Σιλεσιανοί Πόλεμοι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η Ευρώπη το έτος 1740

Οι Σιλεσιανοί πόλεμοι, γερμανικά: Schlesische Kriege, (1ος: 1740–1742, 2ος: 1744–1745 και 3ος: 1756–1763), ήταν μια σειρά πολέμων ανάμεσα στο Βασίλειο της Πρωσίας και της Αυστρίας των Αψβούργων, για την κυριαρχία της περιοχής της Σιλεσίας. Αποτέλεσαν μέρος μεγαλύτερων διαμαχών, του Πολέμου της Αυστριακής διαδοχής και του Επταετούς Πολέμου. Οι πόλεμοι οριστικά τελείωσαν με την ενσωμάτωση της Σιλεσίας στο Βασίλειο της Πρωσίας και την αποδοχή της Αυστρίας. Ο αγώνας για την κατοχή της Σιλεσίας, ουσιαστικά ήταν η αρχή ενός αγώνα ανάμεσα στα 2 κράτη για την επικράτηση στους Γερμανόφωνους λαούς, που κορυφώθηκε με τον Αυστροπρωσικό πόλεμο, το 1866.

Πρώτος Σιλεσιανός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η περιοχή της Σιλεσίας

Ο Πρώτος Πόλεμος της Σιλεσίας αποτέλεσε και την αρχή του πολέμου για την Αυστριακή διαδοχή. Η αρχή του οφειλόταν στην Πραγματιστική Κύρωση του 1713. Ο Αψβούργος αυτοκράτορας Κάρολος ΣΤ΄ θέσπισε, με δική του πρωτοβουλία, πως οι θυγατέρες του είχαν προτεραιότητα στην αυτοκρατορική διαδοχή, έναντι των θυγατέρων του προηγούμενου αυτοκράτορα και μεγαλύτερου αδερφού του, του Ιωσήφ Α΄(1678–1711). Αποτέλεσμα της Πραγματιστικής Κύρωσης ήταν το 1740 να ανέβει στον θρόνο των Αψβούργων η Μαρία Θηρεσία.

Ο Φρειδερίκος δικαιολόγησε τα αιτήματα του σε μια συνθήκη του 1537, όπου ανέφερε πως τα σιλεσιανά πριγκιπάτα Λίγκνιτζ (Liegnitz), Βόλαου (Wohlau) και Μπρίεγκ (Brieg) θα ενσωματώνονταν στο Βρανδεμβούργο, έπειτα από την εξάλειψη της δυναστείας των Πιάστ (Piast). Το 1675 με τον θάνατο του τελευταίου απογόνου των Πιάστ ο τότε ηγεμόνας του Βρανδεμβούργου ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος (Frederick William) πείσθηκε να αποσυρθεί από τα εδάφη με αντάλλαγμα ενός ορισμένου ποσού πληρωμής.

Στις 16 Δεκεμβρίου 1740[1], πρωσικός στρατός εισέβαλε στη Σιλεσία,χωρίς προηγουμένως να έχει κηρύξει επίσημα πόλεμο. Έπειτα από δίμηνη εκστρατεία η επαρχία είχε καταληφθεί. Το 1741 οι Πρώσοι νίκησαν τους Αυστριακούς στο Μόλβιτς και την επόμενη χρονιά στο Τσότουσιτζ εξασφαλίζοντας την παραμονή της περιοχής στην κατοχή τους. Το 1742 αρχικά με την συνθήκη του Μπρέσλαου (Βρότσλαβ) και έπειτα με την επίσημη επικύρωση της από την συνθήκη του Βερολίνου το μεγαλύτερο μέρος της Σιλεσίας ενσωματώθηκε στο πρωσικό βασίλειο και οργανώθηκε στην επαρχία της Σιλεσίας.

Δεύτερος Σιλεσιανός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δεύτερος πόλεμος για τη Σιλεσία διήρκεσε από το 1744 ως το 1745. Έχοντας πρόσφατα χάσει τη Σιλεσία, ήταν η σειρά της Αυστρίας να εισβάλλει στην περιοχή με σκοπό να την ανακτήσει. Η μάχη του Χόενφρίντμπεργκ στις 4 Ιουνίου 1745 κατέληξε σε νίκη των Πρώσων. Τη μάχη αυτή ακολούθησε η μάχη του Σορ, στις Σεπτεμβρίου 1745 με τους Πρώσους να νικούν και πάλι. Μετά από 2 μάχες και ισάριθμες ήττες ο Φρειδερίκος πίστεψε πως η Αυστριακοί θα ζητούσαν ειρήνη, όμως η αυτοκράτειρα Μαρία Θηρεσία δεν εγκατέλειψε τα δικαιώματα της, όσον αφορούσε στη Σιλεσία. Στις 15 Δεκεμβρίου 1745 στη μάχη του Κέσσελντορφ οι Αυστριακοί ηττήθηκαν ξανά και αυτήν την φορά υπέγραψαν τη συνθήκη της Δρέσδης στις 25 του μήνα. Η συνθήκη έληξε και τυπικά τον πόλεμο και η αυτοκράτειρα αναγνώρισε την κυριαρχία του Φρειδερίκου στη Σιλεσία, ενώ ο Πρώσος βασιλιάς αναγνώρισε τον Φραγκίσκο Α΄ ως αυτοκράτορα.

Τρίτος Σιλεσιανός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτή τη φορά η διαμάχη αποτέλεσε μέρος του Επταετούς Πολέμου. Η Αυστρία για δεύτερη φορά επεδίωξε την ανάκτηση της Σιλεσίας. Τις χρονιές 1761 και 1762 η Αυστρία μαζί με τη σύμμαχο Ρωσία είχαν στρατιωτικές επιτυχίες εναντίον της Πρωσίας. Τον Ιανουάριο του 1763, εντελώς ξαφνικά η Αυστρία βρέθηκε μόνη της, καθώς η Ρωσία συνθηκολόγησε με την Πρωσία, με αποτέλεσμα η Πρωσία να μπορέσει να συγκεντρώσει τις δυνάμεις της και να ισχυροποιήσει τη θέση της στην περιοχή. Με τη συνθήκη του Χούμπερτσμπουργκ στις 15 Φεβρουαρίου 1763 η Σιλεσία έμεινε οριστικά στο βασίλειο της Πρωσίας.

Το βασίλειο της Πρωσίας, ύστερα από τις εδαφικές προσαρτήσεις κατά τη βασιλεία του Φρειδερίκου Β΄

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Jay Luvaas, Frederick the Great on the Art of War σελ. 3.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]