Νοσοκομείο Παίδων Μπέρσον και Μπάουμαν (Βαρσοβία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Νοσοκομείο Παίδων Μπέρσον και Μπάουμαν
Szpital Dziecięcy Bersohnów i Baumanów w Warszawie
Χάρτης
Είδοςchildren's hospital και νοσοκομείο
Γεωγραφικές συντεταγμένες52°13′53″N 20°59′51″E
Διοικητική υπαγωγήΒαρσοβία
ΧώραΠολωνία
Έναρξη κατασκευής1878
Κατεδάφιση1942
Commons page Πολυμέσα

Το Νοσοκομείο Παίδων Μπέρσον και Μπάουμαν ήταν εβραϊκή ιατρική εγκατάσταση που λειτουργούσε από το 1878 έως το 1942 στη Βαρσοβία, στη γωνία των οδών Σλίσκα (Śliska) 51 και Σιένα (Sienna) 60. Το 1941 ιδρύθηκε ένα παράρτημα του νοσοκομείου στην οδό Λέσνο (Leszno) 80/82 και, μετά την εκκαθάριση του λεγόμενου μικρού γκέτο τον Αύγουστο του 1942, μεταφέρθηκε στην Umschlagplatz, στο κτίριο στην οδό Στάφκι (Stawki) 6/8.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιδέα να χτιστεί ένα νοσοκομείο για τη θεραπεία Εβραίων παιδιών γεννήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1870. Το 1873 δύο οικογένειες: ο Μάγερ και η Χάγια Μπέρσον και η κόρη τους, Παουλίνα Μπάουμαν μαζί με τον σύζυγό της, Σάλομον, αγόρασαν τη γη για την κατασκευή του νοσοκομείου. Αρχικά, η εγκατάσταση προοριζόταν για 27 παιδιά. Το νοσοκομείο χτίστηκε στην περιοχή μεταξύ δύο παράλληλων οδών: Σιένα και Σλίσκα (εξ ου και η διπλή διεύθυνση). Χάρη στην οικονομική υποστήριξη των οικογενειών, ολόκληρο το νοσοκομειακό συγκρότημα, σχεδιασμένο από τον Άρτουρ Γκύμπελ, χτίστηκε το 1876-1878. Ο πρώτος επικεφαλής ιατρός του νοσοκομείου ήταν ο Λούντβικ Χφατ.

Μεταξύ 1905 και 1912, ο Γιάνους Κόρτσακ εργάστηκε στο νοσοκομείο ως παιδίατρος.[1]

Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η οικονομική κατάσταση του νοσοκομείου άλλαξε δραματικά, λόγω της απαξίωσης των διαθηκών και ιδρυτικών διατάξεων. Το 1923 η εγκατάσταση έκλεισε. Η κατάσταση άλλαξε μετά από πολυάριθμες παρεμβάσεις της ιατρού Άννα Μπράουντε-Χέλερ, χάρη στην οποία τα κτίρια του νοσοκομείου που ανήκαν στο Συμβούλιο του Ιδρύματος Μπέρσον και Μπάουμαν ανελήφθησαν από την Εταιρεία Φίλων των Παιδιών το 1930. Σύντομα, έγιναν προσπάθειες για την επέκταση του νοσοκομειακού συγκροτήματος, το οποίο χρηματοδοτήθηκε από την Εβραϊκή Κοινότητα της Βαρσοβίας και την Αμερικανική Εβραϊκή Κοινή Επιτροπή Διανομής. Μετά τη διεύρυνση το νοσοκομείο είχε 150 κλίνες.

Στο ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το νοσοκομείο είχε περίπου 250 νοσοκομειακές κλίνες. Τα κτίρια δεν υπέστησαν καμία ζημιά κατά την Πολιορκία της Βαρσοβίας. Το Νοέμβριο του 1940, το νοσοκομείο ενσωματώθηκε στο Γκέτο της Βαρσοβίας. Οι γερμανικές αρχές διόρισαν τον Βάτσουαφ Κονιέτσνι από το Ινοβρότσουαφ ως διευθυντή του νοσοκομείου.

Κτήριο νοσοκομείου σήμερα, άποψη από την οδό Σλίσκα

Καθώς το νοσοκομείο ήταν υπερπλήρες λόγω της τεράστιας αύξησης του αριθμού των παιδιών που έπασχαν από τύφο, τον Οκτώβριο του 1941, χάρη στις προσπάθειες της Άννα Μπράουντε-Χέλερ, άνοιξε ένα παράρτημα στην οδό Ζελάζνα (Żelazna 86/88), στη γωνία της οδού Λέσνο 80/82. Στο νεοσύστατο νοσοκομείο εισήχθησαν 400 ασθενείς.

Από το Φεβρουάριο του 1942, το προσωπικό του νοσοκομείου συμμετείχε σε επιστημονική έρευνα για την ασθένεια της πείνας στο Γκέτο της Βαρσοβίας. Η έρευνα διεξήχθη με άκρα μυστικότητα προκειμένου να αποφευχθεί η διαταγή διακοπής λειτουργίας. Μεταθανάτιες εξετάσεις ασθενών που πέθαναν από την πείνα πραγματοποιήθηκαν σε υπόστεγο στο Εβραϊκό Κοιμητήριο στην οδό Οκοπόβα, όπου περίμεναν την ταφή σε ομαδικούς τάφους.[2] Κάποια από τα δακτυλόγραφα με τα αποτελέσματα της έρευνας παραδόθηκαν στην «Άρια» πλευρά. Δημοσιεύτηκαν το 1946 σε ένα βιβλίο που επιμελήθηκε ο Έμιλ Άπφελμπαουμ, το «Η ασθένεια της πείνας. Κλινική έρευνα για την πείνα που διεξήχθη στο Γκέτο της Βαρσοβίας το 1942».[3]

Ως αποτέλεσμα της μείωσης της περιοχής του γκέτο στις 10 Αυγούστου 1942 (η εκκαθάριση του λεγόμενου μικρού γκέτο), το μητρικό νοσοκομείο και οι ασθενείς του εκκενώθηκαν από την οδό Σιένα. Στις 13 Αυγούστου, το νοσοκομείο μεταφέρθηκε στα κτίρια των πρώην κοινών σχολείων στην οδό Στάφκι 6/8 στην περιοχή Umschlagplatz. Ιατροί και νοσηλεύτριες ζούσαν σε μια πολυκατοικία στην οδό Πάβια 22. Το προσωπικό του νοσοκομείου μπορούσε να εισέλθει στην περιοχή Umschlagplatz σε μια συμπαγή στήλη μετά από ενδελεχή έλεγχο.

Στο Umschlagplatz, το Νοσοκομείο Μπέρσον και Μπάουμαν συγχωνεύτηκε με το δεύτερο εβραϊκό νοσοκομείο στο γκέτο της Βαρσοβίας, το Νοσοκομείο Τσίστε. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1942, οι άρρωστοι και το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού (περίπου 1.000 άτομα) μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο εξόντωσης Τρεμπλίνκα. Η Αντίνα Μπλάντι-Σφάιγκερ έδωσε σε μια ομάδα παιδιών μορφίνη για να πεθάνουν στο νοσοκομείο με την ησυχία τους, αποφεύγοντας την ταλαιπωρία του εκτοπισμού.[4][5]

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, στις αρχές του 1943, η Παιδιατρική Κλινική από την οδό Λιτέφσκα (Litewska) βρισκόταν στα εγκαταλειμμένα κτίρια του νοσοκομείου.[6] Εκεί λειτούργησε μέχρι την Εξέγερση της Βαρσοβίας. Από τον Αύγουστο έως τον Οκτώβριο του 1944, το νοσοκομείο ήταν η μόνη επαγγελματική ιατρική εγκατάσταση στην περιοχή του κέντρου της Βαρσοβίας. Τα κτίρια των νοσοκομείων υπέστησαν ζημιές κατά τη διάρκεια της εξέγερσης.

Μετά το τέλος του πολέμου, το 1946-1950, μετά την ανακατασκευή, τα κτίρια του νοσοκομείου στέγαζαν τα κεντρικά γραφεία και τα διαμερίσματα των εργαζομένων της Κεντρικής Επιτροπής Πολωνοεβραίων.[7] Στη συνέχεια, προσαρμόστηκε ξανά στις ιατρικές ανάγκες και στέγασε ένα νοσοκομείο για παιδιά με μολυσματικές ασθένειες. Μεταξύ 1988 και 1993 όλα τα κτίρια ξαναχτίστηκαν και εκσυγχρονίστηκαν. Αργότερα, στέγασε το Περιφερειακό Νοσοκομείο Λοιμωδών, που πήρε το όνομά του από τα Παιδιά της Βαρσοβίας. Το 2000, το κέντρο συγχωνεύτηκε με το Νοσοκομείο Παίδων στο Ντζιεκάνουφ Λέσνι, όπου μεταφέρθηκαν σταδιακά όλες οι μονάδες. Το 2016, ο ιδιοκτήτης του ακινήτου, η τοπική κυβέρνηση του Βοεβοδάτου Μασοβίας, έθεσε προς πώληση την άδεια ιδιοκτησία.[8] Το 2017, το Υπουργείο Πολιτισμού και Εθνικής Κληρονομιάς ζήτησε από την κυβέρνηση του βοεβοδάτου να μισθώσει το πρώην νοσοκομείο για 30 χρόνια και να ιδρύσει εκεί το Μουσείο του Γκέτο της Βαρσοβίας.[9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Joanna, Olczak-Ronikier (2011) [2002]. Korczak : próba biografii (Wydanie I έκδοση). Βαρσοβία: Wydawnictwo W.A.B. ISBN 9788374140775. 
  2. Marta Janczewska. Badania nad głodem w getcie warszawskim − problemy etyczne. „Zagłada Żydów. Studia i Materiały”. 5, σελ. 328, 2009. Centrum Badań nad Zagładą Żydów IFiS PAN.
  3. Emil Apfelbaum (red.): Choroba głodowa. Badania kliniczne nad głodem wykonane w getcie warszawskim z roku 1942. Βαρσοβία: American Joint Distribution Committee, 1946, σελ. 16.
  4. Engelking, Barbara. Getto warszawskie : przewodnik po nieistniejącym mieście. Leociak, Jacek, Weszpiński, Paweł E., Stowarzyszenie Centrum Badań nad Zagładą Żydów. (Wydanie drugie, zmienione, poprawione i rozszerzone έκδοση). Βαρσοβία. ISBN 9788363444273. 
  5. Blady-Szwajgier, Adina (2010). I więcej nic nie pamiętam. Βαρσοβία: Świat Książki. ISBN 9788324718306. 
  6. Zofia Podgórska-Klawe: Szpitale warszawskie 1388–1945. Βαρσοβία: Państwowe Wydawnictwo Naukowe, 1975, σελ. 309.
  7. Encyklopedia Warszawy. Petrozolin-Skowrońska, Barbara. Βαρσοβία: Wydawn. Nauk. PWN. 1994. ISBN 8301088362. 
  8. Tomasz Urzykowski. Nie wszystko na sprzedaż. „Gazeta Stołeczna”, σελ. 2, 25 lipca 2016.
  9. Tomasz Urzykowski. Muzeum getta w starym szpitalu. „Gazeta Stołeczna”, σελ. 1, 15 listopada 2017.