Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τραϊανός Δογιάμας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τραϊανός Δογιάμας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1876
Καστανερή Κιλκίς
Θάνατος1907
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΜακεδονικός Αγώνας

Ο Τραϊανός (Τράιος) Δογιάμας (18761907) ήταν Έλληνας Μακεδονομάχος που δραστηριοποιήθηκε ως οπλαρχηγός. Καταγόταν από την Μπαροβίτσα, Παιονίας της περιφερειακής ενότητας Κιλκίς.

Βιογραφικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Τραϊανός Δογιάμας γεννήθηκε το 1876 στην Μπαροβίτσα (Καστανερή), Παιονίας. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Χρήστου και της Αγγελικής Δογιάμα. Η οικογένεια Δογιάμα ήταν από τις σημαντικότερες της Μπαροβίτσας. Είχε τρεις αδερφούς, τους Λάζαρο, Δημήτριο και Γεώργιο καθώς και μια αδερφή, τη Μαρία.[1]

Πολύ πριν το 1903 βγήκε στο βουνό προκειμένου να αντιμετωπίσει τους Οθωμανούς που καταπίεζαν τους πληθυσμούς της περιοχής. Για τη δράση του επικηρύχτηκε από τις οθωμανικές αρχές και λόγω του ότι δεν υπήρχε οργανωμένη ελληνική αντάρτικη κίνηση στην περιοχή, αναγκάστηκε, αφού πείστηκε από τα επιχειρήματα της βουλγαρικής πλευράς περί συμφιλίωσης όλων των χριστιανών κατά των Τούρκων, να καταφύγει σε βουλγαρική ομάδα που δραστηριοποιούνταν στην Παιονία, ώστε να αποκομίσει κάποιο είδος προστασίας. Ως αρχηγός ομάδας, έδρασε κατά οθωμανικών στόχων που καταπίεζαν τους χριστιανικούς πληθυσμούς της περιοχής Παΐκου και Γιαννιτσών. Στα τέλη του 1903 προσχώρησε στην ομάδα και ο αδερφός του Λάζαρος.[1]

Αποστασιοποίηση από τη βουλγαρική κίνηση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια εποχή (αρχές του 1904) ο Τραϊανός Δογιάμας με τον αδερφό του Λάζο διαφώνησαν με τους στόχους της Βουλγαρικής οργάνωσης, όταν αυτή άρχισε να στρέφεται φανερά κατά του ελληνικού στοιχείου της περιοχής. Έτσι αποφάσισαν να εκτελέσουν τρεις κομιτατζήδες καθώς καιι δύο πράκτορες της ΕΜΕΟ στη γενέτειρά τους (τις εκτελέσεις τις ανέλαβε ο Λάζος).

Έπειτα, η ένοπλη ομάδα του Τραϊανού Δογιάμα συνέχισε αυτόνομη δράση στην περιοχή Γουμενίσσης και Γιαννιτσών. Τότε οι Βούλγαροι της ΕΜΕΟ προκειμένου να τον εκβιάσουν άρχισαν να δολοφονούν συγγενείς και συγχωριανούς του. Στις 27 Δεκεμβρίου του 1904, βρέθηκε κρεμασμένος σε πλάτανο, μεταξύ Βοεμίτσης (Αξιούπολης) και Γοργόπης, ο ξάδελφός του, Κωνσταντίνος Δογιάμας από την Μπαροβίτσα (Καστανερή). Τη δολοφονία φαίνεται να διέπραξε η βουλγαρική ομάδα του Κρίστο Μπαμπάντζη. Λόγω της εντεινόμενης δράσης του σώματος του Τραϊανού Δογιάμα, οι οθωμανικές αρχές συνέλαβαν τους μικρότερους αδερφούς του, Δημήτριο (Μήτρο) και Γκόνο και τους μετέφεραν στα Γιαννιτσά. Αυτοί όμως, κατάφεραν να ξεφύγουν και επέστρεψαν στο Πάικο όπου συναντήθηκαν με το σώμα των αδερφών τους Τραϊανού και Λάζαρου (Λάζου). Η συνέχιση της δράσης της αυτόνομης ομάδας του Τραϊανού Δογιάμα έγινε ιδιαίτερα δυσχερής καθώς έπρεπε να αντιμετωπίζει ταυτόχρονα τις βουλγαρικές ομάδες και τα οθωμανικά στρατιωτικά αποσπάσματα, αλλά και τις συλλήψεις των συγγενών και φίλων του (είτε από Βούλγαρους, είτε από Τούρκους). Έτσι κατά τις αρχές του 1905, προέτρεψε τους αδελφούς του Λάζο, Μήτρο και Γκόνο να καταταγούν στο ελληνικό σώμα του αξιωματικού Μ. Μωραΐτη (καπετάν Κόδρος) που τότε ξεκινούσε τη δράση του στην περιοχή. Ο ίδιος συνέχισε τη δράση του όντας τυπικά μέλος της ΕΜΕΟ αλλά διατηρώντας εχθρικές σχέσεις με όλα τα βουλγαρικά ένοπλα σώματα της περιοχής και ιδίως με αυτό του Αποστόλ Πέτκωφ.

Με τη δράση του σώματος του Τράιου κατά το 1906, αλλά και των σωμάτων του αδερφού του Λάζου και του Χ. Καραπάνου στο Πάικο, περιορίστηκαν οι δολοφονίες και απαγχονισμοί Ελλήνων από τους κομιτατζήδες. Στα μέσα του καλοκαιριού του 1906 ο αδερφός του Τραϊανού, Λάζαρος εξόντωσε κοντά στη λίμνη των Γιαννιτσών τον Τούρκο αγά Κιοσέ Εμίν που διατηρούσε στενές σχέσεις με τους Βούλγαρους κομιτατζήδες. Αυτό είχε σαν συνέπεια, οι οθωμανικές αρχές να συλλάβουν τον Τραϊανό Δογιάμα, ο οποίος είχε επισκεφτεί την τοπική εμποροπανήγυρη των Γιαννιτσών, προκειμένου να αγοράσει το άλογο του νεκρού Κιοσέ Εμίν. Μετά από σύντομη κράτησή του, ο Τραϊανός Δογιάμας παραδόθηκε από τους Οθωμανούς στη βουλγαρική κυβέρνηση, καθώς ήταν ακόμα τυπικά μέλος της ΕΜΕΟ.[1]

Το δραματικό τέλος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Σόφια όπου μεταφέρθηκε μετά από σύντομη φυλάκιση, αφέθηκε ελεύθερος από τις βουλγαρικές αρχές και τέθηκε υπό περιορισμό σε ένα κρατικό πανδοχείο. Μετά από αυτά τα γεγονότα, τον αναζήτησε στη Σόφια, ο αδελφός του Λάζαρος που είχε μεταβεί εκεί προκειμένου να τον βοηθήσει να διαφύγει. Στα τέλη Νοεμβρίου του 1906, ο Τραϊανός απέστειλε επιστολή προς τον προύχοντα της Γουμένισσας Μήνο Παζαρέτζο, στην οποία εξηγούσε τις διώξεις που υπέστη από τη Βουλγαρική κυβέρνηση και την ΕΜΕΟ, τόνιζε την ελληνική του καταγωγή και ταυτόχρονα ζητούσε βοήθεια προκειμένου να διαφύγει και να εξοντώσει τον Αποστόλ Πέτκωφ. Ο Μήνος Παζαρέτζος παρέδωσε την επιστολή στο διευθυντή του Εθνικού Κέντρου Γουμενίσσης, Άγγελο Σακελλαρίου, ο οποίος έδειξε δυσπιστία για τις προθέσεις του Τραϊανού Δογιάμα. Ακολούθησαν δύο ακόμα επιστολές του Τράιου μέσα στο Δεκέμβριο του 1906, μία προς το Μήνο Παζαρέτζο και μία προς τον Άγγελο Σακελλαρίου, όπου έδειχνε την απελπισία του και την ανυπομονησία του για βοήθεια από την Ελλάδα. Τότε ο Σακελλαρίου πείστηκε για την ειλικρίνεια του Τραϊανού Δογιάμα και επικοινώνησε με τον Στέφανο Δραγούμη προκειμένου να προετοιμάσουν τη βοήθεια προς τον εγκλωβισμένο Τράιο. Η επιστολή που υπόσχονταν βοήθεια όμως, έπεσε στα χέρια των Βουλγάρων. Τελικά ο Τραϊανός Δογιάμας δολοφονήθηκε από τους Βούλγαρους κοντά στα Βουλγαρο-Οθωμανικά σύνορα, όπου βρέθηκε προσπαθώντας να επιστρέψει στη Μακεδονία, τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου του 1907. Ο Βούλγαρος ιστορικός Χρήστο Σιλιάνωφ τον χαρακτήρισε ως «προδότη», αν και δεν προκύπτει από πουθενά κάποια ιδιοτέλεια από τη συνολική δράση του Τραϊανού Δογιάμα.[1]