Πολιτισμός του Λάγυνου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η έκταση του πολιτισμού του Λάγυνου

Ο πολιτισμός του Λάγυνου (Beaker culture) (επίσης πολιτισμός του κωδωνόσχημου Λάγυνου, Άνθρωποι του Λάγυνου, γερμανικά Glockenbecherkultur), περ. 2600 - 1900 Π.Κ.Ε., είναι ο όρος που χρησιμοποιείται για την περιγραφή ενός ευρέως αλλά σποραδικώς διασκορπισμένου αρχαίου πολιτισμού της προϊστορικής δυτικής Ευρώπης που εμφανίστηκε στην Ύστερη Νεολιθική και διήρκεσε έως την πρώιμη Εποχή του Χαλκού. Διακρίθηκε στην ηπειρωτική Ευρώπη τη χιλιετία (2800 π.Χ. - 1800 π.Χ.) αλλά στα μέσα της περιόδου (2300 π.Χ.) αναδείχθηκε ο Πολιτισμός Ουνέτιτσε.[1][2] Ο πολιτισμός ήταν διάσπαρτος στη δυτική Ευρώπη και βόρεια από τις πεδιάδες του Δούναβη, στα βορειοδυτικά έφτανε μέχρι τη Μεγάλη Βρετανία και την Ιρλανδία, ήταν παρόν επίσης στη Σαρδηνία, την Κορσική και στη βορειοδυτική Αφρική. Ο συγκεκριμένος πολιτισμός έγινε εκτενές αντικείμενο επιστημονικής μελέτης επειδή αναπτύχθηκε από πολλούς λαούς με διαφορετική φυλετική καταγωγή.[3] Στα πρώτα του στάδια ο Πολιτισμός του Λάγυνου θεωρείται μια πρώιμη μορφή δυτικού Ευρωπαϊκού πολιτισμού, αργότερα (2400 π.Χ.) επεκτάθηκε στην ανατολική Ευρώπη όπου κυριαρχούσε ο Πολιτισμός της σχοινοειδούς κεραμεικής.[4]

Σε πολλά τμήματα της ανατολικής Ευρώπης όπως στην Πολωνία κυριάρχησαν οι δύο πολιτισμοί ταυτόχρονα, σημειώθηκαν σημαντικές αλλαγές μετά από μια περίοδο που η δυτική Ευρώπη ήταν απομονωμένη. Στην τελευταία του φάση ο πολιτισμός του Λάγυνου περιέχει σύγχρονες μεταλλουργίες με χρυσό και χαλκό, εμπόριο, πολιτιστικές και θρησκευτικές ιδέες και κοινωνική διαστρωμάτωση.[5][6] Ο ιστορικός Λεμερσιέ (2018) σημειώνει ότι την τελευταία περίοδο του Λάγυνου "παρατηρείται ένας πολιτισμός ηπειρωτικής κλίμακας".[7] Οι νεότερες ανακαλύψεις (2014) έδειξαν ότι οι οικογενειακές ταφές εφαρμόστηκαν σε όλες τις περιοχές που επικρατούσε ο πολιτισμός του Λάγυνου.[8] Το γεγονός αυτό ανατρέπει προηγούμενες θεωρίες ότι υιοθετήθηκαν από τον πολιτισμό των Σχοινοειδών Προϊόντων και ότι επεκτάθηκαν από εκεί στη Δυτική Ευρώπη και τη Μεγάλη Βρετανία.[9] [10][11][12] Η πρώιμη παραγωγή χαλκού στο Κιλάρνεϊ της Ιρλανδίας (2400 π.Χ. - 2200 π.Χ.) συνδέθηκε με τον πολιτισμό του Λάγυνου, τότε δημιουργήθηκαν τα πρώτα χάλκινα τσεκούρια στην Αγγλία και την Ιρλανδία.[13][14] Οι ίδιες πρακτικές εφαρμόστηκαν στα νότια και δυτικά της Γαλλίας και στην περιοχή του Τάγου.[15][16] Τα τελικά συμπεράσματα είναι ότι χρησιμοποίησαν τους εμπορικούς θαλάσσιους δρόμους στον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο με στόχο την εύρεση χρυσού ή άλλων πολύτιμων υλικών.[17]

Διασπορά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αγγεία με προέλευση από τον πολιτισμό του Λάγυνου

Κατάλοιπα αυτού του πολιτισμού βρέθηκαν στη σημερινή Πορτογαλία, την Ισπανία, τη Γαλλία, τη Μεγάλη Βρετανία και την Ιρλανδία, τις Κάτω Χώρες και τη Γερμανία, ανάμεσα στους ποταμούς Έλβα και Ρήνο, τον άνω Δούναβη ως τη λεκάνη της Βιέννης, τη Σαρδηνία και τη Σικελία στη Μεσόγειο. Επί του παρόντος δεν υπάρχουν ενδείξεις για βαθύτερη διείσδυση προς την Ανατολή. Τα αρχαιολογικά ευρήματα του πολιτισμού του Λάγυνου δεν βρέθηκαν σε καθορισμένη περιοχή με σταθερό πολιτισμό, ήταν διάσπαρτα σε όλη την Ευρώπη την 3η χιλιετία π.Χ. χωρίς καμιά σταθερή αρχιτεκτονική μορφή ή συγκεκριμένο τρόπο Ταφής. Τα αρχαιολογικά ευρήματα ενώνονται μαζί σε έναν ενιαίο πολιτισμό που βρισκόταν σε ακμή τη μετέπειτα Νεολιθική εποχή. Οι απαρχές του πολιτισμού του Λάγυνου εντοπίζονται στις αρχές της 3ης Χιλιετίας π.Χ. σαν ένα δείγμα "ναυτοπλοικού πολιτισμού", έχουν βρεθεί γύρω από τον ποταμό Τάγος στην Πορτογαλία, η ραδιοχρονολόγηση τα τοποθετεί το 2800 π.Χ.[18][19][20] Από τον πολιτισμό αυτό βρέθηκαν μια σειρά από ποτήρια κατά μήκος του Τάγου με πολυτελή διακόσμηση.[21] Ο Τούρεκ ανίχνευσε νεολιθικούς πληθυσμούς στη βόρεια Αφρική, ο πολιτισμός του Λάγυνου δημιουργήθηκε στις αρχές της 3ης χιλιετίας π.Χ. με τις ναυτικές επαφές ανάμεσα σε κατοίκους του Μαρόκου και της Ιβηρίας.[22] Οι νεότερες έρευνες που δημοσιοποιήθηκαν τη δεκαετία του 2000 περιγράφουν τον Πολιτισμό του Λάγυνου σαν μιά σύνθεση πολλών πολιτισμών που υπήρχαν ταυτόχρονα σε ακμή την ίδια πανάρχαια εποχή.[23][24]

Τα πρώτα χρόνια μετακινήθηκαν μέσω του Τάγου στα Πυρηναία και από εκεί στην κεντρική Ευρώπη, στο πρώτο κύμα εγκαταστάθηκαν στη βόρεια Ισπανία και τη νοτιοδυτική Γαλλία. Από εκεί μια ομάδα διασκορπίστηκε παραλιακά σε όλη την περιοχή από τον Κόλπο του Λέοντα μέχρι την Κοιλάδα του Πάδου στην Ιταλία, οι μετακινήσεις είναι διακριτές από τα πέτρινα τσεκούρια. Το βόρειο κύμα μετακινήθηκε στην Αρμορική και εγκαταστάθηκε στη βόρεια Βρετάνη, ξεκίνησαν πλέοντας τον Ροδανό και κατόπιν μέσω του παραποτάμου του Σων εισήλθαν στον Λίγηρα ο οποίος τους οδήγησε στην Αρμορική όπου εκβάλει. Το ανατολικό κύμα έφτασε στις πηγές του Ροδανού στο Καντόνι του Βαλαί της Ελβετίας, από εκεί εισήλθαν στον Ρήνο που πηγάζει από το γειτονικό Καντόνι του Γκριζούν. Η εποχή που έφτασαν στις πηγές του Ρήνου χρονολογείται στο 2600 π.Χ., οι διαδρομές τους επιβεβαιώθηκαν με τα πέτρινα τσεκούρια.[25][26] Από τον Ρήνο εισήλθαν στον Δούναβη μέσω του παραποτάμου του Ρήνου Μάιν, η διαδρομή επιβεβαιώνεται με το σημερινό Κανάλι Ρήνου-Μάιν-Δούναβη, γύρω στο 2500 π.Χ. έφτασαν στα νησιά του Δούναβη Κσέπελ στην Ουγγαρία. Στην Πεδιάδα της Παννονίας ήρθαν σε επαφή με άλλους πολιτισμούς όπως ο Πολιτισμός Βούτσεντολ (3000-2200 π.Χ.), προήλθε από προγενέστερους που συγκατοικούσε όπως ο Πολιτισμός Γιάμνα (3300 π.Χ.-2600 π.Χ.). Δεν συναντάμε πλέον εδώ τα πέτρινα τσεκούρια αλλά μία άλλη μορφή όπως τα τσεκούρια που είχαν λαβή με τρύπα.[27] Ο πολιτισμός του Λάγυνου ήρθε εκεί σε επαφή με μια άλλη μορφή κεραμικής όπως κύπελλα με πολύποδες, σχετίζονται με τα κλασσικά κύπελλα σε μορφή καμπάνας.[28] Ο Ρήνος στο δυτικό του άκρο αποτελούσε μια ευρύτατη μορφή σύνδεσης του Πολιτισμού του Λάγυνου με ολόκληρη την ανατολική Ευρώπη, έφτασαν μέσω του Βιστούλα στην Πολωνία.[29]

Κεραμική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πολιτισμός του Λάγυνου διακρίνεται από την ευρεία χρήση κεραμεικής συγκεκριμένου τύπου -ενός λάγυνου με κωδωνόσχημο προφίλ που ανακαλύφθηκε στη δυτική Ευρώπη κατά το τέλος της 3ης χιλιετίας Π.Κ.Ε.- και φαίνεται πως χρησιμοποιείτο για την αποθήκευση και κατανάλωση υδρόμελου.

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πολιτισμός του Λάγυνου προέρχεται πιθανώς από τον πρώιμο πολιτισμό της σχοινόμορφης κεραμικής, ενώ η περιοχή της Ρηνανίας και των Κάτω Χωρών είναι πιθανώς το περισσότερο αποδεκτό σημείο προέλευσης, (James P. Mallory,EIEC σελ. 53). Συχνά θεωρείται πρόγονος του πρώιμου Ινδοευρωπαϊκού πολιτισμού.

Τέχνεργα του πολιτισμού του Λάγυνου

Αντίθετα η Μαρίζα Γκιμπουτάς θεωρεί ότι οι άνθρωποι του πολιτισμού του Λάγυνου προήλθαν από τους πολιτισμούς της ανατολικής κεντρικής Ευρώπης, που μεταλλάχτηκαν εξαιτίας εισβολών και αναμείξεων με φυλές που προήλθαν από τις ανατολικές στέπες. Η θεωρία αυτή αμφισβητείται ευρέως ακόμα και από τους υποστηρικτές της υπόθεσης μιας τέτοιας νομαδικής εισβολής (Υπόθεση Κούργκαν).

Ερμηνεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξαιτίας της ασυνήθιστης μορφής και τυπολογίας της κεραμικής του και της αιφνίδιας εμφάνισής του στον αρχαιολογικό χρονολογικό ορίζοντα, η παραδοσιακή ερμηνεία για τον Πολιτισμό του Λάγυνου είναι ότι διεσπάρη στην Ευρώπη από μια πολιτισμική ομάδα (Θεωρία της διασποράς). Στις αρχές του 20ου αιώνα η κεραμεική του πολιτισμού του Λάγυνου, θεωρείτο στοιχείο μιας ομάδας ανθρώπων που, με αλλεπάλληλα κύματα εισβολών, έφερε μαζί του τη μεταλλοτεχνία, τη συνεσταλμένη θέση ταφής και τους στρογγυλούς τύμβους, αντικαθιστώντας έναν πρωιμότερο νεολιθικό ευρωπαϊκό πολιτισμό.

Σήμερα πολλοί αρχαιολόγοι πιστεύουν ότι οι 'άνθρωποι' του Λάγυνου δεν υπήρξαν ως διακριτή ομάδα και ότι οι λάγυνοι και άλλα νέα τεχνουργήματα εκείνης της περιόδου ή ταφικές πρακτικές είναι ενδεικτικές της ανάπτυξης νέων δεξιοτήτων. Είναι πιθανότερο αυτή η γνώση να προήλθε από πολιτισμικές αλληλεπιδράσεις, παρά ως αποτέλεσμα μιας μαζικής μετανάστευσης. Αυτή η η θεωρία της μη επέμβασης προτάθηκε αρχικά από τον Κόλιν Μπάρτζες (Colin Burgess) και τον Στηβ Σένναν (Steve Shennan) στα μέσα της δεκαετίας 1970. Σήμερα ο πολιτισμός του Λάγυνου θεωρείται περισσότερο ένα σύνολο γνώσης που υιοθετήθηκε και εφαρμόστηκε από αυτόχθονες Ευρωπαίους σε διάφορους βαθμούς.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Bradley 2007, σ. 144
  2. Cunliffe 2010
  3. Olalde, Iñigo; Brace, Selina; Allentoft, Morten E.; Armit, Ian; Kristiansen, Kristian; Booth, Thomas; Rohland, Nadin; Mallick, Swapan; Szécsényi-Nagy, Anna; Mittnik, Alissa; Altena, Eveline (March 2018). "The Beaker phenomenon and the genomic transformation of northwest Europe". Nature. 555 (7695): 190–196
  4. Papac, Luka; et al. (2021). "Dynamic changes in genomic and social structures in third millennium BCE central Europe"
  5. Fokkens & Nicolis 2012, σ. 82
  6. Doce, Elisa; von Lettow-Vorbeck, Corina, eds. (September 2014). Analysis of the Economic Foundations Supporting the Social Supremacy of the Beaker Groups: Proceedings of the XVII UISPP World Congress (1-7 September, Burgos, Spain)
  7. Lemercier, Olivier (December 2018). "Think and Act. Local Data and Global Perspectives in Bell Beaker Archaeology". Journal of Neolithic Archaeology. 20 (Special Issue 4): 77–96
  8. Jeunesse, C. 2014. "Pratiques funéraires campaniformes en Europe – Faut-il remettre en cause la dichotomie Nord-Sud ? La question de la réutilisation des sépultures monumentales dans l’Europe du 3e millénaire", in Données récentes sur les pratiques funéraires néolithiques de la Plaine du Rhin supérieur, P. Lefranc, A. Denaire and C. Jeunesse (eds.), BAR International Series 2633, 211. Oxford: Archaeopres
  9. Cunliffe 2010
  10. Salinova, Laure (2000). "La question du campaniforme en France et dans les Iles Anglo-Normandes". Bulletin de la Société Préhistorique Française (in French). 94 (2): 259–264
  11. Lanting, J. N.; van der Waals, J. D. (1976). "Beaker culture relations in the Lower Rhine Basin". Glockenbechersimposion Oberried 1974. Bussum-Haarlem: Fibula-Van Dishoeck. σσ. 1–80
  12. Needham, S. (2009). "Encompassing the Sea: "Maritories" and Bronze Age Maritime Interactions". In Clark, Peter (ed.). Bronze Age Connections: Cultural Contact in Prehistoric Europe. Oxford: Oxbow. σσ. 12–37
  13. Cunliffe 2010
  14. O'Brien, William (2004). Ross Island: Mining, Metal and Society in Early Ireland. Galway: Department of Archaeology, National University of Ireland
  15. Cunliffe 2010
  16. Ambert, P. (2001). "La place de la métallurgie campaniforme dans la première métallurgie française". In Nicolis, Franco (ed.). Bell Beakers Today : pottery, people, culture, symbols in prehistoric Europe : proceedings of the International Colloquium Riva del Garda (Trento, Italy) 11–16 May 1998 (in French). Trento, Italy: Provincia Autonoma di Trento. σσ. 577–588
  17. Cunliffe 2010
  18. Cunliffe 2010
  19. Case 2007
  20. Harrison & Heyd 2007
  21. Fitzpatrick 2013, σ. 44
  22. Fokkens & Nicolis 2012, σ. 201
  23. Fokkens & Nicolis 2012, σ. 200
  24. Vander Linden, Marc (2006). Le phénomène campaniforme dans l'Europe du 3ème millénaire avant notre ère: Synthèse et nouvelles perspectives. British Archaeological Reports, international series, 1470 (in French). Oxford: Archaeopress. σ. 33
  25. Cunliffe 2010
  26. Johannes Muller; Martin Hinz; Markus Ullrich (2015). "6. Bell Beakers – Chronology, innovation and memory: A multivariate approach". In Maria Pilar Prieto Martinez; Laure Salanova (eds.). The Bell Beaker Transition in Europe: Mobility and local evolution during the 3rd millennium BC
  27. Joseph Maran (2007), Seaborne Contacts between the Aegean, the Balkans and the Central Mediterranean in the 3rd Millennium BC – The Unfolding of the Mediterranean World
  28. Piguet, M.; Besse, M. (2009). "Chronology and Bell Beaker common ware". Radiocarbon. 51 (2): 817–830
  29. Janusz Czebreszuk, Bell Beakers From West to East, in: Ancient Europe, 8000 B.C. to A.D. 1000: Encyclopedia of the Barbarian World

Δικτυακοί τόποι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτεινόμενη Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Oxford Concise Dictionary of Archaeology, Darvill, T, OUP, 2003
  • James P. Mallory, "Beaker Culture", Encyclopedia of Indo-European Culture, Fitzroy Dearborn, 1997.
  • Bradley, Richard (2007). The prehistory of Britain and Ireland. Cambridge: Cambridge University Press.
  • Case, Humphrey (2007). "Beakers and the Beaker Culture". In Burgess, Christopher; Topping, Peter; Lynch, Frances (eds.). Beyond Stonehenge: Essays on the Bronze Age in honour of Colin Burgess. Oxford: Oxbow.
  • Cunliffe, Barry (2010). Celtic from the West Chapter 1: Celticization from the West: The Contribution of Archaeology. Oxbow Books, Oxford.
  • Fitzpatrick, A. P. (2013). "The arrival of the Beaker Set in Britain and Ireland". In Koch, John T.; Cunliffe, Barry W. (eds.). Celtic from the West 2 : rethinking the Bronze Age and the arrival of Indo-European in Atlantic Europe. Oxford: Oxbow.
  • Fokkens, Harry; Nicolis, Franco, eds. (2012). Background To Beakers: inquiries in regional cultural backgrounds of the Bell Beaker complex. Leiden: Sidestone.
  • Harrison, R.; Heyd, V. (2007). "The Transformation of Europe in the Third Millennium BC: the example of 'Le Petit-Chasseur I + III' (Sion, Valais, Switzerland)". Praehistorische Zeitschrift. 82 (2): 129–214.
  • Flanagan, Laurence (1998). Ancient Ireland, Life before the Celts. Dublin: Gill & MacMillan.
  • Olalde, I. (21 February 2018). "The Beaker phenomenon and the genomic transformation of northwest Europe". Nature. Nature Research. 555 (7695): 190–196.
  • Piggot, Stuart (1965). Ancient Europe from the Beginnings of Agriculture to Classical Antiquity: a Survey. Chicago: Aldine.
  • Case, H. (2001). "The Beaker Culture in Britain and Ireland: Groups, European Contacts and Chronology". In Nicolis, F. (ed.). Bell Beakers Today: pottery people, culture, symbols in prehistoric Europe. Servizio Beni Culturali Ufficio Beni Archeologici.
  • Harding, Anthony; Fokkens, Harry (2013). The Oxford Handbook of European Bronze Age (Oxford Handbooks in Archaeology). Oxford University Press.
  • Mallory J.P. (1997) "Beaker Culture". Encyclopedia of Indo-European Culture, Fitzroy Dearborn.
  • Rincon, Paul (23 April 2013). "Making of Europe unlocked by DNA". BBC News.