Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φερδινάνδος των Μεδίκων, πρίγκιπας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φερδινάνδος
Γέννηση9 Αυγούστου 1663 (1663-08-09)
Παλάτσο Πίττι, Φλωρεντία
Θάνατος31 Οκτωβρίου 1713 (50 ετών)
Παλάτσο Πίττι, Φλωρεντία
Τόπος ταφήςΒασιλική του Αγίου Λαυρεντίου, Φλωρεντία
ΣύζυγοςΒιολάντα Βεατρίκη της Βαυαρίας
ΟίκοςΜεδίκων-Τοσκάνης
ΠατέραςΚόζιμο Γ΄
ΜητέραΜαργαρίτα Λουίζα της Ορλεάνης
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

O Φερδινάνδος (ιταλ. Ferdinando de' Medici, 9 Αυγούστου 166331 Οκτωβρίου 1713) από τον Οίκο των Μεδίκων, είχε τον τίτλο του μεγάλου πρίγκιπα της Τοσκάνης (1670-1713) ως διάδοχος του πατέρα του. Ήταν εξαίρετος μουσικός και προστάτης μουσικών[1], όπως του Μπαρτολομέο Κριστόφορι που εφηύρε το πιάνο.

Γεννήθηκε στο Παλάτσο Πίττι στη Φλωρεντία και ήταν το πρώτο παιδί και ο πρωτότοκος γιος του Κόζιμο Γ΄ των Μεδίκων, Μεγάλου Δούκα της Τοσκάνης, και της Μαργαρίτας Λουίζας των Βουρβόνων, κόρης του Γκαστόν, Δούκα της Ορλεάνης. Η μητέρα του περιφρονούσε τον σύζυγό της και το 1675 οι γονείς του χώρισαν. H Μαργαρίτα Λουίζα περιορίστηκε στη μονή του Αγίου Πέτρου στη Μονμάρτρη, Παρίσι, και δεν επέστρεψε στη Φλωρεντία και ο μικρός Φερδινάνδος και τα δύο αδέλφια του τέθηκαν υπό την φροντίδα της μάμμης τους, Βιττόρια ντελλα Ρόβερε.

Ο Φερδινάνδος ήταν ο αντιδραστικός νέος, που διαφωνούσε με τον πατέρα του[2]. Έμοιαζε στη ζωηρή μητέρα του. Ήταν όμορφος, τέλειος ιππέας και ταλαντούχος μουσικός: τραγουδούσε μελωδικά και έπαιζε τσέμπαλο. Ήταν αριστοτέχνης της αντίστιξης, που τη μελέτησε με δάσκαλο τον Τζανμαρία Παλιάρντι από τη Γένοβα και των εγχόρδων οργάνων, που τα σπούδασε με τον Πιέρο Σαλβέττι. Αρκούσε να δει απλά ένα κομμάτι και μετά να το παίξει άψογα[3], χωρίς να κοιτάει την παρτιτούρα[4]. Απολάμβανε τις σχέσεις, ακόμη και με τον διάσημο για την ομορφιά του μουσικό Πετρίλλο ή τον Βενετό καστράτο Τσεκίνο. O εκ πατρός θείος του, Φραγκίσκος Μαρία των Μεδίκων, τον επηρέασε πολύ στη ζωή του.

Νυμφεύτηκε τη Βιολάντα Βεατρίκη της Βαυαρίας, που αγαπούσε τη μουσική και της άρεσε ο Φερδινάνδος, αλλά τα αισθήματά της γι' αυτόν δεν είχαν ανταπόδοση και ο γάμος δεν ήταν ευτυχισμένος. Το 1696 ο Φερδινάνδος πήγε στη Βενετία για αναψυχή και ερωτεύτηκε την τραγουδίστρια Μπαμπάτζα[5]. Εκεί κόλλησε σύφιλη, μάλλον κατά το Καρναβάλι. Έκανε ερωμένη τη Βιττόρια Ταρκουίνι, σύζυγο του διευθυντή ορχήστρας Ζαν-Μπατίστ Φαρινέλ[6]. Το 1710 η υγεία του επιδεινώθηκε και σταμάτησε τη χορηγία για τις όπερες στη βίλλα του στο Πρατολίνο. Απεβίωσε στο Παλάτσο Πίττι το 1713 σε ηλικία 50 ετών και ενταφιάστηκε στη Βασιλική του Αγίου Λαυρεντίου. Τον διαδέχθηκε ο αδελφός του, Τζαν Γκαστόνε, ενώ ο πατέρας τους πέθανε δέκα έτη αργότερα.

Η αγάπη του για την Τέχνη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είχε γνώσεις ειδήμονα: αγόραζε Μαντόννες του Ραφαήλ και του Αντρέα ντελ Σάρτο. Ήταν προστάτης των Τζουζέππε Μαρία Κρέσπι, Άντον Ντομένικο Γκαμπιάνι και Σεμπαστιάνο Ρίτσι. Οργάνωσε την πρώτη δημόσια έκθεση Καλών Τεχνών το 1705 στη Βασιλική του Ευαγγελισμού[7]. Ήταν φίλος των ποιητών Βιντσέντσο ντα Φιλικάια και Μπενεντέττο Μεντσίνι. Ο Σκιπιόνε Μαφφέι του αφιέρωσε το έργο του Εφημερίδα των Συγγραφέων.

Έγινε διάσημος ως προστάτης της μουσικής και τον αποκαλούσαν ο Ορφέας των πριγκίπων. Στη βλίλα του στο Πρατολίνο (12 χλμ. έξω από τη Φλωρεντία, κοντά στο Πράτο) κάθε Σεπτέμβριο, το διάστημα 1670-1710, παιζόταν όπερες. Στην αρχή ανέβαιναν στο σαλόνι του, έπειτα έκτισε στον τρίτο όροφο ένα θέατρο, που το σχεδίασε ο Αντόνιο Μαρία Φέρρι[8]. Στην αρχή τις παραστάσεις επόπτευε ο θείος του, Φραγκίσκος Μαρία, αλλά από τότε που αυτός έγινε καρδινάλιος, η ευθύνη ήταν του Φερδινάνδου[9]. Προσκαλούσε πολλούς μουσικούς στη Φλωρεντία, όπως τον Αλεσσάντρο Σκαρλάττι και τον υιό του, Ντομένικο Σκαρλάττι[10], και τον Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ[11], που εκτέλεσε την όπερα Ροντρίγκο στη Φλωρεντία[12]. Το 1711 ο Αντόνιο Βιβάλντι του αφιέρωσε το έργο του Η αρμονική έμπνευση και ο Αρκάντζελο Κορέλλι αφιέρωσε τα 12 κοντσέρτι γκρόσσι στην αδελφή του, Άννα Μαρία Λουίζα.

Η μόνιμη κληρονομιά που άφησε ο Φερδινάνδος ξεκίνησε το 1688, όταν προσέλαβε τον κατασκευαστή τσέμπαλων Μπαρτολομέο Κριστόφορι ως φύλακα των 75 μουσικών οργάνων του. Τον υποστήριξε με χρήματα και του έδινε χρόνο για τις εφευρέσεις του. Πράγματι ο Κριστόφορι κατασκεύασε το οβάλ σπινέτο (είδος παλαιού πιάνου) και το σπινετόνε, μάλλον για να παίζει ο Φρειδερίκος τα συνεχή μέρη (continuo) των μουσικών παραγωγών στη Βίλλα Πρατολίνο. Το 1700 εφηύρε το πιάνο, που διαδόθηκε αργά στην αρχή, μετά όμως έγινε το σημαντικότερο όργανο. Ο Κριστόφορι κατασκεύασε και άλλα πιάνα, όσο ζούσε ο Φερδινάνδος.

Τη Βίλλα Πρατολίνο αγόρασε αργότερα ο Ανατόλυ Νικολάγιεβιτς Ντεμίντοφ, Πρίγκιπας του Σαν Ντονάτο, και την άφησε στον ανιψιό του Πάβελ Πάβλοβιτς Ντεμίντοφ, μαζί με τον τίτλο του Πρίγκιπα του Σαν Ντονάτο.

Το 1689 νυμφεύθηκε τη Βιολάντα Βεατρίκη των Βίττελσμπαχ, κόρη του Φερδινάνδου Μαρία της Βαυαρίας· δεν απέκτησαν απογόνους.

  1. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2017. 
  2. Acton, H. (1958) The Last Medici, p. 160.
  3. «Website in Italian and English». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Ιουνίου 2006. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2017. 
  4. Acton, H. (1958). The Last Medici, p. 164.
  5. Acton, H. (1958). The Last Medici, p. 210.
  6. Harris, E.T. (2001). Handel as Orpheus: voice and desire in the chamber cantatas, p. 180.
  7. Acton, H. (1958). The Last Medici, p. 259.
  8. Holmes (1994, 23)
  9. Holmes (1994, 24)
  10. Harris, E.T. (2001). Handel as Orpheus: voice and desire in the chamber cantatas, p. 37. ISBN 0-674-00617-8
  11. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Δεκεμβρίου 2005. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2017. 
  12. Dean, W. & J.M. Knapp (1996). Handel's Operas 1704–1726. Clarendon Press Oxford, p. 80.
  • Cesati, Franco (2005). «The twillight of the dynasty». Στο: Monica Fintoni, Andrea Paoletti. The Medici: Story of a European Dynasty. La Mandragora s.r.l. σελίδες 131–132. 
  • Holmes, William (1994) Opera observed: views of a Florentine impresario in the early eighteenth century. University of Chicago Press. ISBN 0226349713.