Αβέρκιος Λαμπίρης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αβέρκιος Λαμπίρης
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος1912
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταχριστιανός ιερέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμητροπολίτης

Ο Αβέρκιος Λαμπίρης (Βλασία Αχαΐας, 1821 - Πειραιάς, 1912)[1], ήταν Έλληνας ιεράρχης που είχε διατελέσει και Αρχιεπίσκοπος Πατρών και Ηλείας.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στη Βλασία της ιστορικής επαρχίας Καλάβρυτων. Ήταν γιος του Λουκά Λαμπίρη και αδελφός του Σπυρίδωνος Λ. Λαμπίρη ή Λουκόπουλου. Το 1877 μετά την δολοφονία του αδελφού του[2], ανέλαβε τη μόρφωση του ανιψιού του Αντώνιου μετέπειτα διδάκτωρ της ιατρικής[3]. Σπούδασε στην Θεολογική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και στην Ευρώπη. Χρημάτισε μοναχός της Μονής Ταξιαρχών Αιγιαλείας.

Το 1871 είχε συμμετάσχει στην επιτροπή που μετέφερε το λείψανο του πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ από την Οδησσό στην Αθήνα, την περίοδο εκείνη ήταν αρχιμανδρίτης και Α΄ γραμματέας της Ιεράς Συνόδου[4].

Στις 11 Αυγούστου 1874 χειροτονήθηκε Αρχιεπίσκοπος Πατρών και Ηλείας και παρέμεινε στον μητροπολιτικό θρόνο έως το 1884 όπου παραιτήθηκε μετά την ανάμιξή του ονόματος του στα Σιμωνιακά. Σύμφωνα με την κατηγορία ο Λαμπίρης και οι Καλλίνικος Αργολίδος, Σπυρίδων Κεφαλληνίας και Στέφανος Μεσσηνίας δωροδόκησαν υπουργούς της κυβέρνησης Βούλγαρη για να χειροτονηθούν μητροπολίτες. Το πολιτικό δικαστήριο καταδίκασε τους υπουργούς σε φυλάκιση, με επακόλουθο να παραιτηθεί η κυβέρνηση. Ο Αβέρκιος Λαμπίρης τιμωρήθηκε με πρόστιμο ενώ η Ιερά Σύνοδος δεν δέχτηκε την κατηγορία της σιμωνίας και μετά την παραίτηση των τεσσάρων τους επέτρεψε να φέρουν τον τίτλο του πρώην αρχιεπισκόπου και της ιεροσύνης τους.

Μετά την παραίτηση του από τον μητροπολιτικό θρόνο, μετεγκαταστάθηκε στον Πειραιά όπου και πέθανε τον Ιανουάριο του 1912. Στην διαθήκη του άφησε 100.000 δρχ στο εκκλησιαστικό ταμείο και 100.000 δρχ στα ανίψια του. Η κηδεία του έγινε στον Πειραιά με τιμές υποστράτηγου. Η σορός του αρχικά τέθηκε σε προσκύνημα στον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου.

Εργογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ακολουθία του Κοκκίνη (1822)[5]
  • Η μίμησις του Χριστού (μετάφραση)[6]
  • Θρησκευτικαί Σίβυλλαι, (1872)[7]
  • Ακολουθία του αγίου ενδόξου ιερομάρτυρος Γρηγορίου του Ε' (του εκ Δημητσάνης) αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως και Οικ. Πατριάρχου (1822)[7]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Νεολόγος 10 Ιανουαρίου 1912
  2. Εφημερίδα Τοξότης, 23 Φεβρουαρίου 1877, αρ. 36, σελ. 37, 38 Αρχειοθετήθηκε 2016-03-05 στο Wayback Machine. από το ψηφιακό αρχείο της Βουλής των Ελλήνων
  3. Φορολογούμενος, 8/4/1877
  4. «10απριλιου - wwwsynaxaristis». sites.google.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Σεπτεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2017. 
  5. «Ιερά Μονή Εσφιγμένου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2010. 
  6. «.:BiblioNet : Η μίμησις του Χριστού / Κεμπήσιος, Θωμάς». www.biblionet.gr. Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2017. 
  7. 7,0 7,1 «Anemi - Digital Library of Modern Greek Studies - Search». Ανακτήθηκε στις 24 Δεκεμβρίου 2017.