Αερόστατο παρατήρησης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βρετανικό αερόστατο παρατήρησης του 1908, χαρακτηριστικό των αεροστάτων παρατήρησης πριν τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο

Τα αερόστατα παρατήρησης είναι τύπος αεροστάτων που λειτουργούν ως εναέριες πλατφόρμες συλλογής πληροφοριών και παρατήρησης του πυροβολικού. Η χρήση αεροστάτων παρατήρησης ξεκίνησε στους Πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης, φτάνοντας στο αποκορύφωμα κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ενώ πλέον έχουν περιορισμένη χρήση.

Ιστορικά, τα αερόστατα παρατήρησης ήταν φουσκωμένα με υδρογόνο. Τα αερόστατα είχαν καλύμματα από ύφασμα φουσκωμένα με αέριο υδρογόνο, του οποίου η εύφλεκτη φύση οδήγησε στην καταστροφή πολλών εξ αυτών. Οι παρατηρητές που χρησιμοποιούσαν αυτά τα αερόστατα έπρεπε συχνά να χρησιμοποιήσουν αλεξίπτωτο για να εγκαταλείψουν το αερόστατο, όταν αυτό δεχόταν επίθεση. Για να αποφύγουν τις τυχόν εύφλεκτες συνέπειες, τα αερόστατα μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, φούσκωναν συχνά με τη χρήση μη εύφλεκτου ηλίου.

Κατά κανόνα, τα αερόστατα ήταν προσδεμένα με ένα συρματόσχοινο συνδεδεμένο σε ένα βαρούλκο το οποίο άφηνε τον σάκο αερίου στο επιθυμητό ύψος (συνήθως 1.000-1.500 μέτρα) και το ανακτούσε στο τέλος της επιχείρησης παρατήρησης.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη μάχη του Φλερύς, στις 26 Ιουνίου 1794, πραγματοποιήθηκε η πρώτη στρατιωτική χρήση αεροσκάφους (L'Entreprenant).

Η πρώτη στρατιωτική χρήση αεροστάτων παρατήρησης έγινε από το Γαλλικό Αεροστατικό Σώμα κατά τους Πολέμους της Γαλλικής Επανάστασης στη Μάχη του Φλερύς (1794).[1] Το παλαιότερο αερόστατο παρατήρησης το οποίο διατηρείται σε καλή κατάσταση, εκτίθεται σε μουσείο της Βιέννης. Επίσης, αερόστατα χρησιμοποιήθηκαν και από τις δύο πλευρές του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου (1861–65)[2] και στη συνέχεια στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο (1870–71).[3] Τα αερόστατα χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά από το Βασιλικό Σώμα Μηχανικών του Βρετανικού Στρατού κατά τις εκστρατείες στη Μπετσουαναλάνδη το 1884 και το Σουακίν το 1885.[4] Χρησιμοποιήθηκαν ακόμη και στον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερς (1899–1902), όπου χρησιμοποιήθηκαν για παρατήρηση του πυροβολικού στη Μάχη του Μαχέρσφοντεϊν και κατά την Πολιορκία του Λέιντισμιθ.[5]

Γερμανικό αερόστατο τύπου Parseval-Siegsfeld στο Εκουανκούρ (Σεπτέμβριος 1916). Η μπροστινή «ουρά» γεμίζει αυτόματα με αέρα μέσω ενός ανοίγματος.
Αερόστατο χαρταετός τύπου Caquot των Συμμάχων κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου

Ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν το σημείο κορύφωσης για τη στρατιωτική χρήση αεροστάτων παρατήρησης, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό και από τις δύο πλευρές. Το πυροβολικό είχε φτάσει στο σημείο όπου είχε τη δυνατότητα να εμπλέκεται με στόχους πέρα από το οπτικό πεδίο ενός επίγειου παρατηρητή. Η τοποθέτηση παρατηρητών πυροβολικού σε αερόστατα, στις περισσότερες περιπτώσεις λίγα χιλιόμετρα πίσω από τις γραμμές του μετώπου και σε υψόμετρο, τους επέτρεπε να έχουν επαφή με στόχους σε μεγαλύτερη εμβέλεια από ότι είχαν από το έδαφος. Αυτό έδωσε την δυνατότητα στο πυροβολικό να αποκτήσει πλεονέκτημα λόγω της αυξημένης εμβέλειας του.[6]

Οι Βρετανοί, παρά την εμπειρία τους στην Αφρική τον 19ο αιώνα, ήταν πίσω στις εξελίξεις και χρησιμοποιούσαν ακόμη σφαιρικά αερόστατα. Αυτά αντικαταστάθηκαν σύντομα από πιο εξελιγμένους τύπους, οι οποίοι έγιναν γνωστοί ως αερόστατα χαρταετοί, τα οποία είχαν αεροδυναμικό σχεδιασμό ώστε να είναι σταθερά και μπορούσαν να επιχειρήσουν σε πιο ακραίες καιρικές συνθήκες. Οι Γερμανοί ανέπτυξαν πρώτοι τον τύπο αεροστάτου Parseval-Siegsfeld, και οι Γάλλοι ανταπάντησαν σύντομα με τον τύπο Caquot.[7]

Λόγω της σημασίας τους ως πλατφόρμες παρατήρησης, τα αερόστατα υπερασπιζόταν από αντιαεροπορικό οπλισμό, συμπλέγματα πολυβόλων για άμυνα χαμηλού υψομέτρου και μαχητικά αεροσκάφη που πραγματοποιούσαν περιπολίες. Η επίθεση σε αερόστατο ήταν ριψοκίνδυνο εγχείρημα και ορισμένοι πιλότοι απολάμβαναν την πρόκληση. Στους πλέον επιτυχημένους περιλαμβανόταν ο Βέλγος Βίλλυ Κόπενς, ο Γερμανός Φρίντριχ Ρίττερ φον Ροτ, ο Αμερικανός Φρανκ Λιουκ και οι Γάλλοι Λέον Μπουρζάντ, Μισέλ Κουαφάρ και Μωρίς Μπουαγιώ. Πολλοί έμπειροι πιλότοι πρόσεχαν ώστε να μη βρεθούν σε υψόμετρο κάτω από 300 μέτρα (1.000) πόδια ώστε να αποφύγουν την έκθεση σε αντιαεροπορικό οπλισμό και πολυβόλα.

Τα πληρώματα παρατήρησης στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν τα πρώτα που χρησιμοποίησαν αλεξίπτωτα, πολύ πριν από τους πιλότους αεροσκαφών σταθερών πτερύγων. Τα αλεξίπτωτα αυτά ήταν πρωτόγονης μορφής, όπου το κύριο μέρος τους βρισκόταν σε σάκο που κρεμόταν από το αερόστατο, και ο κυβερνήτης φορούσε μόνο μια ιπποσκευή σώματος γύρω από τη μέση του. Υπήρχαν σχοινιά που συνέδεαν την ιπποσκευή με το κύριο τμήμα του αλεξίπτωτου στον σάκο. Όταν ο αεροστατιστής πραγματοποιούσε άλμα, το κύριο μέρος του αλεξιπτώτου έλκονταν από τον σάκο. Πρώτα έβγαιναν τα σχοινιά του καλύμματος και έπειτα το κυρίως κάλυμμα. Αυτός ο τύπος αλεξιπτώτων υιοθετήθηκε αρχικά από τους Γερμανούς και μεταγενέστερα από τους Βρετανούς και τους Γάλλους για τα πληρώματα των αεροστάτων παρατήρησης τους.[6]

Τα αερόστατα χαρταετοί άρχισαν να χρησιμοποιούνται στη θάλασσα για ανθυποβρυχιακούς σκοπούς προς τα τέλη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου.[8] Τα αερόστατα παρατήρησης έπαιξαν επίσης σημαντικό ρόλο κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Για παράδειγμα, στην Επιχείρηση Μόγκουλ χρησιμοποιήθηκαν αερόστατα παρατήρησης μεγάλου υψομέτρου για την παρακολούθηση των πυρηνικών δοκιμών των Σοβιετικών. Ωστόσο, τα βαρύτερα από τον αέρα αεροσκάφη πραγματοποιούσαν πλέον τις περισσότερες επιχειρήσεις. Αερόστατα χρησιμοποιήθηκαν από τις στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ και του συνασπισμού στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.[9]

Η φράση "The balloon's going up!" («Το αερόστατο απογειώνεται!») ως έκφραση για επικείμενη μάχη προέρχεται από το γεγονός πως η απογείωση ενός αεροστάτου παρατήρησης κατά πάσα πιθανότητα σηματοδοτούσε την προετοιμασία βομβαρδισμού για τον επιτιθέμενο.[10]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Thompson, Holland (1920). The World's greatest war from the outbreak of the war to the Treaty of Versailles. New York: Grolier. σελ. 243. 
  2. «Balloons in the American Civil War». CivilWar.com. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 
  3. «A History of Aeronautics». The World Wide School. Νοεμβρίου 1997. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Ιανουαρίου 2004. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 
  4. «Early military ballooning». Μουσείο της Βασιλικής Αεροπορίας. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 
  5. «The Boer War». Royal Air Force Museum. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 
  6. 6,0 6,1 «Observation Balloons On The Western Front». The Western Front Association. 29 Ιουνίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Δεκεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 
  7. Ege, L (1973). Balloons and Airships. UK: Blandford. σελ. 68. 
  8. «Kite Balloons in Escorts». Naval History and Heritage Command. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 
  9. Pincus, Walter (2009-08-20). «High-Tech Balloon to Help Forces Keep Watch». The Washington Post. http://www.washingtonpost.com/wp-dyn/content/article/2009/08/19/AR2009081903712.html. Ανακτήθηκε στις 2017-05-21. 
  10. «What Is the Origin of the Saying "Once the Balloon Has Gone Up"?». Grammar Monster. Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2017. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]