Έθελγουλφ του Ουέσσεξ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έθελγουλφ του Ουέσσεξ
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος13  Ιανουαρίου 858
Ουέσσεξ
Τόπος ταφήςΚαθεδρικός του Ουίντσεστερ
Χώρα πολιτογράφησηςΟυέσσεξ
ΘρησκείαΧριστιανισμός
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΙουδήθ της Φλάνδρας (από 856)[1][2][3]
Οσμπούργκα (από 830)[2][3]
ΤέκναΑλφρέδος του Ουέσσεξ[4][2]
Έθελσταν του Ουέσσεξ[5]
Έθελσγουιθ[5][2]
Έθελμπαλντ του Ουέσσεξ[2]
Έθελμπερτ του Ουέσσεξ[5][2]
Έθελρεντ του Ουέσσεξ και του Κεντ[5][2][6]
Judith of Wessex[5]
ΓονείςΕγβέρτος του Ουέσσεξ[2] και unnamed wife of King Egbert of Wessex[2]
ΟικογένειαΟίκος του Ουέσσεξ
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαKing of Wessex (839–858)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Έθελγουλφ του Ουέσσεξ (Æthelwulf, ... – 13 Ιανουαρίου 858) βασιλιάς του Ουέσσεξ και του Κεντ (839858) ήταν ο μεγαλύτερος γιος και διάδοχος του Εγβέρτου του Ουέσσεξ. Το 825 ο πατέρας του Εγβέρτος νίκησε τον Μπέορνγουλφ της Μερκίας τερματίζοντας τη μακρόχρονη κυριαρχία της Μερκίας νότια των εκβολών του Χάμπερ. Ο Εγβέρτος έστειλε τον γιο του Έθελγουλφ, ο οποίος εκδίωξε τον αντιβασιλιά της Μερκίας και τοποθετήθηκε αντιβασιλιάς ο ίδιος. Μετά το 830 ο Εγβέρτος διατηρούσε καλές σχέσεις με τη Μερκία, οι οποίες συνεχίστηκαν όταν ο Έθελγουλφ διαδέχτηκε τον πατέρα του (839), ο πρώτος γιος που διαδέχθηκε τον πατέρα του στο βασίλειο των Δυτικών Σαξόνων από το 641.

Οι Βίκινγκς δεν αποτελούσαν σοβαρή απειλή κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Έθελγουλφ, που ηττήθηκε από τους Βίκινγκς στο Σόμερσετ (843), αλλά στη συνέχεια τους συνέτριψε στη μάχη της Ακλέα (851). Το 853 συμμετείχε στην εκστρατεία των Μερκίων στην Ουαλία με σκοπό να αποκαταστήσει την ηγεμονία τους στην περιοχή, και πάντρεψε και την κόρη του Έθελσγουιθ με τον βασιλιά Μπούργκεντ της Μερκίας. Στη συνέχεια αναχώρησε για προσκύνημα στη Ρώμη (855) δωρίζοντας το ένα δέκατο της περιουσίας του στους υπηκόους του. Διόρισε τον μεγαλύτερο γιο του Έθελμπαλντ βασιλιά του Ουέσσεξ κατά τη διάρκεια της απουσίας του, και τον επόμενο γιο του Έθελμπερχτ βασιλιά του Κεντ στα νοτιοανατολικά. Ο Έθελγουλφ έζησε ένα διάστημα στη Ρώμη και στη συνέχεια αποφάσισε να επιστρέψει στο Ουέσσεξ. Στο δρόμο της επιστροφής του παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο του την Τζούντιθ της Φλάνδρας, κόρη του βασιλιά των Δυτικών Φράγκων Καρόλου του Φαλακρού.

Όταν επέστρεψε στο Ουέσσεξ ο μεγαλύτερος γιος του Έθελμπαλντ αρνήθηκε να του παραδώσει τον θρόνο των Δυτικών Σαξόνων, και για να αποφύγει τον εμφύλιο πόλεμο ο Έθελγουλφ αποφάσισε να μοιράσει το βασίλειό του κρατώντας ο ίδιος το ανατολικό τμήμα και αφήνοντας το δυτικό τμήμα του βασιλείου στον γιο του. Με τον θάνατό του (858), ο Έθελγουλφ κληροδότησε το Ουέσσεξ στον Έθελμπαλντ και το Κεντ στον Έθελμπερτ, αλλά με τον πρόωρο θάνατο του Έθελμπαλντ μόλις δυο χρόνια μετά τον πατέρα του επανενώθηκε το βασίλειό του υπό τον Έθελμπερτ.

Ο Έθελγουλφ είναι πρωταγωνιστικός χαρακτήρας στην τηλεοπτική σειρά του History Channel, Βίκινγκς.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κυριαρχία του Ουέσσεξ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Χάρτης της νότιας Βρετανίας στα μέσα του 9ου αιώνα μ.Χ.

Στη διάρκεια του 20ου αιώνα η φήμη του Έθελγουλφ στους ιστορικούς ήταν πολύ φτωχή, και εθεωρείτο υπερβολικά ευσεβής, σε βαθμό που εγκατέλειψε τα βασιλικά του καθήκοντα προκειμένου να συμμετέχει σε προσκύνημα. Οι μετέπειτα ιστορικοί του 21ου αιώνα έχουν αντίθετη γνώμη, τον θεωρούν έναν από τους κορυφαίους Σάξονες βασιλείς, που εδραίωσε την κυριαρχία του Ουέσσεξ στην Αγγλία, νίκησε τους Βίκινγκς και άνοιξε το δρόμο στον γιο του Αλφρέδο τον Μέγα να γίνει ο κορυφαίος βασιλιάς της δυναστείας.

Στις αρχές του 9ου αιώνα η νότια Αγγλία βρισκόταν υπό τον έλεγχο των Αγγλοσαξόνων, με τη Μερκία και το Ουέσσεξ να είναι τα δύο σημαντικότερα βασίλεια. Η Μερκία είχε τον κυρίαρχο ρόλο στο νότο μέχρι τη δεκαετία του 820, ασκώντας την εξουσία στο βασίλειο της Ανατολικής Αγγλίας και αυτό του Κεντ, αλλά το Ουέσσεξ κατόρθωσε να διατηρήσει την αυτονομία του απέναντι στον ισχυρό του γείτονα. Ο Όφα, βασιλιάς της Μερκίας την περίοδο 757-796 ήταν η κυρίαρχη φυσιογνωμία σε ολόκληρη την Αγγλία το δεύτερο μισό του 8ου αιώνα. Ο Μπέορτρικ του Ουέσσεξ (786-802) παντρεύτηκε την κόρη του Όφα της Μερκίας (789), στη συνέχεια ο Όφα και ο Μπέορτρικ οδήγησαν τον πατέρα του Έθελγουλφ Εγβέρτο στην εξορία, ο οποίος πέρασε τα επόμενα χρόνια στην αυλή του βασιλιά των Δυτικών Φράγκων Καρλομάγνου. Ο Εγβέρτος ήταν γιος του Ίλμουντ του Κεντ, ο οποίος είχε διατελέσει για σύντομο χρονικό διάστημα βασιλιάς του Κεντ (784). Ο Κόενγουλφ της Μερκίας (796-821) κράτησε την κυριαρχία στη Μερκία αλλά είναι αβέβαιο αν ο Μπέορτρικ προσέφερε την υποταγή του, αφού όταν πέθανε ο Εγβέρτος έγινε βασιλιάς με την υποστήριξη του Καρλομάγνου (802).[7] Ο Εγβέρτος διατηρούσε τα δικαιώματα του στον θρόνο του Ουέσσεξ αφού ήταν τρισέγγονος του Ίνγκιλντ ο οποίος ήταν αδελφός του Ίνε του Ουέσσεξ (688–726) έτσι κατόρθωσε από το 802 να εγκαταστήσει τη δυναστεία του.[8]

Δεν υπάρχει τίποτα καταγεγραμμένο σχετικά με τα πρώτα είκοσι χρόνια της βασιλείας του Εγβέρτου πέρα από τις εκστρατείες του στην Κορνουάλη τη δεκαετία του 810.[9] Ο ιστορικός Ρίτσαρντ Άμπελς (γεν. 1951) αναφέρει ότι το Αγγλοσαξωνικό χρονικό κρύβει σκόπιμα τα συγκεκριμένα χρόνια επειδή δεν ήθελε να εμφανίσει την υποταγή του Εγβέρτου στους ευγενείς του Μπέορτρικ.[10] Οι σχέσεις ανάμεσα στους βασιλείς της Μερκίας και τους υποτελείς τους στο Κεντ ήταν πολύ εχθρικές. Οι ευγενείς του Κεντ μετείχαν στην αυλή του Κόενγουλφ, ο οποίος βρισκόταν σε διαμάχη με τον αρχιεπίσκοπο Γούλφρεντ του Καντέρμπερι (805-832) σχετικά με τον έλεγχο στα μοναστήρια του Κεντ. Η προτεραιότητα του Κόενγουλφ ήταν να αποκτήσει τον έλεγχο του Κεντ, ενώ οι διάδοχοί του, Κέολγουλφ Α΄ (821-823) και Μπέορνγουλφ (823-826), αποκατέστησαν τις καλές σχέσεις με τον αρχιεπίσκοπο Γούλφρεντ, και ο Μπέογουλφ διόρισε αντιβασιλιά στο Κεντ τον Μπάλντρεντ.[11]

Η Αγγλία υπέφερε απο τις επιδρομές των Βίκινγκς στα τέλη του 8ου αιώνα, αλλά το Αγγλοσαξονικό Χρονικό δεν αναφέρει τίποτα σχετικά με την περίοδο 794-835, κατά την οποία η νήσος του Σέπεϊ στο Κεντ λεηλατήθηκε.[12] Ο Εγβέρτος ηττήθηκε από τους Βίκινγκς στο Σόμερσετ (836), αλλά η μεγαλειώδης νίκη του ενάντια σε μια συμμαχία Βίκινγκς-Κορνουαλίων στη Μάχη του Χίνγκστον Ντάουν έφερε την Κορνουάλη υπό την κυριαρχία του.[13]

Γάμοι και κληρονόμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μητέρα του Έθελγουλφ δεν είναι γνωστή, όπως επίσης δεν καταγράφονται αδέλφια του. Είχε δύο συζύγους, και η πρώτη του σύζυγος Οσμπούργκα ήταν και η μητέρα όλων των παιδιών του. Η Οσμπούργκα ήταν κόρη του Όσλακ, ο οποίος περιγράφεται από τον μοναχό Άσσερ, βιογράφο του Αλφρέδου του Μέγα, ως "του βασιλιά Έθελγουλφ ο διάσημος μπάτλερ", ενός ανδρός με καταγωγή από τους Γιούτους, οι οποίοι είχαν κυβερνήσει τη Νήσο Γουάιτ.[14][15] Ο Έθελγουλφ απέκτησε με την Οσμπούργκα έξι γνωστά παιδιά. Ο μεγαλύτερος γιος του, Έθελσταν του Ουέσσεξ, ο οποίος γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 820 και πέθανε στις αρχές της δεκαετίας του 850, ορίστηκε βασιλιάς του Κεντ (839). Ο δεύτερος γιος του, Έθελμπαλντ του Ουέσσεξ, ο οποίος καταγράφεται σε ένα διάταγμα για πρώτη φορά ως μάρτυρας όταν ήταν περίπου έξι ετών, όπως και ο αδελφός του Αλφρέδος το 641, δηλαδή γεννημένος το 635, διετέλεσε βασιλιάς του Ουέσσεξ την περίοδο 858-860. Ο τρίτος γιος του, Έθελμπερτ του Ουέσσεξ, γεννήθηκε γύρω στο 839 και έγινε βασιλιάς του Ουέσσεξ την περίοδο 860-865, η δε μοναδική του κόρη, Έθελσγουιθ, παντρεύτηκε τον Μπούργκρεντ της Μερκίας (853).[16] Οι άλλοι δυο γιοι του Έθελγουλφ, οι μικρότεροι, ήταν ο Έθελρεντ του Ουέσσεξ και του Κεντ, ο οποίος γεννήθηκε γύρω στο 848 και έγινε βασιλιάς την περίοδο 865-871, και ο μικρότερος Αλφρέδος ο Μέγας, που γεννήθηκε γύρω στο 849 και έγινε βασιλιάς την περίοδο 871-899.[17] Το 856 ο Έθελγουλφ παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο την Τζούντιθ της Φλάνδρας, κόρη του βασιλιά των Δυτικών Φράγκων Καρόλου του Φαλακρού, και μελλοντικού αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η Οσμπούργκα μάλλον είχε αποβιώσει, αλλά υπάρχουν και πολλές πιθανότητες να την είχε χωρίσει. Δεν καταγράφονται παιδιά από το δεύτερο γάμο του με την Τζούντιθ, η οποία μετά το θάνατό του παντρεύτηκε τον μεγαλύτερο από τους επιζήσαντες γιους του και διάδοχό του, Έθελμπαλντ.[18]

Συμβασιλεία με τον πατέρα του Εγβέρτο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Έθελγουλφ του Ουέσσεξ σε απεικόνιση του 13ου αιώνα

Ο Έθελγουλφ καταγράφεται για πρώτη φορά (825) όταν ο πατέρας του Εγβέρτος νίκησε την κρίσιμη Μάχη του Ελλαντάν εναντίον του βασιλιά Μπέοργουλφ της Μερκίας, με τη μάχη αυτή έληξε η μακρόχρονη κυριαρχία της Μερκίας σε ολόκληρη τη νότια Αγγλία. Ο Εγβέρτος στη συνέχεια έστειλε τον γιο του Έθελγουλφ μαζί με τους Έλσταν, επίσκοπο του Σέρμπορν και τον Βούλφχιρντ κόμη του Χαμσάιρ και έναν μεγάλο στρατό στο Κεντ προκειμένου να εκδιώξει τον αντιβασιλιά Μπάλντρεντ. Ο Έθελγουλφ ο οποίος καταγόταν απο βασιλείς του Κεντ έγινε αντιβασιλιάς του Κεντ, του Σάρρευ, του Σάσσεξ και του Έσσεξ, στη συνέχεια κληρονόμησε τον θρόνο του Ουέσσεξ (839).[19] Η αντιβασιλεία του καταγράφεται σε έγγραφα σε κάποια από αυτά ο ίδιος ο Εγβέρτος ζητούσε την άδεια από τον γιο του, σε μια από αυτές τις περιπτώσεις ήθελε να δώσει επιχορήγηση στον επίσκοπο Μπέορνμοντ του Ρότσεστερ, ο Έθελγουλφ την ίδια χρονιά εξέδωσε έγγραφο σαν βασιλιάς του Κεντ.[20] Σε αντίθεση με τους προκατόχους του βασιλείς της Μερκίας οι οποίοι αποξενώθηκαν από τον λαό του Κεντ ο Εγβέρτος και ο γιος του κατάφεραν επιτυχώς την υποστήριξη τους για την προώθηση των συμφερόντων τους.[21] Ο Άβελς αναφέρει επιπλέον ότι ο Εγβέρτος και ο γιος του είχαν ανταμείψει πλουσιοπάροχα τους φίλους και τους οπαδούς τους.[22] Οι ιστορικοί βλέπουν με διαφορετικές όψεις τον ρόλο της νέας αντιβασιλείας στην εκκλησία του Κεντ. Ο Εγβέρτος έδωσε προνόμια στον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπερι για την επισκοπή του Ρότσεστερ και σύμφωνα με τον Σίμον Κέινες τόσο ο Εγβέρτος όσο και ο Έθελγουλφ κατόρθωσαν να πετύχουν τη στήριξη του αρχιεπισκόπου Βούλφρεντ. [23] Ο μεσαιωνολόγος Νίκολας Μπρούκς (1941 - 2014) από την άλλη πλευρά τονίζει ότι η καταγωγή και οι σχέσεις του Βούλφρεντ με τη Μερκία αποδείχτηκαν επαρκείς. Ο Έθελγουλφ έκανε κατάσχεση ενός κτήματος στο ανατολικό Μάλλινγκ από την εκκλησία του Καντέρμπερι με τη δικαιολογία ότι είχε παραχωρηθεί από τον Βάλντρεντ την εποχή που εκδιώχθηκε από τις δυνάμεις των δυτικών Σαξόνων, παραχωρήθηκε στον Βούλφρεντ μετά το 825 από τον βασιλιά Γουίγκλαφ της Μερκίας.[24] Ο Εγβέρτος κατέκτησε τη Μερκία (829) αλλά ο Γουίγκλαφ κατόρθωσε να την ανακαταλάβει έναν χρόνο αργότερα. [25] Ο ιστορικός Κίρμπι αναφέρει ότι η ανακατάληψη της Μερκίας ήταν καταστροφική για τον Εγβέρτο ο οποίος έχασε τον έλεγχο του νομισματοκοπείου του Λονδίνου, όπως επίσης και τις περιοχές του Έσσεξ και του Berkshire.[26] Ο ιστορικός Χίδερ Έντουαρντς αναφέρει οτι "η τεράστια κατάκτηση δεν μπόρεσε να διατηρηθεί".[27] Ο Κέινς ωστόσο σημειώνει :

"Είναι ενδιαφέρον το γεγονός οτι τόσο ο Εγβέρτος όσο και ο γιος του Έθελγουλφ σεβάστηκαν τις παραδόσεις και την ιδιαιτερότητα του Κεντ αφού δεν υπήρχε μεχρι τότε κανένα σχέδιο για την ενσωμάτωση της περιοχής στο ευρύτερο βασίλειο της νότιας Αγγλίας. Δεν ήταν στις αρχικές προθέσεις του Εγβέρτου και των διαδόχων του να αναλάβουν την εξουσία στη Μερκία, πολύ πιθανό ο Εγβέρτος παραιτήθηκε με τη θέληση του, ο οποιοσδήποτε ανταγωνισμός που ακολούθησε ανάμεσα στους βασιλείς του Ουέσσεξ και της Μερκίας δεν επηρέασε ποτέ τις σχέσεις τους".[28]

Σημαντικότερα γεγονότα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άνοδος στον θρόνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Εγβέρτος συγκάλεσε συνέλευση στο Κίνγκστον (838) με την οποία ο γιος του Έθελγουλφ χρίστηκε βασιλιάς από τον αρχιεπίσκοπο. Στην ίδια συνέλευση μεταβίβασε την έκταση που είχε κατακτήσει στο ανατολικό Μάλλινγκ στον Κέολνοθ διάδοχο του Βούλφρεντ στην αρχιεπισκοπή του Καντέρμπερι με τον όρο να παρέχει "σταθερή υποστήριξη στον Έθελγουλφ και τους απογόνους του", το ίδιο επανέλαβε με δωρεά στην επισκοπή του Γουίντσεστερ. Ο Εγβέρτος ήταν βέβαιος ότι ήταν ο πρώτος βασιλιάς των δυτικών Σαξόνων τον οποίο θα διαδεχόταν ο γιος του από το 641.[29] Την ίδια εποχή τα μοναστήρια του Κεντ επέλεξαν τον Έθελγουλφ σαν κύριο τους αφού πρώτα έλαβαν την υπόσχεση ότι μετά τον θάνατο του θα είχαν την ευκαιρία να εκλέξουν τους επικεφαλής τους. Ο Βούλφρεντ είχε αφιερώσει την αρχιεπισκοπή του εναντίον της κοσμικής εξουσίας, ο Κέονγουλφ αντίθετα ύστερα από τις υποσχέσεις που πήρε παρέδωσε όλες τις εξουσίες στον βασιλιά. Οι ιερείς του Κεντ επιπλέον αναζητούσαν προστασία από τις επιθέσεις των Βίκινγκ την οποία θα μπορούσαν να βρουν μονάχα στους βασιλείς του Ουέσσεξ και της Μερκίας.[30] Οι κατακτήσεις του Εγβέρτου έφεραν στο Ουέσσεξ περισσότερο πλούτο από όλους τους προκατόχους του και σταθερότητα στη διαδοχή του θρόνου για λογαριασμό των απογόνων του.[31] Η σταθερότητα αυτή οδήγησε σε μεγάλη επέκταση των αγροτικών και εμπορικών εισοδημάτων με επέκταση και του ίδιου του βασιλικού εισοδήματος.[32] Ο πλούτος των Δυτικών Σαξόνων βασιλέων αυξήθηκε με τη συμφωνία την οποία έκαναν με τον αρχιεπίσκοπο Κέονλοθ (838 - 839), τα μοναστήρια δέχτηκαν τον βασιλιά σαν τον ανώτατο άρχοντα με αντάλλαγμα την προστασία του.[33] Η συμφωνία αυτή ωστόσο σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να φέρει αποδεδειγμένα την υπεροχή του Ουέσσεξ απέναντι στη Μερκία.[34]

Η αντιβασιλεία του Έθελγουλφ στο Κεντ αποδείχτηκε πολύτιμη εμπειρία για τον ίδιο, γι'αυτό όταν κληρονόμησε τον πατέρα του (839) ακολούθησε το ίδιο παράδειγμα τοποθετώντας τους γιους του αντιβασιλείς.[35] Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό αναφέρει ότι με την άνοδο του στον θρόνο ο Έθελγουλφ "έδωσε στον γιο του Έθελσταν το βασίλειο του λαού του Κεντ, το βασίλειο των ανατολικών Σαξόνων (Έσσεξ), τον λαό του Σάρρευ και των νότιων Σαξόνων (Σάσσεξ)". Ο Έθελγουλφ ωστόσο δεν έδωσε στον μεγαλύτερο γιο του Έθελσταν τόσες εξουσίες όσε είχε δώσει ο πατέρας του στον ίδιο, ενώ περίμενε ο Έθελσταν να δει σε καταστατικό να δει το όνομα του γραμμένο ως βασιλιάς δεν έβλεπε όσο προχωρούσε ο καιρός να πραγματοποιείται. Ο Έθελγουλφ κυβερνούσε το Ουέσσεξ και το Κεντ σαν περιοχές με διαφορετικές σφαίρες επιρροής με στήριγμα την αριστοκρατία της κάθε περιοχής. Ο ιστορικός Τζάνετ Νέλσον (γεν. 1942) αναφέρει ότι "ο Έθελγουλφ κυβερνούσε όπως οι Καρολίδες μονάρχες κρατώντας για τον εαυτό του την κεντρική εξουσία σαν πατέρας-μονάρχης". Κυβέρνησε το Κεντ σύμφωνα με το παράδειγμα του πατέρα του με στήριξη από την τοπική αριστοκρατία η οποία εξέλεγε τον τοπικό κόμη αλλά έδειξε μικρότερο ενδιαφέρον για την εκκλησία.[36]

Σχέσεις με τη Μερκία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 843 ο Έθελγουλφ παραχώρησε δέκα "χάιντ" στον Έθελμοντ τον αδελφό του κόμη του Κεντ Έλχιρ, ο Έθελμοντ στη συνέχεια διαδέχθηκε σε αυτή τη θέση τον αδελφό του (853).[37] Το 844 ο Έθελγουλφ παραχώρησε εδάφη του Χόρτον του Κεντ στον κόμη Έντρεντ με την άδεια να μπορεί να παραχωρήσει τμήματα γης στους τοπικούς γαιοκτήμονες, με αυτό τον τρόπο κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα δίκτυο αλληλουποστήριξης μεταξύ των οπαδών του βασιλιά.[38] Οι κόμητες στα διατάγματα βρισκόντουσαν σε πολύ ψηλές θέσεις πολλές φορές σε ανώτερη ακόμα και από τους γιους του βασιλιά, η εποχή της βασιλείας του είναι η πρώτη για την οποία υπάρχουν ενδείξεις ύπαρξης βασιλικών ιερέων.[39][40] Το αβαείο του Μαλμέσμπουρι τον θεωρούσε σημαντικό ευεργέτη αφού όπως αναφέρεται δώρησε σε αυτό τα οστά του Αγίου Άλντχελμ.[41] Μετά το 830 ο Εγβέρτος ακολούθησε την πολιτική των καλών σχέσεων με τη Μερκία την οποία ακολούθησε ο Έθελγουλφ όταν έγινε βασιλιάς, το Λονδίνο το οποίο ήταν παραδοσιακά υπό τον έλεγχο της Μερκίας στις αρχές της δεκαετίας του 830 ήταν υπό τον έλεγχο των Δυτικών Σαξόνων και όταν ανέβηκε στον θρόνο ο Έθελγουλφ ξανά υπό τον έλεγχο της Μερκίας.[42] Ο Γουίγκλαφ της Μερκίας πέθανε (839) και ο διάδοχος του Μπέορθγουλφ της Μερκίας έθεσε ξανά σε λειτουργία το νομισματοκοπείο της Μερκίας στο Λονδίνο, τα δυο βασίλεια πιθανότατα υπέγραψαν συνθήκη στα μέσα της δεκαετίας του 840 με την οποία οι Δυτικοί Σάξονες επέτρεψαν στη Μερκία να λειτουργήσει το νομισματοκοπείο της. Το Μπέρκσαϊρ ανήκε στη Μερκία αλλά το 849 τη χρονιά που γεννήθηκε ο Αλφρέδος ο Μέγας ήταν τμήμα του βασιλείου του Ουέσσεξ.[43] Ο τοπικός κόμης της Μερκίας ο οποίος ονομαζόταν επίσης Έθελγουλφ διατήρησε τη θέση του με τους βασιλείς της Δυτικής Σαξονίας.[44] Ο Μπέρθγουλφ πέθανε (852) και τον διαδέχθηκε ο Μπούργκρεντ της Μερκίας ο οποίος συνέχισε τη συνεργασία του με το Ουέσσεξ και παντρεύτηκε αμέσως μετά την κόρη του Έθελγουλφ Έθελσγουιθ (853). Την ίδια χρονιά ο Έθελγουλφ βοήθησε τον Μπούργκρεντ στην επιτυχημένη εκστρατεία του στην Ουαλία για να αποκαταστήσει την ηγεμονία της Μερκίας στην περιοχή.[45]

Τον 9ο αιώνα στη Μερκία και στο Κεντ τα βασιλικά διατάγματα εκδίδονταν στα μοναστήρια αλλά στο Ουέσσεξ υπήρχε η παράδοση δημιουργίας έκδοσης διαταγμάτων από τις βασιλικές υπηρεσίες. Η παράδοση ξεκίνησε τη δεκαετία του 840 και έγινε εμφανέστερη όταν ο Έθελγουλφ χρησιμοποίησε έναν Φράγκο γραμματέα με το όνομα Φελίξ, υπήρχαν ισχυρές συνδέσεις ανάμεσα στην αυλή των Δυτικών Σαξόνων και στους Καρολίδες. [46] Τα χρονικά του Αγίου Μπέρτιν κατέγραψαν την επιδρομή των Βίκινγκ στη Βρετανία, στη συνέχεια ο Λούπους ηγούμενος της Φεριέρ και προστατευόμενος του Καρόλου του Φαλακρού έγραψε ένα γράμμα στον Έθελγουλφ για να τον συγχαρεί για τη νίκη του στους Βίκινγκ και να του ζητήσει ένα δώρο για να καλύψει την οροφή της εκκλησίας.[47] Ο Λούπους έγραψε το γράμμα στον αγαπημένο φίλο του Φελίξ από τον οποίο ζητούσε να μεταφέρει το αίτημα. Στο Ουέσσεξ σε αντίθεση με το Καντέρμπερι και τα νοτιοανατολικά τμήματα της Αγγλίας δεν υπήρξε καμιά αλλαγή σχετικά με τη χρήση των Λατινικών χάρη στον Φελίξ και τις επαφές του με την ηπειρωτική Ευρώπη.[48] Ο Λούπους είχε επιπλέον μεγάλη επίδραση στον βασιλιά, αυτό φάνηκε καθαρά στις κομητείες οι οποίες είχαν σχέση με το αρχαίο Ουέσσεξ όπως το Χαμσάιρ, το Σάμερσετ, το Γουιλσάιρ, το Ντόρσετ και λίγο το Κεντ.[49]

Επικράτηση επί των Βίκινγκ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια αρχαία διαίρεση ανάμεσα στο ανατολικό και το δυτικό Ουέσσεξ συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια του 9ου αιώνα, τα όρια ήταν τα δάση του Σέλγουντ στα σύνορα του Σάμερσετ, του Ντόρσετ και του Γουιλσάιρ, οι δυο επισκοπές του Ουέσσεξ ήταν το Σέλμπορν και το Γουίντσεστερ στα ανατολικά. Οι οικογενειακές συνδέσεις του Έθελγουλφ φαίνεται ότι ήταν δυτικά του Σέλγουντ αλλά η κηδεμονία του βρισκόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της στα ανατολικά, εκεί που είχε ταφεί ο πατέρας του και ο Σουίθαν διαδέχθηκε τον Χελμστάν σαν επίσκοπος την περίοδο 852 - 853. Στις 26 Δεκεμβρίου 846 παραχώρησε μια μεγάλη έκταση γης του δυτικού Ντέβον στον Έανγουλφ κόμη του Σάμερσετ, άλλαξε τη χρήση του από βασιλική κατοικία σε βιβλιοπωλείο για να μπορέσει να κάνει με ασφάλεια τη μεταφορά αφού βρισκόταν σε παραμεθώριο περιοχή. [50] Οι επιδρομές των Βίκινγκ αυξήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 840 και από τις δυο πλευρές του Αγγλικού καναλιού, ο Έθελγουλφ ηττήθηκε από 35 Δανικά πλοία στο Κάρθαμπτον του Σάμερσετ (843). Το 850 ο αντιβασιλιάς Έθελσταν και ο κόμης Έλχιρ του Κεντ συνέτριψαν έναν μεγάλο στρατό από πλοία των Βίκινγκ έξω από της νήσους του Σάντουιτς συλλαμβάνοντας εννιά εχθρικά πλοία, εκδίωξαν όλα τα υπόλοιπα. Ο Έθελγουλφ παραχώρησε στον Έλχιρ μια μεγάλη έκταση στο Κεντ αλλά ο Έθελσταν δεν ακούγεται στη συνέχεια πιθανότατα πέθανε αμέσως μετά. Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό καταγράφει πέντε συνεχόμενες επιδρομές στα νότια της Αγγλίας την επόμενη χρονιά. Ένας στόλος από 350 πλοία των Βίκινγκ κατέλαβε το Λονδίνο και το Καντέρμπερι κι όταν ο βασιλιάς Μπέρθγουλφ της Μερκίας πήγε να τους ενισχύσει ηττήθηκαν, οι Βίκινγκ μετακινήθηκαν στο Σάρρευ όπου ηττήθηκαν από τον Έθελγουλφ και τον γιο του Έθελμπαλντ στη μάχη του Ακλέα. Το Αγγλοσαξωνικό χρονικό αναφέρει ότι "έγινε η μεγαλύτερη σφαγή λαού που είναι γνωστή μέχρι τις μέρες του", αναφέρει επιπλέον ότι είχε την υποστήριξη των κομήτων σε αντίθεση με τη δεκαετία του 870 υπονοώντας ότι υπήρξε στη συνέχεια μεγαλύτερη συναίνεση απέναντι τους σε σχέση με τα πρώτα χρόνια.[51] Το 850 ένας στρατός Δανών πέρασε τον χειμώνα στο Θάνετ και στη συνέχεια (853) ο Έλχιρ του Κεντ και ο Χούντα σκοτώθηκαν στο ίδιο μέρος σε μάχη εναντίον των Βίκινγκ, στη συνέχεια οι επιδρομείς πέρασαν τον χειμώνα στο Σέπεϊ πριν ξεκινήσουν τις λεηλασίες στην ανατολική Αγγλία. [52] Σε οποιαδήποτε περίπτωση οι επιδρομές των Βίκινγκ την περίοδο της βασιλείας του Έθελγουλφ ήταν περιορισμένες, ποτέ δεν αποτελούσαν μεγάλη απειλή.[53]

Εσωτερική πολιτική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νομισματικό σύστημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ασημένιο νόμισμα του Έθελγουλφ του Ουέσσεξ

Η ασημένια δεκάρα ήταν το μοναδικό νόμισμα που χρησιμοποιήθηκε εκείνη την περίοδο στη Σαξονική Αγγλία. Το νόμισμα του Έθελγουλφ παρήχθη βασικά στο κεντρικό νομισματοκοπείο του Καντέρμπερι και σε μικρότερο βαθμό στο Ρότσεστερ, και τα δυο νομισματοκοπεία χρησιμοποιήθηκαν από τον Εγβέρτο από την εποχή που κατέκτησε το Κεντ. Στη διάρκεια της βασιλείας του Έθελγουλφ παρατηρήθηκαν τέσσερις φάσεις νομισματικού συστήματος χωρίς να διακρίνεται ευκρινώς η μια φάση από την άλλη. Η πρώτη φάση στο νομισματοκοπείο του Καντέρμπερι τοποθετούσε στα νομίσματα ένα σύμβολο το "Σαξονιόρουμ" και ήταν όμοιο με μια από τις φάσεις του νομισματικού συστήματος του Εγβέρτου, το 843 το σύμβολο του "Σαξονιόρουμ" αντικαταστάθηκε με μια προτομή του βασιλιά. Τα πρώτα νομίσματα ήταν σκληρότερα σε σχέση με τα μετέπειτα, στο νομισματοκοπείου του Rochester παρατηρήθηκε η αντίθετη διαδικασία, η προτομή του βασιλιά αντικαταστάθηκε από ένα σχέδιο με σταυροειδείς όψεις στην μπροστινή πλευρά. [54][55] Απο το 848 τα δυο νομισματοκοπεία ακολούθησαν κοινή κατεύθυνση τοποθετώντας την επιγραφή "Ντάρμπι" στο μπροστινό μέρος που υποδηλώνει το Καντερμπερι ή το Ρότσεστερ στο μπροστινό μέρος και την επιγραφή "Κάντ" στο πίσω μέρος που υποδηλώνει το Κεντ. Η έκδοση του Καντέρμπερι φαίνεται να σταμάτησε με τις επιδρομές των Βίκινγκ την περίοδο 850 - 851 και η έκδοση νομισμάτων συνεχίστηκε μονάχα στο Ρότσεστερ. Στην τελευταία φάση μετά το 852 παρατηρούμε έκδοση νομισμάτων και από τα δυο νομισματοκοπεία με έναν σταυρό στη μια όψη και μια προτομή του βασιλιά στην άλλη. Το νόμισμα του Έθελγουλφ υποτιμήθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια της ζωής του και τα προβλήματα συνεχίστηκαν πιο έντονα μετά τον θάνατο του μέχρι την εποχή που παρουσιάστηκαν αλλαγές στον τρόπο έκδοσης νομισμάτων του 850.[56]

Η έκδοση των νομισμάτων του Έθελγουλφ από το Ρότσεστερ πιθανότατα ξεκίνησε την περίοδο που ήταν ο ίδιος αντιβασιλιάς του Κεντ υπό τον πατέρα του. Μια μεγάλη συλλογή από τα νομίσματα εκείνης της περιόδου βρέθηκαν γύρω στο 840 στον μεγάλο ναό του Λονδίνου με 22 νομίσματα από το Ρότσεστερ και 2 νομίσματα από το Καντέρμπερι στην πρώτη φάση του κάθε νομισματοκοπείου. Τα νομίσματα αυτά αποδεικνύουν ότι η κοπή των νομισμάτων στο Ρότσεστερ ξεκίνησε την περίοδο που ζούσε ακόμα ο πατέρας του, μια εναλλακτική εξήγηση θα μπορούσε να είναι ότι ο Έθελγουλφ είχε μεγαλύτερη πρόσβαση στο συγκεκριμένο νομισματοκοπείο. Δεν κόπηκε κανένα νόμισμα από τους γιους του σε όλο το διάστημα της βασιλείας του.[57] Ο Κόελνοθ αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπερι έκοψε τα δικά του ανεξάρτητα νομίσματα με τρία σχέδια διαφορετικής μορφής στην προτομή του βασιλιά, αυτό σχετίζεται με τις τρεις φάσεις τις οποίες διακρίνουμε στο νομισματοκοπείο του Καντέρμπερι. Στο Ρότσεστερ παρατηρήθηκε αντίθετα μια φάση με σταυροειδή σχήματα στην μπροστινή πλευρά την ίδια εποχή που εκδιδόταν το "Σαξονιόρουμ" στο νομισματοκοπείο του Καντέρμπερι, στην τελευταία φάση όλα τα νομισματοκοπεία παρήγαγαν νομίσματα με τον σταυρό από τη μια πλευρά και την προτομή του βασιλιά από την άλλη.[58] Οι ιστορικοί Φίλιπ Γκρίερσον (1910 - 2006) και Μαρκ Μπλάκμπουρν (γεν. 1953) αναφέρουν : "το νομισματικό σύστημα το οποίο παρατηρήθηκε αποδεικνύει ότι η έκδοση νομισμάτων την εποχή του Έθελγουλφ ακολούθησε δρόμο ανεξάρτητο από τον βασιλιά, προσανατολιζόταν στις ανάγκες των εμπορικών κοινοτήτων κάθε πόλης". [59]

Έρευνες για τα βασιλικά διατάγματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 20ου αιώνα ο ιστορικός Στίβενσον (1858 - 1924) αναφέρει σχετικά με τα διατάγματα του Έθελγουλφ : "λίγα πράγματα στην πρώιμη ιστορία έχουν οδηγήσει σε τόσο εκτεταμένη συζήτηση".[60] Εκατό χρόνια αργότερα η συγγραφέας Σούζαν Κέλλυ (γεν. 1950) αναφέρει σχετικά με τα διατάγματα του Έθελγουλφ ότι ήταν "από τις πιο αμφιλεγόμενες ομάδες των Αγγλοσαξονικών διαταγμάτων".[61] Ο Ασσέρ και το Αγγλοσαξωνικό χρονικό αναφέρουν ότι ο Έθελγουλφ συμμετείχε (855) σε ένα προσκύνημα στη Ρώμη στη συνέχεια "προσέφερε το ένα δέκατο της περιουσίας του προκειμένου να ευχαριστήσει τον θεό για την αιώνια σωτηρία του". Ο Ασσέρ αναφέρει με τη σειρά του ότι "ο Έθελγουλφ απελευθέρωσε το ένα δέκατο της περιουσίας του στην υπηρεσία του θεού προκειμένου να εξυμνηθεί η μνήμη των προκατόχων του".[62] Ο Κέινς σημειώνει ότι "ο Ασσέρ έκανε μια χαλαρή μετάφραση του Αγγλοσαξονικού χρονικού, η διάθεση ενός τμήματος της περιουσίας στον θεό ήταν πάντοτε μια ευσεβής πράξη, δεν σημαίνει με κανέναν τρόπο ότι ο στόχος του ήταν να κερδίσει την υποστήριξη της εκκλησίας".[63]

Τα διατάγματα σύμφωνα με τη Σούζαν Κέλλυ διαιρούνται σε τέσσερις ομάδες :

  • Τα δυο διατάγματα χρονολογούνται στο Γουίντσεστερ στις 5 Νοεμβρίου 844, σε ένα από αυτά στο αρχείο του Μαλμέσμπουρι ο Έθελγουλφ κάνει εκτενή αναφορά για την επικίνδυνη κατάσταση που επικρατούσε στο βασίλειο του με τις επιδρομές των παγανιστών και των βαρβάρων. Αναφέρει : "είμαι αποφασισμένος να δώσω κάποιο μικρό τμήμα από τα κληρονομικά εδάφη μου σε όλους τους υπηρέτες του θεού ή σε όσους είναι διαθέσιμοι να υπηρετήσουν τον θεό".
  • Τα έξι διατάγματα χρονολογούνται στο Γουίλτον την ημέρα του Πάσχα στις 22 Απριλίου 854, το συνηθισμένο τους κείμενο ήταν : "για τη σωτηρία της ψυχής μου, την ευημερία του βασιλείου μου και των υπηκοων μου έχω σκοπό να δωρίσω το ένα δέκατο των εδαφών μου στο βασίλειο μου όχι μόνο στις εκκλησίες αλλά και στους λαϊκούς. Θα με απαλλάξει αυτό απο όλες τις βασιλικές υποχρεώσεις και τα κοσμικά βάρη, σε αντάλλαγμα θα μνημονεύουν το όνομα τόσο το δικό μου όσο και των επισκόπων μου".
  • Τα πέντε διατάγματα βρέθηκαν στο παλιό αβαείο στο Γουίντσεστερ, συνδέονται με τη συνάντηση στο Γουίλτον και θεωρούνται γενικά αναξιόπιστα.
  • Ένα διάταγμα από το Κεντ το 855 είναι το μοναδικό στο οποίο συμφωνεί η χρονολόγηση του τόσο με το Αγγλοσαξωνικό χρονικό όσο και με τον Ασσέρ, σε αυτό ο βασιλιάς παραχωρεί στον ευγενή του Ντάν περιουσία στο Ρότσεστερ με τη φράση "λόγω της μείωσης των εδαφών μου με τη χάρη του θεού αποφάσισα να το κάνω". Ο Ντάν στη συνέχεια το μεταβίβασε στη σύζυγο του και εκείνη με τη σειρά της στον καθεδρικό ναό του Ρότσεστερ.[64]

Ο Στίβενσον τα απέρριψε όλα ως ψευδή εκτός από το διάταγμα του Κεντ, ο βασιλιάς έκανε δωρεές τόσο σε κληρικούς όσο και σε λαϊκούς με προσοχή μην τυχόν φέρουν οι τελευταίες αντιδράσεις από την εκκλησία.[65] Μέχρι τη δεκαετία του 1990 η άποψή του για τη μη αυθεντικότητα των διαταγμάτων έγινε αποδεκτή από τους ιστορικούς με εξαίρεση τον Φίνμπεργκ ο οποίος υποστήριξε ότι τα περισσότερα είναι αυθεντικά. Ο Φίνμπεργκ δημιούργησε την ορολογία της "πρώτης αποκαταστάσεως" του 844 με τη δωρεά του ενός δεκάτου της φορολόγησης και της "δεύτερης αποκαταστάσεως" του 854 με τη δωρεά του δεκάτου της περιουσίας του βασιλιά στις εκκλησίες. Θεώρησε ότι ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί η πρώτη αποκατάσταση λόγω της απειλής των Βίκινγκ, η ορολογία του υιοθετήθηκε αλλά απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί του για την πρώτη αποκατάσταση. Ο Κέινς υπερασπίστηκε (1994) τα έξι διατάγματα της ομάδας του Γουίλτον ως αυθεντικά και η επιχειρηματολογία του έγινε αποδεκτή.[66]

Οι δωρεές του Έθελγουλφ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το διάταγμα της δωρεάς του Έθελγουλφ του Ουέσσεξ (855)

Οι ιστορικοί διαφώνησαν σχετικά με την ερμηνεία της δεύτερης αποκατάστασης, ο Κέινς στην περιγραφή του ανέφερε ότι πρόκειται για "ένα από τα πιό περίπλοκα προβλήματα" στη μελέτη των διαταγμάτων του 9ου αιώνα προτείνοντας τρεις εναλλακτικές λύσεις. Μεταβίβασε το ένα δέκατο της βασιλικής περιουσίας στις εκκλησίες και στους λαϊκούς, στην Άγγλο-Σαξονική Αγγλία η περιουσία ήταν είτε λαϊκή περιουσία είτε βιβλιοθήκη. Η μεταφορά της λαϊκής περιουσίας καθοριζόταν από τα συγγενικά δικαιώματα με την εκκρεμότητα της επιβεβαίωσης του βασιλιά ενώ η μεταφορά της βιβλιοθήκης γινόταν μόνο μέσω της βασιλικής έγκρισης και μπορούσε να γίνει ελεύθερα από τον ιδιοκτήτη. Η χρήση της γής μπορούσε να μετατραπεί ελεύθερα με τα βασιλικά διατάγματα από λαϊκή γη σε βιβλιοθήκη, η βασιλική κατοικία ήταν η λαϊκή γη του στέμματος ενώ η βασιλική βιβλιοθήκη ήταν προσωπική περιουσία του βασιλιά και μπορούσε να μεταβιβαστεί μόνο με τη θέληση του. Στην περίπτωση της δωρεάς του δεκάτου η λαϊκή γη μπορούσε να μετατραπεί σε βιβλιοθήκη από τους λαϊκούς που είχαν μισθώσει τη γη.[67] Οι ιδιοκτήτες στη συνέχεια θα μπορούσαν να τη μετατρέψουν σε εκκλησία, αυτό ήταν η μείωση του ενός δεκάτου των βαρών στα εδάφη που κατείχαν οι γαιοκτήμονες.[68] Τα βάρη περιλαμβάνουν την παροχή προμηθειών στον βασιλιά και στους υπαλλήλους του όπως και την καταβολή των φόρων.[69] Μερικοί συγγραφείς όπως ο Φράνκ Σέντον συγγραφέας της "Ιστορίας των Αγγλοσαξόνων" μαζί με τον Κέινες και τον Άβελς βλέπουν τη "δεύτερη αποκατάσταση" ως μείωση της βασιλικής περιουσίας. Ο Άβελς αναφέρει ότι ο Έθελγουλφ αναζητούσε την πίστη της αριστοκρατίας και της εκκλησίας την περίοδο που ο βασιλιάς απουσίαζε από το Ουέσσεξ ως μια αίσθηση ανασφάλειας. [70] Ο Κέινς καταλήγει ότι ο σκοπός του Έθελγουλφ ήταν να κερδίσει τη θεϊκή υποστήριξη στις επερχόμενες μάχες του εναντίον των Βίκινγκ.[71]

Στα μέσα του 20ου αιώνα ο ιστορικός Έρικ Τζόν παρατηρεί ότι "υπήρχε ένας βασιλιάς στις αρχές του μεσαίωνα που δεν συμπεριφερόταν τόσο σαν πολιτικός όσο προσπαθούσε να σταθεί πάνω στα γόνατα του". [72] Η άποψη ότι έγινε η αποκατάσταση και η δωρεά της βασιλικής περιουσίας υποστηρίχτηκε από τον Βρετανό ιστορικό Άλφρεντ Σμιθ αναφέροντας ότι ήταν τα μοναδικά εδάφη τα οποία ο βασιλιάς θα μπορούσε να αποξενώσει ήταν εκείνα τα οποία είχαν μετατραπεί σε βιβλιοθήκες.[73] Ο ιστορικός Ράιαν Μαρτίν αναφέρει ότι ο βασιλιάς Έθελγουλφ απελευθέρωσε τους λαϊκούς από το ένα δέκατο των φορολογικών τους υποχρεώσεων για να μπορούν να κάνουν δωρεές σε εκκλησίες, αυτό το βλέπει σαν μια προσπάθεια θρησκευτικής αφοσίωσης.[74] Ο ιστορικός Ντέιβιντ Πρατ αντίστοιχα αναφέρει "αυτό βρισκόταν στα πλαίσια της στρατηγικής του να προσεγγίσει τους ευγενείς μέσω της απαλλαγής του 10% των φορολογικών τους υποχρεώσεων για να κερδίσει την υποστήριξη τους στον αγώνα εναντίον των επιδρομέων".[75] Ο Νέλσον τέλος λέει ότι η αποκατάσταση έγινε σε δυο περιόδους στο Ουέσσεξ (854) και στο Κεντ (855) επιβεβαιώνοντας την πληροφορία ότι ήταν δυο ξεχωριστά βασίλεια.[76] Η Κέλλυ αναφέρει ότι τα πρώτα διατάγματα βασίστηκαν σε αυθεντικά πρωτότυπα ανάμεσα στα οποία βρίσκονταν και αυτά της πρώτης αποκατάστασης του 844. Συγκεκριμένα αναφέρει : "όσοι ήταν άπιστοι δεν ωφελήθηκαν από την αποκατάσταση". Σύμφωνα με την άποψη της με την πρώτη αποκατάσταση ο Έθελγουλφ έκανε φορολογική μείωση κατά 10% στις βιβλιοθήκες, με τη δεύτερη αποκατάσταση πήρε το γενναιόδωρο βήμα να χαρίσει το 10% της βασιλικής περιουσίας. Σε αντίθεση με τον Φίνμπεργκ πιστεύει ότι η δεύτερη αποκατάσταση δεν ολοκληρώθηκε λόγω της αντίδρασης που βρήκε από τον γιο του Έθελμπαντ, πιστεύει ότι η δωρεά στη δεύτερη αποκατάσταση έγινε άνευ όρων χωρίς μετατροπή σε μοναστήρια όπως ισχυρίστηκε ο Στίβενσον. [77] Ο Κέινς ωστόσο δεν πείστηκε για τα επιχειρήματα της Κέλλυ επιμένοντας ότι τα διατάγματα της πρώτης αποκατάστασης ήταν πλαστά δημιουργήματα του 11ου και του 12ου αιώνα.[78]

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προσκύνημα στη Ρώμη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές της δεκαετίας του 850 ο Έθελγουλφ πραγματοποίησε προσκύνημα στη Ρώμη. Ο Άβελ αναφέρει ότι "ο Έθελγουλφ βρισκόταν τότε στο αποκορύφωμα της ισχύος του και θεωρούσε ότι ήταν για αυτόν η πιο κατάλληλη εποχή ώστε να διεκδικήσει μια θέση ανάμεσα στους μεγάλους αυτοκράτορες του χριστιανισμού".[79] Οι δύο μεγαλύτεροι γιοι του Έθελμπαλντ και Έθελμπερτ ήταν ενήλικοι αντίθετα οι δυο μικρότεροι γιοι του Έθελρεντ και Αλφρέδος ήταν ακόμα ανήλικοι. Έστειλε αρχικά τον μικρότερο γιο του Αλφρέδο στη Ρώμη (853) προφανώς για να προετοιμάσει το έδαφος για τη δική του επερχόμενη επίσκεψη. Ο Αλφρέδος όπως πιθανότατα και ο Έθελρεντ βρέθηκαν στο επίκεντρο μιας "ζώνης συνωμοσίας". Η συμμετοχή του Έθελρεντ στο προσκύνημα δεν αναφέρεται στις σύγχρονες με την εποχή του πηγές ούτε στο Αγγλοσαξονικό χρονικό παρά μονάχα αργότερα σε ένα έγγραφο που βρέθηκε στην Μπρέσια πιθανότατα επειδή μείωνε τη δόξα του Αλφρέδου.[80] Ο Άβελς βλέπει την αποστολή του μικρότερου γιου του Έθελγουλφ και του πιο αναλώσιμου σαν μια κίνηση καλής θέλησης για τον πάπα, ο Πάπας Λέων Δ΄ όμως έχρισε τον Αλφρέδο σαν πνευματικό του γιο φέροντας μια πνευματική σύνδεση ανάμεσα στους δυο πατεράδες.[81] Ο Κίρμπι αναφέρει ότι η αποστολή του Αλφρέδου δείχνει ότι ο πατέρας του πιθανότατα προόριζε τον μικρότερο γιο του για την εκκλησία.[82] Ο Νέλσον αντίθετα αναφέρει ότι ο Έθελγουλφ ήθελε να επιβεβαιώσει και τα δικαιώματα των μικρότερων γιων του για τη διαδοχή στον θρόνο του Ουέσσεξ τα οποία εκείνη την εποχή ήταν πολύ εξασθενημένα.[83] Ο Έθελγουλφ αναχώρησε και ο ίδιος για τη Ρώμη την άνοιξη του 855 υπό τη συνοδεία του μικρότερου γιου του Αλφρέδου και μιας μεγάλης φρουράς, άφησε το Ουέσσεξ στον μεγαλύτερο γιο του Έθελμπαλντ και το Κεντ στον δεύτερο γιο του Έθελμπερτ, τους όρισε ταυτόχρονα διαδόχους του σε περίπτωση θανάτου του.[84] Στον δρόμο για τη Ρώμη έμεινε ένα μικρό χρονικό διάστημα στην αυλή του βασιλιά των δυτικών Φράγκων Καρόλου του Φαλακρού με τον οποίον γευμάτισαν και αντάλλαξαν δώρα. Ο Έθελγουλφ έμεινε έναν χρόνο στη Ρώμη, τα δώρα του στην επισκοπή της Ρώμης περιείχαν ένα χρυσό στέμμα βάρους 1.8 κιλών, δυο χρυσά καπέλα, ένα χρυσό σπαθί, τέσσερα ασημένια χαλίκια, δυο μεταξωτά χιτώνια και δυο διχαλωτά πέπλα.

Αναφορές για το ταξίδι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορικός Τζοάννα Στόρι (γεν. 1970) αναφέρει ότι τα δώρα του Έθελγουλφ ήταν ισάξια των Καρολλίγγειων βασιλέων και των Βυζαντινών αυτοκρατόρων θέλοντας να τονίσει ότι "ο πλούτος και η δόξα του βασιλείου του Ουέσσεξ βρισκόταν σε μεγάλη ακμή και ότι δεν ήταν τόσο υποτιμημένο σε σχέση με τα πρώτα Γερμανικά χριστιανικά βασίλεια".[85] Ο χρονικογράφος του 12ου αιώνα Γουλιέλμος του Μαλμέσμπουρι αναφέρει ότι στόχος της επίσκεψης του Αλφρέδου ήταν η αποκατάσταση της Σαξονικής συνοικίας της Ρώμης για τους Άγγλους προσκυνητές η οποία είχε καταστραφεί πρόσφατα από τη φωτιά.[86] Η Κέλλι προσπαθώντας να λύσει τα αινίγματα που δημιουργήθηκαν με το προσκύνημα του Έθελγουλφ τονίζει : "είναι εξαιρετικό για έναν δυτικό βασιλιά εκείνη την εποχή να εγκαταλείψει το βασίλειο του σε μια τέτοια εποχή ακραίας κρίσης". Αναφέρει ότι ο πιθανότατος λόγος ήταν μια προσωπική θρησκευτική ώθηση του ίδιου του βασιλιά. [87] Ο Ryan αναφέρει ότι σκοπός του ταξιδιού ήταν να κατευνάσει την οργή του θεού στην οποία χρέωνε τις επιθέσεις των Βίκινγκ.[88] Ο Νέλσον αντίστοιχα λέει ότι σκοπός του ταξιδιού του ήταν να αυξήσει το προσωπικό του κύρος το οποίο είχε αμφισβητηθεί έντονα τον τελευταίο καιρό από τους δυο ενήλικους γιους του.[89] Ο Κίρμπι αναφέρει : "Το ταξίδι του Έθελγουλφ στη Ρώμη δεν μπορεί να θεωρηθεί με κανέναν τρόπο ως παραίτηση και αποχώρηση από τον κόσμο, παρόμοια ταξίδια είχαν πραγματοποιήσει παλιότερα και άλλοι Αγγλοσάξονες βασιλείς όπως ο Κεντβάλλα και ο Ίνε του Ουέσσεξ. Ο πιθανότερος στόχος της επίσκεψης ήταν η επίδειξη του διεθνούς κύρους που ο Έθελγουλφ απολάμβανε απο Φραγκικούς και παπικούς κύκλους".[90]

Δεύτερος γάμος με την κόρη του Καρόλου του Φαλακρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον δρόμο της επιστροφής του από τη Ρώμη έμεινε κάποιο χρονικό διάστημα ξανά στην αυλή του βασιλιά των Φράγκων Καρόλου του Φαλακρού με τον οποίο συμφώνησαν να αναλάβουν μαζί μια εκστρατεία εναντίον των Βίκινγκ.[91] Στις 1 Οκτωβρίου 856 ο Έθελγουλφ παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο του την κόρη του Καρόλου του Φαλακρού Ιουδήθ της Φλάνδρας, η ίδια ήταν μόλις 12 ετών και ο ίδιος πάνω από 60, η Ιουδήθ στέφτηκε βασίλισσα από τον Χίμκαρ αρχιεπίσκοπο του Ρεμς. Ο γάμος συζητήθηκε έντονα επειδή συνήθως οι πριγκίπισσες από τη δυναστεία των Καρολιδών σπάνια παντρεύονταν ξένους βασιλείς, συνήθως κατέληγαν μοναχές, η περίπτωση της ήταν η πρώτη στην οποία πριγκίπισσα από τη δυναστεία των Καρολιδών χρίστηκε βασίλισσα. Ο Άσσερ επικρίνει έντονα τα Φραγκικά έθιμα, αναφέρει ως "αηδιαστικό και επαχθέστατο" το γεγονός να μην μπορεί η σύζυγος ενός βασιλιά να στεφθεί βασίλισσα και να καθίσει δίπλα του στον θρόνο.[92]

Ο Έθελγουλφ επέστρεψε στο Ουέσσεξ για να αντιμετωπίσει την επανάσταση του μεγαλύτερου γιου του Έθελμπαλντ ο οποίος επιχείρησε να ανατρέψει τον πατέρα του από τον θρόνο. Οι ιστορικοί δίνουν διαφορετικές ερμηνείες σχετικά με τον δεύτερο γάμο και την εξέγερση, ο Νέλσον αναφέρει ότι ο γάμος με την Ιουδήθ είχε σαν αποτέλεσμα να αποκτήσει ο Έθελγουλφ ισχυρούς συμμάχους από το βασίλειο των Φράγκων.[93] Ο Κάρολος ο Φαλακρός δεχόταν εκείνη την περίοδο επιθέσεις σε διπλό μέτωπο τόσο από τους Βίκινγκ όσο και από τη δική του αριστοκρατία, χρειαζόταν τη βοήθεια του Έθελγουλφ ο οποίος είχε γίνει διάσημος με τις σημαντικές στρατιωτικές του επιτυχίες. Ο Κίρμπι και η Πολίν Στάφορντ (γεν. 1946) αναφέρουν ότι σκοπός του γάμου ήταν η διπλή συμμαχία εναντίον των Βίκινγκ. Ο γάμος αυτός έδωσε στον Έθελγουλφ μεγάλη φήμη το κύρος που απέκτησε ήταν ισάξιο των μοναρχών από τη δυναστεία των Καρολιδών, ο Κίρμπι αναφέρει ότι την έστεψε σε μια μεγαλοπρεπή τελετή και την έβαλε να κάτσει δίπλα του στον θρόνο. Ο μεγαλύτερος γιος του βασιλιά από φόβο μήπως κάποιος μελλοντικός τους γιος χριστεί από τον Έθελγουλφ διάδοχος του θρόνου αποφάσισε να επαναστατήσει εναντίον του πατέρα του.[94] Ο ιστορικός Μάικλ Ενράιτ αρνείται ότι σκοπός του γάμου ήταν μια κοινή εκστρατεία εναντίον των Βίκινγκ αναφέροντας ότι πραγματοποίησε τον γάμο σαν απάντηση στην εξέγερση του γιου του, ο γιος του με μια πριγκίπισσα των Καρολιδών θα είχε πολύ ψηλότερη θέση στη βασιλική αυλή και πιθανότατα θα ήταν ο διάδοχος του.[95] Ο Άβελς αναφέρει ότι ο Έθελγουλφ ζήτησε από τον Κάρολο τον Φαλακρό το χέρι της κόρης του για να αποκτήσει υποστήριξη απέναντι στην εξέγερση του γιου του.[96] Ο Κίρμπι και ο Σμιθ από την άλλη αναφέρουν ότι ήταν απίθανο ο Έθελγουλφ να αναζητήσει ειδικά εκείνη την εποχή πόλεμο με τον γιο του λόγω των μεγάλων δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε.[97] Ο Έθλμπαλντ επιπλέον ήταν τότε φανερά ενοχλημένος με τον πατέρα του επειδή με τη δωρεά του δεκάτου του στέρησε σημαντικό μέρος από την κληρονομιά του.[98]

Το δαχτυλίδι του Έθελγουλφ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το δαχτυλίδι του Έθελγουλφ

Το δαχτυλίδι του Έθελγουλφ βρέθηκε σε μια άμαξα στο Λάβερστοκ του Γουίλσαιρ τον Αύγουστο του 1780 από τον σερ Ουίλιαμ Πέτι, το πούλησε σε κάποιον αργυροχόο στο Σόλσμπερι, ο αργυροχόος το πούλησε στον κόμη του Ράντνορ και στον γιο του Γουλιέλμο και εκείνος με τη σειρά του το δώρησε στο Βρετανικό Μουσείο (1829). Το συγκεκριμένο δαχτυλίδι μαζί με το δαχτυλίδι της κόρης του Έθελγουλφ Έθελσγουιθ αποτελούν τα κορυφαία παραδείγματα μεταλλοτεχνίας τον 9ο αιώνα. Αυτό φαίνεται στην αναγέννηση της μεταλλοτεχνίας η οποία παρατηρείται την περίοδο της βασιλείας των δυτικών Σαξόνων με μια ασυνήθιστη εικονογραφία όπως δυο παγόνια στη βάση της πηγής της ζωής παράσταση που συμβόλιζε τη χριστιανική αθανασία. Το δαχτυλίδι είχε την επιγραφή "Έθελγουλφ βασιλεύς" και η επιγραφή είναι τμήμα του σχεδίου το οποίο πιθανότατα να προστέθηκε αργότερα. Οι παραστάσεις αυτές είναι συνηθισμένες μονάχα τον 9ο αιώνα όπως τα παγόνια και ένα τμήμα από βέλη, πιθανότατα να κατασκευάστηκαν στο Ουέσσεξ αλλά ο τόπος παραγωγής του ήταν ολόκληρη η Αγγλία. Σύμφωνα με την άποψη του εμπειρογνώμονα του 9ου αιώνα της μεσαιωνικής τέχνης Λέσλι Ουέμπστερ (1891 - 1975) "το ωραίο αυτό στολίδι είναι αναμφισβήτητα κατασκευής του 9ου αιώνα".[99] Ο Νέλσον αναφέρει "αυτό το δώρο ήταν σίγουρα δείγμα της πετυχημένης βασιλείας του 9ου αιώνα".[100] Ο ιστορικός τέχνης Δαβίδ Γουίλσον το βλέπει ως επιβίωση της παγανιστικής παράδοσης του γενναιόδωρου βασιλιά ως «δωρητή δαχτυλιδιών». [101]

Εξέγερση του μεγαλύτερου γιου του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εξέγερση του Έθελμπαλντ υποστηρίχτηκε από τον Έαλχσταν επίσκοπο του Σέρμπορν και από τον Έανγουλφ, κόμη του Σάμερσετ οι οποίοι ήταν σύμβουλοι του βασιλιά.[102] Ο Ασσέρ αναφέρει ότι οι ευγενείς συναντήθηκαν συναντήθηκαν στο δυτικό τμήμα του Σέλγουντ και πολλοί από αυτούς υποστήριξαν τον Έθελμπαλντ επειδή διεκδίκησαν την κυριαρχία του Έθελγουλφ στο ανατολικό Ουέσσεξ.[103] Ο Ασσέρ αναφέρει επιπλέον ότι ο Έθελγουλφ συμφώνησε να δώσει το δυτικό τμήμα του βασιλείου του στον γιο του για να αποφύγει τον εμφύλιο πόλεμο, σύμφωνα με τον Κέινς και τον Άβελς το βασίλειο του ίδιου περιορίστηκε στα νοτιοανατολικά.[104] Ιστορικοί όπως ο Κίρμπι ισχυρίστηκαν ότι το βασίλειο του Ουέσσεξ μοιράστηκε, ο Έθελμπαλντ διατήρησε την περιοχή δυτικά του Σέλγουντ, ο ίδιος ο Έθελγουλφ το κέντρο και τα ανατολικά ενώ ο Έθελμπερ διατήρησε τα νοτιοανατολικά.[105] Ο Έθελγουλφ επέμενε ότι η Ιουδήθ ήταν η νόμιμη σύζυγος του μέχρι τον θάνατο του, ο Ασσέρ επιπλέον δεν συνάντησε καμιά διαφωνία ή δυσαρέσκεια από τους ευγενείς του.[106] Η επιθυμία του Έθελγουλφ δεν κατόρθωσε να επιβιώσει αλλά ο Αλφρέδος είχε δώσει ένα χαρακτηριστικό δείγμα σχετικά με τις προθέσεις του πατέρα του, μοίρασε το βασίλειο του ανάμεσα στους δυο μεγαλύτερους γιους στον Έθελμπαλντ έδωσε το Ουέσσεξ και στον Έθελγουλντ το Κεντ. Ο σκοπός του Έθελγουλφ για τους γιους του Έθελμπαλντ, Έθελρεντ και Αλφρέδο ήταν να τους κληροδοτήσει βιβλιοθήκες, η Άβελς και η Γιορκ αναφέρουν ότι η κληροδότηση αυτή έγινε προκειμένου να μην χάσουν οι μικρότεροι γιοι του τα κληρονομικά τους δικαιώματα στον θρόνο αν χρειαστεί να γίνει.[107] Άλλοι ιστορικοί διαφωνούν όπως ο Νέλσον που αναφέρει ότι η κληροδότηση της βιβλιοθήκης δεν έχει καμιά σχέση με την κληρονομιά του βασιλείου, ο Κίρμπι σημειώνει "μια τέτοια ρύθμιση θα οδηγούσε σίγουρα σε εμφύλιο πόλεμο ανάμεσα στα αδέλφια, με τρεις μεγαλύτερους αδελφούς οι πιθανότητες του Αλφρέδου να κληρονομήσει τον θρόνο όταν ενηλικιωθεί ήταν ελάχιστες".[108] Ο Έθελγουλφ στο τέλος της ζωής του ήθελε να μοιράσει την ακίνητη περιουσία του "στα παιδιά του και τους ευγενείς για τη σωτηρία της ψυχής του". Έστειλε στη Ρώμη 300 χρυσά νομίσματα κάθε χρόνο τα 100 για τα φώτα του ναού του Αγίου Πέτρου, τα 100 για τους λαμπτήρες του ναού του Αγίου Πέτρου και τα 100 για τον πάπα.[109]

Διαδοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Έθελγουλφ πέθανε στις 13 Ιανουαρίου 858, σύμφωνα με τα Χρονικά του Αγίου Νεότ τάφηκε στο Στέινινγκ στο Σάσσεξ αλλά το σώμα του μεταφέρθηκε στο Γουίντσεστερ με πρωτοβουλία του γιου του Αλφρέδου.[110] Διάδοχοι του ήταν ο Έθελμπαλντ στο Ουέσσεξ και ο Έθελμπερτ στο Κεντ. Η αύξηση της δημοτικότητας που έδωσε στον Έθελγουλφ ο δεύτερος γάμος του με την Ιουδήθ οδήγησαν τον Έθελμπαλντ σε γάμο με την ίδια τη χήρα του πατέρα του Ιουδήθ γεγονός το οποίο έφερε σφοδρές αντιδράσεις από την εκκλησία. Ο Άσσερ περιγράφει τον γάμο ως "μεγάλη ντροπή, εναντίον του νόμου του θεού και της χριστιανικής αξιοπρέπειας".[111] Όταν ο Έθελμπαλντ πέθανε μόλις δυο χρόνια αργότερα ο Έθελμπερτ τον κληρονόμησε τόσο στο Ουέσσεξ όσο και στο Κεντ παρά το γεγονός ότι στη διαθήκη του πατέρα τους αναφέρεται η διανομή του βασιλείου του, πιθανότατα επειδή οι δυο μικρότεροι αδελφοί ήταν ανήλικοι και ακατάλληλοι.[112] Ο Κίρμπι και ο Νέλσον αναφέρουν ότι ο Έθελμπερτ έγινε ο διαχειριστής στις μερίδες των μικρότερων αδελφών του στη βιβλιοθήκη.[113] Μετά τον θάνατο και του Έθελμπαλντ η Ιουδήθ με την περιουσία της κατέφυγε στη Φλάνδρα και παντρεύτηκε στον τρίτο της γάμο τον Βαλδουίνο Α΄ της Φλάνδρας γενάρχη του Οίκου της Φλάνδρας, ο γιος τους Βαλδουίνος Β΄ της Φλάνδρας παντρεύτηκε την εγγονή του Έθελγουλφ Έλφθριθ της Φλάνδρας.[114]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φήμη του Έθελγουλφ τον 20ο αιώνα ήταν πολύ φτωχή μεταξύ των ιστορικών. Ο συγγραφέας Ρομπέρ Χάουαρντ Χόντγκκίν (1877 - 1951) αναφέρει (1935) ότι ο Έθελγουλφ "πραγματοποίησε το ταξίδι του στη Ρώμη λόγω της μεγάλης του ευσέβειας αφήνοντας σε μεγάλο κίνδυνο του βασίλειο του" περιγράφοντας τον γάμο του με την Ιουδήθ ως "παράνοια".[121] Ο Στέντον τη δεκαετία του 1960 τον περιγράφει σαν "θρησκευόμενο και φιλόδοξο άντρα, η εμπλοκή του στον πόλεμο ήταν αναπόφευκτη".[115] Ο Φίνμπεργκ αντίστοιχα (1963) αναφέρει "ένας φιλόδοξος άντρας που οι πολεμικοί του χειρισμοί θύμιζαν ηρωική εποχή".[116] Ο Ένρινγκ (1979) σημειώνει : "φαίνεται ότι πάνω από όλα ήταν ένας ερασιτέχνης θρησκευτικός ενθουσιαστής".[117] Οι πρώτοι μεσαιωνικοί βασιλείς παρουσιάζουν τον Έθελγουλφ σαν εξαιρετικά θρησκευόμενο και συναινετικό γι'αυτό έκανε μεγάλες παραχωρήσεις στον γιο του για να αποφύγει τον εμφύλιο πόλεμο όταν επέστρεψε από τη Ρώμη.

Οι πρώτοι μεσαιωνικοί συγγραφείς ιδιαίτερα ο Ασσέρ τονίζουν τόσο την έντονη θρησκευτική του πίστη όσο και τις επιθυμίες του για συναίνεση ο οποίες φάνηκαν στις πρωτοβουλίες του για να αποφύγει την έκρηξη εμφυλίου πολέμου όταν επέστρεψε από τη Ρώμη. Ο Στόρρι αναφέρει "ο θρύλος ότι ο Έθελγουλφ ενοχλήθηκε έντονα για τις κατηγορίες που δέχτηκε σχετικά με την έντονη θρησκευτική του πίστη έρχονται σε αντίθεση με τις ανάγκες που είχε να αντιμετωπίσει τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του". Το 839 ένας ανώνυμος Άγγλο-Σάξονας βασιλιάς έγραψε στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Λουδοβίκο τον Ευσεβή από τον οποίο ζητάει την άδεια να ταξιδέψει στη Ρώμη περνώντας από τα εδάφη του, του ανέφερε ένα όνειρο Άγγλου ιερέα ο οποίος είχε προβλέψει την καταστροφή της χώρας λόγω των αμαρτιών των κατοίκων της. Πιθανότατα ήταν το σχέδιο του πατέρα του Εγβέρτου τα τελευταία χρόνια της ζωής του που δεν πρόλαβε να πραγματοποιήσει κι ανατέθηκε στη συνέχεια στον Έθελγουλφ.[118] Οι ιστορικοί βλέπουν το θέμα αυτό τον 20ο αιώνα από διαφορετική σκοπιά. Ο Έθελγουλφ δεν αναφέρεται στον κατάλογο του Πέτερ Χάντερ των βασιλέων στην "Εισαγωγή στην Άγγλο-Σαξονική Αγγλία". Στην έκδοση του ίδιου έργου το 2003 ο Κέινς αναφέρει : "ανήκει στους βασιλείς που δεν του δόθηκε η προσοχή που του άξιζε ... ήταν ο εγγυητής της τύχης του βασιλείου του τον 9ο αιώνα αφού άνοιξε τους διαύλους επικοινωνίας του βασιλείου τόσο με τους Φράγκους όσο και με τη Ρώμη".[119] Ο Στόρρι αναφέρει: "ο Έθελγουλφ εγγυήθηκε τη φήμη του βασιλείου του τόσο στους Φράγκους όσο και στη Ρώμη σε μεγάλο βαθμό ο οποίος δεν συγκρίνεται με κανέναν τρόπο με προηγούμενους βασιλείς όπως ο Όφα της Μερκίας και ο Κόενγουλφ στις αρχές του 9ου αιώνα".[120] Ο Νέλσον διαμαρτύρεται για το γεγονός ότι αν και υπήρξε ένας από τους κορυφαίους Άγγλους βασιλείς έχουν γραφεί γι'αυτόν μονάχα 2.500 λέξεις στο "Λεξικό της Οξφόρδης" σε σύγκριση με τις 15.000 λέξεις που έχουν γραφτεί για τον Εδουάρδο Β΄ και για της 35.000 λέξεις που έχουν γραφτεί για την Ελισάβετ Α΄.[121] Αναλυτικά γράφει : "Η βασιλεία του Έθελγουλφ περιέχει πολύ λίγες υποτροφίες, παρόλα αυτά εκείνος άνοιξε τον δρόμο στη δόξα αργότερα του γιου του Αλφρέδου. Είχε τεράστιες επιτυχίες τόσο στην αντιμετώπιση των εσωτερικών εχθρών όσο και στις εμφύλιες συγκρούσεις στην οικογένεια του, επέκτεινε το βασίλειο του στο Ντεβόν στην Κορνουάλη και στο Κεντ. Πήγε στη Ρώμη με προορισμό όχι να πεθάνει όπως ο προκάτοχος του Ίνε αλλά να επιστρέψει με πολιτικά στηρίγματα όπως ο Καρλομάγνος, κατάφερε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικότερα τις Σκανδιναβικές επιθέσεις σε σχέση με τους νεώτερους βασιλείς".[122]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Κριστιάν Σετιπανί: «La Préhistoire des Capétiens» (Γαλλικά) Βιλνέβ-ντ'Ασκ. 1993. σελ. 308-309. ISBN-13 978-2-9501509-3-6. ISBN-10 2-9501509-3-4.
  2. 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 «Kindred Britain»
  3. 3,0 3,1 p10261.htm#i102608. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  4. «Альфредъ Великій» (Ρωσικά)
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  6. Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
  7. Keynes 1995, pp. 22, 30–37; Williams 1991b; Kirby 2000, p. 152.
  8. Abels 2002, p. 85.
  9. Edwards 2004.
  10. Abels 2002, pp. 86–87
  11. Keynes 1993, pp. 113–19; Brooks 1984, pp. 132–36
  12. Ryan 2013, p. 258; Stenton 1971, p. 241.
  13. Stenton 1971, p. 235; Charles-Edwards 2013, p. 431.
  14. Nelson 2004a.
  15. Nelson 2004b.
  16. Abels 1998, p. 50.
  17. Miller 2004.
  18. Nelson 2004a.
  19. Williams 1991a; Stenton 1971, p. 231; Kirby 2000, pp. 155–56.
  20. Smyth 1995, p. 673, n. 63.
  21. Keynes 1993, pp. 112–20.
  22. Abels 2002, p. 88.
  23. Keynes 1993, pp. 120–21; Keynes 1995, p. 40.
  24. Brooks 1984, pp. 136–37.
  25. Stenton 1971, pp. 232–33.
  26. Kirby 2000, p. 157.
  27. Edwards 2004.
  28. Keynes 1995, pp. 40–41.
  29. Wormald 1982, p. 140; Keynes 1994, pp. 1112–13; S 281 Sawyer.
  30. Nelson 2004a; Keynes 1993, p. 124; Brooks 1984, pp. 197–201; Story 2003, p. 223; Blair 2005, p. 124.
  31. Yorke 1990, pp. 148–49.
  32. Pratt 2007, p. 17.
  33. Kelly 2005, p. 89.
  34. Abels 1998, p. 28.
  35. Yorke 1990, pp. 168–69.
  36. Keynes 1993, pp. 124–27; Nelson 2004a.
  37. Brooks 1984, pp. 147–49.
  38. Abels 1998, pp. 32–33; S 319 Sawyer.
  39. Abels 1998, p. 271.
  40. Pratt 2007, p. 64.
  41. Kelly 2005, pp. 13, 102.
  42. Keynes 1993, pp. 127–28.
  43. Kirby 2000, pp. 160–61; Keynes 1998, p. 6; Booth 1998, p. 65.
  44. Abels 1998, p. 29.
  45. Kirby 2000, p. 161.
  46. Keynes 1994, pp. 1109–23; Nelson 2004a.
  47. Nelson 2013, pp. 236–38; Stafford 1981, p. 137.
  48. Ryan 2013, p. 252.
  49. Abels 1998, p. 52.
  50. Yorke 1995, pp. 23–24, 98–99; Nelson 2004a; Finberg 1964, p. 189.
  51. Nelson 2004a; Story 2003, p. 227.
  52. Stenton 1971, p. 243; Abels 1998, p. 88.
  53. Ryan 2013, p. 258.
  54. Nelson 2004a.
  55. Grierson & Blackburn 2006, pp. 270, 287–91.
  56. Grierson & Blackburn 2006, pp. 287–91, 307–08.
  57. Grierson & Blackburn 2006, pp. 271, 287–91.
  58. Grierson & Blackburn 2006, pp. 287–91.
  59. S 316 & Sawyer.
  60. Stevenson 1904, p. 186.
  61. Kelly 2005, p. 65.
  62. Kelly 2005, pp. 65–66.
  63. Keynes 1994, pp. 1119–20.
  64. Kelly 2005, pp. 65–67, 73–74, 80–81.
  65. Kelly 2005, p. 65; Stevenson 1904, pp. 186–91.
  66. Kelly 2005, pp. 65–67; Finberg 1964, pp. 187–206; Keynes 1994, pp. 1102–22; Nelson 2004c, p. 15; Pratt 2007, p. 66.
  67. Keynes 1994, pp. 1119–21; Williams 2014; Wormald 2001, p. 267; Keynes 2009, p. 467; Nelson 2004c, p. 3.
  68. Keynes 1994, pp. 1119–21.
  69. Keynes & Lapidge 1983, p. 232.
  70. Stenton 1971, p. 308; Abels 2002, pp. 88–89; Keynes 2009, p. 467.
  71. Keynes 2009, p. 467.
  72. John 1996, pp. 71–72.
  73. Smyth 1995, p. 403.
  74. Ryan 2013, p. 255.
  75. Pratt 2007, p. 68.
  76. Nelson 2004c, pp. 15–16.
  77. Kelly 2005, pp. 67–91.
  78. Keynes 2009, pp. 464–67.
  79. Abels 1998, p. 62.
  80. Nelson 2004a.
  81. Abels 1998, pp. 62, 67.
  82. Kirby 2000, pp. 164–65.
  83. Nelson 1997, pp. 144–46; Nelson 2004a.
  84. Abels 2002, p. 88.
  85. Story 2003, pp. 238–39.
  86. Abels 1998, p. 77.
  87. Kelly 2005, p. 91.
  88. Ryan 2013, p. 255.
  89. Nelson 2013, p. 240.
  90. Kirby 2000, p. 164.
  91. Abels 1998, p. 79.
  92. Stafford 1981, pp. 139–42; Story 2003, pp. 240–42.
  93. Nelson 1997, p. 143.
  94. Kirby 2000, pp. 165–66; Stafford 1981, p. 139.
  95. Enright 1979, pp. 291–301.
  96. Abels 1998, pp. 80–82; Enright 1979, pp. 291–302.
  97. Kirby 2000, p. 166; Smyth 1995, pp. 191–92.
  98. Kelly 2005, p. 91.
  99. Wilson 1964, pp. 2, 22, 34, 142; Webster 1991, pp. 268–69; Pratt 2007, p. 65.
  100. Nelson 2004a.
  101. Wilson 1964, p. 22.
  102. Abels 1998, p. 81.
  103. Yorke 1995, pp. 98–99.
  104. Keynes 1998, p. 7; Abels 2002, p. 89.
  105. Kirby 2000, pp. 166–67.
  106. Keynes & Lapidge 1983, pp. 71, 235–36, n. 28; Nelson 2006, pp. 70–71.
  107. Abels 2002, pp. 89–91; Yorke 1990, pp. 149–50.
  108. Kirby 2000, p. 167.
  109. Abels 1998, p. 87.
  110. Smyth 1995, p. 674, n. 81.
  111. Nelson 2004a.
  112. Yorke 1990, pp. 149-50; Abels 2002, pp. 90–91.
  113. Kirby 2000, pp. 167–69; Nelson 2004a.
  114. Nelson 2004a.
  115. Stenton 1971, p. 245.
  116. Finberg 1964, p. 193.
  117. Enright 1979, p. 295.
  118. Story 2003, pp. 218–28; Dutton 1994, pp. 107–09.
  119. Keynes 2003, p. xxxiii.
  120. Story 2003, p. 225.
  121. Nelson 2004c.
  122. Nelson 2004a.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Abels, Richard (1998). Alfred the Great: War, Kingship and Culture in Anglo-Saxon England. Harlow, UK: Longman.
  • Abels, Richard (2002). "Royal Succession and the Growth of Political Stability in Ninth-Century Wessex". The Haskins Society Journal: Studies in Medieval History. Woodbridge, UK: Boydell & Brewer. 12: 83–97.
  • Blair, John (2005). The Church in Anglo-Saxon Society. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Booth, James (1998). "Monetary Alliance or Technical Cooperation? The Coinage of Berhtwulf of Mercia (840–852)". In Blackburn, Mark A. S.; Dumville, David N. Kings, *Currency and Alliances: History and Coinage of Southern England in the Ninth Century. Woodbridge, UK: The Boydell Press. pp. 63–103.
  • Brooks, Nicholas (1984). The Early History of the Church of Canterbury. Leicester, UK: Leicester University Press.
  • "Decimation". The Compact Edition of the Oxford English Dictionary. Oxford, UK: Oxford University Press. 1971 [1933]. p. 661.
  • Dutton, Paul Edward (1994). The Politics of Dreaming in the Carolingian Empire. Lincoln, Nebraska: University of Nebraska Press.
  • "Early Medieval Coins: EMC number 2001.0016". Fitzwilliam Museum, Cambridge. Retrieved 11 July 2015.
  • Edwards, Heather (2004). "Ecgberht [Egbert] (d. 839), king of the West Saxons". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press. doi:10.1093/ref:odnb/8581. Retrieved 5 April 2015. (subscription or UK public library membership required)
  • Enright, Michael J. (1979). "Charles the Bald and ?thelwulf of Wessex: Alliance of 856 and Strategies of Royal Succession". Journal of Medieval History. Amsterdam, Netherlands: North Holland. 5 (1): 291–302.
  • Finberg, H. P. R. (1964). The Early Charters of Wessex. Leicester, UK: Leicester University Press.
  • Fleming, Robin (1995). "History and Liturgy at Pre-Conquest Christ Church". The Haskins Society Journal: Studies in Medieval History. Woodbridge, UK: The Boydell Press. 6: 67–83.
  • Grierson, Philip; Blackburn, Mark (2006) [1986]. Medieval European Coinage, With A Catalogue of the Coins in the Fitzwilliam Museum, Cambridge: 1: The Early Middle Ages (5th–10th Centuries) (corr. ed.). Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Grueber, Herbert A.; Keary, Charles Francis (1893). A Catalogue of English Coins in the British Museum: Anglo-Saxon Series (PDF). 2. London, UK: Printed by Order of the Trustees.
  • Halsall, Guy (2013). Worlds of Arthur: Facts & Fictions in the Dark Ages. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Hodgkin, R. H. (1935). A History of the Anglo-Saxons. 2. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • John, Eric (1996). Reassessing Anglo-Saxon England. Manchester, UK: Manchester University Press.
  • Kelly, Susan (2005). Charters of Malmesbury Abbey. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Keynes, Simon; Lapidge, Michael, eds. (1983). Alfred the Great: Asser's Life of King Alfred and Other Contemporary Sources. London, UK: Penguin Classics.
  • Keynes, Simon (1993). "The Control of Kent in the Ninth Century". Early Medieval Europe. Oxford, UK: Blackwell. 2 (2): 111–31.
  • Keynes, Simon (November 1994). "The West Saxon Charters of King ?thelwulf and his sons". English Historical Review. Oxford, UK: Oxford University Press. 109: 1109–49. doi:10.1093/ehr/cix.434.1109.
  • Keynes, Simon (1995). "England, 700–900". In McKitterick, Rosamund. The New Cambridge Medieval History: Volume II c.700–c.900. Cambridge, UK: Cambridge University Press. pp. 18–42.
  • Keynes, Simon (1998). "King Alfred and the Mercians". In Blackburn, Mark A. S.; Dumville, David N. Kings, Currency and Alliances: History and Coinage of Southern England in the Ninth Century. Woodbridge, UK: The Boydell Press. pp. 1–45.
  • Keynes, Simon (2003) [1955]. "Introduction: Changing Perceptions of Anglo-Saxon History". In Blair, Peter Hunter. An Introduction to Anglo-Saxon England (Third ed.). Cambridge, UK: Cambridge University Press. pp. xvii–xxxv.
  • Keynes, Simon (2009). "King ?thelred's Charter for Eynsham Abbey (1005)". In Baxter, Stephen; Karkov, Catherine; Nelson, Janet L.; Pelteret, David. Early Medieval Studies in Memory of Patrick Wormald. Farnham, UK: Ashgate. pp. 451–73.
  • Kirby, D. P. (2000). The Earliest English Kings (Revised ed.). London, UK: Routledge.
  • Miller, Sean (2004). "?thelred I [Ethelred I] (d. 871), King of the West Saxons". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Nelson, Janet L. (1997). "The Franks and the English in the Ninth Century Reconsidered". In Szarmach, Paul E.; Rosenthal, Joel T. The Preservation and Transmission of *Anglo-Saxon Culture: Selected Papers from the 1991 Meeting of the International Society of Anglo-Saxonists (PDF). Kalamazoo, Michigan: Medieval Institute Publications, Western Michigan University. pp. 141–58.
  • Nelson, Janet L. (2004a). "?thelwulf (d. 858), king of the West Saxons". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford, UK: Oxford University Press. doi:10.1093/ref:odnb/39264. Retrieved 8 March 2015. (subscription or UK public library membership required)
  • Nelson, Janet L. (2004b). "Osburh [Osburga] (fl. 839)". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Nelson, Janet L. (2004c). "England and the Continent in the Ninth Century: III, Rights and Rituals". Transactions of the Royal Historical Society. Cambridge, UK: Cambridge University Press (14): 1–24.
  • Nelson, Janet L. (2006). "The Queen in Ninth-Century Wessex". In Keynes, Simon; Smyth, Alfred P. Anglo-Saxons: Studies Presented to Cyril Roy Hart. Dublin, Ireland: Four Courts Press. pp. 69–77.
  • Nelson, Janet L. (2013). "Britain, Ireland, and Europe, c. 750–c.900". In Stafford, Pauline. A Companion to the Early Middle Ages: Britain and Ireland c.500–c.1100 (paperback ed.). Chichester, UK: Wiley-Blackwell. pp. 231–47.
  • O'Keeffe, Katherine O'Brien (Winter 1996). "Deor" (PDF). Old English Newsletter. Kalamazoo, Michigan: Western Michigan University. 29 (2): 35–36.
  • Pratt, David (2007). The Political Thought of King Alfred the Great. Cambridge, UK: Cambridge University Press.
  • Ryan, Martin J. (2013). "The Anglo-Saxons and the Vikings, c. 825–900". In Higham, Nicholas J.; Ryan, Martin J. The Anglo-Saxon World. New Haven, Connecticut: Yale University Press. pp. 232–70.
  • "S 281". The Electronic Sawyer: Online Catalogue of Anglo-Saxon Charters. Retrieved 21 October 2015.
  • "S 316". The Electronic Sawyer: Online Catalogue of Anglo-Saxon Charters. Retrieved 10 July 2015.
  • "S 319". The Electronic Sawyer: Online Catalogue of Anglo-Saxon Charters. Retrieved 2 July 2015.
  • Smyth, Alfred P. (1995). King Alfred the Great. Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Stafford, Pauline (1981). "Charles the Bald, Judith and England". In Gibson, Margaret; Nelson, Janet L. Charles the Bald: Court and Kingdom. Oxford, UK: B A R. pp. 137–51.
  • Stenton, Frank M. (1971). Anglo-Saxon England (3rd ed.). Oxford, UK: Oxford University Press.
  • Stevenson, William Henry (1904). Asser's Life of King Alfred. Oxford, UK: Clarendon Press.
  • Story, Joanna (2003). Carolingian Connections: Anglo-Saxon England and Carolingian Francia, c. 750–870. Aldershot, UK: Ashgate.
  • Webster, Leslie (1991). "The Age of Alfred: Metalwork, Wood and Bone". In Webster, Leslie; Backhouse, Janet. The Making of England: Anglo-Saxon Art and Culture AD 600–900. London, UK: The Trustees of the British Museum. pp. 268–83.
  • Williams, Ann (1991a). "?thelwulf King of Wessex 839-58". In Williams, Ann; Smyth, Alfred P.; Kirby, D. P. A Biographical Dictionary of Dark Age Britain. London, UK: Seaby. pp. 35–36.
  • Williams, Ann (1991b). "Ecgberht King of Wessex 802–39". In Williams, Ann; Smyth, Alfred P.; Kirby, D. P. A Biographical Dictionary of Dark Age Britain. London, UK: Seaby. p. 121.
  • Williams, Ann (2014). "Land Tenure". In Lapidge, Michael; Blair, John; Keynes, Simon; Scragg, Donald. The Wiley Blackwell Encyclopedia of Anglo-Saxon England (2nd ed.). Chichester, UK: Wiley Blackwell. pp. 282–83.
  • Wilson, David M. (1964). Anglo-Saxon Ornamental Metalwork 700–1100 in the British Museum. London, UK: The Trustees of the British Museum.
  • Wormald, Patrick (2001). "Kingship and Royal Property from ?thelwulf to Edward the Elder". In Higham, N. J.; Hill, D. H. Edward the Elder 899–924. Abingdon, UK: Routledge. pp. 264–79.
  • Yorke, Barbara (1990). Kings and Kingdoms of Early Anglo-Saxon England. London, UK: Routledge.
  • Yorke, Barbara (1995). Wessex in the Early Middle Ages. London, UK: Leicester University Press.
Έθελγουλφ του Ουέσσεξ
 Θάνατος: 13 Ιανουαρίου 858
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Εγβέρτος
Βασιλιάς του Ουέσσεξ

839 - 858
Διάδοχος
Έθελμπαλντ