Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αλλαμάνδη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αλλαμάνδη
Το είδος Allemanda neriifolia
Το είδος Allemanda neriifolia
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Φυτά (Plantae)
Συνομοταξία: Αγγειόσπερμα (Magnoliophyta)
Ομοταξία: Δικοτυλήδονα (Magnoliopsida)
Τάξη: Γενθιανώδη (Gentianales)
Οικογένεια: Αποκυνοειδή (Apocynaceae)
Υποοικογένεια: Rauvolfioideae
Γένος: Αλλαμάνδη
(Allamanda)

Kostel.

Η αλλαμάνδη (Allamanda) είναι γένος αγγειόσπερμων φυτών, που ανήκει στην οικογένεια της πικροδάφνης (αποκυνοειδή). Είναι ιθαγενή φυτά της Αμερικής, απαντώμενα από το Μεξικό μέχρι την Αργεντινή. Τα περισσότερα είδη είναι πολύ διακοσμητικά, και μερικά είναι γνωστά ως καλλιεργούμενα καλλωπιστικά φυτά, εξαιτίας των μεγάλων χρωματιστών (συνήθως κίτρινων) λουλουδιών τους.[1] Το γένος ονομάσθηκε έτσι προς τιμή του Ελβετού βοτανολόγου και ιατρού Φρεντερίκ-Λουί Αλαμάν.[2]

Το σύνολο των φυτών του γένους είναι αειθαλείς θάμνοι, αναρριχητικά φυτά ή δένδρα[2]. Περιέχουν ένα λευκό γαλακτώδες υγρό. Τα φύλλα είναι αντίθετα ή εκφυόμενα ανά 5 ή λιγότερα σε σπονδυλώματα. Τα ελάσματα των φύλλων έχουν γενικώς ωοειδές σχήμα και λείες άκρες. Το άνθος έχει 5 σέπαλα και κωδωνόσχημο ή σε σχήμα χωνιού σύστημα ισάριθμων πετάλων, που στα περισσότερα είδη έχουν κίτρινο χρώμα. Ο καρπός σχίζεται όταν ωριμάσει και περιέχει 2 έως 4 σπέρματα.[2]

Βιοχημεία και φαρμακευτικές χρήσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με εργαστηριακές αναλύσεις, από τα είδη αλλαμάνδης έχουν απομονωθεί αρκετές χημικές ενώσεις, ιδίως ιριδοειδείς λακτόνες, όπως η αλλαμανδίνη (που πήρε το όνομά της από το όνομα του γένους), η πλουμερικίνη και οι πλουμιερίδες. Η πλουμερικίνη αποδείχθηκε ότι είναι ισχυρός αναστολές του συμπλέγματος NF-κB, με αντιφλεγμονώδη δράση in vitro και in vivo. Τα δομικώς παραπλήσια παράγωγά της πλουμιερδίνη, πλουμεριδοειδές C και αλλαμανδικίνη δεν έχουν τέτοια δράση.[3] Επίσης, η λιγνάνη πινορητινόλη και κουμαρίνες όπως η σκοπολετίνη και η σκοπαρόνη έχουν απομονωθεί από το είδος A. schottii.[4]

Είδη αλλαμάνδης έχουν βρει εφαρμογές σε συστήματα παραδοσιακής ιατρικής για διάφορους λόγους. Το είδος A. cathartica αναφέρεται σχετικώς με τη θεραπεία όγκων του ήπατος[4], ικτέρων, σπληνομεγαλίας και της ελονοσίας.

Στη φύση οι αλλαμάνδες φυτρώνουν κατά μήκος των όχθεων των ποταμών και σε ανοικτές, ηλιόλουστες τοποθεσίες με επαρκή βροχόπτωση και μονίμως υγρό υπόστρωμα του εδάφους. Δεν ευδοκιμούν σε σκιερά μέρη, ούτε σε αλκαλικά ή αλμυρά εδάφη, και είναι πολύ ευαίσθητα στο ψύχος. Μεγαλώνουν γρήγορα, κάποτε μέχρι και τρία μέτρα σε ένα έτος. Μπορούν να πολλαπλασιασθούν με παραφυάδες.

Το είδος Allamanda angustifolia σχεδιασμένο από τον Γιόχαν Πολ

Το γένος περιλαμβάνει 12 έως 15 διαφορετικά είδη[2], τα εξής:


  • Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4, σελίδα 378