Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αρχαία δραχμή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Έξι σιδερένιοι οβολοί (σούβλες), που ισοδυναμούν με μία δραχμή. Νομισματικό Μουσείο Αθηνών.
Αθήνα 545-510 π.Χ. Αργυρό δίδραχμο 8,34 γραμ.
Αίγινα μετά το 404 π.Χ. Αργυρή δραχμή 5,43 γραμ. 18 χλστ. Χελώνα / δελφίνι, επιγρ.: ΑΙΓ[ΙΝΙΤΩΝ].
Μασσαλία 200-150 π.Χ. Αργυρό τετρώβολον 2,76 γραμ., 15 χλστ. Άρτεμις με φαρέτρα και τόξο / λέων, επιγρ.: ΜΑΣΣΑ[ΛΙΩΤΩΝ], μονόγραμμα Ξ.
Ολυμπία 360 π.Χ. Αργυρό τετράδραχμο 12,12 γραμ., 24 χλστ. Ζεύς, επιγρ.: FAΛEION (Ηλείων) / νύμφη Ολυμπία, επιγρ.: ΟΛΥΜΠΙΑ.
Βαβυλών, 323-317 π.Χ. επί Φιλίππου Γ΄ Αρριδαίου. Αργυρή δραχμή 4,26 γραμ., 15 χλστ. Ηρακλής / Ζεύς κρατά αετό και σκήπτρο, επιγρ.: ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ, μονόγραμμα Μ.

Στην αρχαία Ελλάδα, η δραχμή, (πληθυντικός: δραχμαί) ήταν μία αρχαία νομισματική μονάδα που κόπηκε σε πολλές πόλεις-κράτη σε μία περίοδο δέκα αιώνων, από την Aρχαϊκή εποχή, σε όλη την Κλασική και την Ελληνιστική περίοδο, ως τη Ρωμαϊκή περίοδο. Η αρχαία δραχμή προέρχεται από την Ελλάδα του 6ου αι. π.Χ.[1] Tο νόμισμα, συνήθως από άργυρο ή μερικές φορές από χρυσό,[2] έχει την καταγωγή του από ένα σύστημα ανταλλαγών, που αναφέρεται στη δραχμή (δραξ = χούφτα) ως μία χούφτα από ξύλινους οβελούς (σούβλες) ή βέλη.[3] Η δραχμή ήταν διαφορετική σε κάθε πόλη-κράτος που την έκοβε, και μερικές φορές κυκλοφορούσε σε όλη τη Μεσόγειο .[4] Η νομισματοκοπεία της Aθήνας θεωρείται η πιο ισχυρή και έγινε η πιο δημοφιλής.[4]

Το όνομα δραχμή προέρχεται από το ρήμα δράσσομαι (κρατώ μέσα στην παλάμη μου).[5] Πιστεύεται ότι η ίδια λέξη με την έννοια "χούφτα", βρίσκεται σε πινακίδες γραμμικής Β της Μυκηναϊκής Πύλου [1]. Αρχικά μια δραχμή ήταν μια χούφτα από έξι οβολούς ή oβελούς (μεταλλικές ράβδους, στην κυριολεξία "σούβλες") που χρησιμοποιούνταν αρχικά για το ψήσιμο του αρνιού. [3] Με ανθρωπολογικά στοιχεία πιστεύεται ότι οι οβολοί χρησιμοποιήθηκαν ως μια μορφή πρώιμου νομίσματος, αρχίζοντας γύρω στο 1100 π.Χ. και ήταν μια μορφή ράβδων (bullion) από μπρούντζο, χαλκό ή σίδηρο, που είχε αξία από το βάρος, σε ένα αναπτυγμένο σύστημα ανταλλαγής.[3] Οι πρώτοι από αυτούς τους oβελούς βρέθηκαν στην Παλαίπαφο της Κύπρου, σε έναν τάφο της Γεωμετρικής εποχής. Ανθρωπολογικά στοιχεία δείχνουν ότι οι οβελοί χρησιμοποιήθηκαν στις ταφές των πολεμιστών ευγενών ή στους τάφους των ανθρώπων με υψηλή κοινωνική θέση. [6] Ένα σύνολο περισσότερων από 150 καλαμοειδών οβελών ανακαλύφθηκε στο Ηραίον του Άργους, στην Πελοπόννησο. Έξι από αυτά εκτίθενται στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών. Παρά τις προηγούμενες ενδείξεις κακής διατήρησης, τα oβελοί που ανακαλύφθηκαν στο Άργος ήταν οι πρώτοι που βρέθηκαν εντελώς άθικτοι.[6]

Η δραχμή ήταν η τυποποιημένη μονάδα νομισμάτων αργύρου στα περισσότερα αρχαία ελληνικά νομίσματα, και το όνομα oβολός χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει ένα νόμισμα που ήταν το ένα έκτο της δραχμής. [2] Η ιδέα ότι η δραχμή προέρχεται από τη λέξη για τη χούφτα καταγράφεται από τον Ηρακλείδη από τον Πόντο (387-312 π.Χ.), ο οποίος ενημερώθηκε από τους ιερείς του Ηραίου ότι ο Φείδων βασιλιάς του Άργους, αφιέρωσε στο Ηραίον καλαμοειδείς οβελούς. Παρόμοιες πληροφορίες για τους οβελούς του Φείδωνα καταγράφηκαν επίσης στο Πάριο Χρονικό.

Τα Αρχαία Ελληνικά νομίσματα συνήθως είχαν ξεχωριστές ονομασίες στην καθημερινή χρήση. Το τετράδραχμο της Αθήνας ονομαζόταν γλαυξ,[7] ο Αιγνητικός στατήρας (δίδραχμο) λεγόταν χελώνη, ο Κορινθικός στατήρ ήταν ο ίππος, και ούτω καθεξής. Κάθε πόλη έκοβε τα δικά της νομίσματα και τα σφράγιζε με αναγνωρίσιμα σύμβολα της πόλης, γνωστά ως εμβλήματα στη νομισματική, μαζί με κατάλληλες επιγραφές, και συχνά αναφέρονταν είτε στο όνομα των κατοίκων της (πχ ΑΘΗΝΑΙΩΝ), είτε στην εικόνα που απεικόνιζαν (γλαύκες, χελώνες). [8] Η ακριβής αξία ανταλλαγής κάθε νομίσματος καθοριζόταν από την ποσότητα και την καθαρότητα του μετάλλου, η οποία αντικατοπτρίστηκε στη φήμη κάθε νομίσματος. [2] Τα νομίσματα ήταν πιο συχνά κατασκευασμένα από άργυρο, και πολύ σπάνια από χρυσό. [2]

Γεωγραφική διασπορά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεταξύ των ελληνικών πόλεων που χρησιμοποιούσαν το δραχμή ήταν: Άβδηρα, Άβυδος, Αλεξάνδρεια, Αίτνα, Αντιόχεια, Αθήνα, Χίος, Κύζικος, Κόρινθος, Έφεσος, Ερέτρια, Γέλα, Κατάνη, Κως, Μαρώνεια, Νάξος, Πέλλα, Πέργαμος, Ρήγιον, Σαλαμίς, Σμύρνη, Σπάρτη, Συρακούσες, Θάσος, Τένεδος, Τροία και άλλα. Τα περισσότερα νομίσματα κυκλοφορούσαν μόνο στην περιοχή στην οποία κοβόταν, και δεν υπήρχε καθολικό πρότυπο. Ωστόσο, περισσότερες από τις μισές γνωστές ελληνικές πόλεις-κράτη δεν έχουμε στοιχεία ότι έκοψαν νομίσματα.[9]

Υποδιαιρέσεις και πολλαπλάσια της δραχμής κατασκευάστηκαν από πολλά κράτη, κυρίως την Πτολεμαϊκή Αίγυπτο, η οποία κατασκεύασε μεγάλα νομίσματα από χρυσό, άργυρο και χαλκό.

Σημαντικά πτολεμαϊκά νομίσματα περιλάμβαναν τα χρυσά 'πεντάδραχμο' και οκτάδραχμο, επίσης τα αργυρά τετράδραχμο, δεκάδραχμο και πεντακαιδεκάδραχμο (15 δραχμές).[10] Αυτό ήταν ιδιαίτερα αξιοσημείωτο, καθώς τα επόμενα νομίσματα σημαντικού μεγέθους (ιδιαίτερα από άργυρο) που κόπηκαν σε σημαντικές ποσότητες ήταν το Guldengroschen το 1486.

Μετά τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου του Μεγάλου, το όνομα δραχμή χρησιμοποιήθηκε σε πολλά από τα Ελληνιστικά βασίλεια στη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένου του Πτολεμαϊκού βασιλείου στην Αλεξάνδρεια και της Παρθικής αυτοκρατορίας, της οποίας η επικράτεια ήταν το σύγχρονο Ιράν. Η αραβική μονάδα νομίσματος γνωστή ως dirham (αραβικά), γνωστή από την προ-Ισλαμική εποχή και μετά, κληρονόμησε το όνομά της από τη δραχμή ή το δίδραχμο. Το ντιρχάμ είναι ακόμα το όνομα των επίσημων νομισμάτων του Μαρόκου και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Το Αρμενικό ντραμ (αρμενικά: Դրամ‎‎) προέρχεται επίσης από το όνομα της δραχμής.

Αθηναϊκή νομισματοκοπεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 5ο αι. π.Χ. το Αθηναϊκό τετράδραχμον ("τέσσερις δραχμές") παρίστανε το κεφάλι της Αθηνάς με κράνος στην εμπρός όψη του νομίσματος, και μια γλαύκα (κουκουβάγια) στην πίσω όψη. Στην καθημερινή χρήση τα νομίσματα ονομάζονταν γλαῦκες,[11] από όπου και προέρχεται η παροιμία "Γλαῦκ' Ἀθήναζε", δηλ. μια κουκουβάγια στην Αθήνα, που αναφέρεται σε κάτι που ήταν σε πλούσια προσφορά. Η γλαύκα εμφανίζεται στην "εθνική πλευρά" του σύγχρονου ελληνικού νομίσματος του 1 ευρώ.

Το τετρατράδραχμο ήταν ίσως το πιο ευρέως χρησιμοποιούμενο νόμισμα στον ελληνικό κόσμο πριν από την εποχή του Αλεξάνδρου του Μεγάλου (όπως και ο κορινθικός στατήρας).[2] Η αθηναϊκές κοπές ήταν ιδιαίτερα ελκυστικές λόγω της καθαρότητας του αργύρου, που χρησιμοποιείτο για να δημιουργήσει κάθε νόμισμα. [4] Εκείνη την εποχή, για να αποκτήσουν νομιμότητα σε μια μεγάλη γεωγραφική διάχυση, τα κράτη-πολιτείες βασίζονταν στην εγγενή αξία των νομισμάτων τους και στην υπόσχεση ότι "η εξουσία που το έκοψε, θα σε αποζημιώσει". Η Αθήνα απέδειξε και τα δύο. Το αθηναϊκό νόμισμα ήταν ένα από τα λίγα νομίσματα, που έγιναν αποδεκτά διεθνώς.[2] Η δημοτικότητα του νομίσματος της Αθήνας φαίνεται σε πολλούς νόμους, που περιορίζουν τους τοπικούς εμπόρους στην αποκλειστική χρήση των Αθηναϊκών νομισμάτων στο εξωτερικό. [12] Το μόνο συγκεκριμένο νόμισμα που αναφέρεται στον Ηροδότο, είναι η δραχμή της Αθήνας.[13]

Απόδειξη για τη χρήση αργυρών νομισμάτων μπορεί να βρεθεί σε πολλαπλά τμήματα των Ιστοριών του Ηροδότου: Στο 6.21 οι εντάσεις μεταξύ των Αθηναίων και της Μιλήτου οδηγούν σε συζήτηση για ίση απόδοση και ανταλλαγή, που περιλαμβάνει νομίσματα.[14] Στο Ηροδότο 8.93 προσφέρεται ένα βραβείο δέκα χιλιάδων δραχμών σε αντάλλαγμα για έναν αιχμάλωτο.[15]

Ο πολύτιμος άργυρος που χρησιμοποιήθηκε στα Αθηναϊκά νομίσματα, συλλέχθηκε από τα ορυχεία του Λαυρίου στην Αττική, τα οποία υποβλήθηκαν σε μεγάλης κλίμακας χρήση και εκμετάλλευση από τον 6ο αι. π.Χ. [16] Η εξόρυξη εποπτεύονταν αυστηρά από το αθηναϊκό κράτος. [16] Στον Ηρόδοτο 7.144 υπάρχει συγκεκριμένη συζήτηση για τον πλούτο, που συγκέντρωσαν οι Αθηναίοι από αυτά τα ορυχεία. Ο ιστορικός δηλώνει, ότι "τα έσοδα από τα ορυχεία στο Λαύριο έφεραν μεγάλο πλούτο στο ταμείο της Αθήνας".[17]

Χρήσεις στην Αρχαία Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κύρια λειτουργία του πρώτου νομίσματος συζητείται έντονα από τους μελετητές. Η ιστορικός Σίτα φον Ρέντεν δηλώνει ότι, "Ο μεγάλος αριθμός των πιθανών εξηγήσεων, που καμία από τις οποίες δεν είναι πλήρως ικανοποιητική, έχει κάνει τους μελετητές να εγκαταλείψουν το ερώτημα της πρωταρχικής λειτουργίας των πρώτων νομισμάτων". [6] Αλλά υπάρχουν κάποια ανθρωπολογικά στοιχεία για διαφορετικές χρήσεις νομισμάτων με την πάροδο του χρόνου στην Αρχαία Ελλάδα.

Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι χρησιμοποιήθηκαν για να διευκολύνουν το εμπόριο.[6] Αυτή η χρήση νομισμάτων αποδεικνύεται σε πηγές όπως ο Ηροδότος 1.94. Ο ίδιος λέει ότι οι Λυδοί ήταν οι πρώτοι που έκοψαν νομίσματα και τα χρησιμοποιούσαν "για λιανική πώληση".[18]

Δεδομένου ότι το εμπόριο ελεγχόταν από το κράτος, οι εμπορικοί και πολιτικοί παράγοντες είναι πολύ συνδεδεμένοι. Τα αρχαία νομίσματα είχαν επίσης θρησκευτική χρήση. Οι oβελοί χρησιμοποιήθηκαν συχνά για την αφιέρωση σε ιερά και ναούς. Ανθρωπολογικές ενδείξεις αυτού μπορούν να βρεθούν στο ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς, στον ναό του Απόλλωνα στους Αλιείς Ερμιονίδος και στο ιερό της Ήρας και του Δία στην Ολυμπία.[19] Παρόλο που αμφισβητείται, οι ιστορικοί πιστεύουν ότι η χρήση αυτών των αντικειμένων σε θρησκευτικό πλαίσιο είναι σημαντική. Επιπλέον, "ποινές, φόροι και άλλα τέλη επιβλήθηκαν τόσο στους ιερείς, όσο και στους λάτρεις" και αυτά πληρωνόταν με βάρος ράβδων ή νομισμάτων. [6]

Πολλοί ιστορικοί πιστεύουν ότι τα νομίσματα χρησιμοποιήθηκαν ως εργαλείο για την οικοδόμηση μίας αυτοκρατορίας, καθώς μία πόλη-κράτος της Ελλάδας μπορούσε να επιβάλει την εξουσία της και να καθιερώσει την πολιτική θέση της μέσω της διαχείρισης των νομισμάτων της. [6]

Υπάρχει επίσης ιστορική εικασία, ότι τα νομίσματα κατασκευάστηκαν και χρησιμοποιήθηκαν ως μορφή πολιτικής υπερηφάνειας. Ο Τόμας Ρ. Μάρτιν λέει, ότι η χρήση νομισμάτων στην αρχαία Ελλάδα θα μπορούσε να συγκριθεί χαλαρά με τη χρήση σημαιών στον σύγχρονο κόσμο. [9] Ο Τ. Μάρτιν λέει ότι τα νομίσματα λειτουργούσαν έτσι "ως σύμβολα της βασιλικής ταυτότητας" [9]

Τα νομίσματα χρησιμοποιήθηκαν για ανταμοιβές σε αθλητικά παιχνίδια, τα οποία αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της ελληνικής ζωής. Οι νικητές των παιχνιδιών συχνά λάμβαναν βραβεία σε νομισματική αξία, όπως μπρούτζινα και αργυρά δοχεία, τρίποδες και νομίσματα.[6]

Στην καθημερινή ζωή τα νομίσματα χρησιμοποιήθηκαν για κοινωνικές συναλλαγές, όπως ο γάμος και η μεταπώληση γης, αν και πολύ λίγα είναι γνωστό γι' αυτές τις ανταλλαγές. [6] Ανθρωπολογικά στοιχεία δείχνουν, ότι οι γάμοι ήταν γεγονότα κατά τα οποία τα νομίσματα θα ανταλλάσσονταν από τη μία μεριά στην άλλη.[6] Άλλα αντικείμενα που θεωρούνταν μέρος της προίκας, εκτιμώντο με βάση την νομισματική τους αξία, μετρούμενη σε κέρματα. Οι προίκες συνήθως πληρώνονταν σε μετρητά: για μια πλούσια Αθηναϊκή οικογένεια, αυτή θα μπορούσε να είναι μεταξύ 500 δραχμών και 2 ταλάντων".[6]

Τα δραχμή είχε διαφορετικό βάρος σε διαφορετικά ελληνικά νομίσματα. Το πρότυπο που έγινε πιο συχνά χρησιμοποιούμενο, ήταν το πρότυπο των Αθηναίων ή Αττικό πρότυπο, στο οποίο ζύγιζε λίγο περισσότερο από 4,3 γραμ. [2]

Σύγχρονη αξία και σύγκριση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ακμή της αρχαίας Ελλάδας (τον 5ο και 4ο αι.) ο ημερήσιος μισθός για έναν ειδικευμένο εργάτη ή έναν οπλίτη ήταν μία δραχμή, και για έναν ηλιαστή (δικαστή) μισή δραχμή από το 425 π.Χ. [20] Πριν τον Πελοποννησιακό Πόλεμο (άρχισε το 431), που προκάλεσε σημαντικό πληθωρισμό, ένας εργάτης μπορούσε να κερδίζει ένα τρίτο της δραχμής την ημέρα.[2]

Οι αναφορές της εποχής εκείνης προέρχονται από τον Ξενοφώντα, ότι μισή δραχμή ημερησίως (360 ημέρες ετησίως) παρείχε "μια άνετη διαβίωση" για τους "φτωχούς πολίτες" (για τον επικεφαλής ενός νοικοκυριού το 355 π.Χ.). Νωρίτερα το 422 π.Χ., βλέπουμε επίσης στον Αριστοφάνη (Σφήκες, 300-302) ότι η ημερήσια μισή δραχμή ενός δικαστή ήταν αρκετή για την καθημερινή διαβίωση μιας οικογένειας τριών μελών.[21]

Είναι δύσκολο να εκτιμηθούν οι συναλλαγματικές ισοτιμίες σε σύγκριση με τα σύγχρονα νομίσματα, επειδή το φάσμα των προϊόντων που παράγονται από τις οικονομίες των προηγούμενων αιώνων ήταν διαφορετικό από το σημερινό. Οι υπολογισμοί της ισοτιμίας αγοραστικής ισχύος (PPP) είναι πολύ δύσκολοι.

Μια εργασία του 1885 από τον Γουίλιαμ Γκούντβιν εκτιμούσε ότι, αγνοώντας την αγοραστική δύναμη, το βάρος του αργύρου που είχε περιληφθεί σε ένα τάλαντο (6.000 δραχμές) του Σόλωνα, ήταν εκείνη την εποχή περίπου 877 δολάρια ΗΠΑ, δημιουργώντας μια δραχμή αξίας 0,14 δολαρίων το 1885 ($4,96 το 2023) ). Ωστόσο, είπε ότι "αυτές οι συγκρίσεις του ταλάντου του Αττικής με ένα μεταβλητό εμπόρευμα όπως ο άργυρος στις μέρες μας είναι, φυσικά, εξαιρετικά μη ικανοποιητικές". Χρησιμοποιώντας μια εναλλακτική μέθοδο που καταλογίζει τις μέσες τιμές των νομισμάτων σε μερικές δεκαετίες, έφτασε σε 1.000 δολάρια για ένα τάλαντο, πράγμα που σημαίνει ότι με βάση αποκλειστικά την αξία των ράβδων, μια δραχμή θα άξιζε 0,16 δολάρια το 1885 ($5,65 το 2023) ).[22]

Αλλά οι υπολογισμοί ισοδυναμιών με τις ράβδους δεν παρέχουν μια πλήρη εικόνα της αξίας ενός νομίσματος.[23] Χρησιμοποιώντας έναν ισοδύναμο υπολογισμό εργασίας, μια αργυρή δραχμή (το ρωμαϊκό δηνάριο), η οποία αποτελούσε μισθό μιας ημέρας για έναν χειρονάκτη εργάτη, θα είχε την ίδια αξία περίπου με το σύγχρονο νόμισμα. [23] Η μέγιστη αγοραστική δύναμη του ομοσπονδιακού ελάχιστου μισθού των ΗΠΑ ήταν το 1968 1,60 δολάρια ($ 14,00 το 2023), πράγμα που σημαίνει ότι μια 8-ωρη βάρδια αμειβόταν $ 12,80 ($ 112,00 το 2023) [24] [23] Εν τω μεταξύ, οι μέσοι ετήσιοι μισθοί στις ΗΠΑ το 2022 ήταν $ 77,463 ($80.652 το 2023) ), που σημαίνει ότι ο ημερήσιος μισθός θα ήταν $ 322,76 ($ 336,00 το 2023).[25]

Λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές στατιστικές σε όλον τον κόσμο, είναι δυνατή μια ευρύτερη γκάμα εκτιμήσεων. Σύμφωνα με την UNECE (Οικονομική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη), οι μέσοι μηνιαίοι μισθοί το 2020 κυμαίνονταν από 7.712.7 δολάρια (Ελβετία) έως 265,10 δολάρια (Ουζμπεκιστάν). [26] Αυτό παράγει ένα εύρος μεταξύ 385,63 δολαρίων ($454.00 το 2023) και 13,26 δολαρίων (16,00 το 2023).

Τα τρόφιμα και τα ρούχα ήταν ακριβά από σύγχρονη άποψη. Τέσσερα κιλά ελαιόλαδου κόστιζε τρεις δραχμές, ενώ οι χιτώνες μπορούσαν να κυμαίνονται από πέντε έως είκοσι δραχμές.[2]

Για τους Ρωμαίους διαδόχους της δραχμής, βλέπε Ρωμαϊκά επαρχιακά νομίσματα.

Ονομασίες της αρχαίας ελληνικής δραχμής

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το βάρος της αργυρής δραχμής ήταν περίπου 4,3 γραμ. ή 0,15 ουγγιές,[27] αν και τα βάρη ποικίλλουν σημαντικά από μια πόλη-κράτος σε άλλη. Η δραχμή ήταν χωρισμένη σε έξι οβολούς 0,72 γραμ., και ο οβολός ήταν διαχωρισμένος σε τέσσερα τεταρτημόρια 0,18 γραμ.

Ονομασίες ελληνικού αργύρου
Εικόνα Στοιχεία εικόνας Αξία Σημασία Ονομαστική αξία
Αθήνα 467-465 π.Χ. Αθηνά / γλαύκα, ΑΘΕ[ΝΑΙΩΝ] 10 δραχμές 43,20 γραμ. Δεκάδραχμον
Κύμη Αιολίδος 165-140 π.Χ. Η Αμαζόνα Κύμη / ίππος μέσα σε στεφάνι, ΚΥΜΑΙΩΝ, ΚΑΛΛΙΑΣ (αξιωματούχος) 4 δραχμές 17,28 γραμ. Τετράδραχμον
Ρώμη 275-270 π.Χ. Απόλλων / ίππος, εξάκτινο άστρο 2 δραχμές 8,64 γραμ. Δίδραχμον
Νάξος Σικελίας 530-510 π.Χ. 5,57 γραμ. (μετρικό πρότυπο Χαλκίδος). Διόνυσος / σταφυλή, ΝΑΞΙΩΝ 6 οβολοί 4,32 γραμ. Δραχμή
Μασσαλία 200-150 π.Χ. Άρτεμις, φαρέτρα / λέων ΜΑΣΣΑΛΙΗΤΩΝ, μονόγραμμα ΔΚ 4 οβολοί 2,88 γραμ. Τετρώβολον
Λευκανία, Μεταπόντιον 430-400 π.Χ. Απόλλων Κάρνειος κερασφόρος / στάχυ, ΜΕΤΑ[ΠΟΝΤΙΩΝ] 3 οβολοί (12 δραχμή)
2,16 γραμ. Τριώβολον[28]
(ἡμίδραχμο)
Τάρας Καλαβρίας 325-280 π.Χ. Κεφάλι Ηρακλή / Ηρακλής δαμάζει λέοντα, κορύνη, μονόγραμμα Φ 2 οβολοί 1,44 γραμ. Διώβολον
Αθήνα 454-404 π.Χ. Κεφάλι Αθηνάς / γλαύκα, ΑΘΗΝΑΙΩΝ 4 τεταρτημόρια (16 δραχμής)
0,72 γραμ. Ὀβολός
(ὀβελός)
Θάσος 411-340 π.Χ. Κεφάλι Σατύρου / δύο δελφίνια, ΘΑΣΙ[ΩΝ] 3 τεταρτημόρια 0,54 γραμ. Τριτεταρτημόριον
Κόρινθος 338-300 π.Χ. Εμπρός μέρος Πηγάσου, Q / κεφάλι Αφροδίτης με μαλλιά μέσα σε σάκκο, Δ Ι 2 τεταρτημόρια (12 oβολού)
0,36 γραμ. Ἡμιωβέλιον
(ἡμιωβόλιον)
Μάλλος Κιλικίας 385-333 π.Χ. Κεφάλι Αθηνάς με αττικό κράνος / κύκνος, Q 1 12 τεταρτημόριο 0,27 γραμ. Τριημιτεταρτημόριον (τρία ημιτεταρτημόρια)
Καρία 5ος αι. π.Χ. Εμπρός μέρος δύο ταύρων σε αντίθεση / εμπρός μέρος ταύρου, άστρο 14 οβολού 0,18 γραμ. Τεταρτημόριον
(ταρτημόριον,
ταρτήμορον
Κιλικία 4ος αι. π.Χ. Κεφάλι σατράπη / (κενό) 12 τεταρτημόριον 0,09 γραμ. Ἡμιτεταρτημόριον

Ιστορικές διαιρέσεις νομισμάτων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
12 χαλκοί = 1 οβολός
6 oβολοί = 1 δραχμή
70 δραχμές = 1 μνα, αργότερα 100 δραχμές = 1 μνα [29]
60 μνες = 1 αθηναϊκό τάλαντο (Αθηναϊκό πρότυπο) [30]

Οι μνες και τα τάλαντα δεν έχουν πραγματικά κοπεί ποτέ: αντιπροσωπεύουν μεγάλα μέτρα βάρους που χρησιμοποιούνταν για εμπορεύματα (π.χ. σιτηρά), καθώς και για μέταλλα όπως ο άργυρος ή ο χρυσός.

  • Ο Ιησούς διδάσκει στον Πέτρο να πληρώσει ένα δίδραχμο ως φόρο για τον Ναό στην Ιερουσαλήμ για λογαριασμό τους, Ματθ 17:24.
  • Ο Γουίλιαμ Σαίξπηρ αναφέρει τη δραχμή στο έργο του Ιούλιος Καίσαρας, στην διάσημη ομιλία του Μάρκου Αντώνιου "Φίλοι, Ρωμαίοι, Επαρχιώτες[31]".

Το νόμισμα εμφανίζεται σε βιντεοπαιχνίδια του 21ου αι. και μυθιστορήματα φαντασίας:

  • Η αργυρή δραχμή είναι το νόμισμα που χρησιμοποιείται στο βιντεοπαιχνίδι Spy Fox στο "Dry Cereal" (2008), το οποίο τοποθετείται στο φανταστικό ελληνικό νησί Ακιδόφιλος.
  • Η χρυσή δραχμή είναι η κύρια μονάδα νομίσματος στην σειρά μυθιστορημάτων φαντασίας περιπέτειας Percy Jackson & the Olympians του Rick Riordan. Επίσης, εμφανίζεται στο spin-off του The Heroes of Olympus, το οποίο περιλαμβάνει και το ρωμαϊκό δηνάριο.
  • Η δραχμή χρησιμοποιείται στο βιντεοπαιχνίδι Assassin's Creed Origins, το οποίο εκτυλίσσεται στην Πτολεμαϊκή Αίγυπτο. Οι παίκτες μπορούν να αγοράσουν όπλα, ρούχα και άλογα με δραχμές. Χρησιμοποιείται επίσης στο επόμενο παιχνίδι Assassin's Creed Odyssey, το οποίο τοποθετείται στην Αρχαία Ελλάδα.
  1. «Drachma | Definition, History, & Facts | Britannica». www.britannica.com (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Απριλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2023. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 2,5 2,6 2,7 2,8 Strassler, Robert B. (1996). The Landmark Thucydides (στα English). New York, NY: Free Press. σελίδες 620. CS1 maint: Μη αναγνωρίσιμη γλώσσα (link)
  3. 3,0 3,1 3,2 Courbin, Paul (1956). «Discoveries at Ancient Argos». Archaeology 9 (3): 166–174. ISSN 0003-8113. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-05-19. https://web.archive.org/web/20230519222605/https://www.jstor.org/stable/41666048. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. 
  4. 4,0 4,1 4,2 Trade in Ancient Greece, https://www.youtube.com/watch?v=JK8DgcgOjZ8, ανακτήθηκε στις 2023-05-19 
  5. Shelmerdine, Cynthia W.; Bennet, John (1 January 1995). «Two Linear B documents from Bronze Age Pylos». Kadmos 34 (2). doi:10.1515/kadm.1995.34.2.123. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 May 2023. https://web.archive.org/web/20230527000243/https://www.deepdyve.com/lp/de-gruyter/two-new-linear-b-documents-from-bronze-age-pylos-rg10tOlmDC. Ανακτήθηκε στις 26 May 2023. 
  6. 6,00 6,01 6,02 6,03 6,04 6,05 6,06 6,07 6,08 6,09 von Reden, Sitta (1997). «Money, Law and Exchange: Coinage in the Greek Polis». The Journal of Hellenic Studies 117: 154–176. doi:10.2307/632554. ISSN 0075-4269. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-05-19. https://web.archive.org/web/20230519222605/https://www.jstor.org/stable/632554. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. 
  7. Philochorus: Scholion to Aristophanes, Birds 1106
  8. Kroll, John H.; Walker, Alan S. (1993). «The Greek Coins». The Athenian Agora 26: iii–376. doi:10.2307/3602004. ISSN 1558-8610. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-06-04. https://web.archive.org/web/20230604193123/https://www.jstor.org/stable/3602004. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. 
  9. 9,0 9,1 9,2 Martin, Thomas R. (1996). «Why Did the Greek "Polis" Originally Need Coins?». Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte 45 (3): 257–283. ISSN 0018-2311. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-05-19. https://web.archive.org/web/20230519222609/https://www.jstor.org/stable/4436427. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. Martin, Thomas R. (1996). "Why Did the Greek "Polis" Originally Need Coins?". Historia: Zeitschrift für Alte Geschichte. 45 (3): 257–283. ISSN 0018-2311. JSTOR 4436427. Archived from the original on 2023-05-19. Retrieved 2023-06-05.
  10. Mørkholm, Otto (1975). «Ptolemaic Coins and Chronology: The Dated Silver Coinage of Alexandria». Museum Notes (American Numismatic Society) 20: 7–24. ISSN 0145-1413. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-06-04. https://web.archive.org/web/20230604195239/https://www.jstor.org/stable/43574137. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. 
  11. γλαύξ στο Liddell και Scott.
  12. Stroud, Ronald S. (1974). «An Athenian Law on Silver Coinage». Hesperia: The Journal of the American School of Classical Studies at Athens 43 (2): 157–188. doi:10.2307/147454. ISSN 0018-098X. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-05-19. https://web.archive.org/web/20230519222612/https://www.jstor.org/stable/147454. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. 
  13. «The Landmark Herodotus: the histories». Choice Reviews Online 45 (9): 45–5139–45-5139. 2008-05-01. doi:10.5860/choice.45-5139. ISSN 0009-4978. http://dx.doi.org/10.5860/choice.45-5139. 
  14. «Herodotus, The Histories, Book 6, chapter 21». www.perseus.tufts.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Ιουλίου 2023. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2023. 
  15. «Herodotus, The Histories, Book 8, chapter 93». www.perseus.tufts.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουνίου 2023. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2023. 
  16. 16,0 16,1 «Historical Reading List: The Ancient Silver Mines at Laurium, Greece». www.gia.eduhttps (στα Αγγλικά). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουνίου 2023. Ανακτήθηκε στις 19 Μαΐου 2023. 
  17. «Herodotus, The Histories, Book 7, chapter 144». www.perseus.tufts.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουνίου 2023. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2023. 
  18. «Herodotus, The Histories, Book 1, chapter 94». www.perseus.tufts.edu. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουνίου 2023. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουνίου 2023. 
  19. Gardner, P. (1913). «Coinage of the Athenian Empire». The Journal of Hellenic Studies 33: 147–188. doi:10.2307/624107. ISSN 0075-4269. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-05-19. https://web.archive.org/web/20230519222606/https://www.jstor.org/stable/624107. Ανακτήθηκε στις 2023-06-05. 
  20. It was originally set at 1/6 drachma by Pericles, until Cleon raised it in 425 BC; see also Aristophanes, Knights (line 255) and Wasps (line 609, 684, 690, 788–790, 1121).
  21. Aristophanes (1988), MacDowell, επιμ., «Wasps», Aristophanes: Wasps (Oxford University Press), doi:10.1093/oseo/instance.00233597, ISBN 978-0-19-814465-6, http://dx.doi.org/10.1093/oseo/instance.00233597, ανακτήθηκε στις 2023-06-04 
  22. Goodwin, William W. (1885). «The Value of the Attic Talent in Modern Money». Transactions of the American Philological Association 16: 116–119. doi:10.2307/2935785. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2023-07-14. https://web.archive.org/web/20230714010633/https://www.jstor.org/stable/2935785. Ανακτήθηκε στις 2023-07-14. 
  23. 23,0 23,1 23,2 «What Were They Worth? The Purchasing Power of Ancient Coins». 4 Σεπτεμβρίου 2018. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Μαρτίου 2023. Ανακτήθηκε στις 15 Ιουλίου 2023. 
  24. Wenger, Jeffrey B. (Σεπτεμβρίου 2016). «Working for $7.25 an Hour: Exploring the Minimum Wage Debate». Rand. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Αυγούστου 2020. Ανακτήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου 2017. By 1968, the minimum wage had reached its peak purchasing power of $1.60 per hour ($11.08 in 2016 dollars). 
  25. «Average annual wages : Table N1. Real average annual wages». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2023. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2023. 
  26. «Gross Average Monthly Wages by Indicator, Country and Year». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2024. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2023. 
  27. British Museum Catalogue 11 – Attica Megaris Aegina
  28. Τριόβολον spelling variant is also attested.
  29. Aristotle, Athenian Constitution, 10.2
  30. Drachma, The Catholic Encyclopedia, Volume V. Published 1909. New York: Robert Appleton Company. Nihil Obstat, 1 May 1909. Remy Lafort, Censor. Imprimatur. John M. Farley, Archbishop of New York
  31. «JULIUS CAESAR, Act 3, Scene 2». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Νοεμβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 26 Μαΐου 2023.