Αβρόθαλλος
Αβρόθαλλος | ||||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Αβρόθαλλος που παρασιτεί σε λειχήνα του είδους Parmelia saxatilis
| ||||||||||||
Συστηματική ταξινόμηση | ||||||||||||
| ||||||||||||
Συνώνυμα | ||||||||||||
Ο αβρόθαλλος (Abrothallus) είναι γένος μυκήτων, που παρασιτούν επάνω σε λειχήνες. Δεν πρέπει να συγχέονται με τον μύκητα της ίδιας της λειχήνας, διότι όλες οι λειχήνες καθεαυτές είναι συμβιωτικοί οργανισμοί που αποτελούνται από ένα φύκος ή κυανοβακτήριο και από έναν μύκητα. Ο αβρόθαλλος αποτελεί το μοναδικό γένος της οικογένειας αβροθαλλοειδή (Abrothallaceae), η οποία με τη σειρά της είναι η μοναδική οικογένεια της τάξεως αβροθαλλώδη (Abrothallales).[1] των ασκομυκήτων.
Ταξινομική ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το γένος περιγράφηκε από τον Ιταλό βοτανολόγο Τζουζέππε Ντε Νοτάρις[2] το 1849. Η ταξινόμηση του γένους σε κάποια οικογένεια ή τάξη ήταν αβέβαιη (incertae sedis), μέχρι που η μοριακή φυλογενετική ανάλυση απεκάλυψε ότι ο αβρόθαλλος ήταν μία τελείως ανεξάρτητη εξελικτική ομάδα μέσα στην ομοταξία δοθιδεομύκητες (Dothideomycetes). Τόσο η ιδιαίτερη οικογένεια και τάξη του δημιουργήθηκαν το 2013 από τον Σέρχιο Πέρες-Ορτέγα (Sergio Pérez-Ortega) και την Ave Suija.[3]
Το 2012 ο Μ. Ζουρμπένκο πρότεινε το γένος Epinephroma για να ταξινομήσει το νέο είδος E. kamchatica.[4] Ωστόσο, μεταγενέστερη ανάλυση κατέδειξε ότι ήταν ένα στάδιο της άφυλης αναπαραγωγής ενός είδους αβρόθαλλου[5], οπότε το Epinephroma θεωρείται πλέον συνώνυμο του γένους Abrothallus. Υπάρχουν και τρία άλλα συνώνυμα, τα Abrothallomyces, Phymatopsis και Pseudo-lecidea.[6]
Περιγραφή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υπάρχουν αρκετά διακριτά μορφολογικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν το γένος αβρόθαλλος:
- Το σφαιρικό ή σφαιροειδές ασκοκάρπιο, χωρίς περιθώριο (καλώς σχηματισμένο άκρο), που σε μερικά είδη φαίνεται σαν να είναι «πασπαλισμένο» με κόκκους (pruina, στην πραγματικότητα επινεκρικές υφές) χρώματος χρυσού ή πράσινου.
- Διτοιχωματικά ασκίδια (δηλαδή με δύο λειτουργικά στρώματα τοιχώματος), τα οποία περιέχουν 4 έως 8 ασκοσπόρια το καθένα.
- Φαιόχρωμα, ασυμμετρικά ασκοσπόρια με 2 έως 4 κύτταρα το καθένα.
- Παραφύσεις που είναι αραιές και αναστομωμένες.
- Η ύπαρξη εφυμενίου (το ανώτατο στρώμα του υμενίου) με κοκκώδεις χρωστικές, πολλές από τις οποίες είναι διαλυτές σε διάλυμα με υδροξείδιο του καλίου.[7]
Είδη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μέχρι τα τέλη του 20ού αιώνα είχαν αναγνωρισθεί περί τα 20 είδη αβρόθαλλου. Σήμερα ταξινομούνται στο γένος τα εξής 42 είδη:
- Abrothallus acetabuli, Diederich (1990)[8] – παρασιτεί στο είδος λειχήνας Parmelia acetabulum, στην Ευρώπη
- Abrothallus boomii, Pérez-Ort. & Suija (2015)[5]
- Abrothallus brattii, (S.Y.Kondr.) Suija & Pérez-Ort. (2015)[5]
- Abrothallus bryoriarum, Hafellner (1994)[9]
- Abrothallus caerulescens, I.Kotte (1909)[10]
- Abrothallus canariensis, Pérez-Ort., van den Boom & Suija (2015)[5]
- Abrothallus cetrariae, I.Kotte (1909)[10]
- Abrothallus cladoniae, R.Sant. & D.Hawksw. (1990)[11]
- Abrothallus curreyi, Linds. (1867)[12] – ενδημεί στη Νέα Ζηλανδία
- Abrothallus doliiformis, Pérez-Ort. & Suija (2015)[5]
- Abrothallus eriodermae, Suija, Etayo & Pérez-Ort. (2015)[5]
- Abrothallus ertzii, Suija & Pérez-Ort. (2015)[5]
- Abrothallus etayoi, Pérez-Ort. & Suija (2015)[5]
- Abrothallus granulatae, Wedin (1994)[13] – παρασιτεί στο είδος Pseudocyphellaria granulata στην Αργεντινή
- Abrothallus halei, Pérez-Ort., Suija, D.Hawksw. & R.Sant. (2010)[14] – παρασιτεί στα είδη Lobaria quercizans και Lobaria pulmonaria, στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική
- Abrothallus heterodermiicola, Etayo & F.Berger (2017)
- Abrothallus hypotrachynae, Etayo & Diederich (2002)
- Abrothallus kamchatica, (Zhurb. & Stepanch.) Pérez-Ort. & Suija (2015)[5]
- Abrothallus lobariae, (Diederich & Etayo) Diederich & Ertz (2018)
- Abrothallus macrosporus, Etayo & R.Sant. (2010)[15] – Νότια Αμερική
- Abrothallus microspermus, Tul. (1852)[16]
- Abrothallus nephromatis, Suija & Pérez-Ort. (2015)[5]
- Abrothallus niger, Etayo (2017)[17] – Ισημερινός
- Abrothallus parmeliarum, (Sommerf.) Arnold (1874)
- Abrothallus parmotrematis, Diederich (2011)[18]
- Abrothallus peyritschii, (Stein) I.Kotte (1909)
- Abrothallus pezizicola, Diederich & R.C.Harris (2003)[19]
- Abrothallus prodiens, (Harm.) Diederich (1989), Clauzade, Diederich & Cl.Roux (1989), Diederich & Hafellner (1990)
- Abrothallus psoromatis, (Zhurb. & U.Braun) Diederich & Zhurb. (2018)
- Abrothallus puntilloi, Brackel (2016)[20]
- Abrothallus ramalinae, Diederich (2017)[21] – Σεϋχέλλες
- Abrothallus santessonii, (D.Hawksw.) A.Suija, D.Hawksw. & Pérez-Ort. (2018)
- Abrothallus secedens, Wedin & R.Sant. (1994)[13] – παρασιτεί σε είδη της Pseudocyphellaria χωρίς να τα βλάπτει, στην Αργεντινή και την Κένυα
- Abrothallus stereocaulorum, Etayo & Diederich (2002)
- Abrothallus stictarum, Etayo (2002)[22] – Κολομβία
- Abrothallus stroblii, Hafellner (2008)[23]
- Abrothallus subhalei, Etayo, Flakus & Kukwa (2019)[24]
- Abrothallus suecicus, (Kirschst.) Nordin (1964)
- Abrothallus teloschistis, Brackel, Pérez-Ortega & Suija (2015)[5]
- Abrothallus tulasnei, M.S.Cole & D.Hawksw. (2001)[25] – παρασιτεί στο ειδος Xanthoparmelia somloensis, στον Καναδά
- Abrothallus usneae, Rabenh. (1861)
- Abrothallus welwitschii, Mont. (1856)[26]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Wijayawardene, Nalin; Hyde, Kevin; Al-Ani, Laith Khalil Tawfeeq; Somayeh, Dolatabadi; Stadler, Marc; Haelewaters, Danny και άλλοι. (2020). «Outline of Fungi and fungus-like taxa». Mycosphere 11: 1060–1456. doi: .
- ↑ De Notaris, G. (1846). «Frammenti lichenografici di un lavoro inedito» (στα ιταλικά). Giornale Botanico Italiano 2 (1): 174-224 (βλ. σελ. 192).
- ↑ Pérez-Ortega, Sergio; Suija, Ave; Crespo, Ana; de los Ríos, Asunción (2013). «Lichenicolous fungi of the genus Abrothallus (Dothideomycetes: Abrothallales ordo nov.) are sister to the predominantly aquatic Janhulales». Fungal Diversity 64 (1): 295–304. doi: .
- ↑ Zhurbenko, M.P.; Himelbrant, D.E.; Kuznetsova, E.S.; Stepanchikova, I.S. (2012). «Lichenicolous fungi from the Kamchatka Peninsula, Russia». The Bryologist 115 (2): 295–312.
- ↑ 5,00 5,01 5,02 5,03 5,04 5,05 5,06 5,07 5,08 5,09 5,10 Suija, Ave; De los Ríos, Asunción; Pérez-Ortega, Sergio (2015). «A molecular reappraisal of Abrothallus species growing on lichens of the order Peltigerales». Phytotaxa 195 (3): 201–226. doi: .
- ↑ «Synonymy: Abrothallus De Not., Abrothallus: 1 (1845)». Species Fungorum. Ανακτήθηκε στις 25 Μαρτίου 2021.
- ↑ Suija, Ave (2006). «Variation of morphological characters in the lichenicolous ascomycete genus Abrothallus». Annales Botanici Fennici 43: 193–204. http://www.annbot.net/PDF/anbf43/anbf43-193.pdf.
- ↑ Diederich, Paul (1990). «New or interesting lichenicolous fungi 1. Species from Luxembourg». Mycotaxon 37: 297-330. http://www.cybertruffle.org.uk/cyberliber/59575/0037/0297.htm.
- ↑ Hafellner, J. (1994). «Beiträge zu einem Prodromus der lichenicolen Pilze Österreichs und angrenzender Gebiete. I. Einige neue oder seltene Arten» (στα γερμανικά). Herzogia 10: 1-28.
- ↑ 10,0 10,1 Kotte, I. (1909). «Einige neue Fälle von Nebensymbiose (Parasymbiose)» (στα γερμανικά). Centralblatt für Bakteriologie und Parasitenkunde. 2. Abth. 24: 74–93.
- ↑ Hawksworth, D.L. (1990). «Notes on British lichenicolous fungi: VI». Notes from the Royal Botanical Garden Edinburgh 46: 391–403.
- ↑ Lindsay, W.L. (1867). «Observations on new lichens and fungi collected in Otago, New Zealand». Transactions of the Royal Society of Edinburgh 24: 407–456.
- ↑ 13,0 13,1 Wedin, Mats (1994). «New and noteworthy lichenicolous fungi from southernmost South America». The Lichenologist 26 (3): 301–310. doi: .
- ↑ Suija, Ave; Pérez-Ortega, Sergio; Hawksworth, David L. (2010). «Abrothallus halei (Ascomycota, incertae sedis), a new lichenicolous fungus on Lobaria species in Europe and North America». The Lichenologist 43 (1): 51–55. doi: .
- ↑ Etayo, J. (2010). «Hongos liquenícolas de Perú Homenaje a Rolf Santesson». Bulletin de la Société Linnéenne de Provence 61: 2-46.
- ↑ Tulasne, L.-R. (1852). «Mémoire pour servir à l'histoire organographique et physiologique des Lichens» (στα γαλλικά). Annales des Sciences Naturelles Botanique. 3 17: 5–128.
- ↑ Etayo, Javier (2017). Hongos liquenícolas de Ecuador. Opera Lilloana. 50. σελ. 70.
- ↑ Diederich, Paul (2011). «Description of Abrothallus parmotrematis sp. nov. (lichenicolous Ascomycota)» (στα γαλλικά). Bulletin de la Société des Naturalistes Luxembourgeois 112: 25-34.
- ↑ Diederich, Paul (2003). «Neue Arten und neue Funde von amerkanischen lichenicolen Pilzen» (στα γερμανικά). Herzogia 16: 41-90.
- ↑ Brackel, W.V.; Puntillo, D. (2016). «New records of lichenicolous fungi from Calabria (southern Italy), including a first checklist». Herzogia 29 (2/1): 277-306.
- ↑ Diederich, P.; Lücking, R.; Aptroot, A.; Sipman, H.J.M.; Braun, U.; Ahti, T.; Ertz, D. (2017). «New species and new records of lichens and lichenicolous fungi from the Seychelles». Herzogia 30 (1): 182-236.
- ↑ Etayo, Javier (2002). Aportación al conocimiento de los hongos liquenícolas de Colombia. Bibliotheca Lichenologica. 84. Βερολίνο και Στουτγάρδη: J. Cramer. σελ. 19. ISBN 978-3-443-58063-6.
- ↑ Hafellner, J.; Herzog, G.; Mayrhofer, H. (2008). «Zur Diversität von lichenisierten und lichenicolen Pilzen in den Ennstaler Alpen (Österreich: Steiermark, Oberösterreich)» (στα γερμανικά). Mitteilungen des Naturwissenschaftlichen Vereins für Steiermark 137: 131–204.
- ↑ Flakus, Adam; Etayo, Javier; Miadlikowska, Jolanta; Lutzoni, François; Kukwa, Martin; Matura, Natalia; Rodriguez-Flakus, Pamela (2019). «Biodiversity assessment of ascomycetes inhabiting Lobariella lichens in Andean cloud forests led to one new family, three new genera and 13 new species of lichenicolous fungi». Plant and Fungal Systematics 64 (2): 283-344. doi: .
- ↑ Cole, M.S.; Hawksworth, D.L. (2001). «Lichenicolous fungi, mainly from the USA, including Patriciomyces gen. nov.». Mycotaxon 77: 305-338. http://www.cybertruffle.org.uk/cyberliber/59575/0077/0305.htm.
- ↑ Montagne, J.P.F.C. (1851). «Cryptogamia Guyanensis seu plantarum cellularium in Guyana gallica annis 1835–1849 a cl. Leprieur collectarum enumeratio universalis» (στα la). Annales des Sciences Naturelles Botanique 16: 47–81.