Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η ιστορία του επαίτη μοναχού

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η ιστορία του επαίτη μοναχού
Ο επαίτης μοναχός σε εικονογραφημένο χειρόγραφο των αρχών του 15ου αιώνα
ΣυγγραφέαςΤζόφρι Σώσερ
ΓλώσσαΜέση αγγλική γλώσσα
Μορφήποίημα
ΠροηγούμενοΗ ιστορία της γυναίκας από το Μπαθ
ΕπόμενοΗ ιστορία του κλητήρα του ιεροδικείου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η ιστορία του επαίτη μοναχού (Μεσαιωνικά αγγλικά: The Friar's Tale) είναι μια από τις ιστορίες που διηγούνται οι προσκυνητές στις Ιστορίες του Καντέρμπερι (1387-1400) του Τζέφρυ Τσώσερ.[1]

Μετά την Ιστορία της γυναίκας από το Μπαθ, ο επαίτης μοναχός επαινεί τη γυναίκα για την ιστορία της και αποφασίζει να εκτονώσει την εχθρότητά του εναντίον ενός προσκυνητή που ήταν κλητήρας εκκλησιαστικού δικαστηρίου λέγοντας μια ιστορία εναντίον του. Η ιστορία του επικεντρώνεται σε έναν διεφθαρμένο κλητήρα και τις σχέσεις του με τον Διάβολο. Ωστόσο, η σάτιρα του Τσώσερ επεκτείνεται σε όλη την Εκκλησία, καθώς ο μοναχός που αφηγείται την ιστορία για να καταγγείλει τη διαφθορά των κλητήρων απέχει πολύ από το να είναι άμεμπτος.

Η ιστορία δεν έχει ξεκάθαρη αρχική πηγή όπως πολλές από τις ιστορίες του Τσώσερ, αλλά χρησιμοποιεί το δημοφιλές μοτίβο του διεφθαρμένου αξιωματούχου που παίρνει την ανταμοιβή του.[2]

Ο κλητήρας δίνει την απάντησή του με την επόμενη ιστορία: Η ιστορία του κλητήρα του ιεροδικείου.

Ο μοναχός και ο κλητήρας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία είναι μια σατιρική επίθεση στη διαφθορά της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στις Ιστορίες του Καντέρμπερι, και καταγγέλλει ειδικότερα τους κλητήρες - υπάλληλοι σε εκκλησιαστικά δικαστήρια που επέδιδαν κλητεύσεις σε άτομα που είχαν παραβιάσει τους νόμους της Εκκλησίας κατά της πορνείας, της μαγείας και της κακοδαιμονίας. Οι κλητήρες ήταν επιρρεπείς στη διαφθορά και διαβόητοι επειδή απειλούσαν να προσάγουν άτομα σε δίκη εκτός και αν οι κατηγορούμενοι τους δωροδοκούσαν. [3]

Ο μοναχός και ο κλητήρας φαίνεται ότι είχαν μακροχρόνια έχθρα μεταξύ τους. Ο μοναχός ανήκει σε ένα από τα Επαιτικά τάγματα που ταξίδευαν για να κηρύξουν και ζούσαν ζητιανεύοντας. Μέρος της εχθρότητας μεταξύ των δύο χαρακτήρων μπορεί να οφείλεται σε αυτά τα τάγματα μοναχών, που παρέμβαιναν στο έργο των κλητήρων.

Ωστόσο, ούτε ο μοναχός ξεφεύγει από τη σάτιρα του συγγραφέα: στον Γενικό Πρόλογο του έργου, ο αφηγητής υπαινίσσεται ότι ο μοναχός είναι γυναικάς, λέει ότι είναι πολύ γνωστός στις γυναίκες της πόλης και ότι ακούει εξομολογήσεις και πιθανές σεξουαλικές παρεκτροπές. Επιπλέον, το σχόλιο ότι ο μοναχός έχει πληρώσει την προίκα αρκετών νεαρών γυναικών υπονοεί ότι ο μοναχός μπορεί να κοιμήθηκε με αυτές τις γυναίκες και να πλήρωσε τους γάμους τους για να καλύψει το σκάνδαλο. Ο αφηγητής εστιάζει επίσης στο πόσο πειστικός και εντυπωσιακός ομιλητής είναι ο μοναχός στο ρόλο του ως επαίτη ελεημοσύνης, περιγράφοντας τον τρόπο ομιλίας του ως «γλυκό» και «ευχάριστο». Ο μοναχός χρησιμοποιεί το φυσικό του χάρισμα της πειθούς για να ενθαρρύνει τους ανθρώπους να εξιλεωθούν για τις αμαρτίες τους δίνοντάς του περισσότερα χρήματα. Ωστόσο, η πλούσια ενδυμασία του από εκλεκτό, βαρύ ύφασμα υποδηλώνει πού πηγαίνουν πραγματικά τα χρήματα που συγκεντρώνει. [4]

Ένας αρχιδιάκονος έχει κατασκόπους στην πόλη που του αναφέρουν ποιος έχει αμαρτήσει, ώστε να μπορεί να τους αποσπάσει χρήματα με αντάλλαγμα τη συγχώρεση των αμαρτιών τους. Ο ήρωας του ιστορίας είναι στην υπηρεσία του, κλητήρας που καλεί τους αμαρτωλούς να εμφανιστούν στα εκκλησιαστικά δικαστήρια. Διεφθαρμένος, δεν διστάζει να εκβιάσει χρήματα για τον εαυτό του για να κλείσει υποθέσεις και επίσης ασχολείται με τη μαστροπεία, συντηρεί ιερόδουλες και στη συνέχεια κατηγορεί τους πελάτες τους.[5]

Μια μέρα, ενώ πήγαινε στο σπίτι μιας ηλικιωμένης χήρας για να της επιδώσει κλήτευση με σκοπό να της αποσπάσει χρήματα, ο κλητήρας διασταυρώνεται με έναν νεαρό ντυμένο στα πράσινα, μια στολή που φορούσαν παράνομοι και λαθροκυνηγοί. Οι δύο άντρες ορκίζονται πίστη και ανταλλάσσουν τα μυστικά των συναλλαγών τους, ενώ ο κλητήρας καυχιέται για τις διάφορες ανομίες που έχει διαπράξει. Ο νεαρός αποκαλύπτει ότι είναι στην πραγματικότητα ο μεταμφιεσμένος διάβολος. Ο κλητήρας δεν εκπλήσσεται καθόλου, αντίθετα ενημερώνεται για τις κολασμένες πράξεις του και συμφωνεί οι δυο τους να μοιράσουν τα κέρδη τους κατά τη διάρκεια του ταξιδιού.

Στο δρόμο τους, οι δύο σύντροφοι συναντούν ένα κάρο με σανό του οποίου τα άλογα είναι κολλημένα στη λάσπη. Έξαλλος, ο αγρότης φωνάζει να τα πάρει όλα ο διάβολος - κάρο, άλογο, σανό, τα πάντα. Ο κλητήρας παροτρύνει τον διάβολο να δεχτεί την προσφορά, αλλά αυτός εξηγεί ότι, επειδή η κατάρα δεν ειπώθηκε από καρδιάς και με ειλικρίνεια, δεν έχει τη δύναμη να το κάνει. Πράγματι, λίγες στιγμές αργότερα, τα άλογα προχωρούν και ο αγρότης ζητά από τον Χριστό να τα ευλογήσει.

Στη συνέχεια, ο κλητήρας και ο διάβολος φτάνουν στο σπίτι της χήρας. Ο κλητήρας την κατηγορεί ότι κοιμήθηκε με έναν άνθρωπο της Εκκλησίας και την καλεί στο δικαστήριο, αλλά εκείνη ισχυρίζεται ότι είναι πολύ άρρωστη για να πάει. Ο κλητήρας δέχεται να την αθωώσει για δώδεκα πένες, αλλά η χήρα δεν έχει τα χρήματα και τον παρακαλεί να τη λυπηθεί. Μάταια, ο κλητήρας απαιτεί και το τηγάνι της ως πληρωμή για μια παλιά υπόθεση μοιχείας. Η χήρα εξοργισμένη διαμαρτύρεται για την αθωότητά της και τον καταριέται να πάει στο διάολο κι αυτός και το τηγάνι του. Ο διάβολος τη ρωτά αν εννοεί αυτό που είπε και εκείνη απαντά καταφατικά, εκτός αν μετανοήσει για τις ψευδείς κατηγορίες του. Καθώς ο κλητήρας αρνείται να μετανοήσει, ο διάβολος τον παίρνει - μαζί με το τηγάνι - στην Κόλαση για να τον κάνει να υποστεί χίλια βασανιστήρια, εδώ ο μοναχός ζητά συγγνώμη που δεν τα αναφέρει με λεπτομέρειες και συνιστά στους κλητήρες να μετανοήσουν πριν είναι αργά και καταλήξουν στην Κόλαση.[6]

  • 1972: Η ιστορία του επαίτη μοναχού είναι μία από τα οκτώ ιστορίες του Τσώσερ που διασκευάστηκαν στην κινηματογραφική ταινία Οι Θρύλοι του Καντέρμπουρι, σε σκηνοθεσία Πιερ Πάολο Παζολίνι. [7]

Μεταφράσεις στα ελληνικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ, μτφ: Δημοσθένης Κορδοπάτης, εκδ. Μελάνι, 2014 [8]
  • Οι ιστορίες του Καντέρμπερυ, μτφ: Γιώργος Χαλβατζόγλου, εκδ. Νησίδες, 2018 [9]