San Marco (καταδρομικό)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
San Marco
Το θωρακισμένο καταδρομικό San Marco εν πλω (18 Αυγούστου 1910)
Πληροφορίες
ΝαυπηγείοRegio Cantiere di Castellammare di Stabia
Έναρξη ναυπήγησης2 Ιανουαρίου 1907
Καθέλκυση20 Δεκεμβρίου 1908
Ένταξη σε υπηρεσία7 Φεβρουαρίου 1911
Δίδυμα σκάφηSan Giorgio
Κατάληξηδιαλύθηκε για σκραπ το 1949
Γενικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμα11.900 t (με πλήρη φόρτο)
Μήκος140,89 m (ολικό)
Πλάτος21,03 m
Βύθισμα7,76 m
Πρόωσημέγιστη ισχύς: 23.000 shp
Ταχύτητα23 kn
Αυτονομία4.800 ναυτικά μίλια με ταχύτητα πλεύσης 10 kn
Πλήρωμα32 αξιωματικοί και 666–73 ναύτες
Οπλισμός4 πυροβόλα των 254 mm
8 πυροβόλα των 190 mm
18 πυροβόλα των 76 mm
2 πυροβόλα των 47 mm
τορπιλοσωλήνες των 450 mm
Θωράκισηκύρια ζώνη θωράκισης: έως 200 mm
πύργοι πυροβόλων 160-200 mm
κατάστρωμα: 50 mm
γέφυρα: 254 mm
Σημειώσεις
Τα στοιχεία αφορούν το πλοίο όταν ολοκληρώθηκε το 1911. Στη διάρκεια της επιχειρησιακής του ζωής ο οπλισμός και άλλες παράμετροι άλλαξαν.
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το San Marco ήταν θωρακισμένο καταδρομικό κλάσης San Giorgio το οποίο ναυπηγήθηκε για το Ιταλικό Βασιλικό Ναυτικό (Regia Marina) στις αρχές του 20ού αιώνα. Ήταν το πρώτο ιταλικό πλοίο που διέθετε ατμοστροβίλους καθώς και το πρώτο σκάφος οποιουδήποτε ναυτικού στην υφήλιο με τέσσερις άξονες μετάδοσης κίνησης στους έλικες.[1]

Έλαβε μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά τον Ιταλοτουρκικό πόλεμο του 1911–12, υποστηρίζοντας την κατάληψη της Βεγγάζης και της Ντέρνα στη Λιβύη, καθώς και της Ρόδου στο Αιγαίο. Επίσης βομβάρδισε τουρκικές οχυρώσεις στην είσοδο των Δαρδανελίων. Η δράση του στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν περιορισμένη εξαιτίας της απειλής των αυστροουγγρικών υποβρυχίων. Παρόλα αυτά βομβάρδισε το Δυρράχιο το 1918. Επίσης το San Marco διαδραμάτισε μικρό ρόλο στα γεγονότα που σχετίζονται με την κατάληψη της Κέρκυρας από τους Ιταλούς το 1923. Τη δεκαετία του 1930 μετατράπηκε σε πλοίο-στόχο και το 1943 πέρασε στην κατοχή των Γερμανών, που κατέλαβαν το βόρειο μισό της ιταλικής χερσονήσου όταν συνθηκολόγησε η Φασιστική Ιταλία. Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου βρέθηκε βυθισμένο και τελικά διαλύθηκε για σκραπ το 1949.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα δύο σκάφη της κλάσης San Giorgio σχεδιάστηκαν ως βελτιωμένες εκδόσεις των προγενέστερων καταδρομικών της κλάσης Pisa. Ήταν τα πρώτα μεγάλα ιταλικά πλοία με ατμοστροβίλους και ενσωμάτωναν πολλές ακόμη βελτιώσεις, όντας τα πρώτα που ναυπηγήθηκαν χωρίς χρήση ξυλείας σε κάποιο σημείο της κατασκευής, διέθεταν γυροσκοπικές πυξίδες και δεξαμενές για την παρεμπόδιση του roll.[2]

Το ολικό μήκος του San Marco ήταν 140,89 m, το πλάτος 21,03 m και το βύθισμα 7,76 m. Με κανονικό φορτίο είχε εκτόπισμα 10.969 t, το οποίο αυξανόταν σε 11.900 t με πλήρη φόρτο. Το πλήρωμα αποτελούνταν από 32 αξιωματικούς και 666-673 ναύτες.[3] Ισχύ παρείχαν τέσσερις ατμοστρόβολοι που τροφοδοτούνταν από 14 καυστήρες Babcock & Wilcox. Το όλο σύστημα απέδιδε μέχρι και 23.000 shp,[4] χάρη στους οποίους έφτασε στη μέγιστη ταχύτητα των 23,75 kn κατά τη διάρκεια των θαλάσσιων δοκιμών.[5] Η ακτίνα δράσης ήταν 4.800 ναυτικά μίλια με ταχύτητα πλεύσης 10 kn.[5]

Ο οπλισμός αποτελούνταν από τέσσερα πυροβόλα των 254 mm, τοποθετημένα ανά δύο σε πυργίσκους μπροστά και πίσω από την υπερκατασκευή και οκτώ πυροβόλα των 190 mm, ανά δύο σε τέσσερις πυργίσκους. Για προστασία απέναντι σε τορπιλακάτους ήταν επίσης εγκατεστημένα 18 όπλα των 76 mm,[5] ενώ υπήρχαν και δύο των 47 mm. Το San Giorgio διέθετε επίσης τρεις τορπιλοσωλήνες των 450 mm. Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου οκτώ από τα προαναφερθέντα πυροβόλα των 76 mm αντικαταστάθηκαν από έξι αντιαεροπορικά ίδιου διαμετρήματος[5] και αφαιρέθηκε ένας τορπιλοσωλήνας.[4]

Τα δύο καταδρομικά αυτής της κλάσης προστατεύονταν από ζώνη θωράκισης πάχους 80–200 mm.[4] Το κατάστρωμα είχε θωράκιση πάχους 50 mm και η γέφυρα 254 mm. Οι δύο πύργοι των τεσσάρων κύριων πυροβόλων είχαν θωράκιση των 200 mm και των πυροβόλων των 190 mm θωράκιση πάχους 160 mm.[5]

Επιχειρησιακή ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πλοίο έφερε το όνομα του Ευαγγελιστή Μάρκου, προστάτη της Βενετίας.[6] Παραγγέλθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1905 και η κατασκευή του ξεκίνησε στις 2 Ιανουαρίου 1907 στα ναυπηγεία Regio Cantieri di Castellammare di Stabia στον κόλπο της Νάπολης. Καθελκύστηκε στις 20 Δεκεμβρίου 1907 και ολοκληρώθηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1911.[5]

Στις 29 Σεπτεμβρίου 1911 ξέσπασε ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος και το San Marco εντάχθηκε την 1η Οκτωβρίου στην 2η Μεραρχία της 1ης Μοίρας του Στόλου της Μεσογείου.[7] Στις 15 Οκτωβρίου συνόδευσε, μαζί με το θωρηκτό Napoli και τα θωρακισμένα καταδρομικά Pisa και Amalfi, μεταγωγικά που μετέφεραν στρατεύματα με τελικό προορισμό την Ντέρνα. Μετά από την αποτυχία των διαπραγματεύσεων για την αναίμακτη παράδοση της πόλης το Pisa βομβάρδισε το οχυρό και τους στρατώνες της. Οι αμυνόμενοι δεν ανταπέδωσαν τα πυρά και οι Ιταλοί απέστειλαν λέμβο με αξιωματικούς για να διαπραγματευτούν ανακωχή. Η λέμβος δέχθηκε πυρά από ελαφρά όπλα και εν συνεχεία το San Marco μαζί με τα υπόλοιπα καταδρομικά της δύναμης ισοπέδωσαν την πόλη.[8] Αποβατική δύναμη απέτυχε να φτάσει στην ακτή εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών και των πυρών των αμυνομένων. Ακολούθησε δίωρος βομβαρδισμός της ακτής, όμως η απόβαση 1.500 ανδρών που κατέλαβαν την Ντέρνα πραγματοποιήθηκε μόλις στις 18 Οκτωβρίου. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους το San Marco υποστήριξε τα ιταλικά στρατεύματα στη Βεγγάζη.[9] Στα μέσα του Απριλίου του 1912 ο ιταλικός στόλος επιχείρησε στο ανατολικό Αιγαίο, με τα Pisa και Amalfi να προπορεύονται, σε μια προσπάθεια να προκαλέσουν τον Οθωμανικό Στόλο σε ναυμαχία. Η προσπάθεια ήταν ανεπιτυχής και δεν υπήρξε ναυτική σύγκρουση. Οι Ιταλοί βομβάρδισαν τα τουρκικά οχυρά στην είσοδο των Δαρδανελίων, χωρίς όμως να πετύχουν αξιόλογα αποτελέσματα.[10] Η κύρια δύναμη του στόλου αποχώρησε από την περιοχή στις 19 αυτού του μήνα.[10] Τον Μάιο το San Marco υποστήριξε την κατάληψη της Ρόδου και επέστρεψε τελικά στην Ιταλία στις 20 Σεπτεμβρίου.[11]

Πριν από το ξέσπασμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου χρησιμοποιήθηκε σε πειράματα για την αξιολόγηση της χρήσης υδροπλάνων από πολεμικά πλοία.[12] Όταν κήρυξε η Ιταλία τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις (23 Μαΐου 1915) βρίσκονταν στο Μπρίντιζι. Εκείνη τη νύχτα το Αυστροουγγρικό Ναυτικό βομβάρδισε την ιταλική ακτή, επιχειρώντας έτσι να παρακωλύσει τη διαδικασία της επιστράτευσης. Η Ανκόνα ιδιαίτερα υπέστη σοβαρότατες ζημιές στο δίκτυο γκαζιού, ηλεκτρισμού και τηλεφωνίας. Επίσης καταστράφηκαν τα αποθέματα κάρβουνου και πετρελαίου. Τα εχθρικά πλοία επέστρεψαν με ασφάλεια στη βάση τους, αφού ολοκλήρωσαν επιτυχώς την αποστολή τους, με συνέπεια το Ιταλικό Βασιλικό Ναυτικό να δεχθεί σοβαρές πιέσεις να ανταποκριθεί στην πρόκληση. Στα μέσα Ιουνίου οι Αυστριακοί επανέλαβαν τις επιθέσεις και ο ναύαρχος Paolo Thaon di Revel έστειλε το San Marco και τα υπόλοιπα θωρακισμένα καταδρομικά στη Βενετία προκειμένου να ενισχυθεί η ιταλική ναυτική παρουσία εκεί.[13] Στις 7 Ιουλίου, λίγο μετά την άφιξή τους, το Amalfi βυθίστηκε από εχθρικό υποβρύχιο με συνέπεια να αποφασιστεί ο δραστικός περιορισμός των επιχειρήσεων των ιταλικών σκαφών.[14] Στις 2 Οκτωβρίου 1918 το San Marco συμμετείχε στον βομβαρδισμό του Δυρραχίου.[15]

Την 21η Σεπτεμβρίου 1923 μετέφερε στον Τάραντα τα σώματα του δολοφονηθέντος στρατηγού Τελίνι και της συνοδείας του (ο θάνατος του προκάλεσε την αντίδραση της Ιταλίας και την κατάληψη της Κέρκυρας).[16] Την 1η Οκτωβρίου το San Marco μετέφερε τα τελευταία στρατεύματα από την Κέρκυρα πίσω στο Μπρίντιζι.[17] Επίσης συνόδευσε τον πρίγκιπα Ουμβέρτο, που επέβαινε στο San Giorgio, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στη Νότια Αμερική (Ιούλιος–Σεπτέμβριος 1924).[18][19]

Τη δεκαετία του 1930 αφαιρέθηκε ο οπλισμός και το καταδρομικό μετατράπηκε σε πλοίο-στόχο. Στη ναυτική επιθεώρηση που διεξήχθη προς τιμήν του Αδόλφου Χίτλερ στις 5 Μαΐου 1938 χρησιμοποιήθηκε σαν στόχος για τα καταδρομικά Fiume και Zara.[20] Όταν οι Γερμανοί κατέλαβαν τη Λα Σπέτσια τον Σεπτέμβριο του 1943, το παλαιό πολεμικό πέρασε στην κατοχή τους. Μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου βρέθηκε βυθισμένο εκεί. Τελικά διαλύθηκε για σκραπ το 1949.[21]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Gardiner & Gray, p. 252
  2. Gardiner & Gray, pp. 252, 261
  3. Fraccaroli 1971, p. 33
  4. 4,0 4,1 4,2 Silverstone, p. 290
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 Gardiner & Gray, p. 261
  6. Silverstone, p. 305
  7. Beehler, p. 9
  8. Beehler, p. 30
  9. Beehler, pp. 47, 49
  10. 10,0 10,1 Stephenson, pp. 262–65
  11. Marchese
  12. Layman, p. 44
  13. Sondhaus, pp. 274–76, 279
  14. Halpern, pp. 148, 151; Sondhaus, p. 289
  15. Halpern, p. 176
  16. «Greek Reparations: Evacuation of Corfu Begun». Yorkshire Post and Leeds Intelligencer: σελ. 9. 22 September 1923. http://www.britishnewspaperarchive.co.uk/viewer/bl/0000687/19230922/295/0009. Ανακτήθηκε στις 1 March 2015. 
  17. «Italy and Greece: Indemnity Paid Over». Gloucestershire Echo: σελ. 2. 1 October 1923. http://www.britishnewspaperarchive.co.uk/viewer/bl/0000320/19231001/040/0002. Ανακτήθηκε στις 1 March 2015. 
  18. «Prince Humbert Sails». The New York Times: σελ. 31. 2 July 1924. 
  19. «Humbert Sails Home from Brazil». The New York Times: σελ. 22. 20 September 1924. 
  20. Fraccaroli 1972, p. 104
  21. Gardiner & Gray, pp. 261–62

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]