Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πολιορκία της Τύρου (332 π.Χ.)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πολιορκία της Τύρου
Πόλεμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Γραφική αναπαράσταση της πολιορκίας
Χρονολογία332 ΠΚΕ
ΤόποςΤύρος
33°16′15″N 35°11′46″E / 33.27083°N 35.19611°E / 33.27083; 35.19611
ΈκβασηΝίκη των Ελλήνων και προέλαση στη Φοινίκη
Αντιμαχόμενοι
Τύριοι υπερασπιστές της πόλης
Ηγετικά πρόσωπα
Αλέξανδρος Γ΄, ο Μέγας
Αζέμιλκος
Απώλειες
8.000 νεκροί, 30.000 εξανδραποδίστηκαν

Ως πολιορκία της Τύρου αναφέρεται στο πλαίσιο της εκστρατείας του Μεγάλου Αλέξανδρου κατά της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών η πολύ σύντομη πολιορκία και κατάληψη της παραλιακής πόλης της Τύρου, στη διάρκεια της εισβολής του μακεδονικού στρατού στην Φοινίκη.

Ο δρόμος προς την Τύρο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλέξανδρος μετά τη μάχη της Ισσού στράφηκε ακόμη νοτιότερα καταλαμβάνοντας αμαχητί τις πρώτες φοινικικές πόλεις, όπως την Άραδο, τη Μάραθο, τη Βύβλο με συνθηκολόγηση και τη Σιδώνα. Καθώς βρισκόταν στη Μάραθο, κατέφθασαν πρεσβευτές από τον Δαρείο και επιστολή[1], με την οποία ο μεγάλος βασιλέας πρόβαλλε πως ο Φίλιππος με τον Αρταξέρξη είχαν συνάψει φιλία, την οποία καταπάτησε ο Φίλιππος όταν βασίλεψε ο γιος του Αρταξέρξη Αρσής κι ότι εκείνος αναγκάστηκε να υπερασπιστεί τη χώρα του και να σώσει την αρχή των πατέρων του, ζητούσε ως βασιλέας από τον βασιλέα την επιστροφή της μητέρας, της συζύγου και των τέκνων του, προτείνοντας φιλία και συμμαχία και προσθέτοντας ότι συνέχισε ο Αλέξανδρος την αδικία του Φιλίππου. Σε αυτή την επιστολή ο Αλέξανδρος έσπευσε να δώσει χαρακτηριστική πολιτική απάντηση, η οποία διασώθηκε στην πληρέστερη μορφή της από τον Αρριανό[2]

Σε αυτή την επιστολή-διάγγελμα, όπως το θέτει ο Droysen[3], ο Αλέξανδρος απευθυνόμενος γενικώς και όχι στον Δαρείο μόνο, είχε τη δυνατότητα να αιτιολογήσει τον κατά Δαρείου πόλεμο, αναφερόμενος στις πολλές έριδες μεταξύ της Περσίας και της Μακεδονίας. Παρόλα αυτά, προκήρυξε ως πρωταρχική και κύρια αφορμή του πολέμου τη μεγάλη εκστρατεία των Περσών κατά της Ελλάδας. Υπενθύμισε στους Έλληνες κυρίως την αιτία για την οποία βρισκόταν στην Ασία, άσχετα αν αυτό δεν αλήθευε παρά μόνον μερικώς, γιατί διαισθάνθηκε ότι υπήρχε ένας υποβόσκων αναβρασμός στις εντεύθεν των Θερμοπυλών ελληνικές πολιτείες, υποβοηθούμενες από την παρουσία του περσικού στόλου στο Αιγαίο. Κατόπιν αποκάλεσε τον εαυτό του κύριο της Ασίας, παρόλο που δεν είχε καταλάβει παρά μόνο τη μικρά Ασία και ένα μικρό τμήμα της Συρίας. Ο Δαρείος αντίθετα εξουσίαζε ακόμα την Αίγυπτο και τις αχανείς επικράτειες ανατολικά της Συρίας και της μικράς Ασίας ως την Ινδική• κατείχε ακόμη τους αμύθητους θησαυρούς της Περσέπολης και των Σούσων και είχε επιπλέον τη δυνατότητα να συγκροτήσει γιγάντια σε μέγεθος στρατεύματα.

Συνεχίζοντας την πορεία του νότια, ο Αλέξανδρος προσέγγισε την πλούσια και ισχυρή πόλη της Τύρου. Λίγο έξω από την πόλη ο Αλέξανδρος δέχθηκε αντιπροσωπεία από την Τύρο με επικεφαλής τον γιο του Βασιλιά της πόλης. Ο βασιλιάς Αζέμιλκος βρισκόταν στο Αιγαίο με τον στόλο του Αυτοφραδάτη. Οι Τύριοι δήλωσαν μεν υποταγή, αλλά αρνήθηκαν όμως να επιτρέψουν στον Αλέξανδρο να θυσιάσει στο ιερό του Μιλκ Καρτ, μιας φοινικικής θεότητας που ταυτιζόταν με τον Ηρακλή[4]. Ο όρος τους ήταν να μην εισέλθουν οι Μακεδόνες στην πόλη τους, γιατί κάτι τέτοιο δεν επέτρεψαν ούτε στους προηγούμενους κυρίαρχους, τους Πέρσες. Στην πραγματικότητα θυσία στο ιερό του Μιλκ Καρτ στην Παλαίτυρο[5] μπορούσε να προσφέρει μόνον ο βασιλέας της Τύρου και η όποια αποδοχή θυσίας του Αλέξανδρου, εμμέσως πλην σαφώς ήταν de facto αναγνώριση της κυριαρχίας του

Ο Αλέξανδρος κατόπιν αρκετής σκέψης καθώς οι αξιωματικοί του έδειχναν αρκετά απρόθυμοι, αναζήτησε ειρηνικό συμβιβασμό, ωστόσο οι Τύριοι σκότωσαν τους κήρυκές του και πέταξαν τα πτώματά τους από τα τείχη[6]. Τότε αποφάσισε να καταλάβει την πόλη δια της βίας κατά τον Φεβρουάριο του 333, έχοντας ήδη αναλώσει αρκετό χρόνο, η πολιορκία που διήρκεσε μαζί με τις διακοπές περίπου 10 μήνες[7]. Η Νέα Τύρος ήταν κτισμένη πάνω σε νησί μήκους και πλάτους περίπου χιλίων μέτρων και τη χώριζε από τη στεριά ένας πορθμός πλάτους 750 περίπου μέτρων. Αυτόν τον πορθμό αποφάσισε να προσχώσει ο Αλέξανδρος με υλικό από τις οικίες της Παλαίτυρου[8] και κέδρα από την κοιλάδα Μπεκάα και τα Όρη του Αντιλιβάνου[9].

Παρόλο που οι Τύριοι αντιμετώπισαν αρχικά την προσπάθεια της πρόσχωσης με ελαφρότητα[10] βλέποντας την αποτελεσματικότητα και την ταχύτητα των εργασιών επιτέθηκαν με πυρπολικό στις πολιορκητικές του μηχανές και τους πασσάλους του προγεφυρώματος αφήνοντας πίσω τους πολυάριθμους νεκρούς εργάτες της πρόσχωσης, κάνοντας ταυτόχρονα τη ζωή τους δύσκολη με τους καταπέλτες. Ο Αλέξανδρος δεν παραιτήθηκε από το σχέδιό του. Ο Berve παραδίδει πως διέθετε εκπληκτικούς μηχανικούς που κατασκεύαζαν νέες επιθετικές πολιορκητικές μηχανές, ιδιαίτερα ο Θεσσαλός Διάδης, που του έφτιαξε κλιμακωτούς πολιορκητικούς πύργους πάνω σε πλοία με καταπέλτες που εκτόξευαν βαρείς ογκόλιθους σε ικανή απόσταση[11] Με τη σειρά τους οι Τύριοι κατασκεύασαν δεύτερη σειρά οχύρωσης στα πιο αδύναμα σημεία του τείχους, άπλωσαν σειρές κατεργασμένων δερμάτων μπροστά από τα τείχη για να εξομαλύνουν τον κραδασμό της πρόσκρουσης και κινούμενους τροχούς που εμπόδιζαν και έσπαζαν τα βέλη των επιτιθέμενων[12].

Σε αυτήν ακριβώς την περίοδο μάλιστα δέχθηκε δεύτερη πρεσβεία του Δαρείου[13], που υποσχόταν μύρια τάλαντα ως λύτρα της μητέρας του, της συζύγου και των παιδιών του και πρόσθετε ότι ο Δαρείος του παραχωρούσε όλα τα εδάφη από τον Ευφράτη ποταμό ως την ελληνική θάλασσα, παρέχοντάς του για σύζυγο τη θυγατέρα του, με μοναδικό όρο να διατελεί φίλος και σύμμαχός του. Ο Αλέξανδρος έκανε γνωστή την πρόταση στους εταίρους και παραδίδεται πως ο Παρμενίων του είπε• «Εγώ, αν ήμουν Αλέξανδρος, θα τα έπαιρνα» ο δε Αλέξανδρος απάντησε, «κι εγώ, μα τον Δία, αν ήμουν Παρμενίων». Έγραψε, λοιπόν, προς τον Δαρείο ότι «τα χρήματά του δεν τα χρειάζεται, ούτε συμφωνεί να γίνει κύριος τμήματος της επικράτειας αντί ολόκληρης της χώρας και προσκάλεσε τον Δαρείο να έλθει κοντά του, υποσχόμενος κάθε φιλάνθρωπη υποδοχή• διαφορετικά εκείνος ήδη προελαύνει εναντίον του».

Η πολιορκία της Τύρου συνεχίστηκε με αμείωτους ρυθμούς με διαπλάτυνση της πρόσχωσης την κατασκευή νέων μηχανών, αλλά και τη συγκέντρωση ισχυρού στόλου 250 περίπου πλοίων[14] στη Σιδώνα από τους βασιλείς της Βύβλου και της Αράδου, που αυτομόλησαν μόλις έμαθαν ότι οι πόλεις τους ήταν στα χέρια των Μακεδόνων, τους βασιλείς της Κύπρου, από τη Ρόδο, από τη Λυκία και τους Σόλους[15]. Τούτος ο στόλος απέκλεισε τα δύο λιμάνια της Τύρου . Ο Αλέξανδρος προκάλεσε το ναυτικό της Τύρου σε ναυμαχία. Βλέποντας ο τύριος ναύαρχος το μέγεθος του κυπριακού στόλου, που χρησιμοποίησε σε αυτή την αναμέτρηση ο Αλέξανδρος, ανέκρουσε πρύμνα, αφήνοντας πίσω του τρεις τριήρεις για να τον καθυστερήσουν. Οι τρεις τριήρεις βυθίστηκαν και ο Αλέξανδρος απέκλεισε την επομένη τις εξόδους των δύο λιμένων, αφαιρώντας την επαφή των Τυρίων με τη θάλασσα[16]. Η επόμενη κίνηση ήταν η κατάληψη ή η εκπόρθηση των τειχών, η οποία πραγματοποιήθηκε σε αδύναμο σημείο του νότιου θαλάσσιου τείχους κατόπιν δοκιμαστικών επιθέσεων, τις οποίες διέταξε ο Αλέξανδρος. Η κύρια επίθεση στράφηκε σε αυτό το αδύναμο σημείο, ενώ παράλληλα έγιναν και δευτερεύουσες επιθέσεις στο βόρειο θαλάσσιο τείχος και κατά του τείχους της πρόσχωσης.

Το τελικό χτύπημα έγινε στα τέλη Ιουλίου ή αρχές Αυγούστου. Οι πολιορκητικοί κριοί πάνω σε πλωτές εξέδρες, προστατευμένοι από επιθέσεις εκ των άνω[17] προξένησαν μεγάλο ρήγμα στο νότιο τείχος[18]. Εκεί επιτέθηκαν οι υπασπιστές με επικεφαλής τον Άδμητο που σκοτώθηκε μόλις έφτασε στο τείχος και πίσω τους ακολούθησε η φάλαγγα υπό τον Κρατερό. Σύντομα το τμήμα του τείχους κοντά στο ρήγμα καταλήφθηκε και σταδιακά οι Μακεδόνες έθεσαν υπό την κατοχή τους έναν προς έναν τους πύργους και τις επάλξεις. Την ίδια στιγμή το ναυτικό του Αλεξάνδρου διασπώντας τα προστατευτικά φράγματα πέρασε στους δύο λιμένες της πόλης, συντρίβοντας τα ακινητοποιημένα πλοία. Οι Τύριοι μαχητές υποχωρώντας συγκεντρώθηκαν στο Αγηνόριο, για την τελευταία τους άμυνα, στο τέλος όμως σφαγιάσθηκαν όλοι. Συμφωνα με τον Αρριανό 8.000 Τύριοι σκοτώθηκαν, ενώ οι υπόλοιποι 30.000 κάτοικοι της πόλης πουλήθηκαν ως δούλοι[19]. Μόνο ο βασιλιάς Αζέμιλκος και ορισμένοι άλλοι αξιωματούχοι, που είχαν καταφύγει ικέτες στο ιερό του Ηρακλή, διασώθηκαν και αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι.

Πρόκειται για σημαντική στρατηγική νίκη του Αλέξανδρου, εξαιτίας της σημαντικότητας της γεωγραφικής θέσης της Τύρου. Παρά τις αρχικές αντιρρήσεις των διοικητών του και τη δυσαρέσκεια που προκάλεσε στο στράτευμα η εκτεταμένη εργασία για την πρόσχωση έως τη Νέα Τύρο, ο Αλέξανδρος διέκρινε πως η στρατηγική θέση της πόλης ήταν αγκάθι στα νώτα του και ενήργησε βάσει της στρατιωτικής ιδιοφυίας του[20]. Η πόλη έγινε σημαντική μακεδονική βάση και ναύσταθμος της επικράτειας και τη ίδια στιγμή αφαιρέθηκε ένα από τα ισχυρότερο εμπόδια στην πορεία του Αλέξανδρου νότια, προς τη θρησκευτική του νομιμοποίηση.

Παραπομπές-σημειώσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Αμφίβολης γνησιότητας, η επιστολή παρατίθεται σε τρεις διαφορετικές εκδοχές από τους Αρριανό (2. 14), Κούρτιο (ΙV, 7-8) και Πλούταρχο (Αλέξανδρος ΚΘ΄ 7-9).
  2. «Οι πρόγονοί σου, ερχόμενοι στη Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα, μας κακοποίησαν, δίχως να τους έχουμε αδικήσει στο παρελθόν. Εγώ δε, όταν έγινα ηγεμόνας των Ελλήνων και επιθυμώντας να τιμωρήσω τους Πέρσες, πέρασα στην Ασία επί δικής σου βασιλείας. Γιατί βοηθήσατε τους Περίνθιους που έβλαπταν τον πατέρα μου και στη Θράκη, που κυβερνούσαμε εμείς, έστειλε στρατό ο Ώχος. Και σαν πέθανε ο πατέρας μου από δικούς σας βαλτούς, όπως κομπάσατε μάλιστα σε επιστολές σας και όταν με τον Βαγώα σκότωσες τον Αρσήν και αδίκως κατέλαβες την εξουσία όχι σύμφωνα με τoν περσικό νόμο, παρ’ αδικώντας τους. Και επειδή έστελνες εχθρικές επιστολές στους Έλληνες, να πολεμήσουν εναντίον μου, και επειδή χρήματα απέστειλες στους Λακεδαιμόνιους και ορισμένους άλλους Έλληνες, και καθώς καμία πόλη δεν τα δέχθηκε πλην Λακεδαιμονίων, έστειλες ανθρώπους να εξαγοράσουν τους φίλους μου και να καταλύσουν την ειρήνη που έφερα στους Έλληνες. Για όλα αυτά κινούμαι εναντίον σου, που πρώτος άρχισες. Καθώς μάλιστα σε νίκησα στη μάχη, πρώτα υποτάσσοντας τους στρατηγούς και τους σατράπες σου, τώρα και σένα τον ίδιο και τον στρατό σου και όλη τη χώρα κατέχω, που μου έδωσαν οι θεοί, και όσους μαζί σου στη μάχη συντάχθηκαν αλλά σε μένα κατέφυγαν, τους φροντίζω και πολεμάνε μαζί μου με τη θέλησή τους. Έλα σε εμένα, λοιπόν, σαν κύριο Ασίας όλης. Και αν φοβάσαι μήπως πάθεις κάτι κακό από μένα, στείλε μερικούς από τους έμπιστους φίλους σου να κάνουν τις σχετικές συνενοήσεις. Αν έλθεις σε μένα, τη μητέρα σου και τη γυναίκα σου και τα τέκνα σου και αν κάτι άλλο θέλεις, ζήτα να σου δώσω. Κι ό,τι με πείσεις, θα το έχεις. Και στο εξής, όταν απευθύνεσαι σε εμένα, να μην ξεχνάς πως απευθύνεσαι προς τον βασιλέα της Ασίας. Μήτε να μου γράφεις σαν ίσος, αλλά να μου μιλάς ως κύριο όλων των δικών σου πραγμάτων. Αν όχι, θα θεωρήσω πως με προσβάλλεις. Όσο για τη βασιλεία, συνέχισε να αγωνίζεσαι για αυτήν και μη φεύγεις. Γιατί εγώ θα ‘ρθω εναντίον σου, όπου και αν βρίσκεσαι».
  3. Droysen 1996, 287.
  4. Μιλκ Καρτ, κυριολεκτικά ο Βασιλέας της Πόλης, ήταν πολιούχος της Τύρου. Βλ. Lipiński, E. 2001, «Semitic Languages: Outline of a Comparative Grammar», Orientalia Lovaniensia analecta, 80, Peeters Leeuven, 235.
  5. Η πρώτη Τύρος ή Πάλαι Τύρος στην παραλία απέναντι από το νησί στο οποίο χτίστηκε η σημαντική πόλη.
  6. Κούρτιος IV. 2.15.
  7. Διόδωρος 17. 46.5 και Πλούταρχος Αλέξανδρος, 14. 5.
  8. Διόδωρος 17.40.5. και Κούρτιος IV 2.18
  9. Green P. 2008, 347.
  10. Κορόιδευαν από τα τείχη πως ο Αλέξανδρος ήθελε να ανταγωνιστεί το Ποσειδώνα. Βλ. Διόδωρος 17. 41.1 και Κούρτιος IV 2.18.
  11. Berve H. 1926, Das Alexanderreich auf prosographischer Grundlage, vol. I-II, Monaco, 2 no. 267.
  12. Διόδωρος 18. 43.1-2 και 43.9-44.5. Επίσης Κούρτιος IV, 3.24-6
  13. Ο Αρριανός (2. 25.1) την τοποθετεί κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, ενώ ο Κούρτιος (IV, 5.1) μετά την πολιορκία. Ακόμη πιο μεταγενέστερη της ορίζει ο Πλούταρχος (Αλέξανδρος 19.7-9) τοποθετώντας τη μετά την επιστροφή του Αλέξανδρου από την Αίγυπτο.
  14. Ο Κούρτιος (IV, 3, 11) παραδίδει 190 πλοία, ενώ ο Πλούταρχος περί τα 200 (Αλέξανδρος 14. 5)
  15. Green P. 2008, 357.
  16. Βλ. Αρριανός 2. 20.9-10, Διόδωρος 17. 43.3 και Κούρτιος IV 3.11
  17. Αρριανός 2. 21.1 και Κούρτιος IV 3.14-15.
  18. Bosworth 1993, 66.
  19. Αρριανός 2 24.4-5. Κατά τον Διόδωρο (17. 46.3-4) σκοτώθηκαν 7.000 και κατά τον Κούρτιο (IV, 4.16) 6.000 μαζί με 2.000 μάχιμους που σταυρώθηκαν και 13.000 πολίτες που πουλήθηκαν ως δούλοι.
  20. Για τον λόγο του προς τους διοικητές τους βλ. Αρριανός 2.15.6-7 και Κούρτιος IV 2.18, οι οποίοι αντλούν διαδοχικά από τον παρόντα Πτολεμαίο.
  • Berve H. 1926, Das Alexanderreich auf prosographischer Grundlage, vol. I-II, Monaco.
  • Bosworth A. B. 1993, Conquest and Empire: The Reign of Alexander the Great, Cambridge University Press, Cambridge.
  • Droysen J.G. 1996, Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Τράπεζα Πίστεως, Αθήνα.
  • Green, Peter 2008. Αλέξανδρος ο Μακεδόνας: 356-323 π.Χ., Διόπτρα, Αθήνα.