Z1 Leberecht Maass

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Z1 Leberecht Maass
Το αντιτορπιλικό Leberecht Maass.
Πληροφορίες
Τύπος και κλάσηΑντιτορπιλικό Τύπου 1934.
ΟνομασίεςΟνομάσθηκε προς τιμήν του υποναύαρχου Λέμπερεχτ Μάας (Leberecht Maass).
Παραγγελία7 Ιουλίου 1934
ΝαυπηγείοDeutsche Werke, Κίελο
Έναρξη ναυπήγησης15 Οκτωβρίου 1934
Καθέλκυση18 Αυγούστου 1935
Ένταξη σε υπηρεσία14 Ιανουαρίου 1937
Γενικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμα2223 LT
Μήκος119 m (ολικό)
114 m (στην ίσαλο)
Πλάτος11,3 m
Βύθισμα4,23 m
Ταχύτητα36 kn
Αυτονομία1825 ναυτικών μιλίων, με ταχύτητα πλεύσης 19 kn
Πλήρωμα325 αξιωματικοί, υπαξιωματικοί και ναύτες
Οπλισμός5 πυροβόλα των 12,7 cm
4 αντιαεροπορικά πυροβόλα των 3,7 cm
6 αντιαεροπορικά πυροβόλα των 2 cm
τορπιλοσωλήνες των 53,3 cm
60 νάρκες
32-64 βόμβες βυθού
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Z1 Leberecht Maass ήταν γερμανικό αντιτορπιλικό του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, το πρώτο της κλάσης (τύπου) 1934. Ονομάσθηκε έτσι προς τιμήν του υποναύαρχου Λέμπερεχτ Μάας (Leberecht Maass) που ήταν διοικητής του γερμανικού στόλου στη ναυμαχία της Ελιγολάνδης τον Αύγουστο του 1914.[1] Μερικές ημέρες μετά την γερμανική επίθεση στην Πολωνία, το Ζ1 συμμετείχε μαζί με ακόμα ένα αντιτορπιλικό σε αποτυχημένη επίθεση ενάντια σε πολωνικά πλοία που ήταν αγκυροβολημένα στη ναυτική βάση της χερσονήσου Χελ. Το Leberecht Maass υπέστη ελαφρές αβαρίες στην επίθεση αυτή. Η σύντομη επιχειρησιακή πορεία του έληξε άδοξα στα μέσα Φεβρουαρίου 1940 στη Βόρεια Θάλασσα, όταν γερμανικό βομβαρδιστικό το έπληξε με τις βόμβες του με αποτέλεσμα να αχρηστευθεί το πηδάλιο. Στη συνέχεια το σκάφος είτε έπεσε σε ζώνη ναρκοθετημένη από τους Βρετανούς είτε χτυπήθηκε ξανά από βόμβες με συνέπεια να βυθισθεί και να χαθεί το μεγαλύτερο μέρος του πληρώματος του.

Περιγραφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Leberecht Maass είχε ολικό μήκος 119 m, ενώ στην ίσαλο ήταν 114 m. Το πλάτος του ήταν 11,3 m και το βύθισμα του 4,23 m. Είχε εκτόπισμα 2223 LT με κανονικό φορτίο και 3156 LT με μέγιστο. Οι ατμοστρόβιλοι Wagner που διέθετε του προσέδιδαν μέγιστη ισχύ 70000 shp και μπορούσαν να προωθήσουν το πλοίο με μέγιστη ταχύτητα 36 kn. Τον ατμό παρείχαν έξι καυστήρες υψηλής πίεσης Wagner.[2] Το πλοίο μπορούσε να μεταφέρει μέχρι και 740 LT καυσίμου, που του έδιναν θεωρητική μέγιστη ακτίνα δράσης 4400 ναυτικών μιλίων με ταχύτητα πλεύσης 19 kn, όμως το σκάφος είχε το κέντρο βάρους του ψηλά με συνέπεια το 30% της ολικής ποσότητας καυσίμου να πρέπει να διατηρείται σαν έρμα.[3] Η πρακτική ακτίνα δράσης του ήταν 1530 ναυτικά μίλια με ταχύτητα πλεύσης 19 kn.[4]

Ο κύριος οπλισμός αποτελούνταν από πέντε πυροβόλα SK C/34 των 12,7 cm, δύο στην πλώρη, άλλα δύο στην πρύμνη και το πέμπτο πάνω από το υπερστέγασμα που βρίσκονταν στο πίσω μέρος του πλοίου. Αντιαεροπορική προστασία παρείχαν τέσσερα πυροβόλα SK C/30 των 3,7 cm και έξι C/30 των 2 cm. Το πλοίο διέθετε επίσης οκτώ τορπιλοσωλήνες διαμετρήματος 53,3 cm.[2] Πέραν αυτών υπήρχε ικανότητα μεταφοράς βομβών βυθού ή έως και 60 ναρκών.[2] Για την ανίχνευση των υποβρυχίων είχε εγκατασταθεί σύστημα υδροφώνων 'GHG' (Gruppenhorchgerät)[5] Το πλήρωμα αποτελούνταν από δέκα αξιωματικούς και 315 ναύτες και επιπλέον τέσσερις αξιωματικούς και δεκαεννέα ναύτες όταν επιχειρούσε σαν ναυαρχίδα στολίσκου.[2]

Επιχειρησιακή ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Leberecht Maass ήταν το πρώτο αντιτορπιλικό που ναυπηγήθηκε στη Γερμανία μετά το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Η παραγγελία έγινε στις 7 Ιουλίου 1934 και η κατασκευή του ξεκίνησε στις 10 Δεκεμβρίου στα ναυπηγία της Deutsche Werke στο Κίελο. Το πλοίο καθελκύστηκε στις 18 Αυγούστου 1935 και ολοκληρώθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1937.[6] Έγινε η ναυαρχίδα του Διοικητή των Τορπιλοβόλων (Führer der Torpedoboote) μετά την ολοκλήρωσή του. Το 1938 ολοκληρώθηκε η εκπαίδευση του πληρώματος ενώ τον Απρίλιο πραγματοποιήθηκε επίσημη επίσκεψη στο Γκέτεμποργκ (Gothenburg). Μετά την επιστροφή του, το πλοίο στάλθηκε πίσω στην Deutsche Werke για να γίνει ανακατασκευή της πλώρης του ώστε να μειωθεί η εισροή υδάτων όταν έπλεε κόντρα στον καιρό. Τον Αύγουστο του 1938 συμμετείχε στην Επιθεώρηση του Στόλου και στην άσκηση που ακολούθησε.[7] Τον Δεκέμβριο απέπλευσε μαζί με τα αδελφά πλοία Z2 Georg Thiele, Z3 Max Schultz και Z4 Richard Beitzen με προορισμό την Ισλανδία προκειμένου να ελεγχθεί η πλοϊμότητα τους μετά την ανακατασκευή της πλώρης τους στις δύσκολες συνθήκες του Βόρειου Ατλαντικού τον χειμώνα. Στις 23-24 Μαρτίου 1939 το Leberecht Maass συνόδεψε μαζί με άλλα πλοία το βαρύ καταδρομικό Deutschland, στο οποίο επέβαινε ο Αδόλφος Χίτλερ, με κατεύθυνση την πόλη Μέμελ που μέχρι τότε ανήκε στη Λιθουανία αλλά πέρασε αναίμακτα στο Τρίτο Ράιχ.[1] Το αντιτορπιλικό συμμετείχε επίσης στην εαρινή ναυτική άσκηση που έλαβε χώρα στη δυτική Μεσόγειο, ως ναυαρχίδα του υποναυάρχου Günther Lütjens.[8] Κατά τη διάρκεια της άσκησης πραγματοποίησε πολλές επισκέψεις σε λιμάνια της Ισπανίας και του Μαρόκου.[8]

Στις 3 Σεπτεμβρίου 1939, δύο ημέρες μετά την έναρξη της γερμανικής επίθεσης στην Πολωνία, τα Leberecht Maass και Wolfgang Zenker επιτέθηκαν στα πολωνικά πλοία Gryf και Wicher που βρίσκονταν στον λιμένα της Γδύνιας. Η Πολωνοί προέταξαν αποτελεσματική άμυνα, αναγκάζοντας τα γερμανικά πλοία να κάνουν ελιγμούς αποφυγής των εχθρικών πυρών πίσω από προπέτασμα καπνού. Το Leberecht Maass επλήγη από βλήμα πολωνικής παράκτιας πυροβολαρχίας που σκότωσε τέσσερις άνδρες και τραυμάτισε άλλους τέσσερις. Ο Lütjens διέταξε υποχώρηση 40 λεπτά μετά την έναρξη της επιχείρησης. Την επομένη το αντιτορπιλικό μετέβη στο Σβινούιστσιε (γερμανικά: Swinemünde) για να επισκευαστούν οι αβαρίες που υπέστη.[9] Η διαδικασία διήρκησε μέχρι τις 29 Σεπτεμβρίου,[9] ενώ ο Lütjens χρησιμοποίησε το Z21 Wilhelm Heidkamp σαν ναυαρχίδα.[10] Στις 22 Δεκεμβρίου το Leberecht Maass μεταφέρθηκε στον 2ο Στολίσκο Αντιτορπιλικών.[9]

Στις 22 Φεβρουαρίου 1940 έξι αντιτορπιλικά (τα Z3 Max Schultz, Z4 Richard Beitzen, Z6 Theodor Riedel, Z13 Erich Koellner, Z16 Friedrich Eckoldt και το Z1 Leberecht Maass) απέπλευσαν στα πλαίσια της επιχείρησης Wikinger για να αναχαιτίσουν βρετανικά αλιευτικά στη Βόρεια Θάλασσα (στο Ντόγγερ Μπανκ). Ενώ η ναυτική μοίρα ήταν εν πλω, δέχτηκε επίθεση γερμανικού βομβαρδιστικού Heinkel He 111 της KG 26. Το Leberecht Maass επλήγη από μία τουλάχιστον βόμβα, με αποτέλεσμα να χάσει το πηδάλιο του και αργότερα να κοπεί στα δύο και να βυθιστεί. Χάθηκαν 280 ναυτικοί, συμπεριλαμβανομένου και του πλοιάρχου Fritz Bassenge. Μόλις 60 άνθρωποι σώθηκαν. Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης διάσωσης, το αντιτορπιλικό Max Schultz χτύπησε νάρκη και βυθίστηκε, με απώλεια ολόκληρου του πληρώματός του. Ο Χίτλερ διέταξε έρευνα για να διερευνηθούν τα αίτια της απώλειας των δύο σκαφών. Σύμφωνα με τα αποτελέσματά της, τα δύο πλοία χάθηκαν από τα πλήγματα που τους κατάφερε το He 111. Το Kriegsmarine δεν είχε ενημερώσει τα αντιτορπιλικά του για τις επιχειρήσεις ενάντια σε θαλάσσιους στόχους που πραγματοποιούσε η Luftwaffe στην ευρύτερη περιοχή και επίσης δεν είχε ενημερώσει την αεροπορία για την παρουσία των αντιτορπιλικών του εκεί.[11] Μεταπολεμικά η έρευνα έδειξε ότι τουλάχιστον ένα από τα δύο πλοία χάθηκε από νάρκες που είχαν ποντίσει τα βρετανικά αντιτορπιλικά HMS Ivanhoe και HMS Intrepid.[12]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Koop and Schmolke, p. 77
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Gröner, p. 199
  3. Whitley, p. 18
  4. Koop and Schmolke, p. 26
  5. Whitley, pp. 71–72
  6. Whitley, p. 203
  7. Whitley, pp. 79–80
  8. 8,0 8,1 Whitley, p. 81
  9. 9,0 9,1 9,2 Koop and Schmolke, p. 78
  10. Whitley, p. 85
  11. Whitley, pp. 93–94
  12. Rohwer, p. 15

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]