Σύνταγμα της Ισλανδίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Το Σύνταγμα της Ισλανδίας (ισλανδικά: Stjórnarskrá lýðveldisins Íslands) είναι η υπέρτατη νομοθεσία της Ισλανδίας.[1] Αποτελείται από 80 άρθρα, που κατανέμονται σε επτά ενότητες. Εντός αυτών των άρθρων καθορίζεται η διάταξη της ηγεσίας της χώρας και τα ανθρώπινα δικαιώματα των πολιτών. Το σημερινό σύνταγμα ισχύει από τις 17 Ιουνίου 1944 και έκτοτε έχει τροποποιηθεί επτά φορές.[2][3][4]

Ενότητες του Συντάγματος [5][Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενότητα 1[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ενότητα 1 αναφέρεται ότι η Ισλανδία είναι μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην οποία το κοινοβούλιο και ο πρόεδρος της δημοκρατίας ασκούν από κοινού τη νομοθετική εξουσία και οι δικαστές ασκούν τη δικαστική εξουσία.

Ενότητα 2[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ενότητα 2 περιλαμβάνει τα άρθρα 3 έως 30 και αναφέρει τις προεδρικές εξουσίες.

Ενότητα 3[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ενότητα 3 περιλαμβάνει τα άρθρα 31–34 και καθορίζει τη διάρκεια θητείας των βουλευτών και τον τρόπο εκλογής τους.

Ενότητα 4[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ενότητα 4 περιλαμβάνει τα άρθρα 35-58 και ορίζει τα σημαντικότερα ζητήματα που αφορούν τη δραστηριότητα του κοινοβουλίου, όπως τις εξουσίες και τα δικαιώματα των βουλευτών.

Ενότητα 5[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ενότητα 5 περιέχει τα άρθρα 59-61 και περιγράφει τη νομοθεσία σχετικά με τη δικαστική εξουσία.

Ενότητα 6[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ενότητα 6 περιέχει τα άρθρα 62-64 και αναφέρεται περί των εκκλησιαστικών θεμάτων και ελευθεριών, όπως η καθιέρωση της Ευαγγελικής Λουθηρανικής Εκκλησίας ως επίσημης εκκλησίας του κράτους.

Ενότητα 7[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ενότητα 7 περιέχει τα άρθρα 65-79 και ορίζει αρκετά ανθρώπινα δικαιώματα. Αναφέρει, επίσης, τη διαδικασία αναθεώρησης του συντάγματος.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]