Ψευδομονάδα η πυοκυανική: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 39: Γραμμή 39:
}}</ref>
}}</ref>
==Ετυμολογία==
==Ετυμολογία==
Το λατινικό συνθετικό «aeruginosa» προέρχεται από τη λέξη [https://en.wiktionary.org/wiki/aerugo#Latin aerugo], δηλαδή [[γάνα]], [[χαλκοσκουριά]], [[πατίνα]] (και το γαλαζοπράσινο χρώμα αυτής) και δεν έχει καμία σχέση με τον αέρα ώστε να δικαιολογείται η ιδιαίτερα διαδεδομένη (και εσφαλμένη) απόδοση ως «Ψευδομονάς η αεριογόνος». Ως εκ τούτου, η απόδοση με βάση το παλαιότερο συνώνυμο ''Pseudomonas pyocyanea'' κρίνεται καταλληλότερη.
Το λατινικό συνθετικό «aeruginosa» προέρχεται από τη λέξη [https://el.wiktionary.org/wiki/aerugo aerugo], δηλαδή [[γάνα]], [[χαλκοσκουριά]], [[πατίνα]] (και το γαλαζοπράσινο χρώμα αυτής) και δεν έχει καμία σχέση με τον αέρα ώστε να δικαιολογείται η ιδιαίτερα διαδεδομένη (και εσφαλμένη) απόδοση ως «Ψευδομονάς η αεριογόνος». Ως εκ τούτου, η απόδοση με βάση το παλαιότερο συνώνυμο ''Pseudomonas pyocyanea'' κρίνεται καταλληλότερη.


== Περιγραφή ==
== Περιγραφή ==

Έκδοση από την 16:19, 13 Φεβρουαρίου 2021

Ψευδομονάδα η πυοκυανική
Πυοκυανική ψευδομονάδα σε καλλιέργεια σε τρυβλία
Πυοκυανική ψευδομονάδα σε καλλιέργεια σε τρυβλία
Συστηματική ταξινόμηση
Επικράτεια: Βακτήρια (Bacteria)
Συνομοταξία: Πρωτεοβακτήρια (Proteobacteria)
Ομοταξία: Γαμμαπρωτεοβακτήρια (Gammaproteobacteria)
Τάξη: Ψευδομοναδώδη (Pseudomonadales)
Οικογένεια: Ψευδομοναδοειδή (Pseudomonadaceae)
Γένος: Ψευδομονάς (Pseudomonas)
Είδος: P. aeruginosa
Διώνυμο
Pseudomonas aeruginosa
Συνώνυμα
  • Bacterium aeruginosum Schroeter 1872
  • Bacterium aeruginosum Cohn 1872
  • Micrococcus pyocyaneus Zopf 1884
  • Bacillus aeruginosus (Schroeter 1872) Trevisan 1885
  • Bacillus pyocyaneus (Zopf 1884) Flügge 1886
  • Pseudomonas pyocyanea (Zopf 1884) Migula 1895
  • Bacterium pyocyaneum (Zopf 1884) Lehmann and Neumann 1896
  • Pseudomonas polycolor Clara 1930
  • Pseudomonas vendrelli nomen nudum 1938

Η Ψευδομονάς η πυοκυανική (Pseudomonas aeruginosa) είναι είδος βακτηρίου μέλος του γένους Pseudomonas (Ψευδομονάδων). Είναι η πιο συχνή αιτία λοιμώξεων από ψευδομονάδα στον άνθρωπο. Ευθύνεται επιπλέον για ασθένειες στα ζώα και τα φυτά. Απαντάται σε διάφορες τοποθεσίες του φυσικού περιβάλλοντος, στο έδαφος και στο νερό. Το 10% των ανθρώπων την φέρει ως μέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του εντέρου. Μπορεί να επιβιώσει κάτω από δυσμενείς συνθήκες για τους περισσότερους οργανισμούς και αντιστέκεται στην φαγοκυττάρωση και είναι ανθεκτικό στα περισσότερα αντιβιοτικά. [3, 4, 12][1]

Ετυμολογία

Το λατινικό συνθετικό «aeruginosa» προέρχεται από τη λέξη aerugo, δηλαδή γάνα, χαλκοσκουριά, πατίνα (και το γαλαζοπράσινο χρώμα αυτής) και δεν έχει καμία σχέση με τον αέρα ώστε να δικαιολογείται η ιδιαίτερα διαδεδομένη (και εσφαλμένη) απόδοση ως «Ψευδομονάς η αεριογόνος». Ως εκ τούτου, η απόδοση με βάση το παλαιότερο συνώνυμο Pseudomonas pyocyanea κρίνεται καταλληλότερη.

Περιγραφή

Η ψευδομονάδα Pseudomonas aeruginosa είναι ένα αρνητικό κατά Γκραμ και κατά κανόνα κινητό αερόβιο βακτήριο. Δεν σχηματίζει εφησυχάζουσες μορφές και δεν παράγει σπόρους (μη σπορογόνο). Είναι βακτηρίδιο έχει δηλαδή ραβδοειδές σχήμα. Το μήκος της ράβδου του κυμαίνεται από 1 - 5 μm και το πλάτος από 0,5 - 1,0 μm. Εξωτερικά του κυττάρου σε μερικά στελέχη υπάρχει πολυσακχαρικό έλυτρο που το προστατεύει από τη φαγοκυττάρωση και από επικίνδυνες για αυτό ουσίες. Τα κύτταρα του βακτηριδίου P. aeruginosa διατάσσονται μεμονωμένα, σε ζεύγη και σε μικρές αλυσίδες. Επίσης χαρακτηρίζεται ως αμφίτριχο, διότι έχει ένα μόνο μαστίγιο σε κάθε πόλο [10, 13].[1][2]

Καλλιέργεια

Η ψευδομονάδα (P. aeruginosa) αναπτύσσεται κυρίως σε αερόβιες και προαιρετικά σε αναερόβιες συνθήκες, και σε κοινά θρεπτικά υλικά. Ιδανική θερμοκρασία ανάπτυξης είναι οι 37 °C μπορεί όμως να αναπτυχθεί και σε 4 – 43 °C. Το γεγονός ότι αναπτύσσεται στους 42 °C την διαφοροποιεί από τις υπόλοιπες ψευδομονάδες. Σημαντικό χαρακτηριστικό των αποικιών της P. aeruginosa είναι η ιδιαίτερη ευχάριστη οσμή της. Σε ορισμένες καλλιέργειες παρατηρούνται βλεννώδεις αποικίες, λόγω του ελύτρου της. Άχρωμες αποικίες εντοπίζονται στο MacConkey άγαρ, γιατί δεν ζυμώνει την λακτόζη [3].[1]

Ιδιότητες

Όλα τα στελέχη της P.aeruginosa αναπτύσσονται στους 42 βαθμούς Κελσίου. Επιπλέον παράγουν οξειδάση και καταλάση, αλλά όχι υδρόθειο. Διασπούν οξειδωτικώς την γλυκόζη, χωρίς την παραγωγή αερίου, όμως δεν την ζυμώνουν. Αντίθετα δεν διασπούν την μαλτόζη και την λακτόζη. Προκαλούν οξειδωτική διάσπαση του γλυκονικού καλίου, παράγοντας 2-κετογλυκονικό κάλιο.
Στα περισσότερα στελέχη συναντάμε κινητικότητα ( 90% των στελεχών) και την δυνατότητα υδρόλυσης της αργίνης (96-98% των στελεχών). Ποσοστό μεγαλύτερο του 50% των στελεχών της παράγουν την χρωστική πράσινη πυοκυανίνη. Σημαντικό είναι ότι από όλα τα είδη της ψευδομονάδας μόνο η Ρ. aeruginosa έχει αυτήν την ιδιότητα. Η πυοκυανίνη χρωματίζει τα εκκρίματα των λοιμώξεων που οφείλονται στην συγκεκριμένη ψευδομονάδα, για αυτό και η Ψευδομονάδα η αεριογόνος ονομάζεται και πυοκυανική. Στελέχη που παράγουν πυοκυανίνη χαρακτηρίζονται εύκολα ως Ρ. aeruginosa και δεν χρειάζονται άλλες δοκιμασίες για την τυποποίηση του μικροβίου. Οι ψευδομονάδες παράγουν σπανιότερα και άλλες χρωστικές, όπως τις πυοερυθρίνη, πυομελανίνη και φθοριοσεΐνη. Η φθοριοσεΐνη είναι πράσινη φθορίζουσα χρωστική και οι καλλιέργειες του μικροβίου που την παράγουν φθορίζουν, όταν προσπέσει σε αυτά υπεριώδης ακτινοβολία. Η πυοερυθρίνη είναι σκούρα ερυθρά χρωστική και η πυομελανίνη έχει χρώμα καστανόμαυρο [3, 4].[1]

Παθογένεια

Η πυοκυανική ψευδομονάδα δεν προκαλεί συνήθως ασθένειες σε υγιείς ανθρώπους. Είναι ένας ευκαιριακά παθογόνος μικροοργανισμός. Ονομάζεται ευκαιριακός, επειδή η συμπεριφορά του εξαρτάται από τις συνθήκες. Μπορεί όμως να προκαλέσει θανατηφόρες λοιμώξεις σε ανοσοκατεσταλμένα άτομα, σε ασθενείς με σοβαρά εγκαύματα, με σοβαρές δερματικές βλάβες και σε ασθενείς που πάσχουν από κυστική ίνωση. Έχει ελάχιστες διατροφικές απαιτήσεις και μπορεί να ανεχθεί μια μεγάλη ποικιλία περιβαλλοντικών συνθηκών [3, 10, 13, 14][1]

Η Ρ. aeruginosa προκαλεί ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις όπως ουρολοιμώξεις, μηνιγγίτιδα, λοιμώξεις από καθετήρες, σηψαιμία, πνευμονία, διαπυήσεις τραυμάτων κ.ά. Προκαλεί όμως και εξωνοσοκομειακές λοιμώξεις όπως ωτίτιδα, λοιμώξεις τραυμάτων, επιπεφυκίτιδα κ.α. [4]. Είναι υπεύθυνη για το 16% της νοσοκομειακής πνευμονίας, το 12% των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος, το 8% λοιμώξεων χειρουργικών τραυμάτων και το 10% λοιμώξεων του αίματος [11].

Η πυοκυανική ψευδομονάδα προκαλεί αναπνευστικές λοιμώξεις στους ασθενείς με ινοκυστική νόσο. Η κυστική ίνωση (CF) είναι κληρονομική ασθένεια. Το υπεύθυνο γονίδιο της βρίσκεται στο έβδομο χρωμόσωμα. Η δράση του φυσιολογικού χρωμοσώματος συνδέεται με την μεταφορά ιόντων χλωρίου δια μέσου της κυτταρικής μεμβράνης. Για αυτό το λόγο στους ασθενείς με κυστική ίνωση, υπάρχει διαταραχή της ισορροπίας νερού και αλάτων, με αποτέλεσμα την παραγωγή υπερβολικής βλέννας στους πνεύμονες και στο γαστρεντερικό σωλήνα. Η μεγάλη ποσότητα της βλέννας γίνεται το ιδανικό περιβάλλον για πιθανούς παθογόνους παράγοντες. Η P. aeruginosa προσβάλλει ασθενείς με κυστική ίνωση μέσω των αεραγωγών και τη στιγμή που εισέρχεται χρησιμοποιεί το μαστίγιο της για να μεταβεί στο υποξικό περιβάλλον. Σε αυτό το σημείο, P. aeruginosa ξεκινά να σχηματίζει «βιοφίλμ» [5, 6, 13].

Εκτός από τους ασθενείς με κυστική ίνωση αναπνευστικές λοιμώξεις προκαλούνται και σε ανοσοκατεσταλμένους ασθενείς καθώς και σε χρόνιους πνευμονοπαθείς όπου προκαλεί κυρίως πνευμονία. Η πυοκυανική ψευδομονάδα προκαλεί επίσης βακτηριαιμία (η παρουσία μικροοργανισμών στο αίμα που ανιχνεύεται με την καλλιέργεια του αίματος) μεταδιδόμενη μέσω ιατροτεχνολογικών προϊόντων στα νοσοκομεία και στους οίκους ευγηρίας. Τα συμπτώματα εξαρτώνται από το σημείο της λοίμωξης, με το ποσοστό της θνησιμότητας να παραμένει μεγαλύτερο από το 10% [12]. Στο ίδιο ποσοστό οφείλεται και για τις περιπτώσεις ενδοκαρδίτιδας. Έχουν περιγραφεί 200 περιπτώσεις ενδοκαρδίτιδας από P. aeruginosa. Η λοίμωξη παρατηρήθηκε και σε χρήστες ενδοφλέβιων ουσιών [8].

Η ανθεκτικότητα της στα περισσότερα από τα συνηθισμένα αντιβιοτικά, είναι ένα γεγονός που καθιστά την λοίμωξη από Ρ. aeruginosa, αρκετά επικίνδυνη ειδικά σε άτομα με ήδη επιβαρυμένο ανοσοποιητικό. Ο σχηματισμός του βιοφίλμ σχετίζεται με την αντοχή του στελέχους στα αντιβιοτικά και σε χρόνιες λοιμώξεις [3].

Φυτά και ασπόνδυλα

Στα ανώτερα φυτά, η P. aeruginosa προκαλεί τα συμπτώματα «μαλακιάς σήψης» (αγγλ.: soft rot), π.χ. στα φυτά Arabidopsis thaliana (κάρδαμο του Thale) και το Lactuca sativa (μαρούλι). Επίσης είναι παθογόνο για ασπόνδυλα ζώα, όπως του νηματώδους Caenorhabditis elegans, τη ξιδόμυγα Drosophila και τον σκόρο Galleria mellonella. Ο συνδυασμός των λοιμογόνων παραγόντων είναι ίδιος για την μόλυνση των φυτών και των ζώων.[14]

Δομή του γονιδιώματος

Το μέγεθος του γονιδιώματος της P. aeruginosa είναι περίπου 5.200.000 - 7.000.000 bp (ζεύγη βάσεων) με 65% περιεκτικότητα σε γουανίνη και κυτοσίνη. Σύμφωνα μάλιστα με δημοσίευση του περιοδικού Nature είναι 6,3 Mbp και περιέχει 5.570 γονίδια σε ένα χρωμόσωμα [7, 13].

Μέθοδος (PCR)

Στο εργαστήριο με τη μέθοδο της ποσοτικής PCR πραγματικού χρόνου (Real Time PCR) υπάρχει η δυνατότητα της ανίχνευσης και της ποσοτικοποίησης με πολύ μεγάλη ευαισθησία [13].

Εφαρμογή στη βιοτεχνολογία

Η P. aeruginosa, όπως και πολλά άλλα είδη του γένους Pseudomonas, μπορεί να αποδομήσει αρωματικούς υδρογονάνθρακες, όπως τις μεθυλοβενζίνες, που είναι τα υποπροϊόντα του πετρελαίου και χρησιμοποιούνται συνήθως ως διαλύτες για σμάλτα και χρώματα, καθώς και στην παραγωγή φαρμάκων και χημικών ουσιών. Οι μεθυλοβενζίνες θεωρούνται περιβαλλοντικοί ρύποι που τις συναντάμε στην ατμόσφαιρα, στα υπέδαφος, στα εδάφη, και στα επιφανειακά ύδατα. Η P. aeruginosa μπορεί να διασπάσει το τολουόλιο, που είναι η απλούστερη μορφή του μεθυλοβενζολίου. Αυτό γίνεται με την οξείδωση μεθυλίου σε αλδεΰδες, αλκοόλη και οξύ το οποίο στη συνέχεια μετατρέπεται μετατρέπεται σε κατεχολαμίνες. Ως εκ τούτου, η P. aeruginosa μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο της ρύπανσης [13].

Αναφορές

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Πόγγας, Ν· Χαρβάλου, Α (2011). Ιατρική μικροβιολογία. Αθήνα: Εκδόσεις Οδυσσέας. ISBN 978-960-210-577-1. 
  2. Μαυρίδου, Α· Καμπούρης, Μ· Νικολαίδου, Α (2012). Γενική μικροβιολογία. Αθήνα: Π.Χ. Πασχαλίδης. ISBN 978-960-489-163-4. 

Βιβλιογραφία

  1. Δημητρακόπουλος Γ. Ο., Μικροβιολογία II, Ευγενίδιου Ιδρύματος 1954, Αθήνα
  2. Στάμος Γ. Μαθήματα Μικροβιολογίας II για Σπουδαστές ειδικότητας Ιατρικών και Βιολογικών Εργαστηρίων –Μικροβιολογικού και Βιοχημικού Εργαστηρίου, Ι.Ε.Κ. 2006-2007, Σιβιτανιδείου
  3. Αλεπόρου-Μαρίνου Α, Αργυροκαστρίτης Α, Κομητοπούλου Α, Πιαλόγλου Π, Σγουρίτσα Β. Βιολογία θετικής κατεύθυνσης Γ’ τάξης γενικού λυκείου, ΟΕΔΒ1999 , Αθήνα, ISBN 978-960-06-0684-6
  4. Hare J, Solis N, Harmer C, Marzook N B, Rose B , Harbour C, Crossett B, Manos J and Coldwell J, Proteomic profiling of Pseudomonas aeruginosa AES-1R, PAO1 and PA14 reveals potential virulence determinants associated with a transmissible cystic fibrosis-associated strain, BMC Microbiology 2012, doi:10.1186/1471-2180-12-16
  5. Stover C, Pham X, Erwin A, Mizoguchi S, Warrener P, Hickey M. et al, Complete genome sequence of Pseudomonas aeruginosa PAO1, an opportunistic pathogen Nature, 31 Aug 2000; 406(6799):959-64.
  6. Κανσουζίδου-Κανακούδη Α. Λοιμώδης ενδοκαρδίτιδα, Δελτίον Ελληνικής Μικροβιολογικής Εταιρίας, Τόμος 52, Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου 2007

Χρήσιμοι σύνδεσμοι

  1. http://www.microbelibrary.org (American society of microbiology)
  2. http://www.textbookofbacteriology.net/pseudomonas.html (Kenneth Todar, Ph.D.)
  3. http://www.cdc.gov (Center of Disease Control and Prevention)
  4. http://emedicine.medscape.com/article/226748-overview
  5. http://microbewiki.kenyon.edu/index.php/Pseudomonas_aeruginosa
  6. http://en.wikipedia.org/wiki/Pseudomonas_aeruginosa