Αμάλφι
Συντεταγμένες: 40°38′0″N 14°36′10″E / 40.63333°N 14.60278°E
Αμάλφι Comune | |
---|---|
Comune di Amalfi | |
Διοικητικές πληροφορίες | |
Χώρα | Ιταλία |
Περιφέρεια | Καμπανία |
Επαρχία | Σαλέρνο |
Περιοχή | |
Υψόμετρο | 6 μ. |
Έκταση | 6 χλμ² |
Πληθυσμός | 5.480 |
Πυκνότητα | 904 κατ./χλμ² |
Άλλες πληροφορίες | |
Ταχυδρομικός κώδικας | 84011 |
Ζώνη ώρας | UTC+1 |
Πολιούχος | Άγιος Ανδρέας |
Τοποθεσία | |
Επίσημος ιστότοπος |
Το Αμάλφι (ιταλικά: Amalfi) είναι πόλη και δήμος της Ιταλίας, στην περιφέρεια της Καμπανίας, στην επαρχία του Σαλέρνο. Βρίσκεται στο μυχό του ομώνυμου κόλπου της Τυρρηνικής θάλασσας. Η «ακτή του Αμάλφι» έχει χαρακτηριστεί από το 1997 από την ΟΥΝΕΣΚΟ ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Αμάλφι αναφέρεται για πρώτη φορά τον 6ο αιώνα ως σημαντική ναυτική δύναμη, γνωστή για το εμπόριο δημητριακών από τους γείτονες της, αλατιού από την Σαρδηνία, ξυλείας αλλά και το δουλεμπόριο από το εσωτερικό. Σημαντικός εμπορικός εταίρος εκείνη την περίοδο ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία, με αντάλλαγμα Χρυσά Ντινάρ που κόπηκαν στην Αίγυπτο και την Συρία αγόρασε όλα τα Βυζαντινά Μεταξωτά που κυκλοφορούσαν στην Δύση. Ο Φερνάν Μπρωντέλ τονίζει ότι το σιτάρι που προερχόταν από τους εμπόρους του Αμάλφι απέκτησε τα μέγιστα προνόμια σε όλα τα Ισλαμικά λιμάνια. Οι "Πινακίδες του Αμάλφι" καταγράφουν έναν ναυτικό κώδικα που βρισκόταν σε εφαρμογή σε όλες τις χριστιανικές πόλεις-κράτη. Οι έμποροι του Αμάλφι χρησιμοποιούσαν Χρυσό για να αγοράσουν γή ενώ στην υπόλοιπη Ιταλία κυριαρχούσε η Αντιπραγματιστική οικονομία. Στα τέλη του 9ου αιώνα αναβίωσε ένα ασταμάτητο εμπόριο των Βυζαντινών με το Αμάλφι και την Γκαέτα που βρισκόταν εξίσου σε μόνιμες εμπορικές σχέσεις με τους Άραβες.[1] Από τον 7ο αιώνα ως το 1075 ήταν ένας τρίτος πόλος απέναντι στην Πίζα και τη Δημοκρατία της Γένοβας σε ευημερία και ναυτική δύναμη, πριν ακόμα αναδειχτεί η κορυφαία ναυτική δύναμη η Δημοκρατία της Βενετίας. Το Αμάλφι εξήλθε από την Βυζαντινή υποτέλεια (839) και εξέλεξε για πρώτη φορά ανεξάρτητο δούκα (958).[2] Το 848 ο στόλος του Αμάλφι συμμετείχε στην εκστρατεία του Πάπα Λέοντα Δ' εναντίον των Σαρακηνών. Παρά τις επιδρομές που δέχτηκε η πόλη αναπτύχθηκε σε τέτοιο βαθμό που έφτασε τους 70.000 - 80.000 κατοίκους, το αποκορύφωμα ήταν η αλλαγή της χιλιετίας με τον Δούκα Μάνσο του Σαλέρνο (966–1004).[3][4] [5][6] Το Αμάλφι παρέμεινε ανεξάρτητο, το κυβερνούσε η γηγενής δυναστεία των Δουκών του εκτός από ένα σύντομο χρονικό διάστημα που πήρε την θέση τους ο Γουαϊμάρος Δ΄ του Σαλέρνο.
Το 1073 κατελήφθη από τους Νορμανδούς, που είχαν ήδη υπό την κατοχή τους μεγάλο μέρος της νότιας Ιταλίας, εισήλθε στην Νορμανδική κομητεία της Απουλίας και της παραχωρήθηκαν πολλά προνόμια. Ο Ρογήρος Β΄ της Σικελίας την υποβάθμισε ωστόσο επειδή του αρνήθηκαν να του δώσουν τα κλειδιά της Ακρόπολης. Ο Αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Λοθάριος Γ΄ Σούπλινμπουργκ που υποστήριζε τον πάπα Ιννοκέντιο Β΄ βρέθηκε σε σύγκρουση με τον Ρογήρο Β΄ που υποστήριζε τον αντίπαπα Ανάκλητο Β΄. Ο Λοθάριος Γ΄ αιχμαλώτισε τον Ρογήρο Β΄ με 46 πλοία από την Πίζα, οι αντίπαλοι των Αμάλφιδων Πιζανοί λεηλάτησαν την πόλη και ο Λοθάριος Γ΄ έκλεψε ένα αντίγραφο που βρήκε από Πανδέκτη του Ιουστινιανού.[6] Από την περίοδο (1135 - 1137) το εμπόριο του Αμάλφι βρέθηκε σε παρακμή, οι Πιζανοί παρέλαβαν τον "Ναυτικό Κώδικα του Αμάλφι" που αναγνωρίστηκε στην Μεσόγειο μέχρι το 1570. Ένα ισχυρό τσουνάμι κατέστρεψε την πόλη και το λιμάνι της (1343), από τότε το Αμάλφι έπεσε σε οριστική παρακμή.[7] Κατά τον Μεσαίωνα, το Αμάλφι ήταν γνωστό για τις σχολές Νομικής και Μαθηματικών που υπήρχαν. Λέγεται ότι από το Αμάλφι καταγόταν ο Φλάβιο Τζόγια, εφευρέτης της πυξίδας.[6] Το Αμάλφι ήταν γνωστό ιστορικά για τις επισκέψεις που δέχτηκε από διάσημες προσωπικότητες, τα δύο μεγάλα μοναστήρια που φιλοξενούσαν προσκυμνητές μετατράπηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα σε ξενοδοχεία. Διάσημοι καλλιτέχνες επισκέφτηκαν και διέμειναν στο Αμάλφι, ανάμεσα τους ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Χένρικ Ίψεν και ο Γκορ Βιντάλ.
Μνημεία και αξιοθέατα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο Αμάλφι δεσπόζει ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Ανδρέα, όπου φυλάσσεται μέρος των λείψανων του σε κρύπτη, τα οποία μεταφέρθηκαν το 1210 από την Κωνσταντινούπολη. Επίσης, φυλάσσεται και μία χρυσή λάρνακα με την κάρα του Αγίου.
Σήμερα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σήμερα το Αμάλφι είναι μία μικρή πόλη που δεσπόζει στον ομώνυμο κόλπο, ο οποίος προστατεύεται ως μνημείο παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς από την Ουνέσκο. Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους τουριστικούς προορισμούς τόσο της Καμπανίας, όσο και ολόκληρης της Ιταλίας.
Η περιοχή είναι γνωστή για το ονομαστό τοπικό λικέρ από λεμόνι, το "λιμοντσέλο" (limoncello), καθώς επίσης και για το χειροποίητο χαρτί της, που χρησιμοποιείται για προσκλητήρια γάμων, ευχετήριες κάρτες κ.ά.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Brown, Thomas; Holmes, George (1988). The Oxford History of Medieval Europe. Great Britain: Oxford University Press. σ. 27
- ↑ Barbara M. Kreutz, Before the Normans – Southern Italy in the Ninth and Tenth Centuries Archived 17 May 2016 at the Wayback Machine, σ. 81
- ↑ Brown, D.; Brown, J.; Findlay, A. (15 October 2007). 501 Must-Visit Destinations
- ↑ Bairoch, Paul (1988). Cities and Economic Development
- ↑ Tellier, Luc-Normand (2009). Urban World History
- ↑ 6,0 6,1 6,2 Buonaiuti, Ernesto (1907). "Amalfi". In Herbermann, Charles (ed.). Catholic Encyclopedia. Vol. I. New York: Robert Appleton Company
- ↑ Braudel σ. 107
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bairoch, Paul (1988). Cities and Economic Development.
- Brown, Thomas; Holmes, George (1988). The Oxford History of Medieval Europe. Great Britain: Oxford University Press.
- Barbara M. Kreutz, Before the Normans – Southern Italy in the Ninth and Tenth Centuries Archived 17 May 2016 at the Wayback Machine.