Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Φρανθίσκο ντε Ορελάνα)


Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Francisco de Orellana (Ισπανικά)
Γέννηση1511[1][2][3]
Τρουχίγιο[4]
Θάνατος1546[5][1][2]
Amazon Delta
Αιτία θανάτουνόσος[6]
Χώρα πολιτογράφησηςΣτέμμα της Καστίλης[4]
ΘρησκείαΡωμαιοκαθολική Εκκλησία[4]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙσπανικά
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΚονκισταδόρ
στρατιωτικός[7]
στρατιώτης[8]
ΕργοδότηςΚάρολος Κουίντος
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςστρατηγός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα (Francisco de Orellana, Τρουχίγιο, Ισπανία, 1511 - Αμαζόνιος, Νοέμβριος 1546) ήταν Ισπανός εξερευνητής και κατακτητής. Ολοκλήρωσε την πρώτη γνωστή πλοήγηση κατά μήκος του Αμαζόνιου ποταμού και ίδρυσε την πόλη Γουαγιακίλ στον Ισημερινό.

Προτομή του Ορεγιάνα στο Γουαγιακίλ, Ισημερινός

Ο Ορεγιάνα γεννήθηκε στο Τρουχίγιο της Ισπανίας το 1511 και ήταν στενός φίλος και ενδεχομένως συγγενής του Φρανθίσκο Πιθάρρο, του γεννημένου στο Τρουχίγιο κατακτητή του Περού (σύμφωνα με κάποιους ιστορικούς, ήταν ξάδερφός του). Ταξίδεψε στις Δυτικές Ινδίες όταν ήταν 16 ετών (1527) και υπηρέτησε στη Νικαράγουα μέχρι που αργότερα μπήκε στο στρατό του Πιθάρο στο Περού. Κατά τη σύγκρουση του Πιθάρο με τον Ντιέγο ντε Αλμάγρο (1538), ο Ορεγιάνα υποστήριξε τον Πιθάρο και ήταν Γενικός Σημαιοφόρος μίας δύναμης που στάλθηκε από τη Λίμα στον Ερνάντο Πιθάρο, αδερφό του Φρανθίσκο. Μετά τη νίκη επί των ανδρών του Αλμάγρο, του δόθηκε γη στις ακτές του Ισημερινού και ίδρυσε το Γουαγιακίλ, του οποίου έγινε κυβερνήτης.

Πρώτη εξερεύνηση του Αμαζόνιου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1541 ο Γκονθάλο Πιθάρρο, ετεροθαλής αδερφός του Φρανθίσκο, ανέλαβε μία αποστολή για να εντοπίσει τη "Γη της Κανέλας", η οποία υποτίθεται ότι βρισκόταν κάπου ανατολικά από το Κίτο. Ο Ορεγιάνα ήταν ένας από τους υπασπιστές του Γκονζάλο Πιθάρο κατά τη διάρκεια της εκστρατείας στην ενδοχώρα της Νότιας Αμερικής. Στο Κίτο, ο Γκονζάλο Πιθάρο συγκέντρωσε μία δύναμη από 220 Ισπανούς και 4000 ιθαγενείς, ενώ ο Ορεγιάνα, ως υπαρχηγός, εστάλη πίσω στο Γουαγιακίλ για να δημιουργήσει μία δύναμη ιππικού. Ο Πιθάρο έφυγε από το Κίτο το Φεβρουάριο του 1541 λίγο πριν ο Ορεγιάνα φτάσει με 23 άνδρες και άλογα. Ο Ορεγιάνα έσπευσε να προλάβει την κύρια αποστολή και ήρθε τελικά σε επαφή μαζί τους το Μάρτιο. Ωστόσο, για να φτάσουν στ' ανατολικά, χρειάστηκε να διασχίσουν τις Άνδεις. Ύστερα από μία πολυήμερη και κοπιαστική πορεία έφτασαν στον προορισμό τους αλλά δεν βρήκαν τίποτα από ό,τι περίμεναν. Είχαν ξεκινήσει από τόσο μακριά και είχαν υποστεί τα πάνδεινα για κάτι που ποτέ δεν υπήρξε παρά μόνο στη φαντασία των ντόπιων. Από την αρχική αποστολή, 3000 ιθαγενείς και 140 Ισπανοί είτε είχαν πεθάνει είτε λιποτάκτησαν. Όσοι είχαν απομείνει ήταν κατάκοποι και άρρωστοι, και τα τρόφιμά τους είχαν σχεδόν εξαντληθεί.

Ναυπήγηση του μικρού βριγαντίνου San Pedro, για την αποστολή του Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα

Φτάνοντας στον ποταμό Κόκα (παραπόταμο του Νάπο), κατασκευάστηκε ένα βριγαντίνο, το San Pedro, για να μεταφέρει τους αρρώστους και τις προμήθειες. Ο Γκονζάλο Πιθάρο διέταξε τον Ορεγιάνα να εξερευνήσει τον ποταμό Κόκα και να επιστρέψει μόλις φτάσει στο τέρμα του. Όταν έφτασαν στη συμβολή με τον ποταμό Νάπο, έναν από τους μεγαλύτερους παραποτάμους του Αμαζονίου, οι άντρες του Ορεγιάνα τον απείλησαν με ανταρσία αν δεν συνέχιζαν. Ο Ορεγιάνα και οι 50 άνδρες του πήραν το ρεύμα του Νάπο για να βρουν τροφή. Μην έχοντας τη δυνατότητα να επιστρέψει πηγαίνοντας αντίθετα στο δυνατό ρεύμα, ο Ορεγιάνα περίμενε τον Πιθάρο, στέλνοντας τελικά πίσω τρεις άντρες με ένα μήνυμα, και άρχισε την κατασκευή ενός δεύτερου βριγαντίνου, του Victoria. Ο Πιθάρο εν τω μεταξύ είχε επιστρέψει στο Κίτο από μία πιο βόρεια διαδρομή, έχοντας μείνει ζωντανοί μόνο 80 άνδρες του.

Στις 3 Ιουνίου του 1542 ο Ορεγιάνα έφτασε στον Αμαζόνιο, οπότε και αποφάσισε να βρει τις εκβολές του. Ήταν σίγουρος ότι εκεί θα έβρισκε τους αμύθητους θησαυρούς που λέγανε ότι υπάρχουν στις όχθες του. Μετά από πολύ επικίνδυνο ταξίδι, κατά το οποίο οι άνδρες κινδύνεψαν να πέσουν στα χέρια πολεμοχαρών φυλών που κατοικούσαν κοντά στο ποτάμι, τελικά στις 26 Αυγούστου τα κατάφεραν και έφτασαν στις εκβολές.

Το Σεπτέμβριο ο Ορεγιάνα αποφάσισε να επιστρέψει στην Ισπανία. Μετά από ένα δύσκολο ταξίδι έφτασε στην Πορτογαλία, όπου ο βασιλιάς τού προσέφερε φιλοξενία και του υποσχέθηκε σημαντική βοήθεια για ένα ταξίδι επιστροφής στον Αμαζόνιο. Ωστόσο, ο Ορεγιάνα συνέχισε προς το Βαγιαδολίδ (Μάιος 1543), με την ελπίδα να ενθαρρύνει τους Ισπανούς να διεκδικήσουν ολόκληρη τη λεκάνη του Αμαζονίου.

Η ονομασία του Αμαζόνιου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Ορεγιάνα κατέβηκε τον ποταμό αναζητώντας χρυσό, ο ποταμός λεγόταν ακόμα Ρίο Γκράντε ή Ρίο ντε Κανέλα, λόγω των μεγάλων δέντρων κανέλας που βρίσκονταν εκεί. Ο Ορεγιάνα διηγήθηκε αργότερα στο βασιλιά της Ισπανίας, Κάρολο, ότι μία λυσσαλέα ενέδρα από γυναίκες-πολεμιστές Icamiabas σχεδόν αποδεκάτισε την ισπανική αποστολή. Τότε ο βασιλιάς, εμπνευσμένος από τον ελληνικό μύθο των Αμαζόνων, ονόμασε τον ποταμό Αμαζόνιο.

Το δεύτερο ταξίδι στον Αμαζόνιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφού σαγήνεψε την ισπανική αυλή με ιστορίες και υπερβολές για το ταξίδι του στον Αμαζόνιο, ο Ορεγιάνα έλαβε μετά από 9 μήνες την εντολή να κατακτήσει τις περιοχές που είχε ανακαλύψει. Του έδωσαν την άδεια να εξερευνήσει και να εγκαταστήσει τη Νέα Ανδαλουσία, με όχι λιγότερους από 200 πεζούς, 100 ιππείς και υλικό για την κατασκευή δύο πλοίων για ποτάμια ταξίδια. Κατά την άφιξή του στον Αμαζόνιο, θα κατασκεύαζε δύο πόλεις εκ των οποίων η μία στις εκβολές του ποταμού. Η εντολή έγινε αποδεκτή στις 18 Φεβρουαρίου 1544, αλλά οι προετοιμασίες για το ταξίδι ματαιώθηκαν λόγω καθυστερούμενων οφειλών, Πορτογάλων κατασκόπων και εσωτερικών λογομαχιών. Μετά από προσπάθειες του πατριού του Ορεγιάνα βρέθηκαν επαρκή κεφάλαια, αλλά τα προβλήματα επιδεινώθηκαν μετά την απόφαση του Ορεγιάνα να παντρευτεί μία πολύ νέα και φτωχή κοπέλα, την οποία σκόπευε να πάρει στο ταξίδι μαζί με τις αδερφές της. Μόνο μετά την άφιξη ενός πορτογαλικού κατασκοπευτικού στόλου στη Σεβίλλη, οι πιστωτές του Ορεγιάνα ενέδωσαν και του επέτρεψαν να σαλπάρει. Φτάνοντας στο Σανλούκαρ, ο Ορεγιάνα κρατήθηκε και πάλι καθώς οι αρχές ανακάλυψαν ότι ο αριθμός των ανδρών και των αλόγων δεν ήταν επαρκής και ότι μεγάλος αριθμός μελών του πληρώματος δεν ήταν Ισπανοί. Στις 11 Μαΐου 1545 ο Ορεγιάνα, αφού κρύφτηκε σε ένα από τα πλοία του, απέπλευσε κρυφά από το Σανλούκαρ με τέσσερα πλοία.

Σαλπάρησε πρώτα για τις Κανάριες Νήσους, όπου έκανε 3 μήνες προσπαθώντας να επανεφοδιάσει τα πλοία του. Κατόπιν ξόδεψε άλλους δύο μήνες στα νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου, κατά τους οποίους έχασε ένα καράβι, 98 άντρες πέθαναν από αρρώστιες και 50 λιποτάκτησαν. Ένα ακόμη πλοίο χάθηκε στη μέση του Ατλαντικού, μεταφέροντας μαζί του 77 μέλη του πληρώματος, 11 άλογα και ένα πλοιάριο που θα το χρησιμοποιούσαν στον Αμαζόνιο. Ο Ορεγιάνα έφτασε στις βραζιλιάνικες ακτές λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1545 και προχώρησε εντός του Αμαζόνιου.

Κατασκευάστηκε ένα πλοίο για το ποτάμι αλλά 57 άτομα πέθαναν από την πείνα. Οι φυγάδες βρήκαν καταφύγιο ανάμεσα σε φιλικές φυλές ιθαγενών σε ένα νησί στο δέλτα, ενώ ο Ορεγιάνα και μία ομάδα ανδρών ξεκίνησαν με ένα πλοιάριο για να βρουν τροφή και να εντοπίσουν τον κύριο βραχίονα του Αμαζόνιου. Επιστρέφοντας στον καταυλισμό του ναυπηγείου, το βρήκαν έρημο καθώς οι άντρες είχαν κατασκευάσει ένα δεύτερο πλοιάριο και έφυγαν για να βρουν τον Ορεγιάνα. Τελικά το δεύτερο πλοιάριο εγκατέλειψε την αναζήτηση και ταξιδεύοντας κατά μήκος της ακτής έφτασε στο νησί της Μαργαρίτας. Ο Ορεγιάνα και το πλήρωμα του σκάφους, που μπήκαν και πάλι στο ποτάμι για να εντοπίσουν το κύριο κανάλι, δέχθηκαν επίθεση από ιθαγενείς. 17 άτομα σκοτώθηκαν από δηλητηριασμένα βέλη, ενώ ο ίδιος ο Ορεγιάνα πέθανε άρρωστος και δυστυχισμένος το Νοέμβριο του 1546.

Οι άνδρες του δεύτερου πληρώματος, που είχαν φτάσει στο νησί Μαργαρίτα, βρήκαν 25 από τους συντρόφους τους, συμπεριλαμβανομένης και της νεαρής συζύγου του Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα, η οποία είχε φτάσει εκεί με ένα πλοίο του αρχικού στόλου. Συνολικά 44 άτομα (από τους αρχικά 300) διασώθηκαν τελικά από ένα ισπανικό καράβι. Πολλοί από αυτούς εγκαταστάθηκαν στην Κεντρική Αμερική, στο Περού και τη Χιλή, ενώ η σύζυγος του Ορεγιάνα έζησε το υπόλοιπο της ζωής της στον Παναμά.

Τοποθεσίες που πήραν το όνομά τους από τον Ορεγιάνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • πόλη Πουέρτο Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα, Ισημερινός
  • Επαρχία Ορεγιάνα, Ισημερινός
  • κωμόπολη Ορεγιάνα, Περού

Τα ταξίδια του Ορεγιάνα χρησίμευσαν εν μέρει ως πηγή έμπνευσης για την κινηματογραφική ταινία "Αγγίρρε, Η Μάστιγα Του Θεού" (Aguirre, the Wrath of God, 1972). Μία πρώιμη μορφή του σεναρίου από τον Βέρνερ Χέρτσογκ περιείχε τον ρόλο του Ορεγιάνα, αλλά τελικά έμεινε εκτός.

Ο Gaspar de Carvajal, ο οποίος ήταν ο ιερέας της πρώτης αποστολής, έγραψε ένα χρονικό του ταξιδιού, με τίτλο "Relación del nuevo descubrimiento del famoso río Grande que descubrió por muy gran ventura el capitán Francisco de Orellana", το οποίο αναπαρήγαγε εν μέρει ο Ισπανός ιστορικός Gonzalo Fernández de Oviedo στο έργο του "La historia general y natural de las Indias" (1542), όπου συμπεριέλαβε επιπροσθέτως και δηλώσεις του Ορεγιάνα και κάποιων ανδρών του. Το χρονικό του Carvajal δημοσιεύτηκε το 1894 από τον Χιλιανό ιστορικό José Toribio Medina, ως μέρος του βιβλίου "Descubrimiento del Río de las Amazonas".

Το ταξίδι του Ορεγιάνα περιλαμβάνεται σε μυθιστορηματική μορφή στο βιβλίο του William Ospina "Η Χώρα της Κανέλας" (The Country of the Cinnamon).

  • Άντριου Ντάλμπυ "Ο Χριστόφορος Κολόμβος, ο Γκονζάλο Πιθάρο, και η αναζήτηση της κανέλας" στο Gastronomica (Άνοιξη 2001).
  • Α. Σμιθ "Explorers of the Amazon" (1994). Σικάγο: University of Chicago Press. ISBN 0226763374

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]