Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αράχνη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αράχνες
Χρονικό πλαίσιο απολιθωμάτων:
Πενσυλβάνια - Ολόκαινο, 319–0Ma

Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα
Συνομοταξία: Αρθρόποδα
Ομοταξία: Αραχνίδια
Τάξη: Αράχνες
Ποικιλομορφία
109 οικογένειες, 40.000 είδη
Υποτάξεις

Μεσόθηλα
Ορθόγναθα
Λαβιδόγναθα

Η αράχνη ανήκει στα Αρθρόποδα αιλουροειδη και δεν είναι έντομο, καθώς έχει οκτώ πόδια και το σώμα της χωρίζεται σε κεφαλοθώρακα και κοιλιά.

Ειδικότερα, ο όρος αράχνη περιλαμβάνει κοινά χερσόβια Αρθρόποδα της ομοταξίας Αραχνίδια και της τάξης Araneida (Araneae). Διαφέρουν από την άλλη ομάδα των Αρθρόποδων, τα Έντομα, στο ότι φέρουν οκτώ πόδια και όχι έξι, και το σώμα τους χωρίζεται σε δύο τμήματα και όχι σε τρία[1]Lamarck ήταν ο πρώτος επιστήµονας που διαχώρισε τα Έντοµα από τα Αραχνίδια, το 1801.[2]

Οι αράχνες δεν έχουν φτερά (τα έντομα ή εξάποδα είναι τα μόνα αρθρόποδα που φέρουν φτερά). Πολλές αράχνες πλέκουν ιστό, όπου παγιδεύουν έντομα, τα οποία αποτελούν την κύρια τροφή τους. Λίγα είδη είναι επικίνδυνα για τον άνθρωπο, όπως η ταραντούλα, της οποίας το δάγκωμα πονάει αρκετά, η μαύρη χήρα, το δηλητήριο της οποίας προκαλεί παράλυση των νεύρων ή ακόμα και τον θάνατο, η μεσογειακή καφέ αράχνη "ερημίτης" κ.α.

Γενικοί χαρακτήρες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι αράχνες ποικίλουν στο μήκος του σώματος, από 0,5 έως περίπου 90 χιλιοστά. Οι μεγαλύτερες αράχνες, οι τριχωτές μυγαλόμορφες, βρίσκονται σε θερμά κλίματα και είναι πιο άφθονες στην Αμερική. Το μεγαλύτερο είδος, Theraphosa leblondi, βρίσκεται στη Γουιάνα. Τα περισσότερα είδη μικρότερων αραχνών βρέθηκαν στις τροπικές περιοχές, και οι πληροφορίες γι' αυτές έγιναν γνωστές μόνο στη δεκαετία του 1980.

Οι αράχνες απαντούν σε όλες τις ηπείρους εκτός από την Ανταρκτική (αν και έχουν ευρεθεί τμήματα αράχνης) και σε υψόμετρο έως 5.000 μέτρα στις σειρές των Ιμαλαΐων. Στην τροπική επικράτεια υπάρχουν περισσότερα είδη από όσο σε εύκρατες περιοχές. Αν και οι περισσότερες αράχνες είναι χερσαίες, ένα ευρασιατικό είδος είναι υδρόβιο και ζει σε αργά μεταβαλλόμενο γλυκό νερό. Μερικά είδη ζουν κατά μήκος των ακτών ή στην επιφάνεια του γλυκού ή του θαλασσινού νερού. Οι μικρές αράχνες και οι νεαροί πολλών μεγαλύτερων ειδών εκκρίνουν μακριές μεταξωτές κλωστές, οι οποίες μέσω του ανέμου μπορούν να τις μεταφέρουν σε μεγάλες αποστάσεις. Αυτή η πρακτική ονομάζεται αεροστατισμός, συμβαίνει σε πολλές οικογένειες αραχνών και διευκολύνει την εξάπλωσή τους. Οι αεροστατικές αράχνες, όπως ονομάζονται, μετακινούνται στον αέρα σε ύψη που κυμαίνονται από 3 έως τουλάχιστον 800 μέτρα[1].

Οι αράχνες, όντας σαρκοφάγες, τρέφονται κυρίως με έντομα, με άλλες αράχνες, με σαρανταποδαρούσες, καθώς και άλλα μυριάποδα. Παρόλ' αυτά,λίγα είδη είναι εξειδικευμένα αρπακτικά. Μερικές κυνηγούν πλησιάζοντας τη λεία που συναντούν τυχαία. Άλλες χρησιμοποιούν νήματα για να συλλάβουν το θύμα τους.

Το 2008 ανακαλύφθηκε ένα είδος αράχνης, η Bagheera kiplingi, που είναι σχεδόν αποκλειστικά φυτοφάγο.[3]

Οι περισσότερες αράχνες-θηρευτές εντοπίζουν το θήραμά τους αισθανόμενες δονήσεις που προκαλεί το θήραμα, ενώ πολλές από αυτές έχουν οξεία όραση. Οι τελευταίες εντοπίζουν τη λεία τους σε απόσταση 5 με 10 εκατοστών και στη συνέχεια την αρπάζουν μόλις αυτή κινηθεί. Πολλές άλλες αράχνες στήνουν καρτέρι σε λουλούδια που έχουν παρόμοιο χρώμα με το δικό τους. Χρησιμοποιούν τα πόδια τους για να πιάσουν ένα ανυποψίαστο έντομο και στη συνέχεια του δίνουν ένα θανατηφόρο δάγκωμα. Μοναδικές μεταξύ των κυνηγών είναι οι αράχνες της οικογένειας Scytodidae. Όταν αυτές οι αράχνες συναντούν ένα έντομο, το αγγίζουν, το αναποδογυρίζουν και εκτοξεύουν μια κυματοειδή κολλητική ουσία πάνω του. Το κολλώδες υλικό, το οποίο παράγεται από τους τροποποιημένους αδένες του δηλητηρίου στον κεφαλοθώρακά τους, εξέρχεται από τους πόρους κοντά στις άκρες των δοντιών, οι οποίοι βρίσκονται κοντά στις κορυφές των χηληκεραιών. Καθώς το θύμα αγωνίζεται, η αράχνη προσεγγίζει το παγιδευμένο έντομο προσεκτικά και το δαγκώνει[1].

Οι αράχνες που χρησιμοποιούν νήμα για να συλλάβουν θήραμα χρησιμοποιούν διάφορες τεχνικές. Οι αράχνες εδάφους κατασκευάζουν σωλήνες με επένδυση από νήμα, μερικές φορές σχηματίζουν καταπακτές, από τις οποίες βγαίνουν για να συλλαμβάνουν τα εισερχόμενα έντομα. Άλλες αράχνες, που ζουν σε στοές, τοποθετούν ιστούς από μετάξι γύρω από την είσοδο της στοάς. Οι δονήσεις των νημάτων ενημερώνουν την αράχνη για την παρουσία ενός θύματος. Ο ακανόνιστος τριδιάστατος ιστός των αραχνών της οικογένειας Theridiidae εκτοξεύει νήματα με κολλητική ουσία. Όταν ένα έντομο πιαστεί στον ιστό, στην προσπάθειά του να απαγκιστρωθεί περιπλέκεται όλο και περισσότερο. Εάν σπάσει κάποιο νήμα τότε, λόγω της ελαστικότητάς του τραβάει το έντομο προς το κέντρο του ιστού. Αν και η κατασκευή του ιστού είναι μια πολύπλοκη διαδικασία, συνήθως τελειώνει σε μια ώρα. Ένας ιστός καταστρέφεται κατά τη διάρκεια της σύλληψης του θηράματος, γι' αυτό και οι περισσότερες αράχνες τον επισκευάζουν συχνά.

Οι τρόποι με τους οποίους οι αράχνες αποφεύγουν να μπλέκονται στα δικά τους πλέγματα δεν είναι πλήρως κατανοητοί σ' εμάς, ούτε ο μηχανισμός κοπής των εξαιρετικά ελαστικών νημάτων που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ιστού[1].

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 LIBRAIRIE LAROUSSE, Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα (1996). Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς Μπριτάννικα. ΚΟΥΒΑΚΑΣ, ΜΠΟΥΓΑΣ, ΠΟΥΡΝΑΡΑ. Μαρούσι Αττικής: Πάπυρος. σελ. 306. ΤΟΜΟΣ 10ος 
  2. «ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΟ Ι ΡΥΜΑ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΣ ΓΕΩΠΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΑΚΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ & ΑΝΘΟΚΟΜΙΑΣ - PDF Free Download». docplayer.gr. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2020. 
  3. Τα Νέα Αρχειοθετήθηκε 2011-07-21 στο Wayback Machine., Μοναδική αράχνη της Αμερικής αρκείται στη χορτοφαγία, 13 Οκτωβρίου 2009.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]