Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τζορτζ Άντριου Ράισνερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζορτζ Άντριου Ράισνερ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
George Andrew Reisner (Αγγλικά)
Γέννηση5  Νοεμβρίου 1867[1][2][3]
Ιντιανάπολις
Θάνατος6  Ιουνίου 1942[1][2][3]
Γκίζα
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΑγγλικά[4]
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο Χάρβαρντ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααιγυπτιολόγος
αρχαιολόγος
διδάσκων πανεπιστημίου
ιστορικός της τέχνης[5]
συγγραφέας[6]
ΕργοδότηςΠανεπιστήμιο Χάρβαρντ
Περίοδος ακμής1882[7] - 1935[7]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμακαθηγητής πανεπιστημίου
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζορτζ Άντριου Ράισνερ (αγγλικά: George Andrew Reisner) (5 Νοεμβρίου 1867– 6 Ιουνίου 1942) ήταν Αμερικάνος αρχαιολόγος της αρχαίας Αιγύπτου, Νουβίας, και της Παλαιστίνης.

Ο Τζορτζ Άντριου Ράισνερ γεννήθηκε στην Ιντιανάπολις της Ιντιάνα. Οι γονείς του ήταν ο Τζορτζ Άντριου Ράισνερ Ι και η Μέρι Ελίζαμπεθ Μέισον. Οι γονείς του πατέρα του είχαν γερμανική καταγωγή[8].

Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ για το μεγαλύτερο μέρος των σπουδών του, από όπου και πήρε το διδακτορικό του 1893, ενώ συνέχισε τις σπουδές του και στο Βερολίνο[9].

Παντρεύτηκε την Μέρι Πούτναμ Μπρόνσον, με την οποία είχε μια κόρη, που λεγόταν επίσης Μέρι.

Το 1889 ο Ράισνερ ήταν προπονητής της ομάδας ράγκμπι του Πανεπιστημίου Περντιού για μία σεζόν.

Αρχαιολογική καριέρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις έρευνές του στο Γκέμπελ Μπαρκάλ στην Νουβία, βρήκε ότι οι Νούβιοι βασιλείς δεν ήταν θαμμένοι στις πυραμίδες αλλά έξω από αυτές. Ανακάλυψε επίσης ένα κρανίο μια Νούβιας γυναίκας (που νόμισε ότι ήταν βασιλιάς). Ο Ράισνερ πίστευε ότι η Κέρμα ήταν αρχικά η βάση της Αιγυπτιακής κυβέρνησης, και ότι αυτοί η Αιγύπτιοι ηγεμόνες εξελίχθηκαν στους ανεξάρτητους μονάρχες της Κέρμα.

Ο Ράισνερ συνέταξε έναν κατάλογο των αντιβασιλέων του Κους. Ανακάλυψε τον τάφο της βασίλισσας Χετεφερές Α΄, της μητέρας του Χέοπα. Εκείνη την περίοδο επίσης εξερεύνησε διάφορους μασταμπάδες. Μετά την ανακάλυψη του βασιλικού σκύλου Αμπουτιού από τον Ράισνερ στις 13 Οκτωβρίου 1935 κατά τη διάρκεια κοινής αποστολής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και το Μουσείο Καλών Τεχνών Βοστόνης[10][11] ο Arthur Merton των London Times παρατήρησε ότι «ο Ράισνερ απολαμβάνει μια ασυναγώνιστη θέση όχι μόνο σαν εξέχουσα μορφή στην σημερινή αιγυπτιολογία, αλλά και ως άτομο που η ευθύτητα της κρίσης του και οι γνώσεις του είναι ευρέως παραδεκτές»[12].

Το 1902 του παραχωρήθηκε άδεια ανασκαφών στο δυτικό νεκροταφείο στην Γκίζα από τον Γκαστόν Μασπερό, διευθυντή της Υπηρεσίας Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων. Η περιοχή χωρίστηκε σε τρία τμήματα, και μοιράστηκε με κλήρο. Το νοτιότερο κομμάτι δόθηκε στους Ιταλούς υπό τον Ερνέστο Σκιαπαρέλλι, το βόρειο μέρος στους Γερμανούς υπό το Λούντβιχ Μπόρχαρντ, και το μεσαίο κομμάτι στον Ράισνερ[13]. Στην Γκίζα συνάντησε την Μαρία της Ρουμανίας[14].

Στην Αίγυπτο, ο Ράισνερ ανέπτυξε μια νέα αρχαιολογική τεχνική, που έγινε το πρότυπο στο επάγγελμα, συνδυάζοντας τις βρετανικές μεθόδους του Πέτρι, τις γερμανικές μεθόδους των Ντέρπφελντ και Κόλντεβαϊ, τη δικιά του αμερικανική πρακτική, και την ικανότητά του για οργάνωση επιχειρήσεων μεγάλης κλίμακας. Το 1908, μετά από μία δεκαετία στην Αίγυπτο ο Ράισνερ τέθηκε επικεφαλής της ανασκαφικής αποστολής του Χάρβαρντ στη Σαμάρεια.[15]

  • 1897–1899: ταξινόμηση της αιγυπτιακής συλλογής του Μουσείου του Καΐρου
  • 1899–1905: επικεφαλής της Αποστόλης Χιρστ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια για την εξερεύνηση στους ταφικούς χώρους στο Κιφτ
  • 1905: εξέδωσε τον Ιατρικό Πάπυρο Χιρστ
  • 1905–1914: επίκουρος καθηγητής Αιγυπτιολογίας στο Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ
  • 1907–1909: επικεφαλής της αρχαιολογικής αποστολής στη Νουβία για την αιγυπτιακή κυβέρνηση
  • 1910–1942: έφορος αιγυπτιακών συλλογών του Μουσείου Καλών Τεχνών Βοστόνης
  • 1914–1942: καθηγητής Αιγυπτιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ
  • 1916: ανακαλύψεις στο Γκέμπελ Μπαρκάλ αγαλμάτων από πέτρα του Ταχάρκα και τεσσάρων διαδόχων του, Τανταμανί, Σεκαμανισνέν, Ανλαμανί, και Ασπελτά
  • 1916–1923: εξερεύνηση των πυραμίδων στη Μερόη, ανασκαφή ναού στη Νάπατα
  • 1931: συγγραφή του Μυκερίνου
  • 1942: δημοσίευση του ολοκληρωμένου έργου Ιστορία της Νεκρόπολης της Γκίζας

Δημοσιευμένα έργα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Amulets. Cairo: Impr. de l'Institut français d'archéologie orientale. 1907.  (reprint (ISBN 978-1-57898-718-4))
  • Early dynastic cemeteries of Naga-ed-Dêr. Leipzig: J. C. Hinrichs. 1908. 
  • The Egyptian conception of immortality. Cambridge: The Riverside Press (Houghton Mifflin). 1912. 
  • Excavations at Kerma. Cambridge: Peabody Museum of Harvard University. 1923.  (reprint (ISBN 0-527-01028-6))
  • Harvard excavations at Samaria, 1908-1910. Cambridge: Harvard University Press. 1924.  (with Clarence Stanley Fisher and David Gordon Lyon)
  • Mycerinus, the temples of the third pyramid at Giza,. Cambridge: Harvard University Press. 1931. 
  • The development of the Egyptian tomb down to the accession of Cheops. Cambridge: Harvard University Press. 1936. 
  • A history of the Giza Necropolis. Cambridge: Harvard University Press. 1942. 
  • Canopics. Cairo: Impr. de l'Institut français d'archéologie orientale. 1967.  (completed by Mohammad Hassan Abd-ul-Rahman)
  1. 1,0 1,1 1,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Απριλίου 2014.
  2. 2,0 2,1 2,2 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12232775q. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 3,2 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/George-Andrew-Reisner. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb12232775q. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  5. «Dictionary of Art Historians» (Αγγλικά) reisnerg. Ανακτήθηκε στις 23  Απριλίου 2022.
  6. «Indiana Authors and Their Books 1819-1916» Wabash College. 1949.
  7. 7,0 7,1 7,2 (Ολλανδικά) RKDartists. 409445. Ανακτήθηκε στις 22  Μαρτίου 2023.
  8. Reisner, George Andrew. Αρχειοθετήθηκε 2016-08-22 στο Wayback Machine. A Biographical Dictionary of Historic Scholars.
  9. [1]
  10. Hayes 1990, σελ. 65.
  11. Zahradnik 2009, σελ. 207.
  12. Merton 1936, σελ. 23.
  13. Markowitz, Yvonne J., Joyce L. Haynes, and Rita E. Freed. Egypt in the Age of the Pyramids: Highlights from the Harvard University-Museum of Fine Arts, Boston Expedition. Boston, Mass: MFA Publications, 2002. Page 33.
  14. «George Andrew Reisner». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Σεπτεμβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Φεβρουαρίου 2019. 
  15. The Archaeology of Palestine, W.F. Albright, 1960, p.34

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]