Εκστρατεία της Χερσονήσου
Εκστρατεία της Χερσονήσου | |||
---|---|---|---|
Μέρος του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου | |||
Ο Τζορτζ Μπ. ΜακΚλέλαν και ο Τζόζεφ Ε. Τζόνστον, διοικητές αντίστοιχα του Στρατού της Ένωσης και των Συνομόσπονδων στην Εκστρατεία της Χερσονήσου | |||
Χρονολογία | Μάρτιος – Ιούλιος 1862 | ||
Τόπος | Χερσόνησος της Βιρτζίνια, μεταξύ των ποταμών Γιορκ και Τζέιμς 37°16′26″N 76°36′35″W / 37.27389°N 76.60972°WΣυντεταγμένες: 37°16′26″N 76°36′35″W / 37.27389°N 76.60972°W | ||
Έκβαση | Νίκη των Συνομόσπονδων. Αποχώρηση του Στρατού της Ένωσης από την Χερσόνησο | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
Ηγετικά πρόσωπα | |||
Δυνάμεις | |||
Απολογισμός | |||
|
Η Εκστρατεία της Χερσονήσου (αγγλικά: Peninsula Campaign) του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου ήταν σημαντική επιχείρηση του Στρατού της Ένωσης που πραγματοποιήθηκε στη νοτιοανατολική Βιρτζίνια μεταξύ Μαρτίου και Ιουλίου 1862, όντας η πρώτη μεγάλης κλίμακας επίθεση στο Ανατολικό Μέτωπο. Επικεφαλής της επιχείρησης ήταν ο Αρχιστράτηγος Τζορτζ Μπ. ΜακΚλέλαν. Η επιχείρηση ήταν μια αμφίβια περιστροφική κίνηση κατά του Στρατού των Συνομόσπονδων Πολιτειών στη Βόρεια Βιρτζίνια, που είχε σκοπό την κατάληψη της πρωτεύουσας των Συνομόσπονδων, Ρίτσμοντ. Αρχικά, ο ΜακΚλέλαν είχε επιτυχίες κατά του εξίσου προσεκτικού Τζόζεφ Ε. Τζόνστον, αλλά η εμφάνιση του πιο επιθετικού Στρατηγού Ρόμπερτ Ε. Λη μετέτρεψε τις επακόλουθες Μάχες των Επτά Ημερών σε ντροπιαστική ήττα για το Στρατό της Ένωσης.
Ο ΜακΚλέλαν αποβίβασε το στράτευμα του στο Οχυρό Μονρόε και κινήθηκε βορειοδυτικά, προς την Χερσόνησο της Βιρτζίνια. Η αμυντική θέση του Ταξίαρχου Τζον Μπ. Μαγκρούντερ των Συνομόσπονδων στην Γραμμή Γόργουικ αιφνιδίασε τον ΜακΚλέλαν. Οι ελπίδες του για ταχεία πρόοδο ματαιώθηκαν, και έτσι διέταξε το στράτευμα του να προετοιμαστεί για μια πολιορκία στο Γιόρκταουν. Λίγο πριν την ολοκλήρωση των προετοιμασιών για την πολιορκία, οι Συνομόσπονδοι, που πλέον βρισκόταν υπό την ηγεσία του Τζόνστον, άρχισαν να υποχωρούν προς το Ρίτσμοντ. Η πρώτη σοβαρή εμπλοκή της εκστρατείας έγινε στην Μάχη του Γουίλιαμσμπεργκ, όπου τα Ενωτικά στρατεύματα κατάφεραν μερικές τακτικές νίκες, ενώ οι Συνομόσπονδοι συνέχισαν την υποχώρησή τους. Μια αμφίβια πλευρική κίνηση προς το Έλθαμς Λάντινγκ δεν είχε αποτέλεσμα στο να αποτρέψει την υποχώρηση των Συνομόσπονδων. Κατά την διάρκεια της Ναυμαχίας του Ντρίουρις Μπλαφ, αποκρούστηκε η απόπειρα του Ναυτικού των ΗΠΑ να πλησιάσει στο Ρίτσμοντ μέσω του ποταμού Τζέιμς.
Καθώς ο στρατός του ΜακΚλέλαν πλησίαζε στα περίχωρα του Ρίτσμοντ, έλαβε χώρα μάχη μικρής έκτασης στο Χανόβερ Κορτ Χάους, η οποία ακολουθήθηκε από αιφνιδιαστική επίθεση του Τζόνστον στην Μάχη του Σέβεν Πάινς ή Φέαρ Όουκς. Η μάχη δεν ήταν αποφασιστική, και υπήρξαν πολλές απώλειες, αλλά είχε διαρκείς συνέπειες στην εκστρατεία. Ο Τζόνστον τραυματίστηκε από απόσπασμα του πεζικού του Στρατού της Ένωσης στις 31 Μαΐου και αντικαταστάθηκε την επόμενη μέρα από τον πιο επιθετικό Ρόμπερτ Ε. Λη, ο οποίος αναδιοργάνωσε τον στρατό του προετοιμάζοντας τον για τις επιθετικές ενέργειες στις τελικές μάχες μεταξύ 25 Ιουνίου και 1ης Ιουλίου, οι οποίες έγιναν γνωστές ως Μάχες των Επτά Ημερών.
Παρασκήνιο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατάσταση στον στρατό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 20 Αυγούστου 1861 ο Αρχιστράτηγος Τζορτζ Μπ. ΜακΚλέλαν σχημάτισε την Στρατιά του Ποτόμακ, ορίζοντας εαυτόν ως πρώτο διοικητή της.[8][9] Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο ο ΜακΚλέλαν οργάνωσε τη νέα του στρατιά και βελτίωσε σε μεγάλο βαθμό το ηθικό της με τις συχνές του επισκέψεις στις μονάδες του ώστε να τις επιβλέψει και να τις ενθαρρύνει. Επρόκειτο για αξιοσημείωτο επίτευγμα, το οποίο προσωποποίησε την Στρατιά του Ποτόμακ συγκεντρώνοντας τα θετικά σχόλια των ανδρών της.[10] Δημιούργησε σχεδόν απόρθητες άμυνες για την Ουάσινγκτον, οι οποίες αποτελούνταν από 48 οχυρά και σημεία κλειδιά, με 480 οπλοφορούντες άνδρες και 7.200 στρατιώτες του πυροβολικού.[11]
Την 1η Νοεμβρίου 1861, ο Στρατηγός Ουίνφιλντ Σκοτ παραιτήθηκε και ο ΜακΚλέλαν ορίστηκε επικεφαλής ολόκληρου του Στρατού της Ένωσης. Ο πρόεδρος εξέφρασε την ανησυχία του για τον τεράστιο όγκο καθηκόντων που είχε ο διπλός ρόλος του διοικητή της στρατιάς και του επιτελάρχη, αλλά ο ΜακΚλέλαν αποκρίθηκε, «Μπορώ να τα κάνω όλα».[12]
Στις 12 Ιανουαρίου 1862, ο ΜακΚλέλαν αποκάλυψε τα σχέδια του να μεταφέρει την Στρατιά του Ποτομάκ με πλοίο στην Ουρμπάνα της Βιρτζίνια μέσω του ποταμού Ραππαχάννοκ, υπερφαλαγγίζοντας τις Συνομοσπονδιακές δυνάμεις κοντά στην Ουάσινγκτον, και προχωρώντας σε απόσταση 80 χιλιομέτρων (50 μίλια) για να καταλάβει το Ρίτσμοντ. Στις 27 Ιανουαρίου, ο Λίνκολν διέταξε όλες τις στρατιές να ξεκινήσουν επιθετικές επιχειρήσεις μέχρι την 22α Φεβρουαρίου, ημέρα γενεθλίων του Ουάσινγκτον (που ήταν εθνική εορτή στις ΗΠΑ). Στις 31 Ιανουαρίου εξέδωσε επιπρόσθετη διαταγή για την Στρατιά του Ποτομάκ, διατάσσοντας την να κινηθεί στην στεριά και να επιτεθεί στους Συνομόσπονδους στο Μανάσας Τζάνξιον και το Σέντρβιλ. Ο ΜακΚλέλαν απάντησε αμέσως με επιστολή 22 σελίδων εκφράζοντας τις αντιρρήσεις του λεπτομερώς κατά του σχεδίου του προέδρου και συνηγορώντας υπέρ του δικού του σχεδίου για επίθεση στην Ουρμπάνα. Η επιστολή αυτή αποτέλεσε την πρώτη λεπτομερή παρουσίαση των σχεδίων του ΜακΚλέλαν προς τον πρόεδρο. Αν και ο Λίνκολν θεωρούσε πως το σχέδιο του ήταν ανώτερο, ανακουφίστηκε όταν ο ΜακΚλέλαν συμφώνησε να κινηθεί κατά των αντιπάλων και ενέκρινε το σχέδιο διστακτικά. Στις 8 Μαρτίου, αμφιβάλλοντας για την απόφαση του ΜακΚλέλαν, ο Λίνκολν πραγματοποίησε σύσκεψη στον Λευκό Οίκο, όπου ζητήθηκε από τους υφισταμένους του ΜακΚλέλαν να παρουσιάσουν τις απόψεις τους για το σχέδιο της Ουρμπάνα. Εξέφρασαν την εμπιστοσύνη του στο σχέδιο, ο καθένας σε διαφορετικό βαθμό. Μετά την συνάντηση, ο Λίνκολν εξέδωσε ακόμη μια διαταγή, ορίζοντας συγκεκριμένους αξιωματικούς ως διοικητές σωμάτων που θα πραγματοποιούσαν αναφορές για το έργο του ΜακΚλέλαν (ο οποίος δεν ήταν πρόθυμος να πράξει ο ίδιος κάτι τέτοιο προτού αξιολογήσει την αποτελεσματικότητα των διοικητών του στη μάχη, παρόλο που αυτό θα σήμαινε την συνεχή εποπτεία του σε δώδεκα μονάδες στο πεδίο).[13][14]
Προτού ο ΜακΚλέλαν υλοποιήσει τα σχέδια του, οι δυνάμεις των Συνομόσπονδων υπό τον Στρατηγό Τζόζεφ Ε. Τζόνστον υποχώρησαν από τις θέσεις τους έξω από την Ουάσινγκτον την 9η Μαρτίου, καταλαμβάνοντας νέες θέσεις νότια του Ραππαχάννοκ, οι οποίες αχρήστευσαν τελείως την στρατηγική για την Ουρμπάνα. Ο ΜακΚλέλαν ανασκεύασε το σχέδιο του ώστε τα στρατεύματά του να αποβιβαστούν από το Οχυρό Μονρόε και να προωθηθούν μέσω της Χερσονήσου της Βιρτζίνια στο Ρίτσμοντ. Ωστόσο, ο ΜακΚλέλαν επικρίθηκε έντονα από τον τύπο και το Κογκρέσο όταν γνωστοποιήθηκε πως οι δυνάμεις του Τζόνστον όχι μόνο είχαν απομακρυνθεί ανενόχλητες, αλλά για μήνες ξεγελούσαν τον Στρατό της Ένωσης χρησιμοποιώντας όπλα Κουάκερ.[15][16][17][18]
Μια ακόμη επιπλοκή στον σχεδιασμό της εκστρατείας ήταν η εμφάνιση της πρώτης θωρακοβαρίδος των Συνομόσπονδων, του CSS Virginia, το οποίο έθεσε την Ουάσινγκτον σε κατάσταση πανικού κάνοντας την ναυτική υποστήριξη τον ποταμό Τζέιμς να φαίνεται προβληματική.[19] Στη Ναυμαχία του Χάμπτον Ρόουντς (8–9 Μαρτίου 1862), το Virginia επικράτησε των ξύλινων πλοίων του πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ που είχαν αποκλείσει τον λιμένα του Χάμπτον Ρόουντς, αλλά και τις φρεγάτες USS Cumberland και USS Congress στις 8 Μαρτίου, θέτοντας ερωτήματα για την βιωσιμότητα των ξύλινων πλοίων σε ολόκληρο τον κόσμο. Την επόμενη μέρα, η θωρακοβάρις USS Monitor έφτασε στο πεδίο της μάχης και ενεπλάκη με το Virginia, στην πρώτη γνωστή εμπλοκή μεταξύ θωρακισμένων πλοίων. Η ναυμαχία, αν και δεν είχε κάποιο αποτέλεσμα, απέκτησε παγκόσμια διασημότητα. Μετά τη ναυμαχία έγινε ξεκάθαρο πως τα θωρακισμένα πλοία ήταν το μέλλον στο ναυτικό πόλεμο. Κανένα πλοίο δεν κατάφερε να προξενήσει καταστροφές στο άλλο. Το μοναδικό αξιόλογο αποτέλεσμα ήταν πως το Virginia δεν κατάφερε να επιτεθεί κατά άλλων ξύλινων πλοίων.[20][21][22]
Στις 11 Μαρτίου 1862, ο Λίνκολν απομάκρυνε τον ΜακΚλέλαν από την θέση του επιτελάρχη, αφήνοντάς του μόνον τη θέση του διοικητή της Στρατιάς του Ποτόμακ, φαινομενικά ώστε ο ΜακΚλέλαν να έχει την ελευθερία να αφιερώσει όλη του την προσοχή στις κινήσεις κατά του Ρίτσμοντ. Αν και ο ΜακΚλέλαν ανακουφίστηκε από τα υποστηρικτικά σχόλια του Λίνκολν προς αυτόν, σε σύντομο χρόνο είδε την αλλαγή ηγεσίας πολύ διαφορετικά, περιγράφοντάς την ως μέρος μιας μηχανορραφίας «για να εξασφαλιστεί η αποτυχία της επερχόμενης εκστρατείας».[23][24]
Αντιτιθέμενες δυνάμεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στρατός της Ένωσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διοικητές σωμάτων της Ένωσης |
---|
|
Η Στρατιά του Ποτόμακ αποτελούνταν από περίπου 50.000 άνδρες στο Οχυρό Μονρόε όταν ανέλαβε ο ΜακΚλέλαν, αλλά ο αριθμός αυτός αυξήθηκε στους 121.500 όταν ξεκίνησαν οι εχθροπραξίες. Η στρατιά ήταν οργανωμένη σε τρία σώματα και άλλες μονάδες ως εξής:[25][26]
- 2ο Σώμα, Ταξίαρχος Έντουιν Β. Σάμνερ ο οποίος διοικούσε: μεραρχίες των Ταξίαρχων Ίζραελ Μπ. Ρίτσαρντσον και Τζον Σέντζγουικ.
- 3ο Σώμα, Ταξίαρχος Σάμιουελ Π. Χάιντζελμαν ο οποίος διοικούσε: μεραρχίες των Ταξιαρχών Φιτζ Τζον Πόρτερ, Τζόζεφ Χούκερ και Τσαρλς Σ. Χάμιλτον.
- 4ο Σώμα, Ταξίαρχος Εράσμους Ντ. Κέις ο οποίος διοικούσε: μεραρχίες των Ταξιάρχων Ντάριους Ν. Κάουτς, Ουίλλιαμ Φ. «Μπάλντυ» Σμιθ και Σίλας Κέισι.
- 1η Μεραρχία του 1ου Σώματος, υπό τον Ταξίαρχο Ουίλιαμ Μπ. Φράνκλιν.
- Πεζικό τμήμα εφέδρων υπό τον Ταξίαρχο Τζορτζ Σάικς.
- Ιππικό υπό τον Ταξίαρχο Τζορτζ Στόουνμαν.
- Ο στρατώνας του Οχυρού Μονρόε, με 12.000 άνδρες υπό τον Αρχιστράτηγο Τζον Ε. Γουλ. Ο Γουλ μετακινήθηκε σε άλλο τμήμα στην Βαλτιμόρη όταν του Υπουργείο Πολέμου αντιλήφθηκε πως υπερείχε του ΜακΚλέλαν.
Συνομόσπονδοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Διοικητές των πτερύγων των Συνομόσπονδων |
---|
|
Από την πλευρά των Συνομόσπονδων, η Στρατιά της Βόρειας Βιρτζίνια (όπως ονομάστηκε στις 14 Μαρτίου 1862)[27][28] ήταν οργανωμένη σε τρεις πτέρυγες, εκ των οποίων κάθε μια αποτελούνταν από αρκετές ταξιαρχίες, ως εξής:[29][30]
- Αριστερή Πτέρυγα, Αρχιστράτηγος Ντ. Χ. Χιλ ο οποίος διοικούσε: ταξιαρχίες των Ρόμπερτ Ε. Ρόουντς, Γουίνφιλντ Σ. Φέδερστον, Τζαμπάλ Α. Ήρλυ και Γκάμπριελ Τζ. Ρέινς.
- Κεντρική Πτέρυγα, Αντιστράτηγος Τζέιμς Λόνγκστριτ ο οποίος διοικούσε: ταξιαρχίες των Α. Π. Χιλ, Ρίτσαρντ Χ. Άντερσον, Τζορτζ Ε. Πίκετ, Κάντμους Μ. Γουίλκοξ, Ράλεϊ Ε. Κόλστον και Ρότζερ Α. Πράιορ.
- Δεξιά Πτέρυγα, Αρχιστράτηγος Τζον Μπ. Μαγκρούντερ ο οποίος διοικούσε: μεραρχίες των Λαφαγιέτ ΜακΛόους (με ταξιάρχους τους Πωλ Τζ. Σεμς, Ρίτσαρντ Γκρίφιθ, Τζόζεφ Μπ. Κέρσοου και Χάουελ Κομπ) και του Ντέιβιντ Ρ. Τζόουνς (με ταξιάρχους τους Ρόμπερτ Α. Τουμπς και Τζορτζ Τ. Άντερσον).
- Σώμα εφέδρων υπό τον Αρχιστράτηγο Γκουστάβους Γ. Σμιθ.
- Ιππικό υπό τον Ταξίαρχο Τζ. Η. Μπ. Στιούαρτ.
Ωστόσο, όταν έφτασε η Στρατιά του Ποτόμακ, μόνο 11.000 άνδρες του Μαγκρούντερ τους αντιμετώπισαν στην Χερσόνησο. Το κύριο μέρος της δύναμης του Τζόνστον (43.000 άνδρες) βρισκόταν στο Καλπέπερ, 6.000 υπό τον Αρχιστράτηγο Τεόφιλους Χ. Χολμς στο Φρέντρικσμπεργκ, και 9.000 υπό τον Αρχιστράτηγο Μπέντζαμιν Χούγκερ στο Νόρφολκ. Στο Ρίτσμοντ, ο Στρατηγός Ρόμπερτ Ε. Λη επέστρεψε σε παράκτιες οχυρώσεις στις Καρολίνες και στις 13 Μαρτίου έγινε επικεφαλής στρατιωτικός σύμβουλος του Προέδρου των Συνομόσπονδων Τζέφερσον Ντέηβις.[31]
Οι δυνάμεις που βρισκόταν στην Κοιλάδα του Σεναντόα έπαιξαν έμμεσο ρόλο στην εκστρατεία. Περίπου 50.000 άνδρες υπό τους Αρχιστρατήγους Ναθάνιελ Π. Μπανκς και Έρβιν ΜακΝτάουελ ενεπλάκησαν στην καταδίωξη μικρότερης δύναμης υπό τον Στόουνγολ Τζάκσον στην Εκστρατεία της Κοιλάδας. Οι εξαιρετικοί ελιγμοί του Τζάκσον και οι τακτικές επιτυχίες σε μικρές μάχες κράτησαν άνδρες του Στρατού της Ένωσης μακριά από τον ΜακΚλέλαν εμποδίζονττας τους από το να τον ενισχύσουν, απογοητεύοντας τον. Είχε σχεδιάσει να έχει στην διάθεση του 30.000 άνδρες υπό τον ΜακΝτάουελ.[32]
Ο Μαγκρούντερ είχε προετοιμάσει τρεις αμυντικές γραμμές κατά μήκος της Χερσονήσου. Η πρώτη, περίπου 19 χιλιόμετρα (12 μίλια) βόρεια του Οχυρού Μονρόε, διέθετε προφυλακές πεζικού και οχυρώσεις πυροβολικού, αλλά δεν ήταν πλήρως επανδρωμένες και δεν είχαν την δυνατότητα να αποτρέψουν οποιαδήποτε κίνηση του Στρατού της Ένωσης. Ο κύριος σκοπός τους ήταν να συλλέξουν πληροφορίες που θα χρησιμοποιούνταν από τη δεύτερη γραμμή που εκτεινόταν από το Γιόρκταουν έως τη νήσο Μάλμπερι. Αυτή η γραμμή, η Γραμμή Γόργουικ, αποτελούνταν από οχυρώσεις, χαρακώματα, και φρούρια πίσω από τον ομώνυμο ποταμό. Επεκτείνοντας δύο φράγματα του ποταμού, αυτός έγινε ένα σημαντικό στρατιωτικό εμπόδιο στην δεξιά του πλευρά. Η τρίτη αμυντική γραμμή αποτελούνταν από μια σειρά οχυρών στο Γουίλιαμσμπεργκ, τα οποία θα χρησιμοποιούνταν μόνον αν ο στρατός υποχωρούσε πίσω από το Γιόρκταουν.[33]
Αρχικές κινήσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κίνηση προς την Χερσόνησο και Πολιορκία του Γιόρκταουν
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο στρατός του ΜακΚλέλαν αναχώρησε από την Αλεξάντρια στις 17 Μαρτίου. Επρόκειτο για αρμάδα πολύ μεγαλύτερη από όλες τις προηγούμενες Αμερικανικές εκστρατείες, όπου μεταφερόταν 121.500 άνδρες, 44 πυροβολαρχίες, 1.150 άμαξες, πάνω από 15.000 ίπποι και τόννοι εξοπλισμού και προμηθειών. Ένας Άγγλος παρατηρητής ανέφερε πως ήταν το «μεγάλο βήμα ενός γίγαντα».[34]
Με το Virginia να επιχειρεί ακόμη, το πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ δεν μπορούσε να διαβεβαιώσει τον ΜακΚλέλαν πως μπορούσε να προστατέψει τις επιχειρήσεις του τόσο στον ποταμό Τζέιμς όσο και στον ποταμό Γιορκ, έτσι το σχέδιο του για αμφίβια περικύκλωση του Γιόρκταουν εγκαταλείφθηκε. Για αυτό διέταξε την προώθηση μέσω της Χερσονήσου να ξεκινήσει την 4η Απριλίου.[35][36][37]
Στις 5 Απριλίου, το 4ο Σώμα του Εράσμους Ντ. Κέις πραγματοποίησε τις πρώτες κατοπτεύσεις στα αμυντικά έργα των Συνομόσπονδων στο Λης Μιλλ, μια περιοχή όπου ο ΜακΚλέλαν υπολόγιζε πως θα μπορούσε να περάσει χωρίς αντίσταση. Ο Μαγκρούντερ, λάτρης της θεατρικότητας, έστησε μια επιτυχημένη εκστρατεία εξαπάτησης. Μετακινώντας έναν λόχο επί κυκλικής διαδρομής σε μια στενή κοιλάδα, κατάφερε να τοποθετήσει μια συνεχή γραμμή ενισχύσεων που σκόπευε να τον υποστηρίξει. Επίσης άπλωσε το πυροβολικό του σε μεγάλη απόσταση και το διέταξε να ανοίγει πυρ κατά των γραμμών του Στρατού της Ένωσης. Οι Ομοσπονδιακοί θεωρούσαν πως οι θέσεις του Μαγκρούντερ κρατούνταν ισχυρά, αναφέροντας πως υπήρχε στρατός 100.000 ανδρών στο διάβα τους. Όταν οι δύο στρατιές μονομάχησαν, η αναγνώριση υπέδειξε στον Κέις την δύναμη και την ευρύτητα των οχυρώσεων των Συνομόσπονδων, και συμβούλευσε τον ΜακΚλέλαν να τους επιτεθεί. Ο ΜακΚλέλαν διέταξε την κατασκευή οχυρώσεων πολιορκίας και μετέφερε τα βαρέα πολυβόλα στο μέτωπο. Παράλληλα, ο Στρατηγός Τζόνστον έστειλε ενισχύσεις στον Μαγκρούντερ.[38][39]
Ο ΜακΚλέλαν αποφάσισε να μην επιτεθεί προτού αποκτήσει περισσότερους στρατιώτες για αναγνώριση και διέταξε το στράτευμα του να πραγματοποιήσει οχυρωματικά έργα παράλληλα με τον Μαγκρούντερ και να πολιορκήσει το Γιόρκταουν. Ο ΜακΚλέλαν αντέδρασε στην αναφορά του Κέις, αλλά και σε άλλες αναφορές σχετικά με την ισχύ του εχθρού κοντά στο Γιόρκταουν, αλλά επίσης του αναφέρθηκε πως το 1ο Σώμα, υπό τον Έρβιν ΜακΝτάουελ, θα έμενε στην Ουάσινγκτον ώστε να την περιφρουρεί αντί να μεταβή στην Χερσόνησο όπως σχεδίαζε ο ΜακΚλέλαν. Επιπλέον λόγω πίεσης στην Εκστρατεία της Κοιλάδας από τον Τζάκσον, ο πρόεδρος Λίνκολν θεωρούσε πως ο ΜακΚλέλαν είχε αφήσει ανεπαρκή στρατεύματα προς περιφρούρηση της Ουάσινγκτον και πως ο στρατηγός τον παραπλανούσε για την δύναμη των μονάδων, υπολογίζοντας στρατεύματα τα οποία ήταν έτοιμα να υπερασπιστούν την Ουάσινγκτον ενώ αυτά βρισκόταν τοποθετημένα σε άλλες τοποθεσίες. Ο ΜακΚλέλαν διαμαρτυρήθηκε πως αναγκαζόταν να ηγηθεί μιας μεγάλης εκστρατείας χωρίς τους υποσχόμενους πόρους, αλλά προχώρησε όπως και να έχει. Για τις επόμενες 10 μέρες, οι άνδρες του ΜακΚλέλαν έσκαβαν για την κατασκευή οχυρώσεων, ενώ ο Μαγκρούντερ λάμβανε σταδιακά ενισχύσεις. Μέχρι τα μέσα Απριλίου, ο Μαγκρούντερ ηγούνταν 35.000 ανδρών οι οποίοι μόλις που αρκούσαν για την υπεράσπιση της γραμμής τους.[40][41][20][42]
Αν και ο ΜακΚλέλαν αμφέβαλλε για την αριθμητική του υπεροχή έναντι του εχθρού, δεν είχε καμία αμφιβολία για την υπεροχή του πυροβολικού του. Οι προετοιμασίες για την πολιορκία του Γιόρκταουν αποτελούνταν από 15 πυροβολαρχίες με πάνω από 70 βαρέα πυροβόλα. Όταν όλες οι πυροβολαρχίες άνοιγαν πυρ ταυτόχρονα, πάνω από 3.170 κιλά πυρομαχικών θα χτυπούσαν τις εχθρικές θέσεις ανά βολή.[43]
Στις 16 Απριλίου, οι δυνάμεις του Στρατού της Ένωσης εξέτασαν ένα σημείο επί της γραμμής των Συνομόσπονδων στο Φράγμα Αριθμός 1, επί του ποταμού Γόργουικ κοντά στο Λης Μιλλ. Ο Μαγκρούντερ αντελήφθη την αδυναμία της θέσης του και διέταξε την ενίσχυσή της. Τρία συντάγματα υπό τον Ταξίαρχο Χάουελ Κομπ, μαζί με ακόμη έξι συντάγματα που βρισκόταν σε κοντινή απόσταση, βελτίωσαν την θέση τους στην δυτική όχθη του ποταμού επιβλέποντας το φράγμα. Ο ΜακΚλέλαν ανησύχησε πως η ενίσχυση αυτή θα αποτελούσε εμπόδιο για την τοποθέτηση των πυροβολαρχιών της πολιορκίας.[44] Διέταξε τον Ταξίαρχο Ουίλιαμ Φ. «Μπάλντυ» Σμιθ, διοικητή μεραρχίας του 4ου Σώματος, να «παρεμποδίσει τον εχθρό» στην ολοκλήρωση των αμυντικών του έργων.[45][44]
Στις 3 μ.μ., τέσσερις λόχοι του 3ου Συντάγματος Πεζικού του Βέρμοντ διέσχισαν το φράγμα και απομάκρυναν τους εναπομείναντες αμυνόμενους. Πίσω από τις γραμμές, ο Κομπ οργάνωσε μια γραμμή άμυνας με τον αδελφό του, Συνταγματάρχη Τόμας Κομπ της Λεγεώνας της Τζόρτζια, και επιτέθηκαν στο σύνταγμα από το Βέρμοντ, το οποίο είχε καταλάβει τα χαρακώματα των Συνομόσπονδων. Μη έχοντας την δυνατότητα να αποκτήσουν ενισχύσεις, οι λόχοι του Βέρμοντ υποχώρησαν από το φράγμα, έχοντας υποστεί απώλειες κατά την διαδικασία αυτή. Στις 5 μ.μ. περίπου, ο Μπάλντυ Σμιθ διέταξε το 6ο Σύνταγμα του Βέρμοντ να επιτεθεί κατά των θέσεων των Συνομόσπονδων κατάντη του φράγματος ενώ το 4ο Σύνταγμα του Βέρμοντ παρατάχθηκε στο φράγμα. Ο ελιγμός αυτός απέτυχε μιας και το 6ο Σύνταγμα του Βέρμοντ δέχθηκε τα βαρέα πυρά των Συνομόσπονδων και αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Μερικοί από τους τραυματισμένους άνδρες πνίγηκαν μιας και έπεσαν στην λίμνη πίσω από το φράγμα.[45]
Για το υπόλοιπο του Απριλίου, οι Συνομόσπονδοι, που ήταν πλέον 57.000 υπό την ηγεσία του Τζόνστον, βελτίωσαν τις γραμμές άμυνας τους ενώ ο ΜακΚλέλαν ανέλαβε την κοπιώδη διαδικασία μεταφοράς και τοποθέτησης μεγάλων πυροβολαρχιών πολιορκίας, τις οποίες σχεδίαζε να παρατάξει στις 5 Μαΐου. Ο Τζόνστον γνώριζε πως ο επικείμενος βομβαρδισμός θα ήταν δύσκολο να αντιμετωπιστεί, έτσι ξεκίνησε να στέλνει τις άμαξες προμηθειών του προς το Ρίτσμοντ την 3η Μαΐου. Διαφυγόντες δούλοι ανέφεραν το γεγονός στον ΜακΚλέλαν, ο οποίος δεν τους πίστεψε. Ήταν πεπεισμένος πως ένας στρατός που η δύναμή του υπολογιζόταν στους 120.000 άνδρες θα έμενε για να πολεμήσει. Το απόγευμα της 3ης Μαΐου, οι Συνομόσπονδοι πραγματοποίησαν σύντομο βομβαρδισμό. Νωρίς το πρωί της επόμενης μέρας, ο Χάιντζελμαν απογειώθηκε σε αερόστατο παρατήρησης και ανέφερε πως τα χαρακώματα των Συνομόσπονδων ήταν κενά.[46][47][48][49]
Ο ΜακΚλέλαν ήταν συγκλονισμένος από τα νέα. Έστειλε ιππικό υπό τον Τζορτζ Στόουνμαν σε καταδίωξη και διέταξε την μεραρχία του Ουίλιαμ Μπ. Φράνκλιν να επιβιβαστεί στα μεταγωγικά πλοία, να πλεύσει στον ποταμό Γιορκ και να αποκόψει την υποχώρηση του Τζόνστον.[50]
Μάχες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ουίλιαμσμπεργκ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μέχρι την 5η Μαΐου, ο στρατός του Τζόνστον πραγματοποιούσε αργή πρόοδο στις βαλτώδεις εκτάσεις και το ιππικό του Στόουνμαν αψιμαχούσε με το ιππικό του Τζ. Η. Μπ. Στιούαρτ, την εμπροσθοφυλακή του Τζόνστον. Για να δώσει χρόνο στο κυρίως τμήμα του στρατού του να απελευθερωθεί, ο Τζόνστον απέσπασε μέρος της δύναμής του για την επάνδρωση μιας μεγάλης χερσαίας οχύρωσης, το Οχυρό Μαγκρούντερ το οποίο βρισκόταν μεταξύ Γιόρκταουν και Ουίλιαμσμπεργκ, και είχε κατασκευαστεί νωρίτερα από τον Μαγκρούντερ. Η Μάχη του Ουίλιαμσμπεργκ ήταν η πρώτη σημαντική μάχη της Εκστρατείας της Χερσονήσου, στην οποία ενεπλάκησαν 41.000 στρατιώτες της Ένωσης και 32.000 των Συνομόσπονδων.[51]
Η 2η Μεραρχία του 3ου Σώματος του Ταξίαρχου Τζόζεφ Χούκερ ηγήθηκε της προόδου του Στρατού της Ένωσης. Προσέβαλλε το Οχυρό Μαγκρούντερ και την γραμμή των χαρακωμάτων και τις μικρότερες οχυρώσεις που εκτεινόταν τοξωτά νοτιοδυτικά από το οχυρό, αλλά εν τέλει αποκρούστηκε. Οι αντεπιθέσεις των Συνομόσπονδων, υπό την ηγεσία του Αρχιστράτηγου Τζέιμς Λόνγκστριτ, απείλησαν να καταβάλλουν την μεραρχία του Χούκερ, η οποία είχε παραταχθεί από το πρωί περιμένοντας το κυρίως σώμα του στρατεύματος να καταφτάσει. Ο Χούκερ περίμενε την μεραρχία του Μπάλντυ Σμιθ του 4ου Σώματος, η οποία κινούνταν βόρεια της οδού του Γιόρκταουν, ώστε να ακούσει τους ήχους της μάχης και να κατευθυνθεί προς τον Χούκερ άμεσα για να τον ενισχύσει. Ωστόσο, ο Σάμνερ σταμάτησε το Σμιθ σε κοντινή απόσταση από την θέση του Χούκερ. Ανησυχούσε πως οι Συνομόσπονδοι θα αποχωρούσαν από τις οχυρώσεις τους και πως θα πραγματοποιούσαν επίθεση εναντίον του στην οδό του Γιόρκταουν.[52]
Οι άνδρες του Λόνγκστριτ αποχώρησαν από τις οχυρώσεις τους, αλλά επιτέθηκαν στον Χούκερ, και όχι στο Σμίθ ή το Σάμνερ. Η ταξιαρχία του Κάντμους Μ. Ουίλκοξ άσκησε έντονη πίεση κατά της γραμμής του Χούκερ. Οι υποχωρούντες άνδρες του Χούκερ υποβοηθήθηκαν από την άφιξη της 3ης Μεραρχίας του 3ου Σώματος υπό τον Φίλιπ Κάρνυ περίπου στις 2:30 μ.μ. Ο Κάρνυ κινήθηκε επιθετικά με το άλογο του προς το μέτωπο των γραμμών ώστε να τις κατοπτεύσει και παρότρυνε τους άνδρες του να προχωρήσουν προς τα εμπρός κινώντας την σπάθη του. Οι Συνομόσπονδοι απωθήθηκαν προς την oδό του Λης Μιλλ και έπειτα πίσω στα δάση που ήταν οι θέσεις άμυνάς τους. Εκεί έλαβαν χώρα έντονες ανταλλαγές πυρών μέχρι αργά το απόγευμα.[53][52]
Η 1η Ταξιαρχία του Ουίνφιλντ Σ. Χάνκοκ, της μεραρχίας του Μπάλντυ Σμιθ, άρχισε να βομβαρδίζει την αριστερή πτέρυγα του Λόνγκστριτ περίπου το μεσημέρι. Ο Αρχιστράτηγος Ντ. Χ. Χιλ, ο οποίος ηγούνταν της δύναμης εφέδρων του Λόνγκστριτ απέσπασε μια ταξιαρχία υπό τον Τζαμπάλ Α. Ήρλυ στα εδάφη του Κολεγίου Ουίλιαμ και Μαίρη. Διαχωρίζοντας τα τμήματα του, ο Ήρλυ ηγούνταν δύο εκ των τεσσάρων συνταγμάτων του στο δάσος χωρίς να πραγματοποιήσει επαρκή αναγνώριση, και αντιλήφθηκε πως κινούνταν όχι σε κάποια πτέρυγα του εχθρού, αλλά κατευθείαν προς τα πολυβόλα του Χάνκοκ, τα οποία είχαν παραταχθεί σε δύο εγκαταλελειμμένα οχυρά. Ο ίδιος προσωπικά ηγήθηκε του 24ου Συντάγματος Πεζικού της Βιρτζίνια σε μια μάταιη επίθεση και τραυματίστηκε από σφαίρα στον ώμο του.[54]
Ο Χάνκοκ διατάχθηκε επανειλημμένως από το Σάμνερ να επιστρέψει στο Καμπ Κρηκ, αλλά χρησιμοποίησε την επίθεση των Συνομόσπονδων ως δικαιολογία για να μείνει στην θέση του. Μιας και το 24ο Σύνταγμα της Βιρτζίνια επιβαρύνθηκε, ο Ντ. Χ. Χιλ εμφανίστηκε από το δάσος ηγούμενος ενός άλλου συντάγματος του Ήρλυ, το 5ο Σύνταγμα της Βόρειας Καρολίνα. Διέταξε επίθεση προτού αντιληφθεί την δυσκολία της κατάστασης—Οι 3.400 στρατιώτες πεζικού του Χάνκοκ και οκτώ τμήματα πυροβολικού υπερείχαν κατά πολύ των δύο επιτιθέμενων Συνομοσπονδιακών συνταγμάτων, που είχαν λιγότερους από 1.200 άνδρες και καθόλου υποστήριξη από πυροβολικό. Ακύρωσε την επίθεση μόλις ξεκίνησε, αλλά ο Χάνκοκ διέταξε αντεπίθεση. Μετά τη μάχη, η αντεπίθεση αυτή έλαβε σημαντική δημοσιότητα, ως μεγάλη, γενναία μάχη και η περιγραφή του Χάνκοκ από τον ΜακΛέλλαν ως «εξαίσιος» του χάρισε το ψευδώνυμο, «Χάνκοκ ο Εξαίσιος».[55]
Οι απώλειες των Συνομόσπονδων στο Ουίλιαμσμπεργκ ήταν 1.682 ενώ του Στρατού της Ένωσης 2.283. Ο ΜακΚλέλαν θεώρησε λανθασμένα την πρώτη του σημαντική νίκη «λαμπρή νίκη» επί ανωτέρων δυνάμεων. Ωστόσο, η υπεράσπιση του Ουίλιαμσμπεργκ θεωρήθηκε από τους Νότιους ως μέσο καθυστέρησης των Ομοσπονδιακών, η οποία τους επέστρεψε να συνεχίσουν την υποχώρησή του προς το Ρίτσμοντ.[56]
Αποβάθρα Έλθαμ (ή Γουέστ Πόιντ)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την διαταγή του ΜακΚλέλαν προς την μεραρχία του Φράνκλιν να στραφεί προς τον στρατό του Τζόνστον μέσω αμφίβιας επιχείρησης στον ποταμό Γιορκ, χρειάστηκαν δύο μέρες για την επιβίβαση των ανδρών και του εξοπλισμού στα πλοία, και έτσι ο Φράνκλιν δεν συνεισέφερε στις ενέργειες στο Ουίλιαμσμπεργκ. Αλλά ο ΜακΚλέλαν είχε πολλές ελπίδες για την περιστροφική κίνηση του Φράνκλιν, σχεδιάζοντας να στείλει και άλλες μεραρχίες (αυτές των Φιτζ Τζον Πόρτερ, Τζον Σέντζγουικ και Ίζραελ Μπ. Ρίτσαρντσον) μέσω ποταμού προς υποστήριξη του Φράνκλιν. Ο προορισμός τους ήταν η Αποβάθρα Έλθαμ στη νότια όχθη του ποταμού Παμάνκεϊ κατά μήκος του Γουέστ Πόιντ, ενός λιμένα επί του ποταμού Γιορκ, όπου βρισκόταν ο τερματικός σταθμός του Σιδηροδρόμου Ρίτσμοντ και Ποταμού Γιορκ. Η απόβαση έγινε κοντά σε μια σημαντική διασταύρωση της οδού που θα χρησιμοποιούσε ο στρατός του Τζόνστον το απόγευμα της 6ης Μαΐου.[57][58][59]
Οι άνδρες του Φράνκλιν βγήκαν στην στεριά μέσω ελαφρών σχεδίων και μέσω μιας πλωτής αποβάθρας μετέφεραν το πυροβολικό και τις προμήθειες. Το έργο συνεχίστηκε υπό το φως δάδων κατά την διάρκεια της νύχτας και η μοναδική αντίσταση των εχθρών ήταν ελάχιστες βολές οι οποίες σταμάτησαν περίπου στις 10 μ.μ.[58][60]
Ο Τζόνστον εξέδωσε διαταγή προς τον Αρχιστράτηγο Γκ. Γ. Σμιθ να προστατεύσει την οδό προς το Μπάρχαμσβιλ και ο Σμιθ την μεταβίβασε στην μεραρχία του Ταξίαρχου Ουίλιαμ Χ. Κ. Γουάιτινγκ και την Λεγεώνα του Χάμπτον υπό τον Γουέιντ Χάμπτον. Στις 7 Μαΐου, ο Φράνκλιν τοποθέτησε την ταξιαρχία του Τζον Νιούτον στο δάσος που βρισκόταν επί αμφότερων των πλευρών της οδού που χρησιμοποιήθηκε για την απόβαση, υποστηρίζοντας το μπροστινό τμήμα με δύο ακόμη ταξιαρχίες (των Χένρι Γ. Σλόκουμ και του Φίλιπ Κάρνυ).[61] Ο ακροβολισμός της γραμμής του Νιούτον υποχώρησε μιας και η Ταξιαρχία του Τέξας του Τζον Μπελ Χουντ προωθήθηκε, με τον Χάμπτον στα δεξιά του.[60][62]
Καθώς μια δεύτερη ταξιαρχία ακολούθησε τον Χουντ στα αριστερά του, τα στρατεύματα της Ένωσης υποχώρησαν από τα δάση προς την πεδιάδα πριν την αποβίβαση, αναζητώντας κάλυψη από τα πυρά των κανονιοφόρων των Ομοσπονδιακών. Ο Γουάτινγκ χρησιμοποίησε το πυροβολικό του κατά των κανονιοφόρων, αλλά τα όπλα του δεν είχαν επαρκή εμβέλεια, και έτσι αποχώρησε από την εμπλοκή στις 2 μ.μ. Τα στρατεύματα της Ένωσης επέστρεψαν στα δάση μετά την αποχώρηση των Συνομόσπονδων, αλλά δεν πραγματοποίησαν κάποια απόπειρα για να συνεχίσουν την προώθησή τους. Αν και οι ενέργειες δεν είχαν κάποιο αποτέλεσμα, ο Φράνκλιν έχασε την ευκαιρία να αναχαιτίσει την υποχώρηση των Συνομόσπονδων από το Ουίλιαμσπμεργκ, επιτρέποντας τους να συνεχίσουν ανενόχλητοι.[60]
Νόρφολκ και Ντρίουρις Μπλαφ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πρόεδρος Λίνκολν παρακολούθησε από κοντά μέρος της εκστρατείας, έχοντας φτάσει στο Οχυρό Μονρόε στις 6 Μαΐου συνοδεύοντας τον Υπουργό Πολέμου Έντουιν Μ. Στάντον και τον Υπουργό Οικονομίας Σάλμον Π. Τσέις. Ο Λίνκολν θεωρούσε πως η πόλη του Νόρφολκ ήταν τρωτή και πως ο έλεγχος του ποταμού Τζέιμς ήταν πιθανός, αλλά ο ΜακΚλέλαν ήταν απασχολημένος στο μέτωπο και δεν συναντήθηκε με τον πρόεδρο. Εκτελώντας την εξουσία του ως επικεφαλής του επιτελείου, ο Λίνκολν διέταξε ναυτικό βομβαρδισμό κατά των πυροβολαρχιών των Συνομόσπονδων στην περιοχή την 8η Μαΐου και απέπλευσε σε μια μικρή βάρκα με τους δύο υπουργούς του ώστε να πραγματοποιήσει προσωπική αναγνώριση στην ακτή. Στρατεύματα υπό τον Αρχιστράτηγο Τζον Ε. Γουλ, τον γηραιότερο διοικητή του Οχυρού Μονρόε, κατέλαβαν το Νόρφολκ στις 10 Μαΐου, αντιμετωπίζοντας ελάχιστη αντίσταση.[63]
Μετά την εκκένωση του στρατώνα των Συνομόσπονδων στο Νόρφολκ, ο Αρχιπλοίαρχος Τζοσάια Τάτναλ γνώριζε πως το CSS Virginia δεν είχε βάση και πως επίσης δεν μπορούσε να πλεύσει στις στενές στροφές του ποταμού Τζέιμς προς το Ρίτσμοντ. Έτσι, στις 11 Μαΐου, το πλοίο κινήθηκε τάχιστα προς τα ανοιχτά της Νήσου Κράνεϊ για να αποτραπεί η κατάληψή του. Το γεγονός αυτό άνοιξε τον ποταμό Τζέιμς στο Χάμπτον Ρόουντς στις κανονιοφόρους των Ομοσπονδιακών.[64][65][66]
Το μοναδικό εμπόδιο που προστάτευε το Ρίτσμοντ από ποτάμια πρόσβαση ήταν το Οχυρό Ντάρλινγκ στο Ντρίουρις Μπλαφ, ένα στενό σημείο του ποταμού Τζέιμς σε απόσταση 11 χιλιομέτρων (7 μίλια) από την πόλη. Οι υπερασπιστές των Συνομόσπονδων, πεζοναύτες, ναύτες και στρατιώτες βρισκόταν υπό την επίβλεψη του Αρχιπλοιάρχου Εμπενέζερ Φάραντ και του λοχαγού Αουγκούστους Χ. Ντρίουρι, ιδιοκτήτη της περιοχής όπου έγινε η μάχη.[67][68] Τα οκτώ κανόνια στο οχυρό, μαζί με τα όπλα του πυροβολικού και τα πέντε κανόνια του ναυτικού, εκ των οποίων μερικά είχαν ληφθεί από το Virginia, έλεγχαν τον ποταμό σε μεγάλη απόσταση σε κάθε πλευρά. Κανόνια που βρισκόταν στο CSS Patrick Henry, είχαν τοποθετηθεί σε υψηλότερο σημείο ενώ σκοπευτές βρισκόταν στις όχθες του ποταμού. Υποβρύχια εμπόδια από βυθισμένα ατμόπλοια, μπάζα και άλλα πλοία ενωμένα με αλυσίδες είχαν τοποθετηθεί κάτω από τα βράχια, δυσκολεύοντας έτσι τους ελιγμούς στα στενά τμήματα του ποταμού.[69]
Στις 15 Μαΐου, απόσπασμα της Μοίρας Αποκλεισμών του Βορείου Ατλαντικού του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ, υπό την διοίκηση του Τζον Ρότζερς κινήθηκε ανάντη στον ποταμό Τζέιμς από το Οχυρό Μονρόε για να δοκιμάσει την άμυνα του Ρίτσμοντ. Στις 7:45 π.μ., το USS Galena σταμάτησε 550 μέτρα (600 γιάρδες) από το οχυρό και αγκυροβόλησε, αλλά προτού ανοίξει πυρ, δύο συστάδες πυρών των Συνομόσπονδων κατατρύπησαν το ελαφρώς θωρακισμένο σκάφος. Η μάχη κράτησε για πάνω από τρεις ώρες ενώ παράλληλα το Galena έμεινε στάσιμο και δέχθηκε 45 χτυπήματα. Το πλήρωμα του πλοίου ανέφερε πως 14 άτομα σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν θανάσιμα και 10 τραυματίστηκαν. Το Monitor αποτέλεσε επίσης συχνό στόχο, αλλά η βαρύτερη θωράκιση του πλοίου άντεξε τα χτυπήματα. Σε αντίθεση με μερικές αναφορές, το Monitor, παρά τον κατακόρυφο πυργίσκο που διέθετε δεν είχε κανένα πρόβλημα να χτυπά σταθερά κατά του οχυρού.[70] Το USS Naugatuck αποσύρθηκε όταν εξερράγησαν τα κανόνια Πάρροττ του. Οι δύο ξύλινες κανονιοφόροι παρέμειναν με ασφάλεια εκτός πεδίου βολής των μεγάλων κανονιών, αλλά ο πλοίαρχος του USS Port Royal τραυματίστηκε από σκοπευτή. Περίπου στις 11 π.μ. τα πλοία του Στρατού της Ένωσης υποχώρησαν στο Σίτι Πόιντ.[71][69][68]
Το μεγάλο οχυρό στο Ντρίουρις Μπλαφ απέκοψε την πρόοδο του Στρατού της Ένωσης μόλις 11 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα των Συνομόσπονδων.[72] Ο Ρότζερς ανέφερε στον ΜακΚλέλαν πως το Ναυτικό μπορούσε να αποβιβάσει στρατεύματα σε απόσταση 16 χιλιομέτρων (10 μίλια) από το Ρίτσμοντ, αλλά ο Στρατός της Ένωσης δεν χρησιμοποίησε ποτέ αυτή την επιλογή.[68][73]
Σύγκλιση των στρατευμάτων στο Ρίτσμοντ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Τζόνστον υποχώρησε μαζί με τους 60.000 άνδρες του προς υπεράσπιση του Ρίτσμοντ. Η αμυντική τους γραμμή ξεκινούσε από τον ποταμό Τζέιμς στο Ντρίουρις Μπλαφ και εκτεινόταν αριστερόστροφα έτσι ώστε το κέντρο και η αριστερή πλευρά της να βρίσκονται πίσω από τον ποταμό Τσικαχόμινυ, φυσικό όριο που κατά την διάρκεια της άνοιξης μετατρεπόταν σε βαλτώδη έκταση. Οι άνδρες του Τζόνστον έκαψαν τις περισσότερες γέφυρες του Τσικαχόμινυ και εγκατέστησαν ισχυρές αμυντικές θέσεις βόρεια και ανατολικά της πόλης. Ο ΜακΚλέλαν τοποθέτησε τους 105.000 άνδρες τους σε σημείο τέτοιο ώστε να εστιάζουν στον βορειοανατολικό τομέα, για δύο λόγους. Πρώτον, ο ποταμός Παμάνκεϊ, ο οποίος έρεε σχεδόν παράλληλα με τον Τσικαχόμινυ, προσέφερε μια γραμμή επικοινωνίας η οποία μπορούσε να δώσει στον ΜακΚλέλαν την δυνατότητα να περάσει γύρω από την αριστερή πτέρυγα του Τζόνστον. Δεύτερον, ο ΜακΚλέλαν περίμενε την άφιξη του 1ου Σώματος του ΜακΝτάουελ, ο οποίος σχεδιαζόταν να προελάσει νότια του Φρέντρικσμπεργκ και να ενισχύσει τον στρατό του, και έτσι χρειαζόταν να προστατεύσει την πορεία προσέγγισης του.[74][75][76]
Η Στρατιά του Ποτόμακ ωθούνταν αργά προς τον ποταμό Παμάνκεϊ, δημιουργώντας βάσεις προμηθειών στην Αποβάθρα του Έλθαμ, την Αποβάθρα του Κάμπερλαντ και την Αποβάθρα του Γουάιτ Χάους. Το Γουάιτ Χάους, αγρόκτημα του Ουίλιαμ Χένρι Φίτζαγκ Λη, γιου του Στρατηγού Ρόμπερτ Ε. Λη, έγινε η βάση επιχειρήσεων του ΜακΚλέλαν. Χρησιμοποιώντας τον Σιδηρόδρομο Ρίτσμοντ και Ποταμού Γιορκ ο ΜακΚλέλαν μπόρεσε να μεταφέρει το βαρύ πυροβολικό του στα περίχωρα του Ρίτσμοντ. Κινούνταν αργά, αντιδρώντας στις λανθασμένες πληροφορίες που τον έκαναν να θεωρεί πως οι Συνομόσπονδοι ήταν πολλαπλάσιοι του. Μέχρι τα τέλη Μαΐου, ο στρατός είχε χτίσει γέφυρες στον Τσικαχόμινυ και βρισκόταν έμπροσθεν του Ρίτσμοντ. Το ένα τρίτο του στρατού βρισκόταν νότια του ποταμού, και τα δύο τρίτα βόρεια του (η παράταξη αυτή δυσχέραινε την προσπάθεια του ενός τμήματος να ενισχύσει το άλλο τάχιστα, το οποίο ήταν σημαντικό πρόβλημα κατά την Μάχη του Σέβεν Πάινς).[77][78][47]
Οι νέοι διοικητές του Στρατού της Ένωσης |
---|
|
Στις 18 Μαΐου, ο ΜακΚλέλαν αναδιοργάνωσε την Στρατιά του Ποτόμακ στο πεδίο και προώθησε δύο αρχιστρατήγους στην θέση των διοικητών σωμάτων: ο Φιτζ Τζον Πόρτερ στο νέο 5ο Σώμα και ο Ουίλιαμ Μπ. Φράνκλιν στο 6ο Σώμα. Η στρατιά είχε 105.000 άνδρες τοποθετημένους βορειοανατολικά της πόλης, υπερτερώντας κατά πολύ των 60.000 ανδρών του Τζόνστον, αλλά είχε λανθασμένη πληροφόρηση από τον κατάσκοπο Άλαν Πίνκερτον που έκανε τον ΜακΚλέλαν να θεωρεί πως ο στρατός του ήταν λιγότερος με αναλογία 2 προς 1. Διεξήχθησαν πολυάριθμες αψιμαχίες μεταξύ των γραμμών των στρατευμάτων μεταξύ 23 και 26 Μαΐου. Η ένταση στην πόλη ήταν αυξημένη, ειδικά μετά την πληροφόρηση πως είχε προηγηθεί ναυμαχία στο Ντρίουρις Μπλαφ.[79][80]
Χανόβερ Κορτ Χάους
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ενώ οι αψιμαχίες διεξαγόταν καθ' όλο το μήκος της γραμμής μεταξύ των στρατευμάτων, στον ΜακΚλέλαν έφτασε μια πληροφορία πως 17.000 άνδρες των Συνομόσπονδων κινούνταν προς το Χανόβερ Κορτ Χάους (Δικαστήριο Χανόβερ), βόρεια του Μεκάνικσβιλ. Αν η πληροφορία αυτή ήταν αληθής, θα απειλούσε την δεξιά πτέρυγα του στρατού του και θα ενέπλεκε την άφιξη των ενισχύσεων του ΜακΝτάουελ. Μονάδα αναγνώρισης του ιππικού του Στρατού της Ένωσης άλλαξε τον υπολογισμό της δύναμης του εχθρού σε 6.000 άτομα, αλλά ακόμη και έτσι αποτελούσε απειλή. Ο ΜακΚλέλαν διέταξε το 5ο Σώμα του Πόρτερ να αναλάβει την υπόθεση.[77][81]
Ο Πόρτερ αναχώρησε για την αποστολή του στις 4 π.μ. της 27ης Μαΐου μαζί με την 1η Μεραρχία του Τζορτζ Γ. Μόρελ, την 3η Ταξιαρχία της 2ης Μεραρχίας του Γκουβέρνερ Κ. Γουόρεν και μια μικτή ταξιαρχία ιππικού και πυροβολικού του Ουίλιαμ Χ. Έμορυ, έχοντας συνολικά 12.000 άνδρες. Οι Συνομόσπονδοι που για την ακρίβεια ήταν 4.000 άνδρες, είχαν ως επικεφαλής τον Λώρενς Ο'Μπράιαν Μπραντς. Αναχώρησαν από το Γκόρντονσβιλ για να προφυλάξουν τον Κεντρικό Σιδηρόδρομο της Βιρτζίνια, λαμβάνοντας θέσεις 6,4 χιλιόμετρα (4 μίλια) νοτιοδυτικά του δικαστηρίου. Άλλη ταξιαρχία των Συνομόσπονδων είχε τοποθετηθεί 16 χιλιόμετρα βόρεια (10 μίλια).[82][77]
Οι άνδρες του Πόρτερ πλησίασαν στο Πηκς Κρόσινγκ εν μέσω καταρρακτώδους βροχόπτωσης. Περίπου το μεσημέρι της 27ης Μαΐου, η κύρια εμπροσθοφυλακή του είχε έντονες αψιμαχίες με τους Συνομόσπονδους μέχρι να καταφτάσει το κυρίως σώμα του, οδηγώντας του ολιγάριθμους Συνομόσπονδους προς το δικαστήριο. Ο Πόρτερ άρχισε την καταδίωξη με το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης του, αφήνοντας τρία συντάγματα να φυλάσσουν την διασταύρωση στο Νιου Μπριτζ και της οδού του Χανόβερ Κορτ Χάους. Η κίνηση αυτή εξέθεσε την διαταγή του Πόρτερ προς το μπροστινό τμήμα του που θα επιτίθεντο κατά του κυρίου σώματος του Μπραντς. Ο Πόρτερ είχε εσφαλμένα θεωρήσει πως βρισκόταν στο Χανόβερ Κορτ Χάους.[83][84]
Ο Μπραντς είχε κάνει και αυτός λανθασμένους υπολογισμούς—θεώρησε πως η δύναμη του Πόρτερ ήταν κατά πολύ μικρότερη από ότι ήταν—και πραγματοποίησε επίθεση. Η αρχική επίθεση αποκρούστηκε, αλλά η δύναμη του Μάρτιντεϊλ καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά από τα βαρέα πυρά. Ο Πόρτερ απέστειλε τάχιστα τα δύο συντάγματα πίσω στο Αγρόκτημα Κίνεϊ. Η γραμμή των Συνομόσπονδων έσπασε υπό το βάρος των χιλιάδων νέων στρατευμάτων, τα οποία επέστρεψαν στο Άσλαντ.[85][86]
Οι υπολογισμοί για της απώλειες του Στρατού της Ένωσης στο Χανόβερ Κορτ Χάους ποικίλουν, από 355 (62 νεκροί, 233 τραυματίες και 70 αιχμάλωτοι) έως 397. Εκ μέρους των Συνομόσπονδων σκοτώθηκαν 200 άνδρες στο πεδίο της μάχης ενώ 730 αιχμαλωτίστηκαν από το ιππικό του Πόρτερ. Ο ΜακΚλέλαν ισχυρίστηκε πως και αυτή η μάχη αποτέλεσε μια «θριαμβευτική νίκη επί ενός ανώτερου στρατού» και έκρινε πως ήταν «ένα από τα ομορφότερα πράγματα στον πόλεμο».[87] Ωστόσο, στην πραγματικότητα η ανώτερη (Στρατός της Ένωσης) δύναμη επικράτησε σε μια ανοργάνωτη μάχη, η οποία χαρακτηρίστηκε από λάθος κρίσεις και από τις δύο πλευρές. Η δεξιά πτέρυγα του Στρατού της Ένωσης παρέμεινε ασφαλής, αν και τεχνικά οι Συνομόσπνοδοι δεν σκόπευαν να την απειλήσουν. Και το Σώμα του ΜακΝτάουελ δεν χρειάστηκε ανοιχτές και ασφαλείς διόδους μιας και δεν έφτασε ποτέ—η ήττα των Ενωτικών δυνάμεων στην Πρώτη Μάχη του Γουίντσεστερ από τον Στόουνγολ Τζάκσον στην κοιλάδα του Σεναντόα, είχε ως αποτέλεσμα η διοίκηση του Λίνκολν να ανακαλέσει τον ΜακΝτάουελ στο Φρέντρικσμπεργκ.[88][87][86][89]
Μεγαλύτερη επίπτωση από τις απώλειες, σύμφωνα με τον Στίβεν Γ. Σήαρς, ήταν η επιρροή στην προετοιμασία του ΜακΚλέλαν για την επόμενη μεγάλη μάχη, στο Σέβεν Πάινς και το Φέαρ Όουκς τέσσερις μέρες αργότερα. Κατά την διάρκεια της απουσίας του Πόρτερ, ο ΜακΚλέλαν δεν επιθυμούσε να μετακινήσει περαιτέρω τα στρατεύματά του νότια του Τσικαχόμινυ, κάνοντας την αριστερή του πτέρυγα έναν ολοένα και πιο ελκυστικό στόχο για τον Τζόνστον. Ο Πόρτερ ήταν κλινήρης ασθενής, έχοντας υποστεί ελονοσία.[90]
Σέβεν Πάινς (ή Φέαρ Όουκς)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Τζόνστον γνώριζε πως δεν θα μπορούσε να επιβιώσει μιας πολιορκίας μεγάλης κλίμακας στο Ρίτσμοντ και έτσι αποφάσισε να επιτεθεί στον στρατό του ΜακΚλέλαν. Το αρχικό του σχέδιο ήταν να επιτεθεί στην δεξιά πτέρυγα του Στρατού της Ένωσης, βόρεια του ποταμού Τσικαχόμινυ, προτού φτάσει το σώμα του ΜακΝτάουελ το οποίο κινούνταν νότια από το Φρέντρικσμπεργκ. Ωστόσο, στις 27 Μαΐου, ο Τζόνστον ενημερώθηκε πως το σώμα του ΜακΝτάουελ είχε μεταβεί τελικά στην Κοιλάδα του Σεναντόα και δεν θα ενίσχυε τη Στρατιά του Ποτόμακ. Αποφάσισε να επιτεθεί κατά μήκος της δικής του φυσικής γραμμής άμυνας, τον ποταμό Τσικαχόμινυ, και σχεδίασε να εκμεταλλευτεί το γεγονός πως ο Στρατός της Ένωσης ήταν διασκορπισμένος στις δύο πλευρές του ποταμού, πραγματοποιώντας επίθεση στα δύο σώματα που βρισκόταν νότια του ποταμού, απομονώνοντας τα από τα τρία σώματα που βρισκόταν βόρεια του ποταμού.[91]
Εάν εκτελούσε την αποστολή του σωστά, ο Τζόνστον θα ενέπλεκε τα δύο τρίτα του στρατού του (22 από τις 29 ταξιαρχίες πεζικού, με 51.000 άνδρες) κατά 33.000 ανδρών του 3ου και του 4ου Σώματος. Το επιθετικό σχέδιο των Συνομόσπονδων ήταν περίπλοκο, προβλέποντας τις μεραρχίες του Α. Π. Χιλ και του Μαγκρούντερ να εμπλακούν ελαφρά και να αποσπάσουν τις δυνάμεις της Ένωσης βόρεια του ποταμού, ενώ ο Λόνγκστριτ που ηγούνταν της κύριας επίθεσης νότια του ποταμού ήθελε να συγκεντρώσει τα στρατεύματά του κατά του Κέις από τρεις κατευθύνσεις. Το σχέδιο είχε εξαιρετικές προοπτικές για κατ' αρχήν επιτυχία μιας και η πλησιέστερη μεραρχία του 4ου Σώματος που ασχολούνταν με εγγειοβελτιωτικά έργα δυτικά του Σέβεν Πάινς, ήταν αυτή του Ταξίαρχου Σίλας Κέισι, με 6.000 άνδρες που είχαν την μικρότερη εμπειρία στο στράτευμα. Εάν ο Κέις ηττώνταν, το 3ο Σώμα που βρισκόταν ανατολικά θα μπορούσε να περιοριστεί στον Τσικαχόμινυ και να καταβληθεί.[92][93][94]
Από την αρχή υπήρξαν λανθασμένες κινήσεις σε αυτό το περίπλοκο σχέδιο. Ο Τζόνστον εξέδωσε εντολές οι οποίες ήταν ασαφείς και αντιφατικές και απέτυχε να ενημερώσει όλους τους υφιστάμενους του για την διαδοχή των κινήσεων. Ο Λόνγκστριτ από την μεριά του, είτε παρανόησε τις διαταγές του ή αποφάσισε να τις τροποποιήσει χωρίς να ενημερώσει τον Τζόνστον, αλλάζοντας την πορεία του ώστε να συγκρουστεί με αυτή του Χιλ, η οποία όχι μόνο καθυστέρησε την πρόοδο, αλλά περιόρισε την επίθεση σε στενότερο μέτωπο, χρησιμοποιώντας ένα μόνο μέρος της συνολικής δύναμής του. Τα προβλήματα επιδεινώθηκαν και στις δύο πλευρές μετά την καταιγίδα τη νύχτα της 30ής Μαΐου, η οποία κατέστρεψε τις περισσότερες γέφυρες που είχε κατασκευάσει ο Στρατός της Ένωσης, μετατρέποντας τους δρόμους σε βαλτώδεις εκτάσεις.[95][96][97]
Η επίθεση είχε άσχημο ξεκίνημα στις 31 Μαΐου όταν ο Λόνγκστριτ ο οποίος κινούνταν στην οδό του Τσαρλς Σίτι έστριψε στην οδό του Ουίλιαμπσμπεργκ αντί για την οδό Νάιν Μάιλ. Οι διαταγές του Χούγκερ δεν ανέφεραν συγκεκριμένη ώρα που θα ξεκινούσε η επίθεση και δεν αφυπνίστηκε μέχρι την στιγμή που άκουσε μια μεραρχία να περνά από κοντινή απόσταση. Ο Τζόνστον και ο υποδιοικητής του, Σμιθ, οι οποίοι δεν ήταν ενήμεροι για την ακριβή τοποθεσία του Λόνγκστριτ ή την καθυστέρηση του Χούγκερ, τους περίμεναν στην βάση τους ώστε να ξεκινήσουν την μάχη. Πέντε ώρες μετά την προγραμματισμένη έναρξη, στη 1 μ.μ., ο Ντ. Χ. Χιλ όντας ανυπόμονος έστειλε τις ταξιαρχίες του κατά της μεραρχίας του Κέισι.[98][88][99]
Η γραμμή του Κέισι κάμφθηκε με μερικούς άνδρες να υποχωρούν, αλλά οι υπόλοιποι πολέμησαν σκληρά για να διατηρήσουν τα οχυρώματα τους, με αποτέλεσμα μεγάλες απώλειες και από τις δύο πλευρές. Οι Συνομόσπονδοι ενεπλάκησαν με μόνον τέσσερις από τις δεκατρείς ταξιαρχίες τους στην δεξιά πτέρυγα, και έτσι δεν χτύπησαν με ολόκληρη την ισχύ που θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν σε αυτό το αδύναμο σημείο της γραμμής των Ενωτικών. Ο Κέισι έστειλε ενισχύσεις αλλά ο Κέις καθυστερούσε να αποκριθεί. Τελικά το κύριο τμήμα των Συνομόσπονδων έσπασε την γραμμή, κατέλαβε ένα οχυρό του Στρατού της Ένωσης, και οι άνδρες του Κέισι υποχώρησαν στην δεύτερη γραμμή άμυνας στο Σέβεν Πάινς.[100][101]
Ο Χιλ, που πλέον είχε ενισχυθεί από τον Λόνγκστριτ, επιτέθηκε κατά της δεύτερης γραμμής του Στρατού της Ένωσης κοντά στο Σέβεν Πάινς στις 4:40 μ.μ. Ο Χιλ οργάνωσε πλευρικούς ελιγμούς για να χτυπήσει την δεξιά πτέρυγα του Κέις, η οποία ανάγκασε την γραμμή των Ομοσπονδιακών να υποχωρήσει πίσω από την οδό του Ουίλιαμσπμεργκ. Ο Τζόνστον προωθήθηκε στην οδό του Νάιν Μάιλ με τρεις ταξιαρχίες της μεραρχίας του Γουάιτινγκ και αντιμετώπισε σκληρή αντίσταση κοντά στον Σταθμό του Φέαρ Όοουκς, από την δεξιά πτέρυγα του στρατού του Κέις. Σε σύντομο διάστημα κατέφτασαν ενισχύσεις για τον Στρατό της Ένωσης. Ο διοικητής του 2ου Σώματος, Ταξίαρχος Έντουιν Κ. Σάμνερ, άκουσε τους ήχους που προερχόταν από την μάχη στην θέση του βόρεια του ποταμού. Μετά από δική του πρωτοβουλία, απέσπασε μια μεραρχία υπό τον Ταξίαρχο Τζον Σέντζγουικ μέσω της μόνης γέφυρας που είχε απομείνει. Η πολύτιμη «Γέφυρα Γκρέιπβαϊν» είχε σχεδόν καταρρεύσει από τα ορμητικά νερά του ποταμού, αλλά το βάρος των στρατιωτών που την περνούσαν την κράτησε σταθερή. Μετά την ασφαλή διέλευση του τελευταίου στρατιώτη, η γέφυρα κατέρρευσε. Οι άνδρες του Σέντζγουικ είχαν σημαντικό ρόλο στον αντίσταση κατά της επίθεσης του Γουάιτινγκ.[102][103][104]
Το σούρουπο, ο Τζόνστον είχε τραυματιστεί και μεταφέρθηκε στο Ρίτσμοντ. Ο Γκ. Γ. Σμιθ ανέλαβε προσωρινά την διοίκηση της στρατιάς. Ο Σμιθ, ο οποίος είχε μολυνθεί από ασθένεια, έδειχνε αναποφασιστικότητα για τα επόμενα βήματα του στην μάχη και άφησε κακή εντύπωση στον πρόεδρο Ντέηβις και τον στρατιωτικό σύμβουλό του Στρατηγό Λη. Μετά το τέλος της μάχης την επόμενη μέρα, ο Ντέηβις αντικατέστησε τον Σμιθ με τον Λη στη θέση του διοικητή της Στρατιάς της Βόρειας Βιρτζίνια.[105][106][104]
Την 1η Ιουνίου, οι Συνομόσπνοδοι υπό τον Σμιθ επανέλαβαν τις επιθέσεις τους κατά των Ομοσπονδιακών, οι οποίοι είχαν περισσότερες ενισχύσεις και πολέμησαν από ισχυρές θέσεις, αλλά απέκτησαν ελάχιστο προβάδισμα. Η μάχη ολοκληρώθηκε περίπου στις 11:30 π.μ. όταν οι Συνομόσπονδοι υποχώρησαν. Ο ΜακΚλέλαν έφτασε στο πεδίο της μάχης μετά την ανάρρωση του την ίδια ώρα, αλλά ο Στρατός της Ένωσης δεν αντεπιτέθηκε.[107]
Και οι δύο πλευρές αξίωσαν την νίκη έχοντας σχεδόν τις ίδιες απώλειες—Οι απώλειες του Στρατού της Ένωσης υπολογίζονται στους 5.031 (790 νεκροί, 3.594 τραυματίες, 647 αιχμάλωτοι ή αγνοούμενοι), και των Συνομόσπονδων 6.134 (980 νεκροί, 4.749 τραυματίες, 405 αιχμάλωτοι ή αγνοούμενοι.[108] Η πρόοδος του ΜακΚλέλαν προς το Ρίτσμοντ διακόπηκε και η Στρατιά της Βόρειας Βιρτζίνια επέστρεψε στην αμυντική γραμμή του Ρίτσμοντ. Η μάχη μνημονεύεται από τον Στρατό της Ένωσης ως Μάχη του Σταθμού Φέαρ Όουκς μιας και ήταν το σημείο όπου πολέμησαν, ενώ αντίστοιχα οι Συνομόσπονδοι, για τον ίδιο λόγο, ονόμασαν την μάχη ως Σέβεν Πάινς.[109]
Οι Μάχες των Επτά Ημερών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρά την αξίωση της νίκης στο Σέβεν Πάινς, ο ΜακΚλέλαν ήταν αναστατωμένος από την εμπειρία. Ανασύνταξε το στράτευμα του εκτός από το 5ο Σώμα, νότια του ποταμού, και παρόλο που συνέχισε να σχεδιάζει πολιορκία και κατάληψη του Ρίτσμοντ, έχασε την στρατηγική πρωτοβουλία και δεν την ανέκτησε ποτέ ξανά.[110]
Ο Λη χρησιμοποίησε την μηνιαία διακοπή της προώθησης του ΜακΚλέλαν για να οχυρώσει τα αμυντικά έργα του Ρίτσμοντ και να τα επεκτείνει νότια προς τον ποταμό Τζέιμς στο Σάφινς Μπλαφ. Στη νότια πλευρά του ποταμού Τζέιμς, οι αμυντικές γραμμές κατασκευάστηκαν έτσι ώστε να φτάνουν χαμηλότερα του Πήτερσμπεργκ. Το συνολικό μήκος της νέας γραμμής άμυνας ήταν 48 χιλιόμετρα (30 μίλια). Για να κερδίσει χρόνο για την κατασκευή της νέας αμυντικής γραμμής και την προετοιμασία για επίθεση, ο Λη επανέλαβε την τακτική του να κάνει μικρά στρατεύματα να φαίνονται για μεγαλύτερα από ότι ήταν. Ο ΜακΚλέλαν είχε εκνευριστεί από το θράσος του Τζεμπ Στίουαρτ που περικύκλωσε ολοκληρωτικά τον Στρατό της Ένωσης μεταξύ 13 και 15 Ιουνίου.[111]
Η δεύτερη φάση της Εκστρατείας της Χερσονήσου απέκτησε αρνητική τροπή για τον Στρατό της Ένωσης όταν ο Λη ξεκίνησε βίαιες αντεπιθέσεις ανατολικά του Ρίτσμοντ στις Μάχες των Επτά Ημερών (25 Ιουνίου – 1 Ιουλίου 1862).[112] Αν και καμία από τις μάχες αυτές δεν αποτέλεσε σημαντική τακτική νίκη των Συνομόσπονδων (η Μάχη του Μάλβερν Χιλ την τελευταία ημέρα ήταν σημαντική ήττα για τους Συνομόσπονδους), η επιμονή των επιθέσεων του Λη και η ξαφνική εμφάνιση του Στόουνγολ Τζάκσον στην δυτική πτέρυγα εκνεύρισαν τον ΜακΚλέλαν, ο οποίος υποχώρησε μαζί με τους άνδρες τους στη βάση τους στον Ποταμό Τζέιμς.[113] Ο Λίνκολν στη συνέχεια διέταξε τον στρατό να επιστρέψει στην Ουάσινγκτον για να υποστηρίξει την στρατιά του Τζον Πόουπ στην Εκστρατεία της Βόρειας Βιρτζίνια και την Δεύτερη Μάχη του Μπουλ Ραν.[114] Στην Χερσόνησο της Βιρτζίνια επικρατούσε σχετική ηρεμία μέχρι τον Μάιο του 1894, όταν ο Αρχιστράτηγος Μπέντζαμιν Μπάτλερ εισέβαλε ξανά ως μέρος της Εκστρατείας της Μπερμούντα Χάντρεντ.[115]
Συνέπειες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Εκστρατεία της Χερσονήσου ολοκληρώθηκε μετά τις Μάχες των Επτά Ημερών. Η Στρατιά του Ποτόμακ στρατοπέδευσε στην περιοχή γύρω από την Φυτεία Μπέρκλυ, γενέτειρα του Ουίλιαμ Χένρι Χάρισον. Η αμυντική θέση του Στρατού της Ένωσης ήταν ισχυρή και έτσι ο Λη δεν σχεδίασε επίθεση. Αντ' αυτού υποχώρησε στην υπεράσπιση του Ρίτσμοντ. Με το πίσω μέρος της στον ποταμό Τζέιμς, η στρατιά του Ποτόμακ προφυλασσόταν από κανονιοφόρους του Στρατού της Ένωσης, αλλά υπέφερε από τον καύσωνα, την υγρασία και τις ασθένειες. Τον Αύγουστο, υποχώρησαν μετά από διαταγή του προέδρου Λίνκολν ώστε να ενισχύσουν την Στρατιά της Βιρτζίνια στην Εκστρατεία της Βόρειας Βιρτζίνια και την Δεύτερη Μάχη του Μπουλ Ραν.[116][117][118][119]
Και οι δύο πλευρές υπέστησαν σημαντικές απώλειες. Η Στρατιά της Βόρειας Βιρτζίνια του Λη υπέστη περίπου 20.000 απώλειες (3.494 νεκροί, 15.758 τραυματίες και 952 αιχμάλωτοι ή αγνοούμενοι) από συνολικά 90.000 στρατιώτες στις Επτά Ημέρες. Ο ΜακΚλέλαν ανέφερε απώλειες 16.000 ατόμων (1.734 νεκροί, 8.062 τραυματίες και 6.053 αιχμάλωτοι ή αγνοούμενοι) από συνολικά 105.445 στρατιώτες. Παρά την επικράτησή τους, πολλοί Συνομόσπονδοι ήταν εμβρόντητοι από τις απώλειες.[120][121]
Τα αποτελέσματα των Μαχών των Επτά Ημερών είχαν σημαντικές επιπτώσεις. Μετά από επιτυχημένη έναρξη στην Χερσόνησο που προμάντευσε πρώιμο τέλος στον πόλεμο, το ηθικό των Βορείων συντρίφτηκε μετά την υποχώρηση του ΜακΚλέλαν. Παρά τις σημαντικές απώλειες και τις αδέξιες τακτικές κινήσεις του Λη και των στρατηγών του, το ηθικό των Συνομόσπονδων έφτασε στα ύψη, και ο Λη ενθαρρύνθηκε να συνεχίσει την επιθετική στρατηγική του στην Δεύτερη Μάχη του Μπουλ Ραν και της Εκστρατείας του Μέριλαντ. Η προηγούμενη θέση του ΜακΚλέλαν ως επικεφαλής όλων των στρατιών, που ήταν κενή από τον Μάρτιο, καλύφθηκε στις 23 Μαρτίου 1862 από τον Αρχιστράτηγο Χένρι Γ. Χάλεκ, αν και ο ΜακΚλέλαν διατήρησε την ηγεσία στην Στρατιά του Ποτόμακ. Ο Λη αντέδρασε στις επιδόσεις των υφισταμένων του αναδιοργανώνοντας την στρατιά του και αναγκάζοντας την επανατοποθέτηση των Χολμς και Μαγκρούντερ πέρα από την Βιρτζίνια.[122][123][124][125]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ ORA 11(3), 184
- ↑ ORA 11(3), 238
- ↑ ORA 11(3), 312; Περισσότερες πληροφορίες: Επίσημες Εκθέσεις, Σειρά Α΄, τόμος Ε΄, σελίδα 13.
- ↑ Newton, Joseph E. Johnston and the Defence of Richmond, Appedix 2
- ↑ Harsh 1998, σελ. Appendix 2C.
- ↑ ORA 11(3), 645
- ↑ 7,0 7,1 Livermore, Numbers and Losses in the Civil War, διάφορες σελίδες
- ↑ Beatie 2002, σελ. 480.
- ↑ Eicher & Eicher 2001, σελίδες 372, 856.
- ↑ Sears 1988, σελ. 111.
- ↑ Sears 1988, σελ. 116.
- ↑ McPherson 1988, σελ. 360.
- ↑ Sears 1988, σελίδες 140-41, 149, 160.
- ↑ Beatie 2007.
- ↑ Sears 1988, σελίδες 168-69.
- ↑ Burton 2007, σελ. 2.
- ↑ Rafuse 2005, σελ. 201.
- ↑ Beatie 2007, σελ. 64.
- ↑ Beatie 2007, σελ. 103.
- ↑ 20,0 20,1 Kennedy 1998, σελ. 88.
- ↑ Eicher 2001, New York, σελίδες 195-99.
- ↑ Salmon 2001, σελίδες 72-76.
- ↑ Beatie 2007, σελίδες 98-101.
- ↑ Sears 1988, σελίδες 164-65.
- ↑ Eicher 2001, New York, σελίδες 214-15.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 359-63.
- ↑ Eicher & Eicher 2001, σελίδες 323, 889.
- ↑ Sears 1992, σελ. 46.
- ↑ Eicher 2001, New York, σελ. 215.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 364-67.
- ↑ Esposito 1959, σελ. χάρτη 39.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 257-67.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 26, 70.
- ↑ Sears 1988, σελίδες 167-69.
- ↑ Beatie 2007, σελίδες 291-95.
- ↑ Burton 2007, σελ. 4.
- ↑ Sears 1992, σελ. 39.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 42-43.
- ↑ Burton 2007, σελίδες 14-15, 20.
- ↑ Burton 2007, σελ. 15.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 76.
- ↑ Rafuse 2005, σελ. 205.
- ↑ Sears 1992, σελ. 58.
- ↑ 44,0 44,1 Burton 2007, σελ. 20.
- ↑ 45,0 45,1 Salmon 2001, σελίδες 76-77.
- ↑ Rafuse 2005, σελ. 211.
- ↑ 47,0 47,1 Esposito 1959, σελ. χάρτη 41.
- ↑ Burton 2007, σελ. 24.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 79.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 20.
- ↑ Sears 1992, σελ. 70.
- ↑ 52,0 52,1 Salmon 2001, σελ. 82.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 74-78.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 78-80.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 79-83.
- ↑ Sears 1992, σελ. 82.
- ↑ Eicher 2001, σελ. 270.
- ↑ 58,0 58,1 Sears 1992, σελ. 85.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 83.
- ↑ 60,0 60,1 60,2 Salmon 2001, σελ. 85.
- ↑ Webb 2002, σελ. 82.
- ↑ Sears 1992, σελ. 86.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 89-92.
- ↑ Esposito 1959, σελ. χάρτη 42.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 86.
- ↑ Burton 2007, σελ. 5.
- ↑ Sears 1992, σελ. 93.
- ↑ 68,0 68,1 68,2 Eicher 2001, σελ. 273.
- ↑ 69,0 69,1 Salmon 2001, σελ. 87.
- ↑ Επιγραφή στο χώρο διεξαγωγής της μάχης
- ↑ Sears 1992, σελίδες 93-94.
- ↑ Sears 1992, σελ. 94.
- ↑ Rafuse 2005, σελ. 213.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 88.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 273-74.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 95-97.
- ↑ 77,0 77,1 77,2 Salmon 2001, σελ. 90.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 104-106.
- ↑ Rafuse 2005, σελ. 212.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 273-274.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 113-14.
- ↑ Eicher 2001, σελ. 275.
- ↑ Sears 1992, σελ. 114.
- ↑ Salmon 2001, σελίδες 90-91.
- ↑ Sears 1992, σελ. 116.
- ↑ 86,0 86,1 Salmon 2001, σελ. 91.
- ↑ 87,0 87,1 Sears 1992, σελ. 117.
- ↑ 88,0 88,1 Eicher 2001, σελ. 276.
- ↑ Kennedy 1998, σελ. 92.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 117, 129.
- ↑ Salmon 2001, σελίδες 20-21.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 118-20.
- ↑ Miller 1996, σελ. 21.
- ↑ Salmon 2001, σελίδες 91-92.
- ↑ Sears 1992, σελ. 120.
- ↑ Miller 1996, σελίδες 21-22.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 92.
- ↑ Miller 1996, σελ. 22.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 121-23.
- ↑ Eicher 2001, σελ. 277.
- ↑ Salmon 2001, σελ. 93.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 277-78.
- ↑ Miller 1996, σελ. 23.
- ↑ 104,0 104,1 Salmon 2001, σελ. 94.
- ↑ Sears 1992, σελ. 145.
- ↑ Miller 1996, σελ. 24.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 142-45.
- ↑ Sears 1992, σελ. 147.
- ↑ Sears 1992, σελ. 149.
- ↑ Miller 1996, σελίδες 25-60.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 280-281.
- ↑ Eicher 2001, σελ. 281.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 296-297.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 326-327.
- ↑ Eicher 2001, σελίδες 680-82.
- ↑ Rafuse 2005, σελ. 231.
- ↑ Burton 2007, σελ. 121.
- ↑ Time-Life 1984, σελ. 72.
- ↑ Eicher 2001, σελ. 296.
- ↑ Sears 1992, σελίδες 343-45.
- ↑ Burton 2001, σελ. 387.
- ↑ Harsh 1998, σελίδες 96-97.
- ↑ Eicher 2001, σελ. 304.
- ↑ Burton 2001, σελ. 391-98.
- ↑ Time-Life 1984, σελίδες 90-92.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bailey, Ronald H. (1983). Forward to Richmond: McClellan's Peninsular Campaign. Alexandria, VA: Time-Life Books. ISBN 0-8094-4720-7.
- Beatie, Russel H. (2002). Army of the Potomac: Birth of Command, November 1860 – September 1861. New York: Da Capo Press. ISBN 0-306-81141-3.
- Beatie, Russel H. (2007). Army of the Potomac: McClellan's First Campaign, March – May 1862. New York: Savas Beatie. ISBN 978-1-932714-25-8.
- Burton, Brian K. (2001). Extraordinary Circumstances: The Seven Days Battles. Bloomington: Indiana University Press. ISBN 0-253-33963-4.
- Burton, Brian K. (2007). The Peninsula & Seven Days: A Battlefield Guide. Lincoln: University of Nebraska Press. ISBN 978-0-8032-6246-1.
- Eicher, David J. (2001). The Longest Night: A Military History of the Civil War. New York: Simon & Schuster. ISBN 0-684-84944-5.
- Eicher, John H.· Eicher, David J. (2001). Civil War High Commands. Stanford, CA: Stanford University Press. ISBN 0-8047-3641-3.
- Esposito, Vincent J. (1959). West Point Atlas of American Wars. New York: Frederick A. Praeger. OCLC 5890637.
- Harsh, Joseph L. (1998). Confederate Tide Rising: Robert E. Lee and the Making of Southern Strategy, 1861–1862. Kent, OH: Kent State University Press. ISBN 0-87338-580-2.
- Kennedy, Frances H. (1998). The Civil War Battlefield Guide (2η έκδοση). Boston: Houghton Mifflin Co. ISBN 0-395-74012-6.
- McPherson, James M. (1988). Battle Cry of Freedom: The Civil War Era. Oxford History of the United States. New York: Oxford University Press. ISBN 0-19-503863-0.
- Miller, William J. (1996). The Battles for Richmond, 1862. National Park Service Civil War Series. Fort Washington, PA: U.S. National Park Service and Eastern National. ISBN 0-915992-93-0.
- Rafuse, Ethan S. (2005). McClellan's War: The Failure of Moderation in the Struggle for the Union. Bloomington: Indiana University Press. ISBN 0-253-34532-4.
- Salmon, John S. (2001). The Official Virginia Civil War Battlefield Guide. Mechanicsburg, PA: Stackpole Books. ISBN 0-8117-2868-4.
- Sears, Stephen W. (1988). George B. McClellan: The Young Napoleon. New York: Da Capo Press. ISBN 0-306-80913-3.
- Sears, Stephen W (1992). To the Gates of Richmond: The Peninsula Campaign. USA: Ticknor and Fields. ISBN 0-89919-790-6.
- Time-Life, Editors (1984). Lee Takes Command: From Seven Days to Second Bull Run. Alexandria, VA: Time-Life Books. ISBN 0-8094-4804-1.
- Webb, Alexander S. (2002) [1885]. The Peninsula: McClellan's Campaign of 1862. Secaucus, NJ: Castle Books. ISBN 0-7858-1575-9.
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Crenshaw, Doug (2017). Richmond Shall Not Be Given Up: The Seven Days' Battles, June 25–July 1, 1862. El Dorado Hills, CA: Savas Beatie. ISBN 978-1611213553.
- Gallagher, Gary W. (2000). The Richmond Campaign of 1862: The Peninsula & the Seven Days. Chapel Hill: University of North Carolina Press. ISBN 0-8078-2552-2..
- Killblane, Richard E. White House Landing Staff Ride (PDF). U.S. Army Transportation Corps. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 4 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 30 Σεπτεμβρίου 2017.
- Martin, David G. (1992). The Peninsula Campaign March–July 1862. Conshohocken, PA: Combined Books. ISBN 978-0-938289-09-8.
- Tidball, John C. (2011). The Artillery Service in the War of the Rebellion, 1861-1865. Westholme Publishing. ISBN 978-1594161490.
- Welcher, Frank J. (1989). The Union Army, 1861–1865 Organization and Operations. 1, The Eastern Theater. Bloomington: Indiana University Press. ISBN 0-253-36453-1.
- Wheeler, Richard (1986). Sword Over Richmond: An Eyewitness History of McClellan's Peninsula Campaign. New York: Harper & Row Publishers. ISBN 0-06-015529-9..