Μπυσί ντ'Αμπουά
Ο Λουί ντε Μπυσί ντ'Αμπουάζ ( 1549 - 1579 ) | |
Συγγραφέας | Τζορτζ Τσάπμαν |
---|---|
Μορφή | θεατρικό έργο |
δεδομένα ( ) |
Μπυσί ντ'Αμπουά (αγγλικός τίτλος: Bussy D'Ambois) είναι τραγωδία του Άγγλου ποιητή, θεατρικού συγγραφέα και μεταφραστή Τζορτζ Τσάπμαν που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη σκηνή μεταξύ 1603 και 1604. Θεωρείται το καλύτερο έργο του Τσάπμαν και είναι το πρώτο ενός κύκλου θεατρικών έργων που έγραψε με θέμα τη γαλλική πολιτική σκηνή της εποχής του, μεταξύ των οποίων Η εκδίκηση του Μπυσί ντ'Αμπουά, Η συνωμοσία και η τραγωδία του Καρόλου, δούκα του Μπιρόν και Η τραγωδία του Σαμπό, ναυάρχου της Γαλλίας.
Το έργο βασίζεται στη ζωή του αυλικού του Ερρίκου Γ' της Γαλλίας Λουί ντε Μπυσί ντ'Αμπουάζ, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1579.[1]
Υπόθεση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μπυσί ντ'Αμπουά είναι ένας φτωχός αριστοκράτης, καταξιωμένος ξιφομάχος αλλά άνεργος στρατιωτικός. Καθώς αρχίζει το έργο, ο άντρας προβληματίζεται για την κατάσταση της κοινωνίας στην οποία ζει, την οποία θεωρεί διεφθαρμένη, φιλήδονη και βίαιη, και ξεσπά σκληρά κατά του πλούτου, τον οποίο ορίζει ως «τερατώδη». Αυτό, ωστόσο, δεν τον εμποδίζει να δεχθεί χίλιες λίρες και να μπει στην υπηρεσία του δούκα του Ανζού, αδερφού του βασιλιά της Γαλλίας Ερρίκου Γ΄, ο οποίος επιθυμεί να συγκεντρώσει μια ομάδα πιστών υποστηρικτών για να προωθήσει τους δικούς του πολιτικούς σκοπούς. Ο Μπυσί όμως αποδεικνύεται γεννημένος ηγέτης και δυσκολεύεται να υποταχθεί στην ιεραρχική κλίμακα που επιβάλλει ο δούκας, εμφανιζόμενος ανεξέλεγκτος και πολύ άγριος για να είναι όργανο στα χέρια του φιλόδοξου Γάλλου ευγενή. Το ορμητικό ταμπεραμέντο του τον οδηγεί επίσης να διαφωνήσει με τους αυλικούς σε μια κατάσταση που καταλήγει σε τρεις διαφορετικές μονομαχίες, από κάθε μία από τις οποίες ο Ντ' Αμπουά βγαίνει νικητής.[2]
Ο Ντ' Αμπουά ξεκινά μια μυστική σχέση με την Ταμίρα, σύζυγο του ισχυρού κόμη Μονσορώ, αλλά η υπόθεση γίνεται αντιληπτή. Ο κόμης Μονσορώ βασανίζει τη γυναίκα του για να την αναγκάσει να ομολογήσει τη σχέση της, στη συνέχεια την αναγκάζει να γράψει ένα γράμμα με το αίμα της καλώντας τον εραστή της σε μια νυχτερινή συνάντηση. Ο ιερέας της Ταμίρα, ένας μοναχός που μετέφερε μηνύματα μεταξύ των εραστών, πέθανε από τρόμο κατά τη διάρκεια των βασανιστηρίων της κόμισσας. Ο κόμης Μονσορώ παίρνει τα ρούχα του και μεταμφιεσμένος σε μοναχό πηγαίνει να συναντήσει τον ερωτευμένο αντίζηλό του. Το φάντασμα του μοναχού εμφανίζεται στον Ντ' Αμπουά για να τον προειδοποιήσει για τη συνωμοσία εναντίον του, αλλά αυτό δεν τον σώζει από τον θάνατο: Ο μεταμφιεσμένος Μονσορώ φτάνει με το γράμμα της Ταμίρα, ο Ντ' Αμπουά πέφτει στην ενέδρα και σκοτώνεται σε έναν άνισο αγώνα από τον κόμη και τους άνδρες του. [3]
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο ενθουσιασμός του Τσάπμαν για την κλασική τραγωδία είναι ξεκάθαρα ορατός στο έργο. Εκτός από τις σύγχρονες αφηγήσεις για τη ζωή του Λουί ντε Μπυσί ντ'Αμπουάζ, την ιστορική αλήθεια των οποίων δεν έχει τηρήσει πιστά, εμπλούτισε την τραγωδία του με πολλά μεταφρασμένα αποσπάσματα από τα έργα του Σενέκα Αγαμέμνονας και Ηρακλής Οιταίος και με αναφορές στα Ηθικά του Πλούταρχου, την Αινειάδα και τα Γεωργικά του Βιργιλίου και την Αδαγία του Έρασμου. Επιπλέον, οι πρωταγωνιστές παραθέτουν ή αναφέρονται στην Ιλιάδα του Ομήρου και στον Θεμιστοκλή, τον Εμπεδοκλή και τον Κάμιλλο.
Οι κύριοι χαρακτήρες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μπυσί ντ'Αμπουά αντιπροσωπεύει την πληθωρική ζωντάνια και τη γενναιότητα των ηρώων της Αναγέννησης. Το θάρρος και η ειλικρίνειά του τον φέρνουν κοντά στο ιδανικό, ενώ η ιδιοσυγκρασία και η αλαζονεία του προσεγγίζουν το ιστορικό πρωτότυπο. Ωστόσο, η χυδαιότητα και η αγριότητα στη συμπεριφορά του στερούν από τον ήρωα τη συμπαθητική γοητεία και τον κάνουν να μοιάζει περισσότερο με καβγατζή και τυχοδιώκτη παρά με αυλικό ιππότη. Ταυτόχρονα, δεν λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα του συζύγου της κόμισσας ώστε είναι δύσκολο να τον συμπονέσει κανείς στην πτώση του.
Η Ταμίρα βιώνει εσωτερική διχόνοια, διχασμένη ανάμεσα στο πάθος και την ηθική υποχρέωση. Όταν βασανίζεται από τον σύζυγό της, κερδίζει τη συμπάθεια του θεατή αλλά στο τέλος του έργου, οι πράξεις της αποδεικνύονται περίεργα διφορούμενες. Παρακαλεί τον Μπυσί να λυπηθεί τον σύζυγό της και όταν ο εραστής της σκοτώνεται από μια σφαίρα, εκλιπαρεί τον σύζυγό της για συγχώρεση και στη συνέχεια συμφιλιώνεται μαζί του.
Ο χαρακτήρας του κόμη Μονσορώ πάσχει από την ίδια έλλειψη συνέπειας με τη γυναίκα του. Ο απατημένος σύζυγος μεταμορφώνεται σε βάναυσο τύραννο στη σκηνή του βασανισμού της Ταμίρα. Υπάρχει, ωστόσο, κάτι από μια αξιολύπητη αξιοπρέπεια στην τελική του συγχώρεση που αποκαθιστά κάπως τη συμπάθεια του θεατή γι' αυτόν. [4]
Παραστάσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η τραγωδία ανέβαινε στη σκηνή του Λονδίνου ακόμη και έως τα τέλη του αιώνα, κατά τη διάρκεια της Παλινόρθωσης. Η επιτυχία του έργου οδήγησε 10 χρόνια αργότερα στη συγγραφή της συνέχειας, Η εκδίκηση του Μπυσί ντ'Αμπουά, μια τραγωδία εκδίκησης δημοφιλής εκείνη την εποχή.[5]
Η πρώτη σύγχρονη παραγωγή του έργου ήταν στο θέατρο Ολντ Βικ το 1988. Η δεύτερη εκτελέστηκε στον τόπο ταφής του Τσάπμαν, στην εκκλησία Σαιντ Τζάιλς ιν δε Φιλντς στο Λονδίνο, το 2013 και σκηνοθετήθηκε από τον Μπράις Στράτφορντ, ο οποίος έπαιξε επίσης τον ομώνυμο ρόλο.
Το 1846, ο Αλέξανδρος Δουμάς έγραψε το ιστορικό μυθιστόρημα Η κυρία του Μονσορώ, που βασίζεται στα ίδια πρόσωπα και γεγονότα.[6]