Αρβέρνοι
Οι Αρβέρνοι (λατινικά: Arverni, αρχ.ελληνικά Ἀρουέρνοι) ήταν μια κελτική φυλή της Γαλατίας που ζούσαν στη γαλλική περιοχή Ωβέρνη, το όνομα της οποίας προέρχεται από τους Αρβέρνους. Ήταν μία από τις πιο ισχυρές φυλές στην αρχαία Γαλατία και αντιτάχθηκαν επανειλημμένα στους Ρωμαίους. Ένα από τα σημαντικότερα οχυρά τους ήταν η Ζεργόβια, κοντά στην σημερινή κοινότητα Κλερμόν Φεράν.
Οι πιο διάσημοι Αρβέρνοι της ιστορίας είναι οι βασιλείς Κελτίλος και ο γιος του Βερκιγγετόριξ, ένας από τους αντιπάλους του Ιούλιου Καίσαρα κατά τη διάρκεια του Γαλατικού Πολέμου.
Πρώιμη ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Αρβέρνοι είχαν την ισχυρότερη φυλετική ηγεμονία στη Γαλατία κατά τον 3ο και 2ο αιώνα π.Χ. υπό τους βασιλείς τους, τον Λουέρνιο και τον γιο του Μπιτούιτο. Ζούσαν στην περιοχή της Ωβέρνης από τον 7ο αιώνα π.Χ. και η εξουσία τους βασιζόταν στην τέχνη της μεταλλουργίας και κατασκευής όπλων που κατείχαν, στην πλούσια γεωργία και κτηνοτροφία, την εξόρυξη μετάλλων -χρυσού, αργύρου και χαλκού, το εμπόριο που είχαν αναπτύξει, τον έλεγχο των δρόμων και τη στρατιωτική κυριαρχία πάνω στους γείτονές τους.
Αλλά όταν ο Αρβέρνος βασιλιάς Μπιτούιτος νικήθηκε από τους Ρωμαίους υπό τον Γναίο Δομίτιο Αηνόβαρβο το 121 π.Χ., η υπεροχή πέρασε στους Αιδούους και τους Σηκουανούς. Σε αντίθεση με τους Αλλόβρογες, οι οποίοι τέθηκαν υπό άμεση ρωμαϊκή κυριαρχία ως αποτέλεσμα του γαλατικού πολέμου του 118-121 π.Χ., οι Αρβέρνοι διαπραγματεύτηκαν μια συνθήκη και διατήρησαν την ανεξαρτησία τους, αν και η επικράτειά τους μειώθηκε.
Άλλοι Αρβέρνοι βασιλείς δεν αναφέρονται στα ιστορικά χρονικά μεταξύ του 121 π.Χ. και του 52 π.Χ. και εκείνη την εποχή πιθανόν να είχαν υιοθετήσει μια συνταγματική ολιγαρχία. Ωστόσο, υπήρξαν τουλάχιστον δύο μεταγενέστερες προσπάθειες για την αποκατάσταση της κυριαρχίας υπό τον Κελτίλο και τον γιο του Βερκιγγετόριξ. Η ήττα των Αρβέρνων το 120 π.Χ. τους εξασθένησε ουσιαστικά και έπαψαν να αποτελούν κίνδυνο με τις επιθέσεις τους προς τα νότια της περιοχής τους, στα εδάφη που είχαν καταλάβει οι Ρωμαίοι στο νότο της Γαλατίας από το 122-118 π.Χ. και έτσι εξασφαλίστηκε η περαιτέρω ασφάλεια που οδήγησε αμέσως στη δημιουργία της Πέραν των Άλπεων Γαλατίας ως ρωμαϊκή επαρχία, που αναφέρονταν απλώς ως Επαρχία τόσο συχνά, ώστε ένα μέρος της αρχαίας περιοχής είναι σήμερα γνωστό ως Προβηγκία (στα γαλλικά Provence, λατινικά Provincia=επαρχία).
Ο βασιλιάς Λουέρνιος αναφέρεται στο έργο του Έλληνα εθνογράφου Ποσειδώνιου. Αναφέρεται ότι ο Λουέρνιος κάποτε μοίρασε χρυσά και αργυρά νομίσματα στους υπηκόους του ενώ οδηγούσε το άρμα του. [1]Κατά την εποχή της βασιλείας του, οι Αρβέρνοι ήταν επικεφαλής μιας τεράστιας στρατιωτικής ηγεμονίας της Γαλατίας που έφτανε από τον Ρήνο μέχρι τις ακτές του Ατλαντικού.
Οι Αρβέρνοι ήταν μία από τις φυλές που έλαβαν μέρος στις μεταναστεύσεις των γαλατικών φυλών υπό τον Μπελοβέσους (Bellovesus) προς την Ιταλία, μαζί με τους Αιδούους, τους Ωλέρκους, τους Καρνούτες, τους Σένονες κ.α..[2]
Ο Γαλατικός πόλεμος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Αρβέρνοι αργότερα έπαιξαν σημαντικό ρόλο στον Γαλατικό Πόλεμο του Ιουλίου Καίσαρα από το 58 π.Χ. έως το 51 π.Χ. Αρχικά οι Αρβέρνοι ευγενείς προσπάθησαν να αποφύγουν να αναμετρηθούν με τον Καίσαρα κατά τις πρώτες επιδρομές του. Εκτέλεσαν τον ηγέτη τους Κελτίλο γιατί προσπάθησε να κυριαρχήσει σε όλους τους Γαλάτες.[3] Το 52 π.Χ., ο γιος του Κελτίλου, ο Βερκιγγετόριξ, συσπείρωσε τους υποστηρικτές του για να πολεμήσει τους Ρωμαίους, αλλά εκδιώχθηκε από την πόλη του, την Ζεργκόβια, από τους ευγενείς, μεταξύ των οποίων και ο θείος του Γκομπανίτιο. Στη συνέχεια, συγκέντρωσε έναν μεγάλο στρατό στη χώρα και επέστρεψε στην πόλη του, από όπου εκδίωξε τους αντιπάλους του και ανακηρύχθηκε βασιλιάς. Με τον τρόπο αυτό, ο Βερκιγγετόριξ σφυρηλάτησε μια συμμαχία με τουλάχιστον 15 γαλλικές φυλές, παίρνοντας ομήρους, κατά τη συνήθεια της εποχής, για να εξασφαλίσει τη συμμαχία τους.
Στη συνέχεια, οδήγησε τους συνασπισμένους Γαλάτες και κέρδισε τη μάχη της Ζεγκόβια εναντίον του Ιούλιου Καίσαρα και το ιππικό του απεδείχθη αποτελεσματικότατο στην καταδίωξη των ρωμαϊκών στρατευμάτων. Αφού ο Ιούλιος Καίσαρας έσωσε τις μισές από τις λεγεώνες του και έλαβε τροφοδοσία από άλλους Γαλάτες, πήγε πιο βόρεια για να ανασυγκροτηθεί.
Οι Γαλάτες νικήθηκαν από τους Ρωμαίους στη μάχη της Αλεσίας, λίγους μήνες αργότερα, όταν οι ρωμαϊκές λεγεώνες πολιόρκησαν την πόλη. Μετά από αρκετές εβδομάδες πολιορκίας, έφθασαν έξω από την πόλη πολυάριθμα γαλατικά στρατεύματα προς υπεράσπιση των πολιορκημένων αλλά οι Ρωμαίοι τους απώθησαν. Όταν οι δυνάμεις που είχαν σπεύσει σε βοήθειά τους υποχώρησαν, ο Βερκιγγετόριξ πήρε την απόφαση να παραδοθεί στους Ρωμαίους για να σώσει τον λαό της Αλεσίας.
Μετά τη ρωμαϊκή κατάκτηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τον Γαλατικό πόλεμο, ο Καίσαρ επέδειξε διπλωματική πολιτική, οι στρατιώτες των Αρβέρνων έλαβαν χάρη και η γερουσία τους αποκαταστάθηκε στην εξουσία. Οι Αρβέρνοι και η πλειοψηφία των άλλων γαλατικών φυλών εντάχθηκαν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, αλλά διατήρησαν πλήρη δικαιώματα και τους τοπικούς νόμους. Κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορικής περιόδου, αποτελούσαν τους κατοίκους μιας γαλατο-ρωμαϊκής πολιτείας που έφερε το όνομά τους (Civitas Arvenorum) και συνδέονταν με τη ρωμαϊκή επαρχία Ακουιτανική Γαλατία.
Σύμφωνα με τον Γρηγόριο της Τουρ και το βιβλίο του Historia Francorum (Ιστορία των Φράγκων), η γερουσία των Αρβέρνων εξακολουθούσε να κυβερνά τον 6ο αιώνα και διαδραμάτισε σημαντικό πολιτικό ρόλο στη δημιουργία του εκκολαπτόμενου φραγκικού κράτους.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ . «Posidonius, Stories, XXIII».
- ↑ Livius, Ab Urbe condita 5.34-35.3.
- ↑ Ιούλιος Καίσαρ, Απομνημονεύματα περί του Γαλατικού πολέμου, βιβλ. 7, κεφ.4