Ευγενής άγριος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ένας ευγενής άγριος Ινδιάνος παρατηρεί τη συμπεριφορά Βρετανών αξιωματικών που βλέπουν τον διοικητή τους να πεθαίνει στο πεδίο της μάχης. Λεπτομέρεια από τον πίνακα του Μπένζαμεν Γουέστ Ο θάνατος του στρατηγού Γουλφ (1771).

Ευγενής άγριος (αγγλικά: Noble savage) είναι μια εξιδανικευμένη εικόνα του «φυσικού ανθρώπου» που δεν έχει διαφθαρεί από τον πολιτισμό και συμβολίζει την ηθική υπεροχή των πρωτόγονων λαών που ζουν σε αρμονία με τη Φύση. Ο όρος προέκυψε μετά την ευρωπαϊκή ανακάλυψη και κατάκτηση της Αμερικής.[1]

Ιδιαίτερα δημοφιλής στη λογοτεχνία του Διαφωτισμού (18ος αιώνας), παρουσιάζεται ως λογοτεχνικός χαρακτήρας που απεικονίζει την έμφυτη καλοσύνη του ανθρώπου πριν από την επαφή του με τον πολιτισμό. Ο όρος αναφέρεται επίσης σε παλαιότερες μελέτες της δυτικής ανθρωπολογίας, εθνογραφίας και φιλοσοφίας, ωστόσο από τον 20ό αιώνα θεωρείται ξεπερασμένος.[2]

Στην αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κάτοικοι των αρχαίων πολιτισμών θαύμαζαν την αθωότητα και την ανιδιοτέλεια των βαρβάρων λαών. Ήδη από την σουμεριακή μυθολογία αντιπαραβάλλεται η απλότητα των ηθών των «ανθρώπων της φύσης» με την αστική παρακμή. Ο ημιάγριος Ενκίντου στο Έπος του Γκιλγκαμές μπορεί να θεωρηθεί το παλαιότερο παράδειγμα ευγενούς άγριου. Ο Όμηρος, ο Πλίνιος και ο Ξενοφών εξιδανίκευσαν τους βοσκούς της Αρκαδίας, επίσης ο Βιργίλιος, ο Οβίδιος και ο Οράτιος που επαίνεσε τη ζωή των γενναίων Σκυθών και ο Τάκιτος αναφέρθηκε εγκωμιαστικά στον πρωτόγονο τρόπο ζωής των Γερμανικών φύλων για να ασκήσει κριτική στην κοινωνία της Αρχαίας Ρώμης.[3]

Στη σύγχρονη εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εικονογράφηση ενός ευγενούς αγρίου. Τα τέκνα του πλοιάρχου Γκραντ του Ιουλίου Βερν (1865).

Στην εποχή των μεγάλων γεωγραφικών ανακαλύψεων, το ενδιαφέρον για «πρωτόγονους» ανθρώπους, που δεν επηρεάστηκαν αρνητικά από τον πολιτισμό, έλαβε νέα ώθηση. Ο ιστορικός Βαρθολομαίος ντε λας Κάζας αντιστεκόμενος στις καταχρήσεις των αποικιοκρατών έναντι των ιθαγενών του Νέου Κόσμου, τους εξιδανίκευσε σε ηθικά αθώους ευγενείς αγρίους που ζούσαν μια απλή ζωή σε αρμονία με τη Μητέρα Φύση. Ο εξερευνητής Ζακ Καρτιέ ανέφερε ότι οι Ιθαγενείς δεν ήταν βάρβαροι, αλλά ζούσαν κοντά στη φύση, με «ψυχή αγνή σαν τα παιδιά».[4]

Ο Μισέλ ντε Μονταίν περιγράφει τους κατοίκους του Νέου Κόσμου με βαθιά συμπάθεια στο δοκίμιό του Περί Κανιβάλων (1580) που αναφέρεται στον λαό Τουπιναμπά της Βραζιλίας, όπου χρησιμοποιεί τον όρο ευγενής άγριος ως αντίστοιχο των πολιτισμένων Ευρωπαίων του 16ου αιώνα.[5]

Η εικόνα του ευγενούς αγρίου κατέχει σημαντική θέση ήδη στα πρώτα μυθιστορήματα της σύγχρονης εποχής. Εμφανίζεται αρχικά στο μυθιστόρημα της Άφρα Μπεν Ορουνόκο (1688), μια ιστορία για έναν Αφρικανό πρίγκιπα που σκλαβώθηκε από τους Βρετανούς στο Σουρινάμ. Με τα χαρακτηριστικά είναι επίσης προικισμένος ο Παρασκευάς στον Ροβινσώνα Κρούσο. Ωστόσο, ο υποδειγματικός ευγενής άγριος αυτής της εποχής είναι Ο αφελής του Βολταίρου.

Στην εποχή του συναισθηματισμού, η εικόνα του ευγενούς άγριου γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής. Ο Ζαν-Ζακ Ρουσσώ στην πραγματεία του Αιμίλιος, ή Περί αγωγής (1762) περιγράφει ένα εκπαιδευτικό σύστημα που θα επέτρεπε στο άτομο να διατηρήσει την έμφυτη καλοσύνη του ενώ συμμετέχει σε μια αναπόφευκτα διεφθαρμένη κοινωνία. Εξιδανικευμένες εικόνες αγρίων υπάρχουν στα πρώτα μυθιστορήματα του Σατωμπριάν Αταλά (1801) και Ρενέ (1802).

Η Ταφή της Αταλά πίνακας του Ζιροντέ, 1808

Οι εικόνες των ευγενών Ινδιάνων - ο Τσίνγκατσγκουκ στο μυθιστόρημα Ο τελευταίος των Μοϊκανών του Τζέιμς Φένιμορ Κούπερ, ο Κουίκουεκ στο Μόμπι Ντικ, ο Οσεόλα του Τόμας Μέιν Ριντ  - είναι από τις πιο εντυπωσιακές στην αμερικανική λογοτεχνία της ρομαντικής εποχής. Στη ρωσική λογοτεχνία, ξεκινώντας από τη Φτωχή Λίζα (1792) του Νικολάι Καραμζίν, τις ιστορίες από τη ζωή του Καυκάσου του Αλεξάντρ Μπεστούζεφ, του Αλεξάντερ Πούσκιν (Ο αιχμάλωτος του Καυκάσου), του Λέοντος Τολστόι (Οι Κοζάκοι) κ.ά., τα χαρακτηριστικά και η συναισθηματική εξιδανίκευση των ευγενών αγρίων μεταφέρονται στους Ρώσους αγρότες ή στους Καυκάσιους ορεσίβιους.[6]

Ο τύπος του ευγενούς άγριου επιβιώνει στα έργα του Έντγκαρ Ράις Μπάροουζ με τον Ταρζάν, στα μυθιστορήματα περιπέτειας του Ιουλίου Βερν, ο Κόναν ο Βάρβαρος του Ρόμπερτ Ε. Χάουαρντ, ο Μόγλης στις ιστορίες του Βιβλίου της Ζούγκλας του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ και με την έναρξη της εποχής του ρεαλισμού, σταδιακά εξαφανίζεται. [7]

Στο μπλοκμπάστερ Avatar του Τζέιμς Κάμερον, η έμφυτη αρχοντιά αποδίδεται σε εξωγήινους που δεν έχουν διαφθαρεί από την επιρροή του σύγχρονου πολιτισμού.

Αντιδράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1860, αυτή η ρομαντική εξιδανικευμένη έννοια του απολίτιστου, προικισμένου με έμφυτη καλοσύνη ανθρώπου, δέχθηκε κριτική από γιατρούς και ανθρωπολόγους που προσδιόρισαν το φυλετικό στερεότυπο του ευγενούς αγρίου ως παράδειγμα επιστημονικού ρατσισμού.[8]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]