύμα της εγκληματικής οργάνωσης ήταν η 67χρονη Λάουρα Πάντου η οποία βρέθηκε νεκρή σε άλσος του Κολωνακίου με εμφανιζόμενη τότε αιτία θανάτου την εμπλοκή της σε τροχαίο δυστύχημα, ενώ δύο μήνες αργότερα, βρέθηκε νεκρή και η 70χρονη θεία της Έλλη Βεργιοπούλου[Σημ. 1] στο διαμέρισμα που έμεναν από κοινού.[1] Στη διαθήκη της η Βεργιοπούλου όριζε ως κληρονόμους της 46 άτομα, γυναίκες όλες, μεταξύ των οποίων και οι δύο κόρες του Παπαδόπουλου, οι οποίες είχαν την επικαρπία μαζί με άλλες δύο γυναίκες.[1] Με έναν ειδικό όρο που υπήρχε στη διαθήκη, αν κάποια από τις επικαρπώτριες πέθαινε ή αποποιούνταν την κληρονομιά η επικαρπία περνούσε στις υπόλοιπες και «συμπτωματικά» οι υπόλοιπες δύο γυναίκες αποποιήθηκαν την επικαρπία.[1] Αξίζει να σημειωθεί ότι η διαθήκη είχε συνταχθεί ενώπιον της συμβολαιογράφου Ελένης Κοκιοπούλου – Καστανάκη και τριών μαρτύρων, που εμφανίστηκαν ως μάρτυρες και στη διαθήκη ενός άλλου θύματος, του Χαράλαμπου Τυπάλδου.[3]

Η δολοφονία του επόμενου θύματος, της 65χρονης Ευφροσύνης Φραγκουλάκη, καταδεικνύει την αναλγησία και τη στυγνότητα της Παπανικολάου, καθώς σκότωσε τη θεία της χτυπώντας την με μια πέτρα στο κεφάλι και, για να δημιουργήσει άλλοθι για τον εαυτό της, τηλεφωνούσε για εβδομάδες μετά τη δολοφονία στους γείτονές της υποδυόμενη τη θεία της.[3] Μάλιστα κατέθεσε και αγωγή κατά της νεκρής, υποστηρίζοντας ότι έφυγε στο εξωτερικό χωρίς να της καταβάλει τα δεδουλευμένα τεσσάρων ετών για τη φροντίδα που της παρείχε στο σπίτι.[3]

Μερικούς μήνες πριν τη δολοφονία της η Φραγκουλάκη σύστηνε στους φίλους της έναν άνδρα 70 ετών, ονόματι «Δημήτρη» ως μέλλοντα σύζυγό της με τον οποίο σκόπευε να ζήσει στην Ελβετία.[3] Για το λόγο αυτό πώλησε ένα ακίνητό της στην τιμή των 6.500.000 δραχμών (19.076 ευρώ), ποσό το οποίο ουδέποτε ανευρέθη.[3] Όπως διαπιστώθηκε αργότερα ο υποψήφιος γαμπρός ήταν μέλος της οργάνωσης, ο Πλατανιώτης.[3]

Τα υπόλοιπα θύματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προσθετικά, με τα παραπάνω θύματα της οργάνωσης, ήταν και οι:

  • Ευθυμία Πρωτονοταρίου, η 75χρονη εξαδέλφη της Βεργιοπούλου
  • Άγγελος Καλαφάτης
  • Σταμάτης Μπρουζάκης
  • Χαράλαμπος Τυπάλδος, 84χρονος εφοπλιστής[Σημ. 2]

Όπως αποκαλύφθηκε, τα μέλη της σπείρας πριν από τη σύλληψή τους σχεδίαζαν τη δολοφονία του ζεύγους Πεντάζου στην Αμαλιάδα.[3]

Η αποκάλυψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τυπάλδος βρέθηκε νεκρός στο γραφείο του στην Ακτή Τζελέπη το 1986, με επίσημη αιτία θανάτου την καρδιακή προσβολή. Άμεσα εμπλεκόμενοι σε αυτή την υπόθεση ήταν ο Πλατανιώτης και η Παπανικολάου, η οποία μάλιστα είχε ετοιμάσει μια αληθοφανή ιστορία σε περίπτωση που κάτι δεν πήγαινε καλά, πως το θύμα είχε πάθει καρδιακή προσβολή κατά τη διάρκεια ερωτικής συνεύρεσης.[1]

Όταν δημοσιεύτηκε η διαθήκη του Τυπάλδου η οποία όριζε ως κληρονόμους την κόρη και τη σύζυγο του Πέππα, τους οποίους ελάχιστα γνώριζε ο θανόντας, η οικογένειά του ανέθεσε σε ιδιωτικό ερευνητή τη διερεύνηση της υπόθεσης.[1]

Τα αποτελέσματα της έρευνάς του τα κοινοποίησε ο ιδιωτικός αστυνομικός - ερευνητής Κωνσταντίνος Σπύρου στην αστυνομία και σύντομα οι αρχές ξετύλιξαν το κουβάρι των εγκληματικών δραστηριοτήτων της «εταιρείας».[3]

Η ακροαματική διαδικασία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, ο Παπαδόπουλος προσπαθούσε να εμφανίσει τον εαυτό του ως «Ρομπέν των Φτωχών»[4] και επαναστάτη, λέγοντας πως:[4]

«Η ανθρώπινη ζωή δεν είναι ταμπού»,
«Αν υπήρχαν 100 εταιρείες δολοφόνων, η κοινωνία μας θα ήταν καλύτερη»,
«Σωστός στόχος δεν είναι να χτυπάς έναν εισαγγελέα όπως κάνουν οι εξτρεμιστικές οργανώσεις. Οι κλοπές και οι ληστείες, είναι κοινωνικές πράξεις. Τα άλλα είναι λόγια»[4]

Προέβαλε επίσης ποικίλα ψευτοδιλήμματα ενώπιον του δικαστηρίου, όπως το αν είναι προτιμότερο να ζει ένας σαν τον Τυπάλδο ή να ζουν 10 άλλα άτομα αντί γι'αυτόν, ισχυριζόμενος πως τα χρήματα που καταχρώνταν, τα μοίραζαν σε ανθρώπους που είχαν ανάγκη.[1] Ο εισαγγελέας της έδρας του πρώτου δικαστηρίου Βασίλης Μαρκής, επίτιμος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου σήμερα, είχε πει στην αγόρευσή του για τον Χρ. Παπαδόπουλο

«Κανένα κίνητρο δεν δικαιολογεί παρόμοιες ενέργειες. Προσπάθησε να εμφανιστεί στο δικαστήριο ως Ρομπέν των Δασών. Εμείς όμως δεν μπορούμε να του βρούμε ελατήρια. Το μόνο που επιδίωκε ο Παπαδόπουλος ήταν το χρήμα. Δεν αισθάνομαι καμία κακία για τον Παπαδόπουλο, πρέπει όμως το μήνυμα που ήθελε να μεταφέρει στο δικαστήριο με την κοσμοθεωρία του να σχολιαστεί…»[4]

Οι ποινές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο Παπαδόπουλος, καταδικάστηκε σε 8 φορές σε θάνατο[4] και 25 χρόνια κάθειρξη, ποινή η οποία δεν εκτελέστηκε και μετατράπηκε σε ισόβια.[1]

Τα υπόλοιπα μέλη της «εταιρείας», καταδικάστηκαν με ελαφρότερες ποινές και συγκεκριμένα:

  • ο Πέππας, σε δις ισόβια και 13,5 χρόνια κάθειρξη
  • ο Πλατανιώτης, σε 22,5 χρόνια κάθειρξη
  • ο Παμπρής, σε 17 χρόνια κάθειρξη και
  • η Παπανικολάου, σε 15,5 χρόνια κάθειρξη
  • ο Ξανθόπουλος, σε 12 χρόνια κάθειρξη

Η συνέχεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Παπαδόπουλος, εξέτισε το μεγαλύτερο μέρος της ποινής του στις φυλακές Κέρκυρας μέχρι το Πάσχα του 2001, όταν και έλαβε άδεια[Σημ. 3] αλλά δεν επέστρεψε. Λίγους μήνες αργότερα η αστυνομία τον εντόπισε να διαμένει σε διαμέρισμα της Κυψέλης στην Αθήνα, λίγα μόλις μέτρα από τα δικαστήρια της Σχολής Ευελπίδων.[3]

Στη συνεχεία ο Παπαδόπουλος μεταφέρθηκε στις φυλακές Διαβατών για να αποφυλακιστεί τελικά το 2008, κατόπιν σχετικής αίτησης που επέβαλε.[3]

Τον Ιανουάριο του 2010 άνοιξε γραφείο προκειμένου να ξεκινήσει, όπως ισχυρίστηκε, μια νέα φάση στη ζωή του ασχολούμενος με φορολογικές, διοικητικές και τελωνειακές υποθέσεις. [Σημ. 4] 'Ομως τον Ιούλιο του 2011[4] συνελήφθη εκ νέου στην περιοχή Μενιδίου, κατηγορούμενος για την απαγωγή μιας 57χρονης γυναίκας[Σημ. 5] με σκοπό να καρπωθεί την περιουσία της. Το θύμα ήταν γνωστό στους κοσμικούς κύκλους της Αθήνας μιας και ο αποθανών σύζυγός της ήταν εύπορος αντικέρ, ιδιοκτήτης παλαιοπωλείου στην Αθήνα[4] και διατηρούσε μία από τις μεγαλύτερες γκαλερί της πρωτεύουσας.[1]

Η εξέλιξη αυτή οδήγησε το Τύπο της εποχής σε δημοσιεύματα σχετικά με τα κριτήρια με τα οποία το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο κρίνει πως ένας άνθρωπος σαν τον Παπαδόπουλο πληροί τις προϋποθέσεις για επανένταξη στην κοινωνία ή αποτελεί συνεχή κίνδυνο γι'αυτήν.[1]

Από τους υπόλοιπους συνεργούς της «Εταιρείας Δολοφόνων», ο Πλατανιώτης, πέθανε μέσα στη φυλακή (στον Κορυδαλλό) και ο Ξανθόπουλος αυτοκτόνησε μέσα στο κελί του.[1] Οι υπόλοιποι αποφυλακίστηκαν στον προβλεπόμενο από τις επιβληθείσες ποινές χρόνο.

Ο επίλογος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υπόθεση αυτή αποτέλεσε για την εποχή της δεκαετίας του 1980 πρωτοφανή εγκληματική περίπτωση στα δικαστικά χρονικά της Ελλάδας.[1]

Ήταν ένας συνδυασμός οικονομικού εγκλήματος, οργανωμένου εγκλήματος και εγκλημάτων ακραίας εκδήλωσης βίας κατά συρροή.[1] Το σημαντικότερο στην υπόθεση αυτή ήταν ότι πολλοί εκ των δραστών των ειδεχθών εγκλημάτων ήταν άτομα υψηλού μορφωτικού επιπέδου, γεγονός που τους καθιστούσε πρόσωπα υπεράνω πάσης υποψίας και τους παρείχε, σε συνδυασμό με την κοινωνική τους θέση, περισσότερα όπλα ως προς την τέλεση των εγκλημάτων και αυξημένες άμυνες ως προς τη συγκάλυψή τους για πολλά χρόνια.[1]

Τέλος, το γεγονός ότι την εκτεταμένη παράνομη δράση μιας τόσο μεγάλης και δομημένης εγκληματικής ομάδας, την αποκάλυψε σε πρώτο στάδιο ένας ιδιωτικός αστυνομικός - ερευνητής κι όχι οι Διωκτικές Αρχές, έδωσε μια καλή αφορμή για γόνιμο προβληματισμό ως προς τη βελτίωση του πλαισίου λειτουργίας της Ελληνικής Αστυνομίας.[3]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Υπάρχει μια ασάφεια (των πηγών) ως προς την ακριβή ορθογραφία του επωνύμου, καθότι άλλες το αναφέρουν «Βεργιοπούλου» και άλλες «Βεριοπούλου» (χωρίς το «γ»).
  2. Ο Χαράλαμπος Τυπάλδος, εκτός από εφοπλιστής, είχε διατελέσει και Πρόεδρος στον Σύνδεσμο Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ), από το 1955 έως το 1966.
  3. Από τις φυλακές Κέρκυρας, πήρε το 2001, την πρώτη του πενθήμερη άδεια, την οποία τήρησε και επέστρεψε στην ώρα του. Όμως τη δεύτερη φορά, το Πάσχα του 2001 (στις 18 Απριλίου 2001) βγήκε με άδεια, αλλά δεν επέστρεψε στη φυλακή. Λίγους μήνες αργότερα εντοπίστηκε σε διαμέρισμα που είχε ενοικιάσει με πλαστή ταυτότητα στην οποία αναγραφόταν το όνομα Νίκος Ρέμπελος(!) στην οδό Τζουμαγιάς, στην Κυψέλη.[Παρ. Σημ. 1] [Παρ. Σημ. 2]
  4. Το ενοικιαζόμενο γραφείο ήταν το 416, στον 4ο όροφο, επί της οδού Σταδίου 5.[Παρ. Σημ. 3] [Παρ. Σημ. 2]
  5. Πρόκειται για χήρα, η οποία γνώρισε τον Παπαδόπουλο μέσω γνωστών της, προκειμένου ως δικηγόρος, να τακτοποιήσει κληρονομικά της θέματα. Η υπόθεσή της θυμίζει ταινία θρίλερ, αφού κρατούνταν κλεισμένη σε διώροφη κατοικία στη Συκιά Κορινθίας, επί πέντε μήνες και βρέθηκε εντελώς τυχαία, όταν κατά παράβαση των εντολών που είχε από τον ιδιοκτήτη, η καθαρίστρια ανέβηκε στον πρώτο όροφο. Ο 50χρονος ιδιοκτήτης του σπιτιού, ο οποίος επίσης κατηγορείται όπως και ένα ακόμη πρόσωπο, εκτιμάται ότι γνωρίστηκε με τον Παπαδόπουλο στη φυλακή, όπου εξέτιε ποινή για ανθρωποκτονία από πρόθεση.[Παρ. Σημ. 1][Παρ. Σημ. 4][Παρ. Σημ. 5]
Παραπομπές σημειώσεων
  1. 1,0 1,1 Ρεπορτάζ: Μίνα Μουστάκα (6 Αυγούστου 2011). «Ο «χασάπης» ηλικιωμένων ξαναχτύπησε». Τα Νέα. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2016. 
  2. 2,0 2,1 Διονύσης Χιόνης, Δικηγόρος – Εγκληματολόγος. «Εταιρεία Δολοφόνων». έγκλημα και τιμωρία. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2016. 
  3. Κώστας Τσίτουνας και Μαρία Βασιλακάκου. «Νέες δουλειές για το αφεντικό της εταιρείας δολοφόνων!». eglimatikotita.gr. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2016. 
  4. Ρεπορτάζ: Μάνος Πιτσιδιανάκης (29 Ιουλίου 2011). «Το δολοφονικό χαμόγελο ξαναχτύπησε». Espresso. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Απριλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2016. 
  5. Ρεπορτάζ: α. Θάνος Μακρογαμβράκης και β. Εύα Παπαδάτου (5 Αυγούστου 2011). «α. Αναγνώρισα τον Παπαδόπουλο και φοβήθηκα και β. Τον δρόμο για τις φυλακές». Espresso. Ανακτήθηκε στις 16 Αυγούστου 2016. [νεκρός σύνδεσμος]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 1,16 1,17 1,18 1,19 1,20 1,21 1,22 1,23 1,24 Ανθ/μος Αντώνης Τζιβανόπουλος (Μάιος-Ιούνιος 2016). «Ποινικές Υποθέσεις, Εγκληματολογικά Χρονικά, Εγκλήματα που συγκλόνισαν το Πανελλήνιο, Υπόθεση «Εταιρείας Δολοφόνων»». Αστυνομική ανασκόπηση (296 (ISSN 2241-9721)): 53-55. doi:15-08-2016. 
  2. Κώστας Τσίτουνας και Μαρία Βασιλακάκου. «Νέες δουλειές για το αφεντικό της εταιρείας δολοφόνων!». eglimatikotita.gr. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2016. 
  3. 3,00 3,01 3,02 3,03 3,04 3,05 3,06 3,07 3,08 3,09 3,10 Διονύσης Χιόνης, Δικηγόρος – Εγκληματολόγος. «Εταιρεία Δολοφόνων». έγκλημα και τιμωρία. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2016. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 Ρεπορτάζ: Μίνα Μουστάκα (6 Αυγούστου 2011). «Ο «χασάπης» ηλικιωμένων ξαναχτύπησε». Τα Νέα. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2016.