Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τζέημς Μπεστ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Τζέημς Μπεστ
Γέννηση26  Ιουλίου 1926[1][2][3]
Powderly
Θάνατος6  Απριλίου 2015[2][3]
Χίκορι
Αιτία θανάτουπνευμονία
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Χώρα πολιτογράφησηςΗνωμένες Πολιτείες Αμερικής
Ιδιότηταηθοποιός, αυτοβιογράφος, ηθοποιός τηλεόρασης, ηθοποιός ταινιών, ηθοποιός φωνής, σεναριογράφος[4] και παραγωγός ταινιών[5]
ΣύζυγοςDorothy Best
Είδος τέχνηςΓουέστερν
ΙστοσελίδαΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Τζέημς Μπεστ ή Τζέιμς Μπεστ[6][7][8] (αγγλικά: Jewel Franklin Guy 26 Ιουλίου 1926 – 6 Απριλίου 2015) ήταν ένας Αμερικανός ηθοποιός σε τηλεόραση και κινηματογράφο, καθώς και συγγραφέας, σκηνοθέτης, δάσκαλος ηθοποιίας, καλλιτέχνης, καθηγητής κολεγίου και μουσικός, του οποίου η καριέρα κάλυψε επτά δεκαετίες τηλεόρασης. Εμφανίστηκε ως προσκεκλημένος σε διάφορες εκπομπές μουσικής κάντρι και τοκ σόου.

Όντας ένα από τους πιο πολυάσχολους ηθοποιούς του Χόλυγουντ, που άρχισε την καριέρα του στη Universal Studios το 1949, η καριέρα του Μπεστ ξεκίνησε στις ταινίες το 1950, με εμφανίσεις αρχικά σε γουέστερν, παίζοντας δίπλα στον Όντι Μέρφι στη σειρά Οι επιδρομείς του Κάνσας (1950) και στις ταινίες Όλοι γύρω μου σκοτώθηκαν (1952) και Ο κεραυνός της Αριζόνας (1964), με τον Ρέιμοντ Μάσεϊ στο 7 ακατάβλητα παλικάρια (1955), με τον Τζορτζ Μοντγκόμερι στο Last of the Badman (1957), τον Φρανκ Λάβτζοϊ στο Μονομαχία στη Σιέρα (1958) και με τον Ράντολφ Σκοτ στο Ο δρόμος βάφτηκε με αίμα (1959). Επίσης πρωταγωνίστησε στην ταινία επιστημονικής φαντασίας The Killer Shrews (1959) και στη συνέχειά της Return of The Killer Shrews (2012). Είναι πιο γνωστός για τον ρόλο του ενθουσιώδη σερίφη Ρόσκο Πέρβις Κολτρέιν στη σειρά κωμωδίας και δράσης Ντιουκς, έναν ρόλο τον οποίο ξανάπειξε στην ταινία Οι Ντιουκς σε νέες περιπέτειες (1997) μιας και ο χαρακτήρας του ήταν πια το «αφεντικό» της κομητείας του Χάζαρντ, καθώς επισης και σερίφης, καθώς και πάλι στην τανία Οι Ντιουκς στο Χόλιγουντ (2000).

Ο Τζέημς Μπεστ γεννήθηκε ως Τζιούελ Φράνκλιν Γκάι στις 26 Ιουλίου του 1926 στο Πόουντερλι του Κεντάκι, από τους Λαρκ και Λένα Γκάι. Η μητέρα του ήταν αδερφή του Άικ Έβερλι, πατέρας του ντουέτου Έβερλι Μπράδερς. Μετά το θάνατο της μητέρας του από φυματίωση το 1929, ο τότε τριών χρονών Τζέημς στάλθηκε να ζήσει σε ορφανοτροφείο. Αργότερα υιοθετήθηκε από τον Άρμεν Μπεστ (1897-1984) και τη γυναίκα του Έσα (1896-1988) και πήγε να ζήσει μαζί τους στο Κόριντον της Ιντιάνα. Υπηρέτησε με τιμή το στρατό των ΗΠΑ στο 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο, κάνοντας εκπαίδευση στο Μπιλόξι του Μισισίπι, ως πυροβολητής σε βομβαρδιστικό Β-17, αλλά τον καιρό που τελείωσε την εκπαίδευσή του ο πόλεμος βρισκόταν σχεδόν στο τέλος του και πήγε στη Στρατονομία. Ως στρατονόμος, ο Μπεστ έπαιξε ρόλο στο να επανέλθει η σταθερότητα στη διαλυμένη Γερμανία αμέσως μετά την παράδοσή της. Καθ’ όσον ήταν στη Γερμανία, ο Μπεστ μετατέθηκε από τη Στρατονομία στη μονάδα ειδικών υπηρεσιών από ηθοποιούς για το Στρατό των ΗΠΑ, που ταξίδευαν ανά την Ευρώπη δίνοντας παραστάσεις για τους στρατιώτες. Αυτή ήταν η πραγματική αρχή της καριέρας του στην ηθοποιία.

Ο Μπεστ ξεκίνησε την καριέρα του στην οθόνη με ένα ρόλο χωρίς αναφορά στην ταινία του 1950, One Way Street. Κάποιοι από τους πιο αξιοσημείωτους ρόλους του είναι αυτός του Τζέισον Μπράουν το 1955 στο ιστορικό δράμα για τον ρεφορμιστή Τζον Μπράουν, με τον τίτλο Seven Angry Men και ως Κιτ Κάσγουελ το 1958 στην ταινία Γουέστερν Cole Younger Gunfighter, βασισμένη στον κακόφημο εγκληματία. Επίσης έπαιξε το ρόλο του Στρατιώτη Ρίτζις, στην ταινία προσαρμογή του Norma Mailer το 1958, The Naked and the Dead. Έπαιξε τον εγκληματία Billy John στο Ride Lonesome το 1959, τον Δρ Ben Mizer στην κομωδία του 1966 Three on a Couch, τον πιστολά Drew στην τανία Firecreek το 1968, με τους James Stewart και τον Henry Fonda και το ρόλο της τραβεστί Dewey Barksdale στο δράμα του 1976 Ode to Billy Joe.

Ο Μπεστ, ήταν γκεστ σταρ περισσότερες από 280 φορές σε διάφορες τηλεοπτικές σειρές. Το 1954, έπαιξε τον εκγληματία Dave Ridley με την Gloria Winters στο ρόλο του θυληκού ληστή «Little Briches» σε ένα επισόδειο του Stories of the Century. Το 1954, ο Μπεστ εμφανίστηκε δύο φορές στην κοινοπρακτική σειρά Annie Oakley, με πρωταγωνιστές τους Gail Davis και Brad Johnson. Είχε ρόλο στη θρησκευτική σειρά ανθολογίας Crossroads, στο επισόδειο «The White Carnation» to 1956. Έπαιξε επίσης σε ένα επισόδειο της κωμικής σειράς του Jackie Cooper «The people’s Choice» και στο δράμα εκγλήματος του David Janssen, «Richard Diamond, Private Detective».

Το 1960 ο Μπεστ εμφανίστηκε στο επισόδειο «Love on Credit» από την ανθολογική σειρά του CBS, «The DuPont Show with June Allyson». Την ίδια χρονιά ήταν γκεστ σταρ στο The Andy Griffith Show ως «Κιθαρίστας» (1ος Κύκλος Επισόδεια 3 και 31). Πρωταγωνίστησε σε τρία επισόδεια της σειράς The Twilight Zone τα οποία είναι το «The Grave» (3ος Κύκλος Επισόδειο 7ο), το «The Last Rites of Jeff Myrtlebank» (3ος Κύκλος Επισοδειο 23ο) και «Jess Belle» (4ος Κύκλος Επισόδειο 7ο). Το 1963 είχε το ρόλο του Ernie Swift, του θαρραλέου θηροφύλακα του Ουισκόνσιν στο επισόδειο «Open Season», της σειράς GE True, που ήταν άλλη μια από τις ανθολογικές σειρές του CBS με παρουσιαστή τον Jack Webb. Στο επισόδειο, ο Swift έρχεται αντιμέτωπος με τα αντίποινα του οργανωμένου εγκλήματος έχοντας κόψει πρόστιμο στον γκάνγκστερ Frank MacErlane (David McLean) για παράνομο ψάρεμα.

Το 1962 έπαιξε το ρόλο του Art Fuller στο επισόδειο «Incident of El Toro» στη σειρά Rawhide του CBS και το 1963 επέστρεψε να παίξει το ρόλο του Willie Cain στο επισόδειο «Incident at Spider Rock». Ο Μπεστ έκανε δύο εμφανίσεις γκεστ σταρ στο Perry Mason. Το 1963 έπαιξε το χαρακτήρα τίτλου Martin Potter στο «The Case of the Surplus Suitor» και το 1966 έπαιξε τον κατηγορούμενο Allan Winford στο «the Case of the Unwelcome Well». Εμφανίστηκε σε μια μεγάλη λίστα τηλεοπτικών σειρών στις δεκαετίς του ’50 και του ’60, μεταξύ των οποίων Wagon Train (τρεις φορές), The adventures of Kit Carson (δυο φορές ως Henry Jordan), τις σεριάς ανθολογίας Γουέστερν Frontier (δυο φορές), The Rebel, Bonanza, Sheriff of Cochise, Pony Express, Rescue 8, Behind Closed Doors, The Texan, Gunsmoke, Have Gun – Will Travel, The Barbara Stanwyck Show, Tombstone Territory, Whispering Smith, Trackdown, The Rifleman, Stagecoach West, Wanted: Dead or Alive, Overland Trail, Bat Masterson, Alfred Hitchcock Presents, The Man and the Challenge, Combat!, The Green Hornet (στο Deadline for Death), The Mod Squad, I Spy και The Fugitive.

Οι Ντιουκς του Χάζαρντ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η καλύτερή του ερμηνεία ήταν ο Σερίφης Rosco P. Coltrane για τη σειρά του CBS Οι Ντιουκς του Χάζαρντ, από το ντεμπούτο του προγράμματος το 1979, μέχρι το τέλος της σειράς το 1985. Αυτός ο ρόλος ήταν η πιο εμφανή επιτυχία του Μπεστ. Αργότερα αποκάλυψε πως την τύπου καρικατούρας προσωπικότητα του Σερίφη Coltrane, την δημιούργησε μέσα από μια φωνή που χρησιμοποιούσε όταν έπαιζε με τα παιδιά του όταν ήταν μικρά. Στο πλατό, ο Μπεστ ήταν ιδιαίτερα κοντά στον Sorrell Booke που έπαιζε το ρόλο του Boss Hogg, που ήταν ταυτόχρονα το αφεντικό, αλλά και ο γαμπρός του Ρόσκο. Οι δύο ηθοποιοί έγιναν στενοί φίλοι και σύμφωνα με συνεντεύξεις δημιουργών της σειράς, οι δυο τους πολύ συχνά αυτοσχεδίαζαν τις σκηνές τους, κάνοντας του δικούς τους διαλόγους. Μέχρι το θάνατό του, έμεινε κοντά στην Catherine Bach που έπαιζε το ρόλο της Daisy Duke και πολύ καιρό μετά την ακύρωση της σειράς, ήταν συχνή επισκέπτης της ιστοσελίδας αφιερωμένη στους πίνακες του Μπεστ.

Μετέπειτα καριέρα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1991, σε αντίθεση με τον κωμικό Rosco Coltrane των Ντιουκς του Χάζαρντ, ο Μπεστ εμφανίστηκε σε ένα επισόδειο του εκγληματικού δράματος του NBC, In the Heat of the Night. Κέρδισε το βραβείο Crystal Reel, ως Καλύτερος Ηθοποιός για την απεικόνιση του Nathan Bedford στο επισόδειο «Sweet Sweet Blues», με σκηνοθέτη τον Vincent McEveety και συγγραφέα τον William James Royce. Ο Μπεστ παίζει το ρόλο ενός συνταξιούχου σερίφη και μετανιωμένου δολοφόνου, που πρέπει να συμβιβαστεί με την εμπολκή του στο θάνατο του παππού του πλέον σήμερα Αστυνόμου Sweet.

Αργότερα μετακόμισε στη Φλόριντα και δίδαξε στο University of Central Florida (Orlando). Μετά από ημι-απόσυρση, ο Μπεστ άνοιξε μια εταιρία παραγωγής και πήρε περιστασιακά ρόλους ηθοποιίας. Κέρδισε επίσης και το όνομα του καλλιτέχνη και του ζωγράφου. Ο Μπεστ προηγουμένος κατοικούσε στη Λίμνη Μάρεϊ, στη Νότια Καρολίνα πριν μετακομίσει για ακόμη μια φορά, αυτή τη φορά στο Χίκορυ της Βόρειας Καρολίνα. Ως διδάκτορ ηθοποιίας, ο Μπεστ δίδαξε δραματική και τεχνικές ηθοποιίας για πάνω από 25 χρόνια στο Λος Άντζελες. Δούλεψε επίσης ως καλλιτέχνης εν οίκο και δίδαξε δραματική στο πανεπιστήμιο του Μισσισσίπι (Οξφόρδη), για δύο χρόνια πριν τον περιορισμό του στους Ντιουκς του Χάζαρντ. Το 2009 ολοκλήρωσε την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Best In Hollywood: The Good, The Bad and The Beautiful. Το βιβλίο εκδώθηκε το 2009 από την Bear Manor Media και έκανε πρεμιέρα στο συνέδριο Mid Atlantic Nostalgia στο Aberdeen του Μέριλαντ.

Στις 9 Νοεμβρίου του 2014, ο Μπεστ και ο φίλος ηθοποιός Robert Fuller (μαζί με τις γυναίκες τους) παρευρέθησαν στον εορτασμό των 100ων γενεθλίων του μακροχρόνιου φίλου ηθοποιού, Norman Lloyd. Ο Μπεστ είπε: «Είχα την τιμή να έχω για σκηνοθέτη το Νόρμαν σε ένα επισόδειο του Χίτσκοκ που ονομαζόταν The Jar. Έχοντας δουλέψει με εκατοντάδες σκηνοθέτες στην καριέρα μου, βρήκα πολύ λίγους να έχουν τις αρετές του Νόρμαν. Ήταν πολύ ευγενικός και υπομονετικός με τους ηθοποιούς του. Είναι από κάθε άποψη απόλυτα κύριος στην προσωπική του ζωή και το βρίσκω καθαρή ευχαρίστιση να είμαι υπό την παρουσία ενός τέτοιου ταλαντούχου άντρα. Με τιμά επίσης διπλά που τον θεωρώ φίλο μου. Είμαστε ευλογημένοι που είχαμε ένα τέτοιο άνθρωπο ανάμεσά μας τόσο καιρό.

Προσωπική ζωή και θάνατος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1959 ο Μπεστ παντρεύτηκε τη δεύτερή του γυναίκα, την Jobee Ayers. Το ζευγάρι απέκτησε δύο κόρες, την Jannen και την Jojami. Χώρισαν το 1977. Ο Μπεστ είχε και ένα γιο, το Gary, από ένα προηγούμενο γάμο. Παντρεύτηκε την Τρίτη (και τελευταία) γυναίκα του, τη Dorothy Collier, το 1986. Η ηθοποιός Jennifer Lyons είναι ανηψιά του.

Ο Μπεστ απολάμβανε μια πληθώρα από χόμπυ και ενδιαφέροντα. Ήταν ένας καταξιωμένος ζωγράφος, είχε μαύρη ζώνη στο καράτε, του άρεσε το γράψιμο (ποίηση, τραγούδια και ιστορίες) και είχε δική του δραματική σχολή (μαθητές του ήταν οι Lindsay Wagner, Roger Miller, Glen Campbell, Quentin Tarantino και Regis Philbin). Ήταν επίσης συνήγορος των δικαιωμάτων των ζώων.

Ο Μπεστ, πέθανε στις 6 Απριλίου του 2015, στο Χίκορυ της Βόρειας Καρολίνας από επιπλοκές με πνευμονία. Πριν το θάνατό του, ο συμπρωταγωνιστής του στους Ντιουκς του Χάζαρντ και για πολλά χρόνια φίλος του, ο John Schneider, έκανε μια δήλωση: «Γέλασα και έμαθα από τον Τζίμη μέσα σε μια ώρα περισσότερα από ότι έμαθα από άλλους σε ένα χρόνο». Επίσης πρόσθεσε πως όταν ζητούσαν από το Μπεστ να κλάψει για την κάμερα, αυτός απαντούσε: ‘εντάξει, με ποιο μάτι;’ Είμαι πάντα ευγνώμον που είχα στην παρέα μου ένα τέτοιο θαυμάσιο άνθρωπο». Ύστερα, σχεδόν ένα χρόνο μετά το θάνατο του Μπεστ, ο Σνέιντερ είπε ότι τα αγαπημένα του επισόδεια, τα οποία περιείχαν το μεγαλύτερο μέρος από την προσωπικότητα του Μπεστ εκτός κάμερας, ήταν: «Ένα που πάντα μου έρχεται στο μυαλό λέγεται Το Φάντασμα του Στρατηγού Λη.. στο οποίο κάποιος μας είχε πάρει το αμάξι μας, το Στρατηγό Λη και ο Ρόσκο νόμιζε ότι έγινε η αιτία να πνιγούμε. Δείχνει την πραγματική εκτίμιση του Ρόσκο, στην πραγματικότητα την αγάπη, για τους νεαρούς Ντιουκ και πληγώθηκε τρομερά όταν νόμισε ότι τους σκότωσε». Ακόμη πρόσθεσε. «Υπάρχουν μερικές στιγμές στους Ντιουκς, που δεν είναι όλα διασκέδαση και παιχνίδια και αυτή ήταν μια από αυτές. Μετά έγραψα και σκηνοθέτησα το τελευταίο μας επισόδειο με τον τίτλο Opening Night at the Boar’s Nest και σε αυτό το επισόδειο, ο Ρόσκο κάνει ένα μαγικό κόλπο και νομίζει πως έκανε τον Μπος Χογκ να εξαφανιστεί-και μπορείτε να δείτε την αγάπη που έχει για τον Μπος Χογκ». Ο Σνέιντερ μίλησε επίσης για τα γέλια: «Ρίξαμε το πέπλο της ανοησίας και του γέλιου και δείξαμε πως πως είναι πραγματικά αυτού του είδου οι σχέσεις. Αυτά είναι τα δύο αγαπημένα μου επισόδεια, για αυτούς τους λόγους και είναι σημαντικό, νομίζω, να σημειωθεί πως και τα δύο επικεντρώνουν την εκπληκτική ικανότητα ηθοποιίας του Τζέημς Μπεστ που έπαιζε το Ρόσκο». Το τελευταίο πράγμα που είπε για την επαγγελματική του σχέση με το Μπεστ: «Ήταν καταπληκτικός σε ότι κι αν έκανε. Δεν ήταν απλά ένας αστείος τύπος. Στην πραγματικότητα, πιστεύω ότι η κωμική περίοδος μάλλον του ήρθε αργότερα στη ζωή, επειδή πριν από αυτό ήταν ένας πολύ σοβαρός ηθοποιός. Ήμουν πολύ τυχερός που μεγάλωσα δουλεύοντας με ανθρώπους σαν τον Τζίμη Μπεστ και τον Ντένβερ Πάιλ και τον Σόρελ Μπουκ. Απίστευτα ταλαντούχοι άνθρωποι, απίστευτα ταλαντούχοι ηθοποιοί».

  1. (Αγγλικά) SNAC. w6f335sd. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. 2,0 2,1 (Αγγλικά) Find A Grave. 144685101. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 141556374.
  4. Ανακτήθηκε στις 21  Μαΐου 2019.
  5. Ανακτήθηκε στις 22  Μαΐου 2019.
  6. «Πέθανε ηθοποιός Τζέιμς Μπεστ, ο «Σερίφης Ρόσκο» των Ντιουκς». The TOC. 7 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2023. 
  7. «ΚΤΥΠΟΥΣΕ ΣΑΝ ΚΕΡΑΥΝΟΣ». FreeCinema. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2023. 
  8. Real.gr. «Τέλος οι καταδιώξεις για τον». Real.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Ιουλίου 2023. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα James Best στο Wikimedia Commons