Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αδριανού απομνημονεύματα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αδριανού απομνημονεύματα
Εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης το 1951
ΣυγγραφέαςΜαργκερίτ Γιουρσενάρ[1]
ΤίτλοςMémoires d'Hadrien[1]
ΓλώσσαΓαλλικά[1]
Ημερομηνία δημοσίευσης1951[1]
ΘέμαΑδριανός
ΧαρακτήρεςΑδριανός
ΤόποςΑρχαία Ρώμη

Αδριανού απομνημονεύματα (γαλλικός τίτλος: Mémoires d'Hadrien) είναι επιστολικό μυθιστόρημα της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ, που εκδόθηκε το 1951. Πρόκειται για τη μυθιστοριοποιημένη βιογραφία του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού, το βιβλίο γνώρισε αμέσως εξαιρετική διεθνή επιτυχία και εξασφάλισε στην συγγραφέα μεγάλη διασημότητα. Η συγγραφέας άρχισε να συνθέτει το έργο σε ηλικία 20 ετών, όπως επίσης και την Άβυσσο, και το επεξεργάστηκε για σχεδόν 30 χρόνια πριν το εκδώσει.[2]

Τα φανταστικά απομνημονεύματα παρουσιάζονται σε μια μεγάλη επιστολή του γηραιού αυτοκράτορα που απευθύνεται στον 17χρονο θετό εγγονό και τελικά διάδοχό του, τον Μάρκο Αυρήλιο. Ο αυτοκράτορας Αδριανός διαλογίζεται και θυμάται τους στρατιωτικούς του θριάμβους, την αγάπη του για την ποίηση, τη μουσική και τη φιλοσοφία καθώς και το πάθος του για τον νεαρό εραστή του από τη Βιθυνία, τον Αντίνοο.

Το έργο περιλαμβάνεται στον κατάλογο των 100 καλύτερων βιβλίων όλων των εποχών που δημοσίευσε η Νορβηγική Λέσχη Βιβλίου το 2002.[3]

Γραμμένο σε πυκνό ύφος που φανερώνει την καλή γνώση των πηγών, αυτό το φιλοσοφικό-ιστορικό μυθιστόρημα είναι ένας φανταστικός διαλογισμός του αυτοκράτορα στο τέλος της ζωής του. Με τη μορφή μιας μεγάλης επιστολής που απευθύνει από την έπαυλή του στο Τίβολι στον μελλοντικό αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο, ανατρέχει στα κύρια γεγονότα της ζωής του. Τα μη αριθμημένα μέρη του βιβλίου ομαδοποιούνται σε έξι κεφάλαια, το καθένα από τα οποία φέρει έναν λατινικό τίτλο.[4]

Προτομή του Αδριανού (76 - 138)

Το πρώτο, Animula vagula blandula (Ψυχή μου περιπλανώμενη και χαϊδεμένη) επιτρέπει στον αναγνώστη να γνωρίσει τον χαρακτήρα και να εξοικειωθεί με τις πεποιθήσεις του Αδριανού (νηφαλιότητα, απόρριψη της ακατάλληλης χορτοφαγίας στη ζωή ενός δημόσιου προσώπου, μυστικιστική θεώρηση του έρωτα), την ευτυχία του παρελθόντος (κυνήγι και ιππασία) και τα σημερινά βάσανά του (αϋπνία, ασθένεια, προσδοκώμενο τέλος). Μιλάει επίσης για το πρώιμο ενδιαφέρον του για την αστρολογία και το δια βίου πάθος του για τις τέχνες, τον πολιτισμό και τη φιλοσοφία της Ελλάδας, θέματα που επανεξετάζει σε όλο το βιβλίο..[5]

Τα ακόλουθα πέντε μέρη καταλαμβάνουν τη βιογραφία του Αδριανού χρονολογικά.

Το Varius multiplex multiformis (Ποικίλος, σύνθετος, μεταβαλλόμενος) εκτείνεται μέχρι τον θάνατο του Τραϊανού και συνεπώς μέχρι την άνοδο του Αδριανού στον θρόνο το 117: περιλαμβάνονται τα παιδικά του χρόνια στην Ισπανία, η εμπειρία του ως δικαστής υπεύθυνος για διαφορές σε κληροδοτήματα στη Ρώμη, η συμμετοχή του στους Δακικούς πολέμους, η εξουσία του ως κυβερνήτης στη Συρία και ο πόλεμος κατά των Πάρθων. Ο Αδριανός, ο οποίος είναι γύρω στα τριάντα χρονών στο τέλος των Δακικών πολέμων, περιγράφει τις επιτυχίες του στο στρατό και τη σχέση του με τον Τραϊανό που αρχικά ήταν ψυχρός απέναντί του. Κερδίζει σιγά σιγά την εύνοια του Τραϊανού και εξασφαλίζει τη θέση του για τον θρόνο με τη βοήθεια της Πλωτίνας, συζύγου του αυτοκράτορα, αλλά και με τον γάμο του τη Βιβία Σαβίνα, την εγγονή της αδελφής του Τραϊανού. Πριν πεθάνει, ο Τραϊανός υπέγραψε μια πράξη υιοθεσίας του Αδριανού υπό συνθήκες που θέτουν αμφιβολίες για την αυθεντικότητά της. Ο Αδριανός γίνεται αυτοκράτορας.[6]

Αντίνοος (111 - 130)

Το Tellus stabilita [7](Η γη ανακτά την ισορροπία της) περιγράφει την αρχή της βασιλείας του. Ο Αδριανός αποδεικνύεται ικανός σε διάφορους τομείς: ειρηνεύει την αυτοκρατορία (Πάρθοι, Αιγύπτιοι, Σαρμάτες), βελτιώνει την κατάσταση των σκλάβων, αναπτύσσει υποδομές στα σύνορα. Aποκηρύσσει την κατακτητική πολιτική υπέρ ενός πολιτισμικού ιδεώδους ικανού να ενοποιήσει τις πολιτιστικές ποικιλομορφίες της αυτοκρατορίας. Ταξιδεύει συχνά σε όλες τις επαρχίες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ιδρύει πόλεις και αναλαμβάνει πολυάριθμες οικονομικές και στρατιωτικές μεταρρυθμίσεις, εφαρμόζοντας τα ιδανικά του: «humanitas, libertas, felicitas».[8] Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης στη Βρετανία, περιγράφει την κατασκευή του Τείχους του Αδριανού, το οποίο αντιπροσωπεύει μέρος του οράματός του για τον περιορισμό της στρατιωτικής επέκτασης του προκατόχου του και την προώθηση της ειρήνης. Στην Ελλάδα μυήθηκε στα Ελευσίνια Μυστήρια.

Το Sæculum aureum (Χρυσός αιών) καλύπτει την ιστορία του έρωτα με τον Αντίνοο από τη συνάντηση μέχρι τον θάνατο του νεαρού άνδρα στην Αίγυπτο: Η διοίκηση του Αδριανού είναι μια περίοδος ειρήνης και ευτυχίας, την οποία θεωρεί ως την «Χρυσή Εποχή» του. Αποδίδει αυτή την ευτυχία στον έρωτά του για τον Αντίνοο, έναν όμορφο νεαρό Έλληνα που συνάντησε στη Νικομήδεια της Βιθυνίας. Αισθάνεται επίσης ότι τον αγαπά πραγματικά ο Αντίνοος σε σύγκριση με τα φευγαλέα πάθη της νιότης του και τη χωρίς αγάπη σχέση με τη γυναίκα του Βιβία Σαβίνα. Κατά την παραμονή του στην Αίγυπτο, καταρρέει από τον ξαφνικό και μυστηριώδη θάνατο του Αντίνοου που πνίγηκε στον Νείλο. Τελικά πιστεύει ότι ο Αντίνοος θυσιάστηκε για να αλλάξει την έκβαση ανησυχητικών γεγονότων που και οι δύο είχαν δει νωρίτερα. Μέσα στη θλίψη του, επινοεί τη λατρεία του Αντίνοου και κάνει μελλοντικά σχέδια για να του αφιερώσει μια νέα πόλη, την Αντινοόπολι, σε μια προσπάθεια να διαιωνίσει τη μνήμη του.[9]

Η Disciplina augusta (Αυγούστεια πειθαρχία) καλύπτει την περίοδο από τον θάνατο του Αντίνοου έως τα γεράματα του αυτοκράτορα, ο οποίος συνεχίζει τα ταξίδια του και τη νομοθετική του δράση (Διαρκές Διάταγμα). Έρχεται αντιμέτωπος με την άνοδο του χριστιανισμού και την εβραϊκή εξέγερση κατά τον Τρίτο Ιουδαϊκό Πόλεμο (132-135), στον οποίο αναλαμβάνει τη διοίκηση των στρατευμάτων. Κατά τη διάρκεια μιας σημαντικής πολιορκίας, απελπίζεται για τη διατήρηση της ειρήνης, την ασθενική κατάσταση της καρδιάς του και αργότερα για την ανεξέλεγκτη καταστροφή στην Ιουδαία. Δηλώνει: «Natura deficit, fortuna mutatur, deus omnia cernit» (Η φύση μας απογοητεύει, η τύχη αλλάζει, ο θεός βλέπει τα πάντα από ψηλά...).

Τέλος, στο Patientia (υπομονή ή αντοχή), ο Αδριανός βρίσκεται κατά τα τελευταία του χρόνια στη Ρώμη, στην έπαυλή του στο Τίβολι. Κουρασμένος και άρρωστος, σκέφτεται τη διαδοχή του και υιοθετεί τον Αντωνίνο τον Ευσεβή ζητώντας του να υιοθετήσει για διάδοχό του τον Μάρκο Αυρήλιο, στον οποίο απευθύνει την επιστολή του. Σε προχωρημένη ηλικία (γύρω στα 60) και πολύ κακή υγεία, αρχίζει να φοβάται τον θάνατο και σκέφτεται να αυτοκτονήσει. Τελικά αποδέχεται τη μοίρα του με υπομονή και προσπαθεί να ενισχύσει την αντοχή του στα βάσανα, νιώθοντας την ψυχή του να φεύγει από το σώμα του. Κοντά στον θάνατο, συλλογίζεται τι μπορεί να επιφυλάσσει το μέλλον για τον κόσμο, τη Ρώμη και την ψυχή του.[10]

Μετάφραση στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Αδριανού απομνημονεύματα, μετάφραση: Ιωάννα Χατζηνικολή, εκδόσεις Χατζηνικολή, 1999