Φρανκ Άουερμπαχ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φρανκ Άουερμπαχ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση29  Απριλίου 1931[1][2][3]
Βερολίνο[4]
ΕθνικότηταΕβραίοι[5]
ΨευδώνυμοAuerbach, Frank Helmuth[6]
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένο Βασίλειο (από 1947)[7]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[8][9]
Γερμανικά[9]
ΣπουδέςΣχολή Τέχνης του Σεντ Μάρτιν
Βασιλικό Κολέγιο Καλών Τεχνών
Πανεπιστήμιο Σάουθ Μπανκ του Λονδίνου
Σχολή Μπανς Κορτ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταζωγράφος
σκιτσογράφος[10]
γραφίστας[11]
ΕργοδότηςΚολέγιο Τεχνών Κάμπεργουελ
Επηρεάστηκε απόΝτέιβιντ Μπόμπεργκ[12]
Περίοδος ακμής2009[13]
ΣυγγενείςΜάρτσελ Ράιχ-Ρανίτσκι (ξάδελφος) και Άντριου Ρανίτσκι

Ο Φρανκ Χέλμουτ Άουερμπαχ (Frank Helmut Auerbach, γεννημένος στις 29 Απριλίου 1931) είναι Γερμανοβρετανός ζωγράφος. Γεννήθηκε στη Γερμανία και από το 1947 είναι πολιτογραφημένος Βρετανός. Θεωρείται ένα από τα κορυφαία ονόματα της Σχολής του Λονδίνου, μαζί με τους συναδέλφους του Φράνσις Μπέικον και Λούσιαν Φρόιντ.[14]

Βίος και σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άουερμπαχ γεννήθηκε στο Βερολίνο, γιος του Μαξ Άουερμπαχ, δικηγόρου διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, και της Σαρλότ Νόρα Μπόρχαρντ, η οποία είχε σπουδάσει εικαστικός. Υπό την επιρροή της Βρετανίδας συγγραφέως Άιρις Όριγκο, οι γονείς του τον έστειλαν στη Βρετανία το 1939 στο πλαίσιο του προγράμματος Kindertransport (αν και ο ίδιος έχει δηλώσει ότι έγινε με ιδιωτική συμφωνία),[15] το οποίο έφερε σχεδόν 10.000 κυρίως εβραϊκής καταγωγής παιδιά στη Βρετανία για να γλιτώσουν από τις ναζιστικές διώξεις.[16] Σε ηλικία επτά ετών, ο Άουερμπαχ έφυγε από τη Γερμανία μέσω Αμβούργου στις 4 Απριλίου 1939 και έφτασε στο Σαουθάμπτον στις 7 Απριλίου.[17] Οι γονείς του έμειναν πίσω στη Γερμανία και σκοτώθηκαν στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς το 1942.[18][19]

Στη Βρετανία, ο Άουερμπαχ έγινε μαθητής στο Σχολείο Μπανς Κορτ, κοντά στο Φάβερσαμ του Κεντ, όπου διακρίθηκε όχι μόνο στα μαθήματα τέχνης αλλά και στα μαθήματα θεάτρου. Παραλίγο να γίνει ηθοποιός, αναλαμβάνοντας μάλιστα έναν μικρό ρόλο στο έργο Οίκος των τύψεων του Πίτερ Ουστίνοφ στο θέατρο Γιούνιτι στο Σεντ Πάνκρας, σε ηλικία 17 ετών. Το ενδιαφέρον του όμως για την τέχνη αποδείχθηκε ισχυρότερο δέλεαρ και άρχισε να σπουδάζει στο Λονδίνο, πρώτα στη Σχολή Καλών Τεχνών του Σεντ Μάρτινς από το 1948 έως το 1952 και στο Βασιλικό Κολέγιο Τέχνης από το 1952 έως το 1955. Ωστόσο, ίσως η σαφέστερη επιρροή στην καλλιτεχνική του κατάρτιση προήλθε από μια σειρά πρόσθετων μαθημάτων τέχνης που παρακολούθησε στο Πολυτεχνείο Μπόροου του Λονδίνου, όπου ο ίδιος και ο συμφοιτητής του στο Σεντ Μάρτινς Λέον Κόσοφ διδάσκονταν από τον Ντέιβιντ Μπόμπεργκ από το 1947 έως το 1953.[20]

Από το 1955, άρχισε να διδάσκει σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, αλλά γρήγορα μετακινήθηκε ως επισκέπτης καθηγητής σε πολλές καλλιτεχνικές σχολές, όπως το Μπρόμλεϊ, το Σίντκαπ και τη Σχολή Σλέιντ. Συγκεκριμένα, δίδασκε μία ημέρα την εβδομάδα από το 1958 έως το 1965 στη Σχολή Καλών Τεχνών του Κάμπεργουελ.[21][22] Υπήρξε ο δάσκαλος, η επιρροή και ο χορηγός πολλών καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένων των Τομ Φίλιπς, Τζένι Σάβιλ, Σέσιλι Μπράουν,[23] Πίτερ Σάουντερς και Ρέι Άτκινς. Για παράδειγμα, έγραψε στον Άντριου Φορτζ, ανώτερο λέκτορα στο Σλέιντ, για να του πει ότι υπήρχαν κάποιοι αξιόλογοι σπουδαστές που θα μπορούσε να εξετάσει, ιδιαίτερα τον Ρέι Άτκινς και τον Τζο Κις, εξασφαλίζοντάς τους μια θέση εκεί.[24]

Η πρώτη ατομική έκθεση του Άουερμπαχ έγινε στην Γκαλερί Beaux Arts στο Λονδίνο το 1956, ενώ ακολούθησαν και άλλες ατομικές εκθέσεις στην Γκαλερί Beaux Arts το 1959, 1961, 1962 και 1963 και στη συνέχεια στην Marlborough Fine Art στο Λονδίνο σε τακτά χρονικά διαστήματα μετά το 1965, στην Γκαλερί Marlborough στη Νέα Υόρκη το 1969, 1982, 1994, 1998 και 2006 και στην Marlborough Graphics το 1990.[25]

Το 1978, ήταν το θέμα μιας μεγάλης αναδρομικής έκθεσης στην Γκαλερί Hayward του Λονδίνου, και το 1986 εκπροσώπησε τη Βρετανία στην Μπιενάλε της Βενετίας, μοιραζόμενος το κύριο βραβείο της Μπιενάλε, το Χρυσό Λιοντάρι, με τον Ζίγκμαρ Πόλκε. Σε άλλες εκθέσεις περιλαμβάνονται η έκθεση Eight Figurative Painters, που πραγματοποιήθηκε στο Κέντρο Βρετανικής Τέχνης του Γέιλ στο Νιου Χέιβεν, ΗΠΑ, το 1981, μαζί με τους Μάικλ Άντριους, Φράνσις Μπέικον, Γουίλιαμ Κόλντστριμ, Λούσιαν Φρόιντ, Πάτρικ Τζορτζ, Λέον Κόσοφ και Γιουάν Ούγκλοου, και μια αναδρομική έκθεση στο Kunstverein του Αμβούργου, το 1986, η οποία περιλάμβανε πίνακες και σχέδια που έγιναν μεταξύ 1977 και 1985 και παρουσιάστηκαν αρχικά στην 42η Μπιενάλε της Βενετίας, επίσης το 1986. Η έκθεση αυτή περιόδευσε στη συνέχεια, με ορισμένα πρόσθετα έργα, στο Μουσείο Folkwang της Έσσης και στο Centro de Arte Reina Sofia της Μαδρίτης το 1987. Εκθέσεις πραγματοποιήθηκαν επίσης στο Μουσείο Βαν Γκογκ στο Άμστερνταμ, το 1989, στο Κέντρο Βρετανικής Τέχνης του Γέιλ στο Νιου Χέιβεν το 1991 και στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου, το 1995.[26] Συμμετείχε στην έκθεση A New Spirit in Painting στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών του Λονδίνου, το 1981, και το 2001 πραγματοποιήθηκε εκεί ατομική έκθεση με έργα ζωγραφικής και σχέδια του από το 1954 έως το 2001.[20] Επίσης πραγματοποίησε ατομική έκθεση με τίτλο Frank Auerbach Etchings and Drypoints 1954–2006 στο Μουσείο Φιτζγουίλιαμ του Κέιμπριτζ, η οποία περιόδευσε στην Γκαλερί Abbot Hall Art του Κένταλ το 2007-08- και άλλη μία ατομική έκθεση στο Ινστιτούτο Κουρτώ, Λονδίνο, το 2009.[27]

Ο Άουερμπαχ ήταν το θέμα μιας τηλεοπτικής ταινίας με τίτλο Frank Auerbach: To the Studio (2001), σε σκηνοθεσία της Χάνα Ρότσιλντ και παραγωγή του Τζέικ Άουερμπαχ (Jake Auerbach Films Ltd). Η ταινία μεταδόθηκε για πρώτη φορά στο καλλιτεχνικό πρόγραμμα Omnibus στις 10 Νοεμβρίου 2001.[28]

Ο Ντέιβιντ Μπόουι αγόρασε και κατείχε το "Head of Gerda Boehm" του Άουερμπαχ ως μέρος της ιδιωτικής του συλλογής. Μετά τον θάνατο του Μπόουι το 2016, το έργο αυτό ήταν μεταξύ πολλών που βγήκαν σε δημοπρασία τον Νοέμβριο του 2016, όπου πωλήθηκε έναντι 3,8 εκατομμυρίων λιρών.[29]

Η Tate Britain του Λονδίνου, σε συνεργασία με το Μουσείο Τέχνης της Βόννης, διοργάνωσε μια μεγάλη αναδρομική έκθεση του έργου του Άουερμπαχ το 2015 και το 2016. Την έκθεση επιμελήθηκε η Κάθριν Λάμπερτ μαζί με τον καλλιτέχνη.[30]

Ύφος και επιρροές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άουερμπαχ είναι παραστατικός ζωγράφος, ο οποίος επικεντρώνεται σε πορτρέτα και σκηνές της πόλης μέσα και γύρω από την περιοχή του Λονδίνου στην οποία ζει, το Κάμντεν Τάουν.[31] Αν και μερικές φορές περιγράφεται ως εξπρεσιονιστής,[32] ο Άουερμπαχ δεν είναι εξπρεσιονιστής ζωγράφος. Το έργο του δεν ασχολείται με την εξεύρεση ενός οπτικού ισοδύναμου μιας συναισθηματικής ή πνευματικής κατάστασης που χαρακτήριζε το εξπρεσιονιστικό κίνημα, αλλά με την προσπάθεια να επιλύσει την εμπειρία της ύπαρξης στον κόσμο με χρώματα. Σε αυτό το πλαίσιο, η εμπειρία του κόσμου θεωρείται ουσιαστικά χαοτική, ενώ ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι να επιβάλει μια τάξη σε αυτό το χάος και να καταγράψει αυτή την τάξη στον πίνακα.[33] Αυτή η φιλοδοξία με τους πίνακες έχει ως αποτέλεσμα ο Άουερμπαχ να αναπτύσσει έντονες σχέσεις με συγκεκριμένα θέματα, ιδίως με τους ανθρώπους που ζωγραφίζει, αλλά και με την τοποθεσία των θεμάτων του αστικού τοπίου. Μιλώντας γι' αυτό το θέμα το 2001 δήλωσε: «Αν περνάς από κάτι κάθε μέρα και έχει λίγο χαρακτήρα, αρχίζει να σε ιντριγκάρει».[34] Αυτή η απλή δήλωση υποκρύπτει την ένταση της σχέσης που αναπτύσσεται μεταξύ του Άουερμπαχ και των θεμάτων του, η οποία καταλήγει σε μια εκπληκτική επιθυμία να παραχθεί μια εικόνα που ο καλλιτέχνης θεωρεί «σωστή». Αυτό οδηγεί τον Άουερμπαχ να ζωγραφίζει μια εικόνα και στη συνέχεια να την ξύνει από τον καμβά στο τέλος κάθε ημέρας, επαναλαμβάνοντας αυτή τη διαδικασία ξανά και ξανά, όχι πρωτίστως για να δημιουργήσει μια πολυεπίπεδη σύνθεση εικόνων, αλλά εξαιτίας μιας αίσθησης δυσαρέσκειας με την εικόνα που τον οδηγεί να προσπαθήσει να την ξαναζωγραφίσει.[35]

Αυτό δείχνει επίσης ότι το παχύ χρώμα στο έργο του Άουερμπαχ, το οποίο οδήγησε στο να θεωρείται δύσκολο να αναρτηθούν ορισμένοι πίνακες του Άουερμπαχ στη δεκαετία του 1950, εν μέρει λόγω του βάρους τους και σύμφωνα με ορισμένες αναφορές εφημερίδων σε περίπτωση που έπεφτε το χρώμα,[36] δεν είναι πρωτίστως αποτέλεσμα της συσσώρευσης μεγάλης ποσότητας χρώματος με την πάροδο του χρόνου. Στην πραγματικότητα εφαρμόζεται σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και μπορεί κάλλιστα να αποξεσθεί πολύ σύντομα μετά την εφαρμογή.[34] Η τεχνική αυτή δεν θεωρούνταν πάντα θετική, με την εφημερίδα Manchester Guardian να σχολιάζει το 1956 ότι: "Η τεχνική είναι τόσο φανταστικά ενοχλητική που περνάει αρκετός καιρός μέχρι να διεισδύσει κανείς στις προθέσεις που θα έπρεπε να δικαιολογούν αυτή την αλλόκοτη μέθοδο".[37]

Αυτή η ένταση της προσέγγισης και του χειρισμού δεν ήταν πάντα σύμφωνη με τον κόσμο της τέχνης που αναπτύχθηκε στη Βρετανία από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και μετά, με έναν κριτικό εκείνης της εποχής, τον Στιούαρτ Μόργκαν, να καταγγέλλει τον Άουερμπαχ ότι υποστήριζε τον "συντηρητισμό σαν να ήταν θρησκεία", με το σκεπτικό ότι χρησιμοποιεί το χρώμα χωρίς αίσθηση ειρωνείας.[38]

Εκτός από τη ζωγραφική σκηνών δρόμου κοντά στο σπίτι του στο Λονδίνο, ο Άουερμπαχ τείνει να ζωγραφίζει επανειλημμένα έναν μικρό αριθμό ανθρώπων, όπως η Εστέλλα Όλιβ Γουέστ (αναφέρεται στους τίτλους των έργων ως EOW), η Τζούλιετ Γιάρντλεϊ Μιλς (ή JYM)[39] και η σύζυγος του Άουερμπαχ, Τζούλια Άουερμπαχ (το γένος Γούλστενχολμ).[34] Ζωγραφίζει τακτικά την ιστορικό τέχνης και επιμελήτρια Κάθριν Λάμπερτ από το 1978, όταν εκείνη οργάνωσε την αναδρομική του έκθεση στην Γκαλερί Hayward.[40] Και πάλι, μια παρόμοια εμμονή με συγκεκριμένα θέματα και μια επιθυμία να επιστρέψει σε αυτά για να "ξαναδοκιμάσει" διακρίνεται σε αυτή τη χρήση των ίδιων μοντέλων.

Μεγάλη έμφαση στο έργο του Άουερμπαχ δίνεται στη σχέση του με την ιστορία της τέχνης. Εκθέτοντας στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου το 1994, έκανε άμεση αναφορά στη συλλογή της γκαλερί με πίνακες του Ρέμπραντ, του Τιτσιάνο και του Ρούμπενς. Ωστόσο, σε αντίθεση με το πρόγραμμα συνεργαζόμενων καλλιτεχνών της Εθνικής Πινακοθήκης, το έργο του Άουερμπαχ μετά από ιστορικούς καλλιτέχνες δεν ήταν το αποτέλεσμα μιας σύντομης παραμονής στην Εθνική Πινακοθήκη, αλλά έχει μακρά ιστορία, και σε αυτή την έκθεση έδειξε πίνακες που έγιναν μετά από τον Βάκχο και την Αριάδνη του Τιτσιάνο, από τη δεκαετία του 1970, μέχρι τον Σαμψών και Δαλιδά του Ρούμπενς, που έγινε το 1993.[41]

Η προσωπική ιστορία του Άουερμπαχ και το ζωγραφικό του στυλ αποτελούν τη βάση για τον χαρακτήρα "Μαξ Φέρμπερ" στη βραβευμένη συλλογή αφηγήσεων του Γ. Τζ. Σέμπαλντ Οι μετανάστες (1992 στη Γερμανία, 1996 στη Βρετανία).

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 (Ολλανδικά) RKDartists. rkd.nl/explore/artists/2932. Ανακτήθηκε στις 23  Αυγούστου 2017.
  2. 2,0 2,1 «Frank Auerbach». (Αγγλικά) Auerbach, Frank. 16  Δεκεμβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) SNAC. w6k35sz3. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 11  Δεκεμβρίου 2014.
  5. www-oxfordreference-com.wikipedialibrary.idm.oclc.org/view/10.1093/acref/9780191792229.001.0001/acref-9780191792229-e-182?rskey=vaRyHr&result=1.
  6. mix-n-match.toolforge.org#/entry/115928383.
  7. (Αγγλικά) Museum of Modern Art online collection. 240. Ανακτήθηκε στις 4  Δεκεμβρίου 2019.
  8. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11957512z. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  9. 9,0 9,1 CONOR.SI. 107030371.
  10. 36886. Ανακτήθηκε στις 4  Δεκεμβρίου 2019.
  11. Ανακτήθηκε στις 30  Οκτωβρίου 2022.
  12. «Grove Art Online» (Αγγλικά) Oxford University Press. Οξφόρδη, Μπέιζινγκστοουκ, Νέα Υόρκη. ISBN-13 978-1-884446-05-4. ISBN-10 1-884446-05-1.
  13. Ανακτήθηκε στις 24  Μαΐου 2020.
  14. Richard Morphet, The hard-won image (London: Tate Gallery Publications, 1984), σελ. 54
  15. BBC Radio 4 Front Row, συνέντευξη στις 4 Οκτωβρίου 2013
  16. Transcript of the John Tusa Interview with Frank Auerbach, BBC Radio 3, αρχειοθετημένο από το πρωτότυπο στις 26 Σεπτεμβρίου 2013
  17. Hughes, Robert (1990-10-11). «The Art of Frank Auerbach» (στα αγγλικά). The New York Review of Books 37 (15). ISSN 0028-7504. https://www.nybooks.com/articles/1990/10/11/the-art-of-frank-auerbach/. Ανακτήθηκε στις 2024-03-11. 
  18. Eric L. Santner, On creaturely life: Rilke, Benjamin, Sebald (Chicago: University of Chicago Press, 2006), σελ. 100, υποσημείωση 2
  19. Jones, Jonathan (2014-08-29). «Frank Auerbach: a painter's painter of horrors and joy» (στα αγγλικά). The Guardian. ISSN 0261-3077. https://www.theguardian.com/artanddesign/2014/aug/29/frank-auerbach-painters-painter-freud-tate-retrospective. Ανακτήθηκε στις 2024-03-11. 
  20. 20,0 20,1 Catherine Lampert και Norman Rosenthal, Frank Auerbach: Paintings and Drawings 1954–2001 (London: Royal Academy of Arts, 2001), σελ. 20
  21. «BURU database». www.buru.org.uk. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2024. 
  22. Geoff Hassell, Camberwell School of Arts & Crafts: Its Students and Teachers 1943–1960 (Woodbridge: The Antique Collectors' Club, 1998), σελ. 31
  23. «Frank Auerbach Paintings, Bio, Ideas». The Art Story. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2024. 
  24. Ray Atkins : a long view : from Bromley, Reading, Cornwall to the Pyrenees. London: Art Space Gallery. 2011. ISBN 9780956307262. 
  25. Barnaby Wright et al., Frank Auerbach: The London Building Sites 1952–1962 (London: Paul Holberton Publishing, 2010), σελ. 80
  26. Colin Wiggins, Frank Auerbach and the National Gallery (London: National Gallery Publications, 1995)
  27. Barnaby Wright et al., Frank Auerbach: The London Building Sites 1952–1962 (London: Paul Holberton Publishing, 2010), σελ. 80
  28. «Frank Auerbach: To the Studio». Jake Auerbach Films (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2024. 
  29. «Bowie Art Auction Nets $41 Million: Sotheby's». LUXUO (στα Αγγλικά). 13 Νοεμβρίου 2016. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2024. 
  30. T.J. Clark και Catherine Lampert, "Frank Auerbach" (London: Tate Publishing, 2015).
  31. "Art View" στο The Economist, 3 Φεβρουαρίου 2007
  32. Ben Lewis, "Exuberant unpredictability", στη The Daily Telegraph (London), 30 Απριλίου 2006. Δείτε επίσης John Gruen, "Too Many Spooks", στο περιοδικό New York, 13 Οκτωβρίου 1969, σελ. 54
  33. Richard Dorment, "Heads above the rest", στο The Daily Telegraph (London), 19 Σεπτεμβρίου 2001.
  34. 34,0 34,1 34,2 John O'Mahony, "Surfaces and depths", στο The Guardian (London), 15 Σεπτεμβρίου 2001
  35. Ben Lewis, "Exuberant unpredictability", στο The Daily Telegraph (London), 30 Απριλίου 2006
  36. Moira Jeffrey, "Still laying it on thick", στο The Herald (Glasgow) 1 Φεβρουαρίου 2002, σελ. 21
  37. Unsigned review, "Large paintings in narrow confines", στο The Manchester Guardian, 11 Ιανουαρίου 1956
  38. Stuart Morgan, "Anglo-Saxon Attitudes", στο frieze, τεύχος 21, Μάρτιος–Απρίλιος 1995
  39. Hannah Rothschild, "Man of Many Layers", στο Telegraph Magazine, 28 Σεπτεμβρίου 2013
  40. Catherine Lampert, "Frank Auerbach: Speaking and Painting" (Thames & Hudson, 2015).
  41. Tom Lubbock, "After you, master, after you", The Independent (London), 1 Αυγούστου 1995