Ο Πίνδαρος αφιέρωσε στον Αγησίδαμο δύο από τους επινίκιους του (ι΄ και ια΄ Ολυμπιονίκης).[1][2] Πρόκειται για διαφορετικό Αγησίδαμο από αυτόν τον οποίο υπήρξε Νεμεονίκης (α΄ και θ΄ Νεμεονίκης).[3]
Πολλές φορές οι άνθρωποι μεγάλη ανάγκη έχουν [στρ. α] τους ανέμους κι άλλοτε πάλι τα όμβρια τ᾽ ουρανού νερά, των νεφελών τα τέκνα. Κι όταν κανείς με κόπο πετυχαίνει, μελίρρητοι ύμνοι τού ταιριάζουν, 5αρχή της ύστερής του φήμης, υπόσχεση πιστή μεγάλων κατορθωμάτων.
Αφθόνητο θ᾽ απομείνει για τους Ολυμπιονίκες [αντ. α] το εγκώμιο τούτο. Αυτό θέλει κι η γλώσσα μου να πλέξει τώρα, 10όμως με του θεού το θέλημα το πνεύμα του ανθρώπου εξίσου ανθίζει από σοφία. Και συ Αγησίδαμε, γιε του Αρχεστράτου, μάθε πως για τη νίκη σου στην πυγμαχία
και το στεφάνι της χρυσής ελιάς που κέρδισες [επωδ. α] γλυκά κι εγώ θα τραγουδήσω, 15των Ζεφυρίων Λοκρών παινεύοντας το γένος. Ελάτε εδώ μαζί μας να γιορτάσετε· κι εγώ σας βεβαιώνω ω Μούσες, πως δεν θα βρείτε εδώ λαό που ξένους αποδιώχνει κι απ᾽ τα ωραία τίποτε δε νιώθει, αλλά είναι στης σοφίας την κορυφή και μαχητής γενναίος. Ποτέ η κοκκινότριχη αλεπού 20και τα λιοντάρια που βαριά βρυχιούνται το φυσικό τους ήθος δεν θα αλλάξουν.